Το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα της χώρας

• Η μείωση των μισθών, σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό ανεργίας και την αυξημένη φορολογία, περιορίζουν σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αποτρέποντας την ενίσχυση της ιδιωτικής καταναλώσεως άμεσα

 
Η αύξηση των τουριστικών αφίξεων στα βασικότερα αεροδρόμια της χώρας (ΣΕΤΕ), λόγω της μεγάλης συμβολής των κρατήσεων της «τελευταίας στιγμής» που ευνοήθηκαν σε σημαντικό βαθμό από την πρόσφατη πολιτική αναταραχή στην Τουρκία, σε συνδυασμό με την σημαντική αύξηση της μεταποιητικής παραγωγής στο πρώτο εξάμηνο 2016 (4,3%), διαμορφώνουν συνθήκες περαιτέρω τονώσεως της απασχολήσεως σε ετήσια βάση στους επόμενους μήνες. Ήδη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (ΕΛΣΤΑΤ), ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 1,7%, σε ετήσια βάση, τον Μάιο 2016 και σε όρους πενταμήνου κατά 2,7%, έναντι 1,4% το αντίστοιχο πεντάμηνο του 2015. Ανοδική είναι και η τάση της απασχολήσεως με βάση τον κινητό μέσο έξι μηνών. Αυξήθηκε, επίσης, αισθητά το ποσοστό απασχολήσεως (δηλαδή ο αριθμός των απασχολουμένων προς το σύνολο του ενεργού πληθυσμού) στο 45,4% στο πεντάμηνο 2016, έναντι 44,4% στην αντίστοιχη περίοδο του 2014.

Ειδικότερα, η τουριστική κίνηση ανέκτησε την ορμή της, δεδομένου ότι οι αφίξεις ξένων επισκεπτών στα κύρια αεροδρόμια της χώρας αυξήθηκαν σημαντικά τον Ιούλιο και στο επτάμηνο 2016 κατά 9,1% και 8,2% αντίστοιχα σε ετήσια βάση. Όπως προκύπτει, ο αριθμός τουριστών ανήλθε σε 9,21 εκατ. στο επτάμηνο 2016, έναντι 8,66 εκατ. στην αντίστοιχη περίοδο του 2015. Η πτώση των διεθνών αεροπορικών αφίξεων στην Κω (-13,0%), στη Σάμο (-16,3%) και κυρίως στη Μυτιλήνη (-62%), περιοχές που πλήττονται έντονα από το μεταναστευτικό και προσφυγικό ρεύμα, υπεραντισταθμίσθηκε από τη σημαντική τουριστική ροή στα αεροδρόμια της Κρήτης (+12,8%), του Ιονίου (+13,3%), και των Κυκλάδων (+8,7%). Σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, οι συνολικές αυξήσεις τουριστών αναμένεται να φθάσουν στα 25,0 εκατομμύρια το 2016, έναντι 23,6 εκατομμύρια το 2015 (αύξηση 6,0%).

Αναφορικά με την ανοδική πορεία της μεταποιητικής παραγωγής σημειώνεται ότι οι περισσότεροι κλάδοι κινήθηκαν σε θετικό έδαφος. Συγκεκριμένα, οι κλάδοι των τροφίμων (3,6%) του καπνού (12,3%), των παραγώγων πετρελαίου (11,0%), των μη μεταλλικών ορυκτών (10,1%) και των χημικών προϊόντων (6,9%) παρουσίασαν τις καλύτερες επιδόσεις σε επίπεδο εξαμήνου. Αντίθετα, αρνητικά συνέβαλαν κυρίως οι κλάδοι ειδών ενδύσεων (-13,8%) και μηχανοκίνητων οχημάτων (-18,9%).

Οι ανωτέρω εξελίξεις στην απασχόληση, σε συνδυασμό με την πτωτική τάση του αριθμού των ανέργων προσδιόρισαν την αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας στο πρώτο πεντάμηνο του έτους, από 24,2% τον Δεκέμβριο 2015 σε 23,5% τον Μάιο 2015 (εποχικά διορθωμένα στοιχεία). Ωστόσο, η διατήρηση του ποσοστού ανεργίας σε υψηλό επίπεδο επί μακρό χρονικό διάστημα αποτελεί το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα της χώρας, απότοκο της αποεπενδύσεως στην περίοδο που ακολούθησε την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007 και την αδυναμία δανεισμού του ελληνικού δημοσίου το 2010. Μολονότι τα αυξημένα ποσοστά ανεργίας μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσεως αποτέλεσαν κοινό χαρακτηριστικό στις χώρες του ΟΟΣΑ, έλαβαν διαστάσεις στην Ελλάδα και την Ισπανία.

Εξαίρεση ήταν η Γερμανία, που κατέγραψε μία από τις πιο εντυπωσιακές επιδόσεις στην αγορά εργασίας το 2015 συγκριτικά με την έναρξη της διεθνούς κρίσεως το 2007. Συγκεκριμένα, πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει ότι το 2017 πολλές χώρες του ΟΟΣΑ θα παρουσιάσουν χαμηλότερο ποσοστό απασχολήσεως και υψηλότερο ποσοστό ανεργίας σε σχέση με το 2007. Η Ελλάδα, παρά τις θεσμικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στην αγορά εργασίας, εξακολουθεί να έχει τις χαμηλότερες επιδόσεις στην αγοράς εργασίας έναντι των χωρών του ΟΟΣΑ.

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΟΣΑ, 20 από τα 34 μέλη δεν έχουν ανακτήσει ακόμα το ποσοστό απασχολήσεως που κατεγράφη προ δεκαετίας, ενώ το 2017 αναμένεται η σύγκλιση του ποσοστού προς το μέσο των χωρών του ΟΟΣΑ.

Σύμφωνα με την εμπειρική σχέση της καμπύλης Phillips που παρουσιάζει ο ΟΟΣΑ, και περιγράφει τη σύνδεση μεταξύ του ονομαστικού μισθολογικού κόστους και της μεταβολής του ποσοστού ανεργίας την περίοδο 2007-2017, σε περιόδους κρίσεως η αύξηση του ποσοστού ανεργίας συνοδεύεται από περιορισμό του μισθολογικού κόστους. Ωστόσο, το πραγματικό μισθολογικό κόστος περιορίσθηκε λιγότερο σε σχέση με το ονομαστικό, λόγω του φαινομένου του αποπληθωρισμού που έπληξε τις οικονομίες των χωρών του ΟΟΣΑ και κυρίως αυτές που ακολούθησαν έντονη δημοσιονομική προσαρμογή.

Συγκρίνοντας τις μισθολογικές αυξήσεις σε πραγματικούς όρους στην περίοδο 2000-2007 και 2008-2015, προκύπτει σημαντική επιδείνωση σε ορισμένες χώρες. Ανάμεσα σε αυτές είναι η Ελλάδα, όπου στα τέλη του 2015, οι ωριαίες αποδοχές σε πραγματικούς όρους ήταν χαμηλότερες κατά 22,5% συγκριτικά με αυτές που θα είχαν επικρατήσει εάν οι ωριαίες αποδοχές είχαν διατηρήσει τον ρυθμό αυξήσεως της περιόδου 2000-2007.

Ανάλογη είναι η εικόνα και στην Ιρλανδία, ενώ αντιθέτως, η Γερμανία βελτίωσε τη διαφορά αυτή κατά 14,6%. Η ανωτέρω εικόνα της Ελλάδας εγείρει ανησυχίες για μια παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας των μισθολογικών απολαβών, ειδικά εφόσον η παραγωγικότητα της εργασίας παραμείνει χαμηλή.

Η μείωση των μισθών, σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό ανεργίας και την αυξημένη φορολογία, περιορίζουν σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αποτρέποντας την ενίσχυση της ιδιωτικής καταναλώσεως άμεσα. Ο ΟΟΣΑ προτείνει μία σειρά μεταρρυθμίσεων με σκοπό να καταστεί ανταγωνιστική και περισσότερο ευέλικτη η αγορά εργασίας. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται η υιοθέτηση ακόμα πιο ευέλικτων μορφών απασχολήσεως, οι οποίες ναι μεν σε βραχύ διάστημα ενισχύουν την ημι-απασχόληση και περιορίζουν την αύξηση μισθών, ωστόσο, σε μακροχρόνιο ορίζοντα επιταχύνουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, καθώς η οικονομία επανέρχεται σε αναπτυξιακή τροχιά. Παράλληλα, αναγκαίες είναι και οι ενεργητικές πολιτικές απασχολήσεως και καταρτίσεως προκειμένου να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

 
Αγορά Εργασίας στο πεντάμηνο του 2016: Σύμφωνα με τα μηνιαία και εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στο πλαίσιο της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού για άτομα ηλικίας 15-74 ετών, το ποσοστό ανεργίας παρουσίασε στασιμότητα τον Μάιο ύστερα από την καθοδική εξέλιξη που είχε από την αρχή του έτους έως τον Απρίλιο. Συγκεκριμένα το ποσοστό των ανέργων διαμορφώθηκε τον Μάιο 2016 σε 23,5% του εργατικού δυναμικού (όσο ήταν και τον Απρίλιο), έναντι 25,0% και 27,0% τον Μάιο του 2015 και 2014 αντίστοιχα.

Ο αριθμός των ανέργων υποχώρησε κατά 0,23% σε μηνιαία βάση (Μάιος 2016: 1.123,5 χιλ., Απρίλιος 2016: 1.126,1 χιλ.) και κατά 6,2% σε ετήσια. Σημειώνεται ότι ο αριθμός των ανέργων από το ελάχιστο ιστορικό επίπεδο των 356,6 χιλ. τον Μάιο 2008 ανήλθε στη συνέχεια στο μέγιστο του Σεπτεμβρίου 2013 (1.356 χιλ. άτομα) για να υποχωρήσει στην τιμή του περασμένου Μαΐου.

Επισημαίνεται ότι ο δείκτης οικονομικής εξαρτήσεως που μετρά πόσα άτομα που δεν παράγουν αντιστοιχούν σε κάθε απασχολούμενο βελτιώθηκε στο πεντάμηνο 2016 σε 1,2 από 1,3 στην αντίστοιχη περίοδο του 2015. Ο εν λόγω δείκτης το 2007, 2008 και 2009 κατέγραφε τιμές κάτω της μονάδος, που σημαίνει ότι σε κάθε εργαζόμενο αντιστοιχούσαν λιγότερα άτομα που δεν εργάζονταν εκούσια ή ακούσια.

Το εργατικό δυναμικό μειώθηκε κατά 0,4% σε μηνιαία βάση (Μάιος 2016: 4.777,3 χιλ. Απρίλιος 2016: 4.795,7 χιλ.) και κατά 0,3% σε ετήσια. Το εργατικό δυναμικό από το μέγιστο του Ιανουαρίου 2010 των 5.049,8 χιλ. ατόμων υποχώρησε στο ελάχιστο των 4.757,7 χιλ. ατόμων τον Μάρτιο του 2015 για να αυξηθεί στη συνέχεια στο ως τώρα ύψος του Μαΐου 2016. Η μείωση του εργατικού δυναμικού οφείλεται κυρίως στην αποθάρρυνση αναζήτησης εργασίας και στη μετανάστευση.

Η μείωση του εργατικού δυναμικού κατά 14,1 χιλ. άτομα σε ετήσια βάση συνοδεύθηκε από μείωση του μη ενεργού πληθυσμού κατά 26,5 χιλ. άτομα, με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθυσμού ικανού για εργασία κατά 40,6 χιλ. άτομα.

Εντούτοις, σε όρους πενταμήνου βελτιώθηκε η εικόνα της αγοράς εργασίας, λόγω της καλύτερης επιδόσεως της απασχόλησης κατά το πρώτο τετράμηνο του 2016. Συγκεκριμένα, το μέσο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε 23,8% στο πρώτο πεντάμηνο 2016, έναντι 25,5% και 27,1% στα αντίστοιχα πεντάμηνα του 2015 και 2014. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,7%, οι άνεργοι μειώθηκαν κατά 6,3% και το εργατικό δυναμικό αυξήθηκε οριακά κατά 0,4%.

Σε γεωγραφικό επίπεδο, ανάμεσα στις επτά αποκεντρωμένες διοικήσεις, τέσσερις εξ αυτών έχουν υψηλότερο ποσοστό ανεργίας έναντι του συνόλου της χώρας. Συγκεκριμένα πρόκειται για την Ήπειρο-Δυτική Μακεδονία (27,7%), τη Θεσσαλία-Στερεά Ελλάδα (26,1%), την Μακεδονία και Θράκη (25,1%), την Πελοπόννησο-Δυτική Ελλάδα και Ιόνια Νησιά (24,5%). Αντίθετα, μικρότερο έναντι του συνόλου διαμορφώθηκε το ποσοστό ανεργίας στα Νησιά του Αιγαίου (21,8%), στην Αττική (22,0%) και την Κρήτη (21,2%),

Όσον αφορά στις βραχυπρόθεσμες προοπτικές της απασχόλησης σύμφωνα με το ΙΟΒΕ και με βάση τον Ιούλιο 2016, επισημαίνεται ότι: Βελτιώθηκε το θετικό ισοζύγιο των προβλέψεων για την απασχόληση στο Λιανικό Εμπόριο (Ιούλιος: +10,1, Ιούνιος: +9,3), ενώ το οικονομικό κλίμα επιδεινώθηκε κατακόρυφα στο σύνολο των Κατασκευών (Ιούλιος: -42,3, Ιούνιος: -10,6). Διευρύνθηκε επίσης το αρνητικό ισοζύγιο για την απασχόληση στη Βιομηχανία (Ιούλιος: -7,2, Ιούνιος: -1,1) και τις Υπηρεσίες (Ιούλιος: -5,5, Ιούνιος: -1,7).

 
Διαμόρφωση του πληθωρισμού: Ενίσχυση της αποπληθωριστικής διαδικασίας παρατηρήθηκε τον Ιούλιο 2016 καθώς ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο -1,0%, από -0,7% τον Ιούνιο 2016 και έναντι μείωσης 2,2% τον Ιούλιο του 2015. Η ένταση των αποπληθωριστικών πιέσεων αποδίδεται στην περίοδο εκπτώσεων τον Ιούλιο, που οδήγησε σε μείωση των τιμών στην κατηγορία ένδυση και υπόδηση κατά 14,2% σε ετήσια βάση, έναντι -3,3% αντίστοιχα τον Ιούλιο του 2015. Συνεπώς, οι περαιτέρω αυξήσεις της έμμεσης φορολογίας που επιβλήθηκαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο είχαν μικρότερη επίδραση στον εγχώριο πληθωρισμό, καθώς οι επιχειρήσεις απορρόφησαν σε μεγάλο ποσοστό την αύξηση αυτή.

Επίσης, αρνητική ήταν η επίπτωση κατά 1,35 εκατοστιαίες μονάδες στις τιμές του πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης, της βενζίνης και του φυσικού αερίου. Ο δομικός πληθωρισμός, ο οποίος εξαιρεί τις τιμές των οπωροκηπευτικών και καυσίμων, επανήλθε σε αρνητικό έδαφος, στο -0,3% τον Ιούλιο 2016, από +0,5% τον Ιούνιο 2016.

 
Διεθνές Εμπόριο Αγαθών: Ισχυρές καθοδικές πιέσεις δέχεται το εξωτερικό εμπόριο της Ελλάδος ιδίως από τον περασμένο Μάιο πλήττοντας όλους σχεδόν τους εξαγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Η πτώση των εξαγωγών προήλθε κυρίως από τη μείωση του ποσοστού των εξαγωγών προς τις τρίτες χώρες, αποτέλεσμα της έλλειψης ρευστότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και την αδυναμίας προβολής των ελληνικών προϊόντων σε δυναμικές αγορές.

 
Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank

Σχετικά Άρθρα