Επωφελής ή επιβλαβής η συμφωνία αποχώρησης για το Ηνωμένο Βασίλειο;

Brexit: Επιπτώσεις και προοπτικές

 
Τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016 για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), κρίνεται σκόπιμο να αναζητηθεί κατά πόσο η συμφωνία αποχώρησης (Brexit) με τα σημερινά δεδομένα, χαρακτηρίζεται επωφελής ή επιβλαβής για το Ηνωμένο Βασίλειο και ποιες είναι οι ενδεχόμενες μελλοντικές επιπτώσεις αυτής. Μολονότι, τα σενάρια περί εισόδου σε βαθιά ύφεση δεν επαληθεύτηκαν, η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα είναι αποδυναμωμένη ενώ η χώρα έχει απωλέσει την ελκυστικότητά της ως δημοφιλής επενδυτικός προορισμός.

Οι απόψεις των οικονομολόγων αναφορικά με τη συμφωνία αποχώρησης, στην πλειονότητά τους αξιολογούνται ως πολιτικά προκατειλημμένες και επικεντρωμένες κυρίως στις επιπτώσεις επί του ΑΕΠ, χωρίς να δίνεται βαρύτητα σε ευρύτερες οικονομικές και κοινωνικές ανησυχίες, όπως για παράδειγμα οι κοινωνικές ανισότητες, οι περιφερειακές ανισότητες και πολιτικά ζητήματα, όπως η κυριαρχία. Τα τελευταία δύο έτη, ομάδα ακαδημαϊκών στο Ηνωμένο Βασίλειο με έρευνά τους (UK in a Changing Europe) έθεσε τέσσερεις παραμέτρους αξιολόγησης για τη συμφωνία αποχώρησης, προσδίδοντας στην έννοια της αποχώρησης μια ευρύτερη διάσταση, καθορίζοντας παράλληλα τα αντικειμενικά κριτήρια με τα οποία θα μπορούσε να αξιολογηθεί η επιτυχία της.

Οι τέσσερεις παράμετροι αξιολόγησης στις οποίες βασίσθηκε η έρευνα είναι οι ακόλουθες:

Η οικονομία και τα δημόσια οικονομικά. Θα μπορούσε το Brexit να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας;

Κοινωνική πρόνοια και κοινωνική δικαιοσύνη. Θα μπορούσε το Brexit να βοηθήσει τα άτομα και τις κοινωνικές ομάδες που δεν επωφελήθηκαν της ανάπτυξης τα τελευταία 30 χρόνια;

Διαφάνεια. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μια μακρά και εδραιωμένη πολιτική συναίνεση υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και των ανοιχτών αγορών, ως μέσου ενίσχυσης της ευημερίας. Θα συνεχισθεί αυτό στο μέλλον και αν ναι, μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω;

Πολιτική αυτονομία. Θα μπορούσε το Brexit να ενισχύσει τον έλεγχο που ασκεί η κοινωνία όσον αφορά το οικονομικό της μέλλον;

 
Η οικονομία και τα δημόσια οικονομικά

Με βάση την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών τα τελευταία τρία χρόνια, διαπιστώνεται ότι ο αντίκτυπος του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016 ήταν αρνητικός για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου. Η σημαντική διολίσθηση της στερλίνας αύξησε τις πληθωριστικές πιέσεις, χωρίς ωστόσο να ενισχύσει ιδιαίτερα τις εξαγωγές (Γράφημα 11) ενώ η αβεβαιότητα μείωσε τις επιχειρηματικές επενδύσεις. Η αποδοχή της συμφωνίας αποχώρησης από το κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου θα μπορούσε να μειώσει την αβεβαιότητα και να ενισχύσει τη στερλίνα. Ωστόσο, αποτελεί κοινή αντίληψη μεταξύ των οικονομολόγων, ανεξαρτήτως της πολιτικής τους επιρροής, ότι η εγκατάλειψη της ενιαίας αγοράς, όπως προβλέπεται από την ισχύουσα συμφωνία αποχώρησης, θα έχει σημαντικά αρνητικό αντίκτυπο στο εμπόριο του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ. Στην περίπτωση που υπάρξει αποχώρηση χωρίς συμφωνία – ακόμη και αν δεν ληφθεί υπόψη μια ενδεχόμενη βραχυπρόθεσμη αναταραχή που μπορεί να προκληθεί στο εμπόριο – ο αντίκτυπος θα είναι πολύ μεγαλύτερος. Σύμφωνα με την έρευνα, ακόμα και στην περίπτωση που το Ηνωμένο Βασίλειο αποφασίσει να παραμείνει στην ΕΕ, θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις, καθώς έχει πληγεί η διεθνής φήμη του, για πολιτική και οικονομική σταθερότητα. Οι αβεβαιότητες σχετικά με τις μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις του Brexit υπάρχουν και θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να είναι θετικές. Ως εκ τούτου, αυτό που μένει να προσδιοριστεί είναι το μέγεθος της οικονομικής ζημίας.

 
Κοινωνική πρόνοια και κοινωνική δικαιοσύνη

Οι πιέσεις για ενίσχυση των υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, εκπαίδευσης και αστυνόμευσης έχουν ενταθεί το τελευταίο διάστημα. Η απόφαση για αποχώρηση από την ΕΕ έχει οδηγήσει σε περικοπές παροχών που συνεπάγονται ότι η ανισότητα και η παιδική φτώχεια αυξάνονται οριακά, καθώς αντισταθμίζονται σε ένα βαθμό από τις μεγάλες αυξήσεις του εθνικού ελάχιστου μισθού. Μολονότι, οι μισθοί σε πραγματικούς όρους έχουν ανακάμψει, δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι η μειωμένη μετανάστευση από την ΕΕ ενισχύει την αύξηση των αμοιβών στα χαμηλά επίπεδα. Σε γενικές γραμμές, απουσιάζουν ουσιαστικά νέες πολιτικές σε τομείς που σχετίζονται με την κοινωνική μέριμνα και την περιφερειακή πολιτική, οι οποίες ενδεχομένως συνέβαλαν στην καταψήφιση της παραμονής στην ΕΕ. Οι προοπτικές βελτίωσης των εφαρμοζόμενων πολιτικών στους προαναφερθέντες τομείς είναι μικρές, καθώς η αποχώρηση από την ΕΕ θα επιδεινώσει τη δημοσιονομική κατάσταση, μειώνοντας το χώρο για νέες πρωτοβουλίες. Είναι πιθανόν μια στοχοθετημένη μεταναστευτική πολιτική, συνδυαζόμενη με δράσεις στην εκπαίδευση και στην απόκτηση δεξιοτήτων, να μπορούσε να στηρίξει μεσοπρόθεσμα το χαμηλά αμειβόμενο και λιγότερο εξειδικευμένο, εργατικό δυναμικό.

 
Διαφάνεια

Το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει μια σχετικά ανοικτή οικονομία. Η σύναψη και η εφαρμογή περαιτέρω συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ οδήγησε σε κάποια ελαφρά απελευθέρωση, ενώ υπήρξε μερική χαλάρωση των περιορισμών στη μετανάστευση από χώρες εκτός ΕΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει γίνει σίγουρα λιγότερο ελκυστικός και φιλόξενος προορισμός για πιθανούς μετανάστες από την ΕΕ, ωστόσο είναι πιθανό οι επιπτώσεις αυτές να είναι προσωρινές και να αντιστραφούν, καθώς η χώρα θα επιλέξει μια σχετικά φιλελεύθερη προσέγγιση στη μετά Brexit εποχή.

 
Πολιτική αυτονομία

Είναι σαφές ότι, όσο το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει μέλος της ΕΕ, το Κοινοβούλιο αλλά και η κοινωνία δεν έχουν τον έλεγχο λήψης των πολιτικών αποφάσεων. Ενδεχομένως αυτός είναι ένας από τους λόγους που συνέβαλαν στην καταψήφιση της παραμονής στην ΕΕ. Είναι σαφές ότι στη μετά Brexit εποχή με την πάροδο του χρόνου το Ηνωμένο Βασίλειο θα αρχίσει σταδιακά να καθορίζει εκείνο τις δικές του πολιτικές – λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και πολιτικών περιορισμών που αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες- χωρίς ωστόσο αυτό να υποδηλώνει ότι η κοινωνία θα έχει πραγματικά αυξήσει την επιρροή της στη διαμόρφωση των πολιτικών αποφάσεων.

 
Τι επιφυλάσσει το μέλλον;

Είναι σαφές ότι, από την ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, οι οικονομικές ζημίες που έχει υποστεί το Ηνωμένο Βασίλειο είναι σημαντικές σε ευαίσθητους τομείς, όπως οι επενδύσεις και το εμπόριο. Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει μετατραπεί σε μια λιγότερο ανοιχτή οικονομία. Οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι το Brexit αποτελεί μια αρνητική εξέλιξη για την οικονομία και τα δημόσια οικονομικά του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποκτήσει στο μέλλον σημαντικά μεγαλύτερο έλεγχο σε μια σειρά πολιτικών, ωστόσο οι μελλοντικές κυβερνήσεις θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τη δυσαρέσκεια που οδήγησε στην ψήφο αποδοκιμασίας για παραμονή στην ΕΕ. Η απάντηση στο ερώτημα πως θα αντιμετωπισθεί η δυσαρέσκεια θα δοθεί από το νέο πρωθυπουργό, ο οποίος θα αναλάβει να ολοκληρώσει την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ μέχρι την καταληκτική ημερομηνία της 31ης Οκτωβρίου. Ωστόσο, η αβεβαιότητα και οι ανησυχίες για μια αποχώρηση χωρίς συμφωνία, θα συνεχίσουν να δοκιμάζουν τις αντοχές της οικονομίας.

Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank

Σχετικά Άρθρα