«Θα συνεργαστούμε με τη νέα ελληνική κυβέρνηση»

• FAZ: «οι πετυχημένοι επιχειρηματίες στην Ελλάδα σιωπούν»

• Επισκόπηση των σημερινών δημοσιευμάτων

Άγκελα Μέρκελ και Ματέο Ρέντσι σε κοινή συνέντευξη Τύπου στη Φλωρεντία εξέφρασαν το σεβασμό τους προς τη βούληση του ελληνικού λαού και την αλληλεγγύη τους. Τόνισαν όμως ότι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν.

Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης του Ματέο Ρέντσι με την Άγκελα Μέρκελ στη Φλωρεντία. Απαντώντας σε ερωτήσεις ιταλών δημοσιογράφων, η καγκελάριος τόνισε ότι περιμένει την απόφαση που θα λάβει ο ελληνικός λαός και ότι θα συνεργασθεί με τη σημερινή, αν επανεκλεγεί, ή τη νέα ελληνική κυβέρνηση.

«Είναι σημαντικό να δείξουμε αλληλεγγύη στην Ελλάδα, η οποία αντιμετωπίζει μια δύσκολη κατάσταση. Είμαι σίγουρη ότι θα βρεθεί λύση», πρόσθεσε η Άγκελα Μέρκελ. Ο δε ιταλός πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, τόνισε πως σε ό,τι αφορά την Ελλάδα δεν ανησυχεί και σέβεται, συγχρόνως, την έκφραση της ελεύθερης βούλησης των ελλήνων πολιτών.

 
«Να παραμείνει η Ελλάδα κομμάτι της ευρωπαϊκής ιστορίας»

«Από την ερχόμενη εβδομάδα θα συνεργαστούμε με τη νέα ελληνική κυβέρνηση, ή τον Αντώνη Σαμαρά, αν επανεκλεγεί, με σεβασμό, ηρεμία, αποφασιστικότητα, με την επιθυμία να παραμείνει η Ελλάδα κομμάτι της ευρωπαϊκής ιστορίας και με σεβασμό στην μέχρι τώρα πορεία», είπε χαρακτηριστικά η γερμανίδα καγκελάριος.

Παράλληλα ο ιταλός πρωθυπουργός και η γερμανίδα καγκελάριος τόνισαν ότι πρέπει να συνεχισθεί η πορεία των μεταρρυθμίσεων για να μπορέσουν να δημιουργηθούν, ως τελικό αποτέλεσμα, νέες θέσεις εργασίας.

Σε σχέση τέλος με την ποσοτική χαλάρωση, την οποία αποφάσισε χθες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο ιταλός πρωθυπουργός την θεωρεί μεν χρήσιμη αλλά εκτιμά ότι δεν μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα.

Η δε Άγκελα Μέρκελ περιορίσθηκε στο να τονίσει ότι πρόκειται για μια απόφαση που ελήφθη σε πλήρη αυτονομία. Πηγή: Deutsche Welle-Aθανασία Συγγελλάκη, Ρώμη

 
«Μετά τις εκλογές…»

Το πολιτικό τοπίο μετά τις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα επιχειρεί να σκιαγραφήσει σε ανταπόκριση από την Αθήνα η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung του Μονάχου.

Η κεντρική ιδέα του σχολίου είναι η εξής: «Και μετά τις 28 Φεβρουαρίου, οπότε τερματίζεται το πρόγραμμα δανειακής στήριξης της ΕΕ, η Ελλάδα δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς ευρωπαϊκή βοήθεια. Και αυτή η βοήθεια δεν πρόκειται να δοθεί δωρεάν, δηλαδή (δεν πρόκειται να δοθεί) χωρίς όρους για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, τις οποίες τελευταία ο (πρωθυπουργός Αντώνης) Σαμαράς αρνούνταν, σχεδόν σε μόνιμη βάση. Μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να συνομιλήσει κι εκείνη με τους εταίρους στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Διαφορετικά οι τράπεζες στην Αθήνα θα μείνουν όντως χωρίς μετρητά».

Γι αυτό, τονίζει η ανταποκρίτρια της εφημερίδας, «δεν είναι ιδιαίτερα ευφυές να παρουσιάζει κανείς την ΕΕ ως σκιάχτρο και να ισχυρίζεται ότι φέρει την κύρια ευθύνη για τα προβλήματα της Ελλάδας. Αυτό όμως κάνει ο Τσίπρας, μιλώντας συνεχώς για ʻεθνική ταπείνωσηʼ και υποσχόμενος μελλοντική ʻαυτονομίαʼ για τη χώρα του. Μία Ελλάδα χωρίς ευρωπαϊκή ζωτική αρτηρία αποτελεί ψευδαίσθηση. Αυτό το γνωρίζουν και οι περισσότεροι Έλληνες. Τρία τέταρτα των Ελλήνων θέλουν να διατηρήσουν το ευρώ και οι περισσότεροι θα προτιμούσαν να μην προσέλθουν καν στις κάλπες».

 
«Ο Σαμαράς ευθύνεται για τις πρόωρες εκλογές»

Η κριτική διάθεση του σχολίου δεν στρέφεται ωστόσο αποκλειστικά στον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως επισημαίνει η αρθρογράφος «ο ίδιος ο Σαμαράς είναι υπεύθυνος για τις πρόωρες εκλογές. Ουσιαστικά τις προκάλεσε πιστεύοντας, εσφαλμένα, ότι θα ρίξει τη μεγάλη ζαριά. Οι εταίροι του στον κυβερνητικό συνασπισμό, οι σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ, αντελήφθησαν τη ματαιότητα του σχεδίου και ετράπησαν σε φυγή. Τώρα προσεγγίζουν τον Τσίπρα. Ο απολογισμός της κυβέρνησης Σαμαρά έχει θετικά και αρνητικά. Για την Αθήνα ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός αποτελεί κάτι καινούργιο. Η χώρα δεν απασχολεί 900.000 δημοσίους υπαλλήλους όπως το 2009, αλλά 650.000. Όμως η ανεργία είναι τρομακτική, καθώς φτάνει στο 25% και το ¼ του ΑΕΠ έχει εξαλειφθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης».

Δεν έχει κάνει λάθη όμως και η ίδια η ΕΕ ή τουλάχιστον εκείνοι που σχεδίασαν το πρόγραμμα βοήθειας; Η Süddeutsche Zeitung επισημαίνει: «Διαδοχικές κυβερνήσεις στην Αθήνα αρχικά φόρτωσαν τα βάρη στους ώμους των πιο αδύναμων και, όταν εκείνοι δεν είχαν τίποτε άλλο να συνεισφέρουν, άρχισε η αιμορραγία της μεσαίας τάξης με συνεχείς φορολογικές επιβαρύνσεις. Οι επόπτες της ΕΕ το επέτρεψαν. Αυτό ήταν ένα σοβαρό λάθος του προγράμματος διάσωσης, που απέτρεψε την ευρύτερη αποδοχή του. (…) Καμία κυβέρνηση στην Αθήνα δεν θα συνεχίσει τη δραστική πολιτική περικοπών, για την οποία επέβαλε μεταξύ άλλων και η ΕΕ. Κάτι τέτοιο θα ήταν και παράλογο, η χώρα θα άφηνε την τελευταία της πνοή. Τώρα προέχουν η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης με κάθε μορφή και η δίκαιη κατανομή των βαρών. Το να λέμε πεισματικά ότι ʻθα συνεχίσουμε έτσιʼ δεν ωφελεί κανέναν». Πηγή:  Deutsche Welle -Süddeutsche Zeitung / Γιάννης Παπαδημητρίου

 
«Είμαστε καταδικασμένοι να συμφωνήσουμε»

Tην πεποίθηση ότι θα δοθεί πίστωση χρόνου σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει ο oικονομολόγος Θ. Παρασκευόπουλος. Τάσσεται υπέρ των μεταρρυθμίσεων, που δεν θα θίγουν όμως τη «λαϊκή κυριαρχία».

Την ίδια περίπου ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας μιλούσε το βράδυ της Πέμπτης στην Ομόνοια, στο Βερολίνο πραγματοποιούνταν εκδήλωση με θέμα την ευρωπαϊκή διάσταση μιας νίκης του ΣΥΡΙΖΑ. Στην έδρα του ενιαίου συνδικάτου των εργαζομένων στον τομέα των υπηρεσιών «ver.di» είχαν συγκεντρωθεί πάνω από 300 άτομα, σχεδόν μόνο Γερμανοί, για να παρακολουθήσουν την ανοιχτή συζήτηση στην οποία συμμετείχε ο οικονομολόγος και συνεργάτης του Αλ. Τσίπρα για τον σχεδιασμό του κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, Θεόδωρος Παρασκευόπουλος. Πριν από την έναρξη της εκδήλωσης η Deutsche Welle είχε την ευκαιρία να μιλήσει μαζί του.

 
«Οι δανειστές θα δώσουν πίστωση χρόνου»

Λίγες μόλις μέρες πριν από τις εκλογές και τη διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ο Θεόδωρος Παρασκευόπουλος είναι βέβαιος ότι μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν θα προκαλέσει κρίση στην ΕΕ. Για δύο βασικούς λόγους: ούτε η μία, ούτε ή άλλη πλευρά θα επιδιώξει κάτι τέτοιο. «Πρώτον κανείς δεν ξέρει τι οικονομικές επιπτώσεις θα έχει. Και δεύτερον, κανένας δεν θέλει να δημιουργηθεί ένα γεωστρατηγικό κενό στην Ανατολική Μεσόγειο. Ούτε εμείς θέλουμε να ζήσουμε μια τέτοια κατάσταση με αναταράξεις στην εξωτερική μας πολιτική και στην πολιτική της ασφάλειας. Και φαντάζομαι ότι καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα θα ήθελε αυτό το πράγμα. Επομένως, είμαστε καταδικασμένοι να συμφωνήσουμε», αναφέρει ο κ. Παρασκευόπουλος.

Γεγονός είναι πάντως ότι ήδη από την αρχή της διακυβέρνησής της, μια πιθανή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί αντιμέτωπη με στενά χρονοδιαγράμματα σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση με την τρόικα, δεδομένου ότι η δίμηνη παράταση λήγει τέλη Φεβρουαρίου. Ο Θεόδωρος Παρασκευόπουλος δεν αμφιβάλλει ότι θα δοθεί στη νέα κυβέρνηση επιπλέον παράταση. «Θα χρειαστούμε πίστωση χρόνου και θα μας δοθεί. Άλλωστε αυτό έχουν πει και διάφοροι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ότι καταλαβαίνουν πως μια νέα κυβέρνηση θέλει πίστωση χρόνου».

Από εκεί και πέρα αρχίζουν όμως τα δύσκολα, δηλαδή η αναζήτηση λύσης για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους.

 
Διαφορετική προσέγγιση

Με λίγες προτάσεις η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ περιέγραψε την Πέμπτη από το Νταβός την ουσία της διαφοράς της με το ΣΥΡΙZA. Ενώ διαβεβαίωσε ότι η πολιτική που ακολούθησε την τελευταία πενταετία στόχευε στην παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη, επισήμανε συγχρόνως ότι «η ετοιμότητα για παροχή αλληλεγγύης» των ευρωπαίων εταίρων είναι συνδεδεμένη με «την ετοιμότητα των Ελλήνων να αναλάβουν και οι ίδιοι ευθύνη», με άλλα λόγια, να τηρήσουν τις δεσμεύσεις που έχουν συμφωνηθεί.

Ο Θεόδωρος Παρασκευόπουλος διαφωνεί με αυτή την προσέγγιση: «Όταν λέει η καγκελάριος ότι όλη της η πολιτική και οι προσπάθειες που κατέβαλε είχαν σκοπό να μείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη, παραγνωρίζει κατά τη γνώμη μου ότι αυτή η πολιτική, όπως έχει επιβληθεί στην ΕΕ, οδηγεί στην διάλυση της ευρωζώνης. Εγώ δεν συμφωνώ με το ότι για την πολιτικη αυτή είναι υπεύθυνη μόνο η Γερμανία. Και οι ελληνικές κυβερνήσεις είναι υπεύθυνες για την πολιτική που επιβάλλεται στην Ευρώπη. Γι´ αυτό επιθυμούμε μια μεταρρύθμιση τόσο της ευρωζώνης όσο και της ΕΕ. Φυσικά με τις δυνάμεις που έχει μια μικρή χώρα.»

 
Θα δεχτεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύσεις;

Ως προς την ουσία των επικείμενων διαπραγματεύσεων με τους δανειστές ο κ. Παρασκευόπουλος διευκρινίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε έχει υποστηρίξει ότι το κούρεμα του χρέους θα οδηγήσει αυτόματα σε οικονομική ανάπτυξη. Όπως και στην περίπτωση της διαγραφής του γερμανικού χρέους το 1953, θα πρέπει η περικοπή του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού χρέουςνα συνδεθεί με ένα πρόγραμμα ανάπτυξης. Μέρος αυτού του προγράμματος είναι και οι ριζικές μεταρρυθμίσεις. «Αν ζητούσαμε μόνο κούρεμα του χρέους, θα λέγαμε ψέματα στον εαυτό μας και στον ελληνικό λαό. Εάν διαγραφεί το χρέος στο σύνολό του και ακολουθηθεί η ίδια πολιτική που ακολουθήθηκε τα τελευταία 10, 20, 30 χρόνια μέσα σε δέκα χρόνια θα δούμε πάλι το ίδιο χρέος.»

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ καταφέρνει να πείσει τους δανειστές για την αναγκαιότητα ελάφρυνσης του χρέους. Το σίγουρο είναι ότι και σε αυτή την περίπτωση οι δανειστές θα θέσουν όρους. Ένας βασικός όρος θα είναι ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, για τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως έχει δεσμευτεί. Ένας άλλος βασικός όρος θα αφορά διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών, ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης κτλ.), τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβάνει επίσης στο πρόγραμμά του. Το ζητούμενο είναι όμως, κατά πόσο θα δεχτεί μια συμφωνία, η οποία θα εξαρτά ελαφρύνσεις στο χρέος από την πορεία της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. «Φυσικά κανένας δεν δίνει δάνειο χωρίς όρους. Κανένας. Να συζητήσουμε λοιπόν. Εμείς αυτό που έχουμε να προσφέρουμε είναι ένα πρόγραμμα ευρύτατων μεταρρυθμίσεων για το οποίο έχουμε πολύ μεγάλη πεποίθηση ότι μπορούμε να φέρουμε εις πέρας και πολύ μεγάλη πεποίθηση ότι το θέλει ο ελληνικός λαός, σε αντίθεση με το προηγούμενο πρόγραμμα», εκτιμά ο κ. Παρασκευόπουλος.

Υπάρχουν, όμως, και κόκκινες γραμμές, σημειώνει ο Θεοδωρος Παρασκευόπουλος. Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί μέτρα τα οποία θίγουν τη «λαϊκή κυριαρχία». Όπως εξηγεί, π.χ. για το θέμα των συντάξεων, αρμόδια είναι η ελληνική βουλή και κανένας άλλος. Επίσης, η νέα κυβέρνηση δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί μέτρα που θα έθεταν σε κίνδυνο την «αναπαραγωγή της κοινωνίας», δηλαδή μέτρα λιτότητας αντίστοιχα με αυτά που τα τελευταία πέντε χρόνια έφεραν την ελληνική κοινωνία στο «χείλος του γκρεμού». Deutsche Welle -Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο

 
• Το παραμύθι της κραταιάς Γερμανίας

Η απόφαση της ΕΚΤ για εκτεταμένη αγορά ομολόγων των κρατών-μελών της ευρωζώνης κυριαρχεί στα σχόλια του γερμανικού Tύπου. Μεταξύ άλλων και σε συνάρτηση με τις ελληνικές εκλογές.

Η χθεσινή, ιστορική απόφαση της ΕΚΤ να θέσει σε εφαρμογή το πρόγραμμα αγοράς κρατικών και ιδιωτικών ομολόγων των χωρών της ευρωζώνης, διαθέτοντας ένα ποσό που υπερβαίνει το ένα τρις ευρώ μονοπωλεί τα πρωτοσέλιδα των γερμανικών εφημερίδων. Τα σχέδια του επικεφαλής της ευρωτράπεζας Μάριο Ντράγκι αποκτούν τελικά «σάρκα και οστά» παρά τις σαφείς ενστάσεις που διατυπώθηκαν από την πλευρά της Γερμανίας. Η εξέλιξη αυτή καταρρίπτει τον μύθο της γερμανικής παντοδυναμίας, σχολιάζει το Der Spiegel στην ηλεκτρονική του έκδοση και επισημαίνει: «Η Γερμανία επιβάλλει τη θέλησή της στην υπόλοιπη Ευρώπη: Με αυτήν την εντύπωση ψηφίζεται στο τέλος της εβδομάδας στην Ελλάδα ένα νέο κοινοβούλιο. Ωστόσο, η Γερμανία δεν είναι σε καμία περίπτωση παντοδύναμη – αυτό δείχνει και η τελευταία απόφαση της ΕΚΤ».

Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται μεταξύ άλλων «και στην ολοένα δημοφιλέστερη ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία η Γερμανία υποδουλώνει διά της πολιτικής λιτότητας την νότια Ευρώπη υπέρ των δικών της συμφερόντων. Αυτό είναι ανοησία παρά την αναμφισβήτητα ισχυρή επιρροή της γερμανικής κυβέρνησης. (…) Αν οι εξελίξεις στην Ευρώπη ρυθμίζονταν πραγματικά από τις επιθυμίες της Γερμανίας, τότε δεν θα είχαμε καταλήξει ποτέ σε αυτό το πρόγραμμα». Ο γερμανός σχολιαστής διαπιστώνει ότι οι χθεσινές ανακοινώσεις του Μάριο Ντράγκι συνιστούν υλοποίηση της υπόσχεσής του ότι θα κάνει ό,τι απαιτείται προκειμένου να σώσει το ευρώ. «Ας ελπίσουμε ότι και η επόμενη ελληνική κυβέρνηση θα αισθάνεται ότι δεσμεύεται από τις προηγούμενες συμφωνίες», υπογραμμίζει το σχόλιο.

 
«Πολύ κοντά στον γκρεμό» η Ελλάδα

«Επικίνδυνο πείραμα» χαρακτηρίζει την απόφαση της ΕΚΤ η οικονομική εφημερίδαHandelsblatt. Όπως σχολιάζει μεταξύ άλλων, «ο Ντράγκι αγόρασε εκ νέου λίγο χρόνο για την ευρωζώνη. Μόνο που οι συνέπειες της τελευταίας του απόφασης είναι ακόμη πιο απρόβλεπτες από όλα τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που είχαν προηγηθεί». Ο αρθρογράφος σημειώνει μεταξύ άλλων ότι η υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική θα πλήξει τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία αλλά και τους καταθέτες, αυξάνοντας παράλληλα τον κίνδυνο να δημιουργηθούν «νέες φούσκες» στα χρηματιστήρια και στις αγορές ακινήτων.

Η ίδια εφημερίδα βλέπει την Ελλάδα «πολύ κοντά στον γκρεμό». Όπως υπογραμμίζει: «Η κατάσταση είναι εύφλεκτη. Η Ελλάδα βαδίζει αυτήν την ώρα κατά μήκος μιας μακράς διαδρομής στο χείλος του γκρεμού. Αν κάνει ένα βήμα προς τη λάθος πλευρά, αν σκοντάψει, η πτώση είναι σίγουρη. Η χρηματοδότηση της χώρας είναι τόσο οριακή, ώστε το κράτος ενδέχεται να αντιμετωπίσει έλλειψη ρευστότητας σε λίγες εβδομάδες, αν δεν σχηματιστεί γρήγορα η νέα κυβέρνηση και δεν λάβει την έγκριση της ΕΕ και του ΔΝΤ για παράταση του ευρωπαϊκού προγράμματος διάσωσης και για μία προληπτική βοήθεια για το διάστημα μετά (σ.σ. τη λήξη του μνημονίου)».

Δριμεία κριτική στην απόφαση της ΕΚΤ ασκεί η Frankfurter Allgemeine Zeitung, η οποία θεωρεί ότι η ευρωτράπεζα παραβιάζει τις αρχές της, προβαίνοντας ουσιαστικά σε κρατική χρηματοδότηση. Ο σχολιαστής εκτιμά ότι η πολιτική αυτή θα επιταχύνει την «κούρσα υποβάθμισης» με αποτέλεσμα το κοινό νόμισμα να εξασθενήσει κι άλλο. «Έτσι καταστρέφει η ΕΚΤ την εμπιστοσύνη στο ευρώ», διαπιστώνει η FAZ.

Η συντηρητική εφημερίδα της Φραγκφούρτης σχολιάζει στις οικονομικές της σελίδες ότι η απόφαση της ΕΚΤ να αγοράσει και ελληνικά ομόλογα δεν συνιστά «λευκή επιταγή» προς την Ελλάδα. Ο αρθρογράφος επισημαίνει τους ειδικούς όρους με τους οποίους συμμετέχει η Ελλάδα στο νεόκοπο πρόγραμμα της ΕΚΤ, σύμφωνα με τους οποίους η χρηματοδότηση προς την Ελλάδα δεν μπορεί να ξεκινήσει πριν τον Ιούλιο. Όπως εκτιμάται, αυτό συνιστά «σήμα προς την Αθήνα». Σε περίπτωση που αναλάβει τη διακυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και τερματίσει το πρόγραμμα που έχει συμφωνηθεί «τότε μπορεί η ΕΚΤ να αποχωρήσει από την πίσω πόρτα», σχολιάζει ο αρθογράφος.

 
«Η Γερμανία εναντίον της Ευρώπης»

Διαφορετική ανάγνωση των μέτρων της ΕΚΤ επιχειρεί η Frankfurter Rundschau, σχολιάζοντας ότι με τη στάση της η Γερμανία στρέφεται κατά της Ευρώπης. «Ενώ η ΕΚΤ θέλει να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα συλλογικότητας της ευρωζώνης, οι πολιτικές δυνάμεις στη Γερμανία και στην Ολλανδία εμμένουν στα αντίθετα συμφέροντα. Με τις εθνικές επιφυλάξεις τους εξασθενούν τη δράση της πολιτικής της ΕΚΤ και υποσκάπτουν το κοινό εγχείρημα της ευρωζώνης.- πολύ περισσότερο από ό,τι θα μπορούσε ποτέ ο αριστερός συνασπισμός του ΣΥΡΙΖΑ», εκτιμά η εφημερίδα.

Ανοιχτή επιστολή προς τους έλληνες ψηφοφόρους δημοσιεύει η Rheinische Post του Ντίσελντορφ. Αναγνωρίζοντας μεν ότι «συνιστά απρέπεια» να προβαίνει ένας ξένος σε εκλογική σύσταση προς τους έλληνες ψηφοφόρους, επισημαίνει ωστόσο ότι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικογένειας από την ψήφο των Ελλήνων «εξαρτάται και το μέλλον της Ευρώπης». Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς και ο συνασπισμός του (…) πέτυχαν πολλά μετά από ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας. Η οικονομία επανακάμπτει για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια. Για τον λόγο αυτό τα κόμματα του εν λόγω συνασπισμού θα πρέπει να είναι η πρώτη σας επιλογή. Όποιος όμως επιθυμεί πάση θυσία την αλλαγή (…) ας ψηφίσει τουλάχιστον τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, Τσίπρα, και τον συνασπισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας θα αποφασίσει στη συνέχεια αν θα πείσει τους Έλληνες για την αναγκαιότητα της μέχρι τώρα πορείας ή αν θα προχωρήσει σε παύση πληρωμών και θέσει υπό αμφισβήτηση το ευρώ. (…) Και εν πάση περιπτώσει, μην ψηφίσετε τα κόμματα της άκρας δεξιάς ή της άκρας αριστεράς ή τους ανεξάρτητους. Το χειρότερο στην τωρινή κατάσταση θα ήταν ένα αδιέξοδο».

 
«Οι πετυχημένοι σιωπούν»

Τέλος, η Frankfurter Allgemeine Zeitung δημοσιεύει άλλα δύο άρθρα με ελληνικό ενδιαφέρον. Το ένα εστιάζει σε παραδείγματα επιτυχημένων επιχειρηματιών στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων αναφέρονται οι περιπτώσεις του Μιχάλη Μαΐλη, του Βασίλειου Κάτσου και του Ευάγγελου Μυτιληναίου. Η εφημερίδα σημειώνει ότι «οι πετυχημένοι σιωπούν» και υπογραμμίζει: «Υπάρχουν πετυχημένοι επιχειρηματίες στην Ελλάδα. Αλλά αποφεύγουν τη δημοσιότητα» καθώς βρίσκονται αντιμέτωποι με εχθρικές διαθέσεις, όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος. Σύμφωνα με τον ίδιο, «η λύση του αινίγματος (…) βρίσκεται στην ελληνική κοινωνία. Στην ελληνική κοινή γνώμη κυριαρχούν μετά το τέλος της δικτατορίας το 1974 αριστερές διαθέσεις, ως εκ τούτου η ιδιωτική επιχειρηματικότητα δεν βλέπεται με ‘καλό μάτι’, το κέρδος διαλαλείται ως κλοπή του λαού, αναλύουν όσοι γνωρίζουν τη χώρα», σημειώνει η εφημερίδα.

Το δεύτερο δημοσίευμα εστιάζει στο Ποτάμι. Όπως σημειώνεται, «ενόψει των εκλογών οι δημοσκοπήσεις θέλουν τους αριστερούς ριζοσπάστες να προηγούνται. Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται έναν κυβερνητικό εταίρο. Αυτός θα μπορούσε να είναι το Ποτάμι –ένα κόμμα που δεν θα μπορούσε να είναι πιο αντιφατικό», σχολιάζει η FAZ και υπογραμμίζει: «Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα κόμμα που ανακήρυξε τον πραγματισμό σε ιδεολογία του σε έναν συνασπισμό με τον ΣΥΡΙΖΑ, που πρεσβεύει εντελώς διαφορετικούς -ισμούς». Deutsche Welle -Άρης Καλτιριμτζής

Σχετικά Άρθρα