
Υπάρχουν ακόμα ανισορροπίες που εξακολουθούν να εκθέτουν την Ελληνική οικονομία σε κινδύνους
Εκτενής συζήτηση για τη μακροοικονομική σταθερότητα της Ελλάδας έγινε σε στρογγυλό τραπέζι με τίτλο «Είναι η Ελλάδα επιτέλους σε βιώσιμο αναπτυξιακό δρόμο;» στο πλαίσιο του 9ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, που πραγματοποιείται στους Δελφούς μεταξύ 10 και 13 Απριλίου, υπό την αιγίδα της ΑΕ, Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Η συζήτηση διοργανώθηκε με τη συνεργασία του ΙΟΒΕ και συντονίστηκε από τη δημοσιογράφο της Καθημερινής, Ξένια Κουναλάκη.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, ο Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, παρουσίασε κάποια στοιχεία, σχετικά με την πρόσφατη πορεία της χώρας. «Η Ελλάδα αναπτύχθηκε πολύ την περίοδο της εισόδου της στην κοινή αγορά. Ο μέσος όρος ανάπτυξης από τότε είναι λίγο κάτω από το 1%. Αν η Ελλάδα θέλει βρίσκεται σε σταθερό έδαφος από εδώ και πέρα, το 1% αυτό δεν φτάνει. Πρέπει να πάει στο 2%» σημείωσε και πρόσθεσε: «Ακόμα και τα καλά χρόνια της ελληνικής οικονομίας, η ανεργία ήταν υψηλή. Εκτοξεύτηκε σχεδόν στο 30% στην καρδιά της κρίσης και τώρα ξαναφτάνει το 10%. Οι επενδύσεις κατέρρευσαν κατά την περίοδο της κρίσης, αυτή την περίοδο ανεβαίνουν όμως είναι ακόμα αρκετά πιο χαμηλά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και από τα χρόνια πριν την κρίση».
Καλά και άσχημα νέα έφερε στη συζήτηση, η Julia Lendvai, Head of Unit, Directorate General for Economic & Financial Affairs European Commission DG ECFIN. Ξεκινώντας από τα θετικά, η Lendvai, σημείωσε πως «Η Ελλάδα έχει διανύσει μακρύ δρόμο από τις μέρες της κρίσης. Έχει προχωρήσει σημαντικό αριθμό απαραίτητων μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς. Το δημόσιο χρέος είναι στο 160% σε σχέση με το 207% που ήταν στο ανώτερο σημείο του. Τα κόκκινα δάνεια έχουν μειωθεί λόγω του «Ηρακλή» και η ανεργία έχει μειωθεί αισθητά από το 27% που βρέθηκε στο πικ της. Αυτά είναι πολύ καλά νέα και έχουν αντίκτυπο στο αίσθημα της αγοράς απέναντι στην Ελλάδα».
Τα ίδια στοιχεία όμως, σύμφωνα με την ίδια, παραμένουν ταυτόχρονα και ανησυχητικά. Κι αυτό καθώς: «Το ότι η Ελλάδα μπαίνει σε έναν ενάρετο κύκλο είναι πολύ ευχάριστο για τη χώρα. Παρά όλα αυτά τα καλά νέα, δεν υπάρχει χώρος για επανάπαυση γιατί υπάρχει κι άλλη οπτική σε όλα αυτά. Το χρέος 160% παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι ακόμα τα περισσότερα στην ΕΕ και συνδυάζονται με πολλά ακόμα που δεν βρίσκονται στον τραπεζικό κλάδο αλλά στους servicers. Και το ποσοστό της ανεργίας είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ένωση. Οπότε, υπάρχουν ακόμα ανισορροπίες που εξακολουθούν να εκθέτουν την Ελλάδα σε κινδύνους.
Για γρηγορότερα αποτελέσματα, θα έλεγα ότι η Ελλάδα χρειάζεται να αυξήσει την παραγωγικότητά της, που είναι χαμηλά σε σχέση με άλλα κράτη – μέλη αν και έχει αρχίσει να βελτιώνεται, όμως υπάρχει ακόμα αρκετός χώρος για βελτίωση. Αν η Ελλάδα συνεχίζει να αναπτύσσεται με 2% και η υπόλοιπη Ευρώπη με 1% θα χρειαστούν 45 χρόνια στην Ελλάδα για να φτάσει την Ένωση. Οπότε αυτός είναι ένας αρκετά μακροπρόθεσμος στόχος».
Από την πλευρά του, ο Φίλιππος Σαχινίδης πρώην υπουργός Οικονομικών και υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, σημείωσε πως «Παρά τις τόσες μεταρρυθμίσεις που κάναμε τόσα χρόνια, ακόμα στηριζόμαστε σε ένα μη αποδοτικό παραγωγικό μοντέλο που στηρίζεται περισσότερο στην κατανάλωση και λιγότερο στις ιδιωτικές επενδύσεις. Αν δώσουμε προσοχή στο μίγμα των επενδύσεων θα δούμε ότι πηγαίνουν κυρίως σε μη παραγωγικές δραστηριότητες. Στο Real Estate και τον τουρισμό. Είμαστε ευάλωτοι αν στηριχθούμε σε αυτό. Αν υπάρχει κάτι πάνω στο οποίο πρέπει να δουλέψουμε είναι να κινητοποιήσουμε κεφάλαιο σε πιο εξωστρεφείς τομείς».
Πιο αισιόδοξος από τους προηγούμενους εμφανίστηκε ο Ηλίας Λεκκός, Group Chief Economist, της Τράπεζας Πειραιώς. «Έχουμε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στον τουρισμό και θα πρέπει να συνεχίσουμε να χτίζουμε πάνω σ’ αυτό. Είμαι πολύ αισιόδοξος για το πού πηγαίνουμε και για το μέλλον, γιατί παρά τα όσα ειπώθηκαν θεωρώ ότι πηγαίνουμε προς τη σωστή κατεύθυνση. Και κινούμαστε προς αυτή γιατί υπάρχουν δύο μεγάλες δυνάμεις που σπρώχνουν προς τα εκεί. Το ξένο κεφάλαιο, που παρά τα επίσημα στοιχεία, υπάρχει ένας πακτωλός χρημάτων που -δεν έρχεται στην Ελλάδα αλλά- έχει ήδη έρθει και αυτά τα χρήματα μεταλλάσσουν συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας. Έχουν αλλάξει τελείως τον τουρισμό στην Ελλάδα. Στον τομέα των logistics, νομίζω ότι σε 5-10 χρόνια η Ελλάδα μπορεί να γίνει χώρα κόμβος logistics.
Ο άλλος παράγοντας που αλλάζει την ελληνική οικονομία είναι το Ταμείο Ανάκαμψης. Αν κανείς προσπαθεί να σκεφτεί τον αντίκτυπο αυτού σε 15 χρόνια θα είναι ότι το Ταμείο Ανάκαμψης μετέτρεψε την Ελλάδα σε ενεργειακό κόμβο. Αυτός θα είναι ο καθαρός αντίκτυπος του Ταμείου Ανάκαμψης. Θα έβαζα ένα ερωτηματικό μόνο στο εδώ και τώρα. Κι αυτό γιατί έχουμε 2% ανάπτυξη. Δεν νομίζω ότι πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι. Θέλουμε περισσότερο».
«Δεν μπορείς να έχεις ανάπτυξη χωρίς να αυξήσεις το χρέος σου» αντέτεινε στα όσα προηγήθηκαν, ο Δημήτρης Βαλάτσας, Chief Economist της Aurora Macro Strategies, συμπληρώνοντας πως «δεν μπορεί να αγαπάς τις επενδύσεις και να μισείς το χρέος». Παράλληλα προσπάθησε να καθησυχάσει τους συνομιλητές του λέγοντας πως «δεν θα στεναχωριόμουν πολύ για το τι λέει η Moodys» και συνέχισε λέγοντας «Το καλό είναι ότι οι Έλληνες πολιτικοί είναι καλοί στο να φέρνουν λεφτά από τις Βρυξέλλες» από την άλλη όμως σημείωσε πως «Τα κακά είναι ότι η Ευρώπη είναι ένα από τα μέρη του κόσμου με την πιο αργή ανάπτυξη και μέρος αυτού είναι επιλογή».
Ο ίδιος πάντως συνέχισε τονίζοντας το μεταρρυθμιστικό έργο που συμβαίνει στη χώρα «Από αυτά που βλέπω είναι λογικό να είσαι αισιόδοξος. Η μεταρρύθμιση στην παιδεία, στο μεταναστευτικό, το επενδυτικό πλαίσιο είναι πολύ καλύτερο. Σταματήστε να ανησυχείτε. Μάθετε να αγαπάτε την ανάπτυξη».
Με μια σύντομη αναδρομή, εξέφρασε την ανησυχία του για την πορεία και τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης, ο καθηγητής Οικονομίας του London Business School, Ηλίας Παπαϊωάννου. Μιλώντας για τα χρόνια πριν την κρίση σημείωσε πως «Εκείνη την εποχή οι αγορές έκαναν πάρτι. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δανειζόντουσαν με την ίδια ευχέρεια με τη Γαλλία και τη Γερμανία. Εξαιρετικά νέα θα έλεγε κανείς. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκλεινε τα μάτια. Θα ήθελα να είμαι περισσότερο στην πλευρά των προσεκτικών».
Εξηγώντας τον λόγο της ανησυχίας του, ο καθηγητής κ. Παπαϊωάννου, ανέφερε: «Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καταστράφηκε κεφάλαιο. Και ακολούθησε επενδυτική έκρηξη. Κάτι που δεν βλέπουμε σε μια χώρα 10 με 12 χρόνια μετά από έναν οικονομικό Αρμαγεδώνα. Και τελειώνοντας με την παραγωγικότητα. Η κατάσταση είναι ανησυχητική. Με βάση τα δεδομένα δεν χρειάζεται να είμαστε απαισιόδοξοι αλλά καλό είναι να μην έχουμε ιδιαίτερα ανεβασμένες προσδοκίες».
Από την πλευρά του, ο Peter Spiegel, US Managing Editor των Financial Times, τόνισε: «Είναι τρομερό που μια χώρα που βρισκόταν μια ανάσα από την κατάρρευση είναι πλέον μια φυσιολογική χώρα της Ευρωζώνης».
«Η Ελλάδα δεν μπορεί να στηριχθεί στις δημόσιες επενδύσεις για την ανάπτυξη. Αυτό είναι λάθος του παρελθόντος και είναι σημαντικό που η κυβέρνηση εξασφαλίζει πόρους από τις Βρυξέλλες και επενδύει, όμως οι επενδύσεις δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά στον τουρισμό και τη ναυτιλία» σημείωσε ο ίδιος και κατέληξε: «Το ντιμπέιτ που κάνουμε εδώ γίνεται σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι τελείως διαφορετικό όμως από αυτό που θα κάναμε 5 ή 10 χρόνια πριν. Και αυτό είναι θετικό».
Η πορεία της ελληνικής οικονομίας και τα επόμενα βήματα
– Η μέχρις στιγμής πορεία της ελληνικής οικονομίας και τα επόμενα βήματα ήταν το θέμα συζήτησης του πάνελ Engines for Growth: Is the Production Model of Greece Changing? στο 9o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Το διάλογο συντόνισε ο Γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας. Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, ανέφερε ότι υπάρχει κεφάλαιο και projects για την επόμενη τριετία, αλλά το θέμα είναι αν θα γίνει το άλμα. Χαρακτήρισε την υφιστάμενη κατάσταση ως το μετέωρο βήμα του πελαργού, και τόνισε ότι τα επόμενα βήματα θέλουν τόλμη, αλλά υπάρχει κούραση και εφησυχασμός. Επισήμανε την ανάγκη για περισσότερες μεγάλες εταιρείες, αλλά υπάρχουν σοβαρά εμπόδια, όπως το αυστηρό φορολογικό σύστημα, ο περιορισμός επιδοτήσεων, και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι οικογενειακές. Κλείνοντας πρόσθεσε, ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα δεξιοτήτων και έλλειψη προσωπικού σε ποσότητα και ποιότητα.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, ανέφερε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν η υπερχρέωσή της από το 2005 με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία επίπλαστη εικόνα και να επέλθει η κατάρρευση. Για τα επόμενα βήματα σχολίασε ότι λείπει η τόλμη και χρειάζονται τομές στην επιχειρηματικότητα. Τα σημεία που χρήζουν βελτίωσης είναι το σύνθετο φορολογικό σύστημα, η στάση της δικαιοσύνης ως προς την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας, το χαμηλό επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης στον ιδιωτικό τομέα και η έλλειψη κουλτούρας στην καινοτομία Όσον αφορά τις εξαγορές δήλωσε ότι πρόκειται για ώριμες εταιρείες που τις εκμεταλλεύεται κάποιος που έχει δεσπόζουσα θέση, αλλά χρειάζονται κεφαλαιακές δαπάνες. Για το παραγωγικό μοντέλο τόνισε ότι δεν είναι αυτοσκοπός και πρέπει να πάμε στη λογική των εργαλείων.
Για το τι χρειάζεται αναφέρθηκε στα εξής:
Μια νέα καινοτόμα επιχειρηματική κουλτούρα. Το τραπεζικό σύστημα δε μπορεί να στηρίξει πράγματα που πάνε μπροστά καθώς κοιτούσαν προς τα πίσω. Η πολιτική πρέπει να είναι αρωγός και χρειάζονται περισσότερα κίνητρα και να στηρίζει τη μετάβαση. Για τα πλεονεκτήματα όσον αφορά το έμψυχο δυναμικό επισήμανε ότι υπάρχουν ταλαντούχοι Έλληνες εντός και εκτός της χώρας, τα πανεπιστήμια δίνουν αξία στους φοιτητές και γενικότερα το επίπεδο παραμένει καλό.
O partner και συνιδρυτής της BigPi Ventures, Μάρκος Βερέμης μίλησε για την εμπειρία του στον τεχνολογικό κλάδο και ανέφερε ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η χώρα μας είχε μία μεταπρατική οικονομία με καύσιμο έναν φθηνό δανεισμό που πληρώσαμε αργότερα πολύ ακριβά. Όσον αφορά την τεχνολογία οι ελληνικές εταιρείες πωλούν κυρίως στις ΗΠΑ. Η κεφαλαιοποίηση τους ανέρχεται στα 10 δις. Και αποτελούν το 1,5% αλλά χρειάζεται να γίνουν μεγάλα βήματα για να φτάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 8%). Για την μέχρι εδώ πορεία ανέφερε ότι έχουν γίνει πολύ καλά βήματα αλλά πλέον χρειάζεται κεφάλαιο και ταλέντο. Για τις επενδύσεις ανέφερε ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα υποεπένδυσης, καθώς τα κεφάλαια οδεύουν προς «έτοιμες» επενδύσεις όπως για παράδειγμα η γη. Το κύριο κανάλι εύρεσης επενδυτών για τις τεχνολογικές εταιρίες σύμφωνα με τον κ. Βερέμη είναι το εξωτερικό αλλά και εκεί υπάρχει διστακτικότητα και αν το κάνουν προτιμούν μη εμπορεύσιμα. Για να πεισθούν η μόνη λύση είναι τα πετυχημένα case studies και υπάρχει προς το παρόν ένα venture capital λειτουργεί ως ένα μικρό μαξιλάρι ύψους 300 εκατ. Ευρώ.