Την ανάγκη στρατηγικών παρεμβάσεων πολιτικής για τη διασφάλιση των προοπτικών της οικονομίας επισημαίνει εκ νέου το ΙΟΒΕ

Φαίνεται πως τα μέτρα στήριξης μόνο σε ένα βαθμό αμβλύνουν την ανησυχία των νοικοκυριών για τις οικονομικές εξελίξεις μεσοπρόθεσμα. Προκύπτει εκ νέου η σημασία στρατηγικών παρεμβάσεων πολιτικής, σε εθνικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, για τη διασφάλιση των προοπτικών της οικονομίας μεσοπρόθεσμα. Στις σχετικές προτεραιότητες περιλαμβάνονται η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού, η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση διαθέσιμων μέσων παραγωγής ενέργειας, η ανάπτυξη δικτύων για τη λειτουργία εναλλακτικών εφοδιαστικών αλυσίδων και γενικότερα η ενίσχυση των παραγωγικών προοπτικών της οικονομίας, επισημαίνει το ΙΟΒΕ στο σημερινό Μηνιαίο Δελτίο Ερευνών Οικονομικής Συγκυρίας «Ιούλιος 2022». Αναλυτικά:

 
ΕΛΛΑΔΑ: Νέα υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος, από επιδείνωση προσδοκιών στους περισσότερους τομείς, κυρίως στις Κατασκευές, και περαιτέρω εξασθένιση της Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

 
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στις 101,1 μονάδες, χαμηλότερα από ό,τι τον προηγούμενο μήνα (104,1 μονάδες), καθώς και έναντι του Ιουλίου του 2021. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επικράτησαν επίσης πτωτικές τάσεις, τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη. Οι επιχειρηματικές προσδοκίες υποχώρησαν κυρίως στις Κατασκευές, ενώ ηπιότερες ήταν οι μεταβολές στις Υπηρεσίες και τη Βιομηχανία. Άνοδο παρουσίασε ο σχετικός δείκτης στο Λιανικό Εμπόριο, συνεχίζοντας τις διακυμάνσεις του κατά τους τελευταίους μήνες. Η παρατεταμένη ενεργειακή κρίση και η επιβράδυνση της ανάκαμψης στην ΕΕ και άλλες οικονομίες κατά το β’ τρίμηνο, ασκούν πλέον σημαντικές πιέσεις στη ζήτηση της Βιομηχανίας. Από την άλλη πλευρά, η δυναμική του Τουρισμού παραμένει ιδιαίτερα ισχυρή, βάσει των προσδοκιών στον τομέα, με όποιες ευρύτερες θετικές επιδράσεις συνεπάγεται αυτή η εξέλιξη για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Στο Λιανικό Εμπόριο, οι παρεμβάσεις στήριξης των νοικοκυριών, σε συνδυασμό με την αποταμίευση προηγούμενων ετών, στηρίζουν την τρέχουσα δραστηριότητα του τομέα. Ωστόσο, η αβεβαιότητα ως προς τη διάρκεια του πολέμου και κυρίως τον αντίκτυπό του στο κόστος ενέργειας, επιδείνωσε τις προβλέψεις των νοικοκυριών για τις γενικές οικονομικές συνθήκες στο επόμενο 12μηνο, αλλά και για την οικονομική κατάστασή τους σε αυτήν την περίοδο. Ως αποτέλεσμα, η Καταναλωτική Εμπιστοσύνη εξασθένησε εκ νέου, στο ελάχιστο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών. Πλέον, φαίνεται πως τα μέτρα στήριξης μόνο σε ένα βαθμό αμβλύνουν την ανησυχία των νοικοκυριών για τις οικονομικές εξελίξεις μεσοπρόθεσμα. Προκύπτει εκ νέου η σημασία στρατηγικών παρεμβάσεων πολιτικής, σε εθνικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, για τη διασφάλιση των προοπτικών της οικονομίας μεσοπρόθεσμα. Στις σχετικές προτεραιότητες περιλαμβάνονται η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού, η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση διαθέσιμων μέσων παραγωγής ενέργειας, η ανάπτυξη δικτύων για τη λειτουργία εναλλακτικών εφοδιαστικών αλυσίδων και γενικότερα η ενίσχυση των παραγωγικών προοπτικών της οικονομίας.

Αναλυτικότερα:

➢ στη Βιομηχανία, το ήπια αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση υποχώρησε ελαφρά, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα κλιμακώθηκαν αισθητά και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκαν οριακά.

➢ στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν σημαντικά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για την απασχόληση εξασθένησαν αισθητά.

➢ στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώθηκαν σημαντικά, με το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται έντονα, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων υποχωρούν ήπια.

➢ στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων κινήθηκαν έντονα ανοδικά, εκείνες για τη ζήτηση μεταβλήθηκαν ήπια, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης υποχώρησαν αισθητά.

➢ στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας ενισχύθηκαν αισθητά, σε αντίθεση με τις αντίστοιχες για τη δική τους οικονομική κατάσταση εντός ενός έτους οι οποίες ενισχύθηκαν ήπια. Παράλληλα βελτιώθηκαν σημαντικά οι προβλέψεις για μείζονες αγορές και εξασθενεί αισθητά η πρόθεση για αποταμίευση.

 
ΕΕ – ΕΥΡΩΖΩΝΗ: Υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος, λόγω έντονης πτώσης σε Βιομηχανία, Υπηρεσίες, Λιανικό και Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, και λιγότερο σε Κατασκευές

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχώρησε σημαντικά τον Ιούλιο τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη και διαμορφώθηκε στις 97,6 και τις 99,0 μονάδες αντίστοιχα, από 101,8 και 103,5 μονάδες τον προηγούμενο μήνα. Η υποχώρηση του δείκτη οφείλεται στην έντονη επιδείνωση των προσδοκιών στη Βιομηχανία, στις Υπηρεσίες, στο Λιανικό εμπόριο και στους Καταναλωτές, καθώς στις Κατασκευές η επιδείνωση ήταν ηπιότερη. Συγκεκριμένα, στη Βιομηχανία (-2,8) η υποχώρηση προήλθε λόγω της έντονης επιδείνωσης των εκτιμήσεων για την τρέχουσα ζήτηση, καθώς και της παραγωγής τους 3-4 προσεχείς μήνες η οποία διαμορφώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 μηνών. Στις Υπηρεσίες (-2,9), η επιδείνωση ήταν αποτέλεσμα της υποχώρησης και των τριών παραγόντων που διαμορφώνουν τον σχετικό δείκτη. Η επιδείνωση των προσδοκιών στο Λιανικό εμπόριο (-1,8 μονάδες) αντανακλά την υποχώρηση στις εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση και στις προβλέψεις για τη μελλοντική κατάσταση, ενώ τα αποθέματα διατηρούνται αμετάβλητα. Στις Κατασκευές (-0,8), οι προσδοκίες υποχώρησαν ήπια. Η έντονη επιδείνωση στην καταναλωτική εμπιστοσύνη (-3,0) είναι αποτέλεσμα της αποκλιμάκωσης και των τεσσάρων παραγόντων που συνθέτουν τον δείκτη. Οι προβλέψεις των νοικοκυριών για τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση σημείωσαν ιστορικό ελάχιστο όπως και οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάστασή τους. Παράλληλα, η πρόθεση για μείζονες αγορές και οι προβλέψεις για τη γενική κατάσταση κινήθηκαν στα επίπεδα του Απριλίου του 2020. Όσον αφορά στις τάσεις στις έξι μεγαλύτερες οικονομίες, ο δείκτης υποχώρησε στις τέσσερις από τις έξι: έντονα στην Ισπανία (-5,0), και την Γερμανία (-4,9), ηπιότερα στην Ιταλία (-3,4) και την Πολωνία (-3,2) καθώς παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος στην Γαλλία (-0,1) και την Ολλανδία (+0,2).

Σχετικά Άρθρα