Ράπισμα υψηλού κύρους του ΟΟΣΑ: Μόνο το 13% των πολιτών εμπιστεύεται την ελληνική κυβέρνηση

Περίοπτη θέση κατέχει η Ελλάδα, ως η μία από τις  τέσσερις χώρες, όπου καταγράφηκε το ισχυρότερο πλήγμα στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο “Government at a Glance 2017” που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Το ποσοστό εμπιστοσύνης στην υγεία ανέρχεται μόνο στο 31% ενώ στο σύστημα εκπαίδευσης στην Ελλάδα το ποσοστό εμπιστοσύνης είναι στο 44%. Σε υψηλά επίπεδα η εμπιστοσύνη  στην δικαιοσύνη και  στην αστυνομία.

 
Η οικονομική ανάπτυξη ανακάμπτει με αργό ρυθμό στη ζώνη του ΟΟΣΑ, όμως η έντονη αντίδραση κατά της παγκοσμιοποίησης είναι πραγματικότητα και πρέπει να αντιμετωπιστεί από τις κυβερνήσεις, σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού.

Η εμπιστοσύνη στους δημόσιους θεσμούς είναι χαμηλή, και η εντύπωση ότι οι δημόσιες πολιτικές ευνοούν επιλεγμένες ομάδες συμφερόντων έχει αυξηθεί έντονα.

Οι οικονομικοί κύκλοι μικρότερης διάρκειας, η τεχνολογική πρόοδος και η αποδιοργανωτική καινοτομία επιβάλλουν τη μεταρρύθμιση των εθνικών αγορών εργασίας και των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, ενώ παράλληλα η κλιματική αλλαγή, η φοροδιαφυγή και η τρομοκρατία απαιτούν συντονισμένη δράση σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πολιτική πόλωση και η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στους δημόσιους θεσμούς καθιστά την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων πιο απρόβλεπτη.

Για την επανασύνδεση των κυβερνήσεων με τους πολίτες τους και για την προώθηση πιο βιώσιμης και με λιγότερους αποκλεισμούς ανάπτυξης, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η ακεραιότητα των κυβερνητικών θεσμών και των εκλεγμένων αξιωματούχων, να εδραιωθεί ο συνεχής διάλογος με τους πολίτες μέσα από ανοιχτές και συμμετοχικές διαδικασίες χάραξης πολιτικής, και να επεκταθεί η ικανότητα της κυβέρνησης να επιλέγει τις πιο κατάλληλες πολιτικές ανάμεσα σε πληθώρα επιλογών.

Στην έκθεση «Η Κυβέρνηση με μια ματιά 2017» παρέχονται στοιχεία για τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις της δημόσιας διακυβέρνησης.

 
Τα κύρια σημεία για την Ελλάδα

-H Eλλάδα είναι μια από τις 4 χώρες όπου οι πολίτες εμπιστεύονται λιγότερο την κυβέρνηση (ποσοστό λίγο πάνω από 10%). Οι υπόλοιπες τρεις χώρες είναι οι Χιλή, Φινλανδία, Σλοβενία.

-Η Ελλάδα μαζί με τη Χιλή έχει το χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης των πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες. Στον αντίποδα βρίσκονται το Βέλγιο και η Ελβετία.

-Στη χώρα μας ο μέσος χρόνος επίλυσης μιας υπόθεσης στα δικαστήρια είναι 4 έτη, ενώ σε Σλοβενία και Σουηδία διαρκεί λιγότερο από 4 μήνες.

-Στην Ελλάδα οι διαδικασίες ανοιχτής διακυβέρνησης πραγματοποιούνται με στόχο τη μείωση της διαφθοράς, ενώ σε άλλα κράτη οι στόχοι είναι η ενίσχυση της διαφάνειας, της συμμετοχής των πολιτών στις αποφάσεις, η μείωση του κόστους.

-Η χώρα μας έχει την 7η χειρότερη επίδοση στα στοιχεία για την παρουσία γυναικών στα κοινοβούλια.

-Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ σε Ελλάδα, Πολωνία, Ισλανδία και Λετονία οι γυναίκες καταλαμβάνουν ανώτερες θέσεις σε δημόσιες εταιρείες περίπου όσο και οι άνδρες. Τα χαμηλότερα ποσοστά είναι σε Ιαπωνία και Τουρκία.

-Περίπου το 67% των ανδρών που κατέχουν ανώτατη θέση στο δημόσιο είναι πάνω από 55 ετών.

-Στην Ελλάδα, οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης διαμορφώθηκαν πέρυσι στο 49% του ΑΕΠ από 54,1% το 2009 και 47,1% το 2007.

-Για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ, οι δαπάνες ανήλθαν το 2015 στο 40,9% του ΑΕΠ από 38,8% το 2007. Τις υψηλότερες δαπάνες είχαν η Γαλλία (56,5% του ΑΕΠ το 2016), ακολουθούμενη από τη Φινλανδία (56,1%) και τη Δανία (53,6%), ενώ τις χαμηλότερες είχαν το Μεξικό (24,5%), η Ιρλανδία (29,5%) και η Κορέα (32,4%).

-Η απασχόληση στη γενική κυβέρνηση μειώθηκε στην Ελλάδα μετά την αρχή της κρίσης και το 2015 αντιστοιχούσε στο 18% της συνολικής απασχόλησης, σχεδόν το ίδιο ποσοστό με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ (18,1%).

-Αντίθετα, η απασχόληση στην κυβέρνηση αυξήθηκε κατά μέσο όρο στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ κατά 0,6% ετησίως μεταξύ του 2007 και του 2009, ενώ μειώθηκε κατά 0,4% μεταξύ του 2011 και του 2012, όταν εκδηλώθηκε η κρίση κρατικού χρέους. Μεταξύ του 2014 και του 2015 δεν σημειώθηκε κάποια μεταβολή στην κρατική απασχόληση στην Ελλάδα, ενώ αυξήθηκε κατά μέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ 0,5%.

 
Γενικά συμπεράσματα

  • Το μέσο δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε στο 2,8% του ΑΕΠ στις χώρες του ΟΟΣΑ το 2015, έναντι του 8,4% το 2009, καθώς οι χώρες σταθεροποιούν τα δημόσια οικονομικά έπειτα από τη χρηματοπιστωτική κρίση.
  • Το διαρθρωτικό ισοζύγιο βελτιώθηκε από το 6,3% του δυνητικού ΑΕΠ το 2009 στο 2,4% το 2015 στις χώρες του ΟΟΣΑ, σηματοδοτώντας την επιστροφή σε μακροπρόθεσμες τάσεις.
  • Το μέσο ακαθάριστο δημόσιο χρέος το 2015 ανήρθε στο 112% του ΑΕΠ στις χώρες του ΟΟΣΑ, με έντεκα χώρες να καταγράφουν επίπεδα χρέους ίσα ή υψηλότερα από το ΑΕΠ.
  • Οι μέσες δημόσιες επενδύσεις διαμορφώθηκαν στο 3,2% του ΑΕΠ το 2015 κυμαινόμενες από 6,7% στην Ουγγαρία έως 1,5% στο Ισραήλ. Σημείωσαν δηλαδή μείωση από το 4,1% το 2009, όταν άρχισαν να εφαρμόζονται πολιτικές δημοσιονομικής επέκτασης. Το ένα τρίτο των δημόσιων επενδύσεων διοχετεύεται σε οικονομικές υποθέσεις, κυρίως στις μεταφορές, και ακολουθεί ο τομέας της άμυνας (15,2%)
  • Η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση παραμένει σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά πριν από την κρίση. Τα αναλυτικά στοιχεία της έκθεσης για τη χώρα μας, δείχνουν ότι μόνο το 13% των πολιτών δείχνουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, το 42% των πολιτών ανέφερε ότι είχε εμπιστοσύνη στην εθνική κυβέρνηση το 2016, έναντι του 45% πριν από το 2007.
  • Παραμένουν οι ανισότητες ως προς την πρόσβαση, την ικανότητα ανταπόκρισης και την ποιότητα των υπηρεσιών ανά πληθυσμιακή ομάδα. Σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ τα άτομα με χαμηλό εισόδημα αναφέρουν περισσότερες ακάλυπτες ανάγκες ιατρικής περίθαλψης σε σύγκριση με τα άτομα με υψηλότερα εισοδήματα. Ομοίως, οι κοινωνικά ή οικονομικά μη προνομιούχοι μαθητές έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να μην επιτύχουν το επίπεδο βάσης στον επιστημονικό εγγραμματισμό σε σχέση με τους προνομιούχους μαθητές.
  • Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποτρέψουν την εμφάνιση νέων μορφών ηλεκτρονικού αποκλεισμού. Παρόλο που όλο και περισσότεροι πολίτες επικοινωνούν με την κυβέρνησή τους μέσω ψηφιακών διαύλων, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές όσον αφορά τη χρήση ανά εκπαιδευτικό επίπεδο, περιοχή κατοικίας και ηλικία.

Σχετικά Άρθρα