
ΕΥ: Περισσότερες από τις μισές, διεθνείς, εταιρείες θα επιδιώξουν εξαγορές εντός του 2015
• Ο αριθμός των επικείμενων συμφωνιών αυξήθηκε κατά 19%
• Σχεδόν τα τρία τέταρτα (73%) αναζητούν «καινοτόμες Σ&Ε», το 84% σχεδιάζει συμφωνίες στο εξωτερικό
• Η οικονομική εμπιστοσύνη απογειώνεται. Η αστάθεια των νομισματικών ισοτιμιών και των τιμών των εμπορευμάτων ενισχύουν την δυναμική
• Συγκρατημένοι για τις προοπτικές της οικονομίας οι Έλληνες επιχειρηματίες, ωστόσο το 43% δηλώνει έτοιμο να προχωρήσει σε Σ&Ε
Η αγορά των συγχωνεύσεων και εξαγορών (Σ&Ε) αναμένεται να αναπτυχθεί, καθώς ένα εντυπωσιακό 56% των διεθνών επιχειρήσεων σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε εξαγορές κατά τους επόμενους 12 μήνες, σύμφωνα την εξαμηνιαία έρευνα της ΕΥ Global Capital Confidence Barometer, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 1.600 στελεχών σε 54 χώρες.
Με την αξία των συμφωνιών παγκοσμίως να έχει ήδη αυξηθεί κατά 13% το 2014, η ανάκαμψη των Σ&Ε φαίνεται να παγιώνεται σταθερά, καθώς το 47% των επιχειρήσεων σκοπεύουν να ολοκληρώσουν περισσότερες συμφωνίες κατά το επόμενο έτος σε σύγκριση με το 2014.
Ο αριθμός των αναμενόμενων συμφωνιών, εμφανίζεται αυξημένος κατά 19% έναντι του προηγούμενου 12μήνου, γεγονός το οποίο ενισχύει περαιτέρω το αισιόδοξο κλίμα. Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι οι εταιρείες με τις μεγαλύτερες συμφωνίες σε εξέλιξη είναι αυτές που σκοπεύουν να αυξήσουν περαιτέρω τους στόχους τους για την επόμενη χρονιά.
Επισημαίνεται ότι το 78% των εταιρειών έχουν αλλάξει τη στρατηγική τους ως προς τις Σ&Ε λόγω της αυξημένης δραστηριότητας κατά το 2014. Σχεδόν το σύνολο των ερωτηθέντων (98%) εκτιμούν ότι η αγορά των Σ&Ε θα βελτιωθεί, ή τουλάχιστον θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα κατά τους επόμενους 12 μήνες.
43% των Ελληνικών επιχειρήσεων θα προχωρήσει σε Σ&Ε το 2015
Συγκρατημένη αισιοδοξία ως προς τις προοπτικές της εγχώριας οικονομίας εκφράζουν οι 21 εκπρόσωποι ελληνικών επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ δεν διαφοροποιούνται σημαντικά από το διεθνές δείγμα ως προς τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας.
Πιο αναλυτικά, ενώ το 83% των στελεχών ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνουν αισιόδοξοι για την πορεία της διεθνούς οικονομίας, μόνο το 38% προβλέπει βελτίωση της εγχώριας οικονομίας, με το 42% να προβλέπει στασιμότητα και το 20% επιδείνωση. Σε ερώτηση σχετικά με τις στρατηγικές τους προτεραιότητες κατά το επόμενο δωδεκάμηνο, μόνο το 20% από τους Έλληνες που συμμετείχαν στην έρευνα αναφέρθηκαν στην ανάπτυξη (έναντι 31% από το διεθνές δείγμα), το 51% στον περιορισμό τους κόστους (έναντι 54%), το 24% στη διατήρηση της σταθερότητας (έναντι 14%) και το 5% στην επιβίωση (έναντι 1%).
Ειδικότερα ως προς τις προοπτικές των Σ&Ε σε τοπικό επίπεδο, το 76% των ερωτηθέντων από την Ελλάδα προέβλεψε στασιμότητα και το 25% επιδείνωση, ενώ κανείς δεν μίλησε για βελτίωση. Ωστόσο, το 43% των Ελλήνων δηλώνουν ότι σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε εξαγορές στη διάρκεια της επόμενης χρονιάς, ποσοστό όχι ιδιαίτερα χαμηλότερο από το 56% του διεθνούς δείγματος. Όμως, μόνο το 11% δηλώνουν ότι σχεδιάζουν περισσότερες εξαγορές από πέρσι, έναντι 47% του διεθνούς δείγματος.
Λιγότερο αισιόδοξοι από τα διεθνή στελέχη εμφανίζονται οι Έλληνες και ως προς τις αποκλίσεις των αποτιμήσεων μεταξύ αγοραστών και πωλητών. Έτσι, το 90% των Ελλήνων, έναντι 39% του διεθνούς δείγματος, χαρακτηρίζει τις αποκλίσεις μικρές.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας ως προς τις προθέσεις των Ελληνικών επιχειρήσεων, ο Τάσος Ιωσηφίδης, Επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων ΕΥ Ελλάδας, τονίζει: «Οι Ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με την αβεβαιότητα που προκαλεί η παρατεταμένη ύφεση στην Ελληνική αγορά και όσες έχουν τη δυνατότητα στρέφονται προς τις Σ&Ε αναζητώντας ευκαιρίες ανάπτυξης, συχνά σε νέους κλάδους και πέραν της εγχώριας αγοράς. Αυτό είναι ενθαρρυντικό και επιβεβαιώνει το δυναμισμό των Ελληνικών επιχειρήσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, τις δυο μεγάλες προκλήσεις που παραμένουν: Για τις μεν υγιείς επιχειρήσεις, η πρόσβαση σε κεφάλαια για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Για τις υπόλοιπες, η ολοκλήρωση της χρηματοοικονομικής και λειτουργικής τους αναδιάρθρωσης.»
Η οικονομική εμπιστοσύνη απογειώνεται, παρά τις διακυμάνσεις των ισοτιμιών και των τιμών των βασικών εμπορευμάτων
Η εμπιστοσύνη στην διεθνή οικονομία βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, με το 83% των στελεχών να διακατέχεται από αισιοδοξία, έναντι 53% πριν από μόλις έξι μήνες. Αυτό, σε συνδυασμό με την υψηλή εμπιστοσύνη ως προς τα εταιρικά κέρδη (72% έναντι 65% πριν από 12 μήνες) δημιουργεί ισχυρές βάσεις ως προς τη διάθεση για Σ&Ε.
Επιπλέον, τα θεμελιώδη μεγέθη είναι ευνοϊκά. Η «απόκλιση των αποτιμήσεων» παραμένει σταθερή, με το 78% των ερωτηθέντων να προβλέπει διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης κατά τους επόμενους 12 μήνες. Σχεδόν τρεις στους τέσσερις (73%) εκφράζουν βεβαιότητα ως προς τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης.
Ωστόσο, το 37% των ερωτηθέντων θεωρεί την αυξημένη παγκόσμια και περιφερειακή πολιτική αστάθεια ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο (ρίσκο) για τις επιχειρήσεις τους. Την ίδια ώρα, το 35% αναφέρει την πρόσφατη αβεβαιότητα που συνδέεται με την αστάθεια των βασικών εμπορευμάτων και των ισοτιμιών ως ένα άλλο σημαντικό κίνδυνο. Ωστόσο, ενώ ορισμένοι εκλαμβάνουν την αστάθεια ως αναπτυξιακή απειλή, άλλοι την αντιμετωπίζουν ως ευκαιρία για Σ&Ε.
Οι ανεπτυγμένες αγορές, κινητήρια δύναμη των διασυνοριακών συμφωνιών
Οι διασυνοριακές συμφωνίες φαίνεται ότι θα είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του νέου κύματος Σ&Ε, με το 84% των στελεχών να έχουν στο στόχαστρο επενδυτικές ευκαιρίες εκτός των συνόρων τους. Η πλειοψηφία των στελεχών (54%) εστιάζουν τις στρατηγικές Σ&Ε σε διασυνοριακές ευκαιρίες στην άμεση περιοχή τους. Σχεδόν το ένα τρίτο (30%) επικεντρώνονται εκτός της άμεσης περιοχής τους. Μόνο το 16% σχεδιάζουν συμφωνίες στην εγχώρια αγορά τους.
Το ενδιαφέρον για τις αναδυόμενες αγορές αναμένεται να παραμείνει υποτονικό βραχυπρόθεσμα, καθώς το 65% των στελεχών σχεδιάζουν να διαθέσουν λιγότερο από το 10% των κεφαλαίων τους στις αναπτυσσόμενες αγορές.
Σύμφωνα με το Βαρόμετρο, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα, οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Αυστραλία είναι οι πέντε κορυφαίοι προορισμοί για τους επενδυτές. Όσον αφορά την προέλευση των αγοραστών, οι ΗΠΑ, η Νότια Κορέα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιαπωνία θα είναι οι κορυφαίοι αγοραστές.
Οι ανατρεπτικές καινοτομίες προσελκύουν νέους παίκτες στην αγορά
Εκτός από τις νέες γεωγραφικές περιοχές, πολλά στελέχη σκέφτονται να μετακινηθούν σε νέους τομείς. Σχεδόν τρεις στους τέσσερις (73%) εξετάζουν καινοτόμες επενδύσεις. Εστιάζουν σε εξαγορές που θα τους βοηθήσουν να μετατοπίσουν το πεδίο των δραστηριοτήτων τους, συχνά σε νέους κλάδους. Οι κλάδοι όπου παρατηρείται η εντονότερη διάθεση για εξαγορές είναι η τεχνολογία, η αυτοκινητοβιομηχανία, τα καταναλωτικά προϊόντα και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.