ΙΟΒΕ: Οι επιπτώσεις της νέας ύφεσης στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση ακόμα δεν έχουν εκδηλωθεί

Η βελτίωση δεν σημαίνει και λήξη της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, για τουλάχιστον τέσσερις λόγους. Η ίδια η πανδημία δεν έχει ακόμη πλήρως τιθασευτεί και στην πορεία εξόδου από αυτήν, ο εφησυχασμός και δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να έχουν υψηλό κόστος. Οι επιπτώσεις της νέας ύφεσης στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση ακόμα δεν έχουν εκδηλωθεί, αφού πολλές από τις παρεμβάσεις στήριξης συνεχίζονται – το σχετικό κόστος θα φανεί πιο καθαρά σε λίγους μήνες. Η ανάγκη σταδιακής αναστροφής των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων θέτει την οικονομική πολιτική σε δύσκολα διλλήματα, που θα καθορίσουν τις προοπτικές ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα. Η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών, δεν θα γίνει αυτόματα και είναι κρίσιμη όχι μόνο για να καλύψουν μέρος του επενδυτικού κενού αλλά και να σηματοδοτήσουν συνολικά την πορεία της οικονομίας, υπογραμμίζει το  Μηνιαίο Δελτίο Ερευνών Οικονομικής Συγκυρίας «Μάιος 2021» του ΙΟΒΕ.Αναλυτικά:

 
ΕΛΛΑΔΑ: Ισχυρή άνοδος του δείκτη οικονομικού κλίματος, σε επίπεδο προ πανδημίας

O δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα ενισχύθηκε πολύ ισχυρά τον Μάιο και διαμορφώθηκε στις 108,6 μονάδες, έναντι 97,9 μονάδων τον Απρίλιο. Πρόκειται για την υψηλότερη επίδοση των τελευταίων 14 μηνών, με το δείκτη να επανέρχεται σε επίπεδα στα οποία κυμαινόταν πριν την πανδημία. Σχεδόν σε όλους τους βασικούς τομείς της οικονομίας οι προσδοκίες βελτιώθηκαν σημαντικά, καθώς η προοπτική της «κανονικότητας» ενισχύθηκε περαιτέρω. Παράλληλα, βελτιώθηκε σημαντικά η καταναλωτική εμπιστοσύνη, στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 μηνών. Ισχυρή ήταν η άνοδος του δείκτη οικονομικού κλίμακος συνολικά στην Ευρώπη. Η άρση των περιορισμών στις μετακινήσεις, η επανεκκίνηση σε σημαντικά τμήματα της οικονομίας, η προοπτική έναρξης της τουριστικής περιόδου, έστω και αν δεν αποτυπώνεται ακόμη στη διεθνή κίνηση, καθώς και η κλιμακούμενη διαδικασία εμβολιασμού, διαμορφώνουν ένα σαφώς θετικότερο γενικό κλίμα στην χώρα, σε σύγκριση με τους προηγούμενους μήνες. Επιπλέον, δημιουργούν προσδοκίες περαιτέρω καλυτέρευσής του στην καλοκαιρινή περίοδο. Βεβαίως, αυτή η βελτίωση δεν σημαίνει και λήξη της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, για τουλάχιστον τέσσερις λόγους. Η ίδια η πανδημία δεν έχει ακόμη πλήρως τιθασευτεί και στην πορεία εξόδου από αυτήν, ο εφησυχασμός και δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να έχουν υψηλό κόστος. Οι επιπτώσεις της νέας ύφεσης στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση ακόμα δεν έχουν εκδηλωθεί, αφού πολλές από τις παρεμβάσεις στήριξης συνεχίζονται – το σχετικό κόστος θα φανεί πιο καθαρά σε λίγους μήνες. Η ανάγκη σταδιακής αναστροφής των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων θέτει την οικονομική πολιτική σε δύσκολα διλλήματα, που θα καθορίσουν τις προοπτικές ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα. Η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών, δεν θα γίνει αυτόματα και είναι κρίσιμη όχι μόνο για να καλύψουν μέρος του επενδυτικού κενού αλλά και να σηματοδοτήσουν συνολικά την πορεία της οικονομίας.

 
Αναλυτικότερα:

-στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση αμβλύνθηκε αισθητά, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες βελτιώθηκαν αισθητά.

-στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν έντονα, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για την απασχόληση βελτιώθηκαν σημαντικά.

-στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις αμβλύνονται, με το ύψος των αποθεμάτων να παραμένει σε υψηλά για την εποχή επίπεδα, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή των πωλήσεων υποχωρούν.

– στις Υπηρεσίες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων και τη ζήτηση υποχωρούν σημαντικά, όμως οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της ζήτησης είναι ακόμα πιο θετικές

-στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας αμβλύνονται σημαντικά, όπως και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ παράλληλα βελτιώνονται οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές και ενισχύεται η πρόθεση για αποταμίευση.

 
Μικρή υποχώρηση του ποσοστού που «μόλις τα βγάζει πέρα»

Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» υποχώρησε ελαφρώς, στο 59% (από 63%), ενώ στο 6% διαμορφώθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 29% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» υποχώρησε ήπια στο 5% (από 8%).

 
ΕΕ – ΕΥΡΩΖΩΝΗ: Συνεχής βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος συνέχισε την έντονη ανάκαμψή του τόσο στην Ευρωζώνη, όσο και στην ΕΕ, και διαμορφώθηκε στις 113,9 μονάδες στην ΕΕ και στις 114,5 μονάδες στην Ευρωζώνη, από 109,9 και 110,5 μονάδες αντίστοιχα. Η ενίσχυση αυτή φέρνει τον δείκτη υψηλότερα από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του και σε επίπεδα προ πανδημίας, ενώ παράλληλα προσεγγίζεται το υψηλό του Δεκεμβρίου 2017. Η σημαντική άνοδος του δείκτη οφείλεται στη βελτίωση των προσδοκιών σε όλους τους τομείς, καθώς επίσης και στους καταναλωτές. Στην Βιομηχανία οι προσδοκίες ενισχύθηκαν για έκτο συνεχόμενο μήνα (+0,9 μονάδες) φτάνοντας σε νέο ιστορικό υψηλό, στις Υπηρεσίες (+8,8) ενισχύθηκαν ξεπερνώντας τον μακροχρόνιο μέσο όρο για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του προηγούμενου έτους, ενώ στο Λιανικό εμπόριο (+2,8) όλες οι συνιστώσες του δείκτη κινήθηκαν ανοδικά πλην των αποθεμάτων που ελαφρώς επιδεινώθηκαν. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη κινήθηκε ανοδικά για τρίτο συνεχόμενο μήνα (+3,0), ενώ στις Κατασκευές (+1,9) οι αισιόδοξες προσδοκίες για την απασχόληση καθώς και οι βελτιούμενες παραγγελίες οδήγησαν εκ νέου σε θετικές προσδοκίες του δείκτη. Όσον αφορά στις έξι μεγαλύτερες οικονομίες, ο δείκτης ενισχύθηκε σε όλες τις χώρες με την Ιταλία (+11,0) να ξεχωρίζει και να ακολουθούν η Πολωνία (+5,1), η Γαλλία (+5,0), η Ολλανδία (+3,2), η Γερμανία (+2,8) και τέλος η Ισπανία (+2,3).

Σχετικά Άρθρα