Η αγορά οργανικών προϊόντων στις ΗΠΑ

Τις δυνατότητες ανάπτυξης που διανοίγονται στον τομέα των οργανικών προϊόντων δεδομένου του αυξανόμενου ενδιαφέροντος όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας αγοράς, επισημαίνει σχετικό ενημερωτικό του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελλάδος  στην Ουάσιγκτων.

 
Η οργανική καλλιέργεια είναι ένας από τους ταχύτατα αναπτυσσόμενους κλάδους του αγροτικού τομέα των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία.

Όταν το Κογκρέσο πέρασε τον Νόμο περί Παραγωγής Οργανικών Τροφίμων του 1990 (Organic Foods Production Act of 1990), υπήρχαν λιγότερο από 1 εκ. στρέμματα πιστοποιημένου, από το κράτος, οργανικά καλλιεργήσιμου εδάφους.

Όταν το Υπ. Γεωργίας των ΗΠΑ εφάρμοσε τα εθνικά οργανικά πρότυπα το 2002, οι πιστοποιημένες εκτάσεις είχαν ήδη διπλασιαστεί, ενώ έχουν φθάσει πλέον τα 6,5 εκατ. στρέμματα με 3.000 φάρμες να βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο (από συμβατική σε οργανική παραγωγή).

Σύμφωνα με στοιχεία του Organic Trade Association (ΟΤΑ), οι πωλήσεις οργανικών προϊόντων έχουν εκτοξευθεί από 3,6 δις δολ. το 1997 σε περισσότερα από 39 δις δολ. το 2014 και σχεδόν 39,1 δις δολ. το 2015, ενώ παράλληλα η πλειοψηφία των Αμερικανών καταναλωτών φαίνεται να προτιμάει τα οργανικά προϊόντα σε ποσοστό που αγγίζει το 84%, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα για τις καταναλωτικές συνήθειες των Αμερικανών.

Παράλληλα, ολοένα και περισσότερες εταιρείες διεισδύουν στην οργανική αγορά (ενδεικτικά αναφέρουμε τα McDonalds με την καινοτομία οργανικών burger). Μάλιστα, τα οργανικά προϊόντα καλύπτουν το 5% των συνολικών πωλήσεων ετοίμων φαγητών, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα 12% αύξηση της παραγωγής. Η κατανάλωση οργανικών σνακ αυξήθηκε κατά 13.5% με κύριους καταναλωτές τις εγκύους και τις οικογένειες με μικρά παιδιά. Επιπροσθέτως, η χρήση οργανικών προϊόντων πέρα από τον τομέα της εστίασης (πχ ρούχα από οργανικό βαμβάκι) σημείωσε άνοδο της τάξεως του 14%.

Οι καταναλωτές είναι πρώτιστα αυτοί που καθόρισαν και καθορίζουν την ανάπτυξη της αγοράς των οργανικών προϊόντων. Από το 1997, όταν πρωτοεμφανίστηκαν στην αγορά, έχει σημειωθεί δραματική αύξηση, η οποία μεταξύ άλλων αποδίδεται στα εθνικά πρότυπα του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA), η εφαρμογή των οποίων το 2002 αποσκοπούσε στη διαφάνεια και καθιέρωση εμπιστοσύνης στους καταναλωτές για την γνησιότητα των οργανικών προϊόντων.

Επίσης, ο παγκόσμιος προσανατολισμός σε φιλικές προς το περιβάλλον πολιτικές και εφαρμογές, η ενίσχυση της «πράσινης» οικονομίας, η ολοένα και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση από τους καταναλωτές της αναγκαιότητας εξασφάλισης υγιούς διαβίωσης και βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και η ευαισθητοποίησή τους ενάντια σε τρόφιμα που γίνονται με τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (ΓΤΟ) και την βασισμένη στη Γενετική Μηχανική καλλιέργεια, συντέλεσαν σημαντικά στην ανάπτυξη της αγοράς των οργανικών προϊόντων.

Το αυξανόμενο ενδιαφέρον των καταναλωτών για τέτοιου είδους προϊόντα, έχει κινητοποιήσει τον λιανικό τομέα, ο οποίος στοχεύει πλέον επιθετικότερα στην ανάπτυξη των γραμμών των οργανικών προϊόντων. Έτσι, οι Αμερικανοί καταναλωτές προτιμούν ολοένα και περισσότερο τα οργανικά τρόφιμα ως πιο υγιεινά και φιλικά προς το περιβάλλον, και είναι πρόθυμοι να πληρώσουν τις υψηλές τιμές (premiums) που διαμορφώνονται στην αγορά.

Υπενθυμίζεται ότι ΕΕ – ΗΠΑ έχουν υπογράψει Συμφωνία εταιρικής σχέσης για το εμπόριο οργανικών προϊόντων, από τις πλέον σημαντικές εξελίξεις όσον αφορά στην εμβάθυνση των εμπορικών σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ σε θέματα αγροτικών προϊόντων, καθώς αναγνωρίζει την πιστοποίηση των εν λόγω προϊόντων εκατέρωθεν (σε εφαρμογή από 1ης Ιουνίου 2012).

Επισημαίνουμε, σημειώνει το Γραφείο, «τις δυνατότητες ανάπτυξης που διανοίγονται στον τομέα, δεδομένου του αυξανόμενου ενδιαφέροντος όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας αγοράς.

Ειδικότερα στις ΗΠΑ, σημειώνουμε ότι τα οργανικά προϊόντα θεωρούνται ο κλάδος με την μεγαλύτερη ανάπτυξη στη βιομηχανία τροφίμων σήμερα. Τα οργανικά τρόφιμα θεωρούνται υψηλής ποιότητας προϊόντα, καθώς παράγονται χωρίς τη χρήση τυποποιημένων, ενδεχομένως επιβλαβών για την υγεία και το περιβάλλον, χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται συνήθως στα συμβατικά τρόφιμα από τη δεκαετία του ’50.»

Πηγή: Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Ελλάδος, Ουάσιγκτων

Σχετικά Άρθρα