
Παραγωγοί και Λεηλάτες στην Αμερική
Η Ayn Rand είχε δίκιο. Κάπως. Μια ανάλυση του άρθρου του Jonathan V. Last
Άρθρο του Jonathan V. Last εξετάζει τη βασική φιλοσοφική ιδέα της Ayn Rand περί των δύο τάξεων στην κοινωνία – των Παραγωγών και των Λεηλατών – και προτείνει μια ανατρεπτική ερμηνεία ως προς το ποιοι ανήκουν πραγματικά σε αυτές τις κατηγορίες στη σύγχρονη εποχή.
Βασικά σημεία
Το άρθρο ξεκινά παρουσιάζοντας τη θεμελιώδη ιδέα της Ayn Rand, όπως αυτή εκφράζεται κυρίως στο έργο της Atlas Shrugged. Σύμφωνα με αυτή την ιδέα, η κοινωνία αποτελείται από δύο διακριτές και αντίθετες τάξεις:
Οι Παραγωγοί: Αυτοί είναι οι σπουδαίοι δημιουργοί – επιστήμονες, καλλιτέχνες, ηγέτες της βιομηχανίας – οι οποίοι, εστιάζοντας στην ατομική τους αριστεία και παραγωγικότητα, συνεισφέρουν ουσιαστικά και ανυψώνουν ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Οι Λεηλάτες: Αυτοί είναι οι μη συνεισφέροντες, οι μικρόψυχοι άνθρωποι που δεν παράγουν τίποτα. Σε αυτή την κατηγορία η Rand περιλάμβανε τόσο τους φτωχούς όσο και τους γραφειοκράτες και τους “rent-seekers” – όσους δηλαδή αποκομίζουν πλούτο ή οφέλη μέσω επιρροής, πολιτικών διασυνδέσεων ή εκμετάλλευσης του συστήματος, αντί μέσω παραγωγής αξίας στην αγορά. Το κείμενο αναφέρει την απεργία των παραγωγών στο Atlas Shrugged ως την απόδειξη της αναγκαιότητάς τους για την κοινωνία.
Ωστόσο, το κεντρικό και πιο καίριο σημείο του άρθρου του Jonathan V. Last είναι η ανατροπή αυτής της διάκρισης στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι, ενώ η Rand είχε δίκιο ως προς την ύπαρξη αυτών των δύο τάξεων (συνεισφέροντες έναντι μη συνεισφερόντων/εκμεταλλευτών), έκανε λάθος ως προς την ταυτότητα των μελών τους.
Κατά την άποψή του, οι “τελευταίοι τέσσερις μήνες στην Αμερική” έχουν αποδείξει ότι οι πραγματικοί “Λεηλάτες” σήμερα δεν είναι αυτοί που νόμιζε η Rand. Αντίθετα, είναι συχνά οι ίδιοι οι “τιτάνες της βιομηχανίας” που παραδοσιακά θεωρούνται Παραγωγοί. Ο συγγραφέας τεκμηριώνει αυτή τη θέση με συγκεκριμένα παραδείγματα:
Elon Musk: Δεν έχτισε την περιουσία του αποκλειστικά μέσω επιτυχίας στην αγορά, αλλά βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε κρατική βοήθεια (επιδοτήσεις, φορολογικές απαλλαγές, συμβόλαια με κυβερνητικούς φορείς όπως το Υπουργείο Άμυνας και η NASA, φορολογικές πιστώσεις για τους πελάτες). Ο συγγραφέας προχωρά στον ισχυρισμό ότι ο Musk χρησιμοποίησε ακόμη και την επιρροή του στην κυβέρνηση για να εξασφαλίσει συμβόλαια και να προωθήσει τα προϊόντα του σε ξένες χώρες.
Jeff Bezos: Αντίστοιχα, παρόλο που είναι ένας κορυφαίος επιχειρηματίας, επιδίδεται στο “παιχνίδι της επιρροής” και των “αφιερωμάτων” προς την κυβέρνηση για να εξασφαλίσει οφέλη.
Άλλοι Τιτάνες της Τεχνολογίας (Zuckerberg, Cook, Pichai, Thiel): Περιγράφονται ως “σχεδιαστές και λεηλάτες” (scheming and looting) που αναζητούν προσόδους (rent-seeking) και εκμεταλλεύονται την κρατική εξουσία προς όφελός τους, αποφεύγοντας τον καθαρό ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς.
Donald Trump: Χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος λεηλάτης, έχοντας επωφεληθεί οικονομικά σε τεράστιο βαθμό από την κυβέρνηση, ξένες οντότητες και υποστηρικτές του, ακόμη και μέσω πρακτικών όπως οι πτωχεύσεις.
Στο τέλος του παρεχόμενου αποσπάσματος, ο συγγραφέας αντιπαραθέτει στους παραπάνω “λεηλάτες” μια άλλη κατηγορία ανθρώπων, η οποία, κατά την άποψή του, αποτελεί τους πραγματικούς “Παραγωγούς”. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που “αθόρυβα διατηρούν την κοινωνία σε λειτουργία, κάνοντας τη δύσκολη, αόρατη δουλειά που καθιστά τα πάντα δυνατά”. Αν και δεν κατονομάζονται συγκεκριμένα, η περιγραφή τους τοποθετεί τους αληθινούς συνεισφέροντες στην κοινωνία σε μια διαφορετική θέση από τους πλούσιους και ισχυρούς που αναλύθηκαν προηγουμένως.
Ευρύτερη εικόνα
Η ευρύτερη εικόνα που συνθέτει το άρθρο είναι μια κριτική αναθεώρηση της σύγχρονης οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας, μέσα από το πρίσμα της Randιανής φιλοσοφίας, αλλά με εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η απλοϊκή διάκριση της Rand δεν αντικατοπτρίζει πλέον ποιοι συνεισφέρουν πραγματικά και ποιοι εκμεταλλεύονται το σύστημα. Αντί να είναι οι “φτωχοί” ή οι “γραφειοκράτες” οι κύριοι “λεηλάτες”, είναι συχνά οι ίδιοι οι κορυφαίοι επιχειρηματίες και πολιτικοί παράγοντες που χρησιμοποιούν την επιρροή τους, τις κρατικές επιδοτήσεις, τα συμβόλαια και τις νομοθετικές ρυθμίσεις (“rent-seeking”) για να αποκομίσουν οφέλη και να αποφύγουν τον πραγματικό ανταγωνισμό της αγοράς. Αυτή η πρακτική θεωρείται από τον συγγραφέα ως μια μορφή “λεηλασίας” του δημόσιου πλούτου ή της οικονομικής διαδικασίας. Αντιθέτως, οι πραγματικοί “Παραγωποί” είναι οι πολλοί αφανείς εργαζόμενοι που, με την καθημερινή τους προσπάθεια, κρατούν την κοινωνία σε λειτουργία.
Τεκμηριωμένη ανάλυση της κεντρικής θέσης
Η κεντρική θέση του άρθρου είναι ότι η διάκριση της Ayn Rand μεταξύ Παραγωγών και Λεηλατών είναι σωστή ως ιδέα (υπάρχουν συνεισφέροντες και εκμεταλλευτές), αλλά λανθασμένη στην εφαρμογή της στους σύγχρονους πρωταγωνιστές της οικονομίας και της πολιτικής. Αυτή η θέση τεκμηριώνεται από τον συγγραφέα μέσω της χρήσης συγκεκριμένων, αναγνωρίσιμων παραδειγμάτων από την πρόσφατη επικαιρότητα (Musk, Bezos, Trump, Zuckerberg κ.ά.).
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τις ενέργειες και τα επιχειρηματικά/πολιτικά μοντέλα αυτών των προσώπων ως “τεκμήρια” για τον ισχυρισμό του ότι βασίζονται στην κρατική παρέμβαση, την επιρροή και την αναζήτηση προσόδων (rent-seeking), αντί στην καθαρή παραγωγικότητα και τον επιτυχημένο ανταγωνισμό στην αγορά. Αναφορές σε επιδοτήσεις, συμβόλαια, φορολογικές απαλλαγές, χρήση επιρροής για προσωπικό όφελος και αποφυγή του ανταγωνισμού παρουσιάζονται ως οι αποδείξεις της “λεηλατικής” τους φύσης, κατά την ερμηνεία του συγγραφέα.
Η ανάλυση είναι τεκμηριωμένη με την έννοια ότι παραθέτει συγκεκριμένες αναφορές και ενέργειες των προσώπων που επικαλείται, ερμηνεύοντάς τες υπό το πρίσμα της θέσης του. Το επιχείρημα είναι πειστικό ως προς την ερμηνεία αυτών των ενεργειών ως εξάρτηση από το κράτος και την επιρροή, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με το Randιανό ιδεώδες του αυτοδημιούργητου παραγωγού που ευημερεί αποκλειστικά μέσω της αξίας που δημιουργεί στην αγορά. Το αδύναμο σημείο της τεκμηρίωσης, είναι η έλλειψη συγκεκριμένων παραδειγμάτων για την κατηγορία των “πραγματικών” παραγωγών, οι οποίοι περιγράφονται μόνο γενικά ως αυτοί που κάνουν την “αόρατη δουλειά”. Ωστόσο, ο κύριος στόχος της τεκμηρίωσης είναι η ανατροπή της παραδοσιακής ταύτισης των “τιτάνων” με τους Παραγωγούς, και σε αυτό το κομμάτι το κείμενο παρέχει συγκεκριμένα σημεία ανάλυσης.
Συνοψίζοντας, το άρθρο του Jonathan V. Last προσφέρει μια σημαντική και καλά τεκμηριωμένη (με βάση τα παραδείγματα που επιλέγει) κριτική στην εφαρμογή της φιλοσοφίας της Ayn Rand στη σύγχρονη εποχή. Υποστηρίζει πειστικά ότι η γραμμή που χωρίζει τους συνεισφέροντες από τους εκμεταλλευτές είναι θολή και συχνά τοποθετείται λανθασμένα, με πολλούς από τους υποτιθέμενους “παραγωγούς” να λειτουργούν στην πραγματικότητα ως “λεηλάτες” λόγω της εξάρτησής τους από την κρατική παρέμβαση και την επιρροή, ενώ οι πραγματικοί συνεισφέροντες παραμένουν αφανείς. Η ανάλυση αυτή αναδεικνύει μια σημαντική πτυχή της σύγχρονης οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας, προκαλώντας τον αναγνώστη να επανεξετάσει τις παραδοσιακές έννοιες της επιτυχίας, της παραγωγικότητας και της κοινωνικής συνεισφοράς.
(Το παρόν άρθρο βασίστηκε στην πηγή:
https://www.thebulwark.com/p/ayn-rand-was-right-sort-of).
mywaypress.gr