Ο Σόιμπλε και το φάντασμα του Grexit

«Το πρόβλημα είναι η κυβέρνηση και οι κρατικοί θεσμοί»- Κλίμα 2015 μεταφέρει από την Ελλάδα ο γερμανικός τύπος, όταν και τότε οι διαπραγματεύσεις βρίσκονταν σε αδιέξοδο. Παιγνίδι με τη φωτιά χαρακτηρίζουν οι σχολιαστές τα πρώτα δείγματα γραφής Τραμπ

 
Το ελληνικό πρόβλημα παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε παρά το Brexit, τον Τραμπ, το προσφυγικό, τις εντάσεις με την Τουρκία και τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις σε σημαντικές χώρες της ευρωζώνης. Η εφημερίδα Bild, στο σημερινό της φύλλο, αναφέρεται στην Ελλάδα και τις πληροφορίες που έχει ότι την προεκλογική περίοδο το γερμανικό Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα κατευθύνεται προς την αναζωπύρωση της συζήτησης για Grexit.

 
Ο δρόμος της κρατικής χρεοκοπίας

«Επειδή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αρνείται όπως φαίνεται να συνεχίσει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τάσσεται υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ», γράφει ο αρθρογράφος επισημαίνοντας ότι την πληροφορία αυτή έχει η εφημερίδα από κύκλους του κόμματος που υπενθυμίζουν ότι ο Σόιμπλε παραμένει στην υπόσχεση πριν από δύο χρόνια ότι βοήθεια προς την Ελλάδα θα δοθεί μόνο υπό την προϋπόθεση συμμετοχής του Ταμείου. Μάλιστα η Bild φιλοξενεί δήλωση του χριστιανοδημοκράτη Κάρστεν Λίνεμαν, εμπειρογνώμονα σε θέματα οικονομίας, που υπογραμμίζει την ανάγκη εξεύρεσης ενός διαφορετικού δρόμου, που να προβλέπει διαδικασία χρεοκοπίας εντός του ευρώ μαζί με τη δυνατότητα εξόδου του χρεοκοπημένου κράτους.

Στη διαδικτυακή της έκδοση η Rheinische Post μεταφέρει από την Αθήνα κλίμα που παραπέμπει στις κρίσιμες ημέρες του 2015 και το φάντασμα εξόδου από το ευρώ. «Οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές έχουν κολλήσει, η κυβέρνηση Τσίπρα καθυστερεί τις μεταρρυθμίσεις (…) επιπλέον υπάρχει διαφωνία και στους κόλπους των δανειστών για τη συμμετοχή του ΔΝΤ, που θέλει ο Σόιμπλε να κρατήσει στο ελληνικό πρόγραμμα δίκην ελεγκτή».

Σε αυτήν τη διάσταση απόψεων αναφέρεται άρθρο της Süddeutsche Zeitung. Ο σχολιαστής υποστηρίζει ότι η διαφωνία έχει οξυνθεί περισσότερο και παραπέμπει στην έκθεση του Ταμείου που περιγράφει την κατάσταση ως ανυπόφορη και μακροπρόθεσμα εκρηκτική. «Στον πυρήνα της διαμάχης μεταξύ ευρωζώνης και ΔΝΤ βρίσκεται το ερώτημα, ποιο το πρωτογενές πλεόνασμα που θα πρέπει να επιτύχει η Ελλάδα μετά το 2018», υπενθυμίζει η εφημερίδα. «Στην τελευταία έκθεσή του το Ταμείο θεωρεί το 1,5% έως το 2060 ως πιο ρεαλιστικό, γιατί μόνο έτσι μπορεί να είναι βιώσιμο το χρέος. Αντίθετα η Γερμανία πιέζει για παράταση του 3,5% για άλλα δέκα χρόνια (…) ενώ o Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας από την πλευρά του επισημαίνει ότι μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος η Ευρώπη έχει υποσχεθεί επιπλέον ελαφρύνσεις του ελληνικού χρέους».

 
Τραμπ εναντίον όλων

Την μετωπική αντιπαράθεση με τον υπόλοιπο κόσμο επιλέγει ο αμερικανός πρόεδρος προκαλώντας βαθύ προβληματισμό για το μέχρι πού μπορεί να φτάσει. Η εφημερίδα Handelsblatt παρατηρεί ότι κανείς άλλος αμερικανός πρόεδρος στο παρελθόν δεν έχει προκαλέσει τόση ανησυχία την πρώτη κιόλας εβδομάδα διακυβέρνησής του. «Μετά από μια επιθετική ομιλία την ημέρα της ορκωμοσίας του ακολούθησε η υπογραφή 20 διαταγμάτων, από την έξοδο από την συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μέχρι την απαγόρευση εισόδου σε μουσουλμάνους και πρόσφυγες από τη Συρία. Είναι ανατριχιαστικό με πόση βιαιότητα εφαρμόζει τις προεκλογικές του υποσχέσεις. Θυμίζει τον Τζορτζ Μπους, που χαρακτήρισε συλλογικά το Ιράκ και άλλες χώρες ως άξονα του κακού μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις.  Ο πόλεμος των πολιτισμών, τον οποίο προανήγγειλε ο Σάμιουελ Χάντιγκτον πριν από δύο δεκαετίες, βρίσκει την επιβεβαίωσή του με την πολιτική Τραμπ. Πρόκειται για παιγνίδι με τη φωτιά».

Και η Süddeutsche Zeitung αποφαίνεται: «Μετά από μια εβδομάδα όλα δείχνουν ότι ο Τραμπ δεν κάνει για πρόεδρος. Στην επιχείρησή του μπορούσε να πει, αγοράστε αυτόν τον ουρανοξύστη και γινόταν. Στο Λευκό Οίκο υπογράφει τα διατάγματα το ένα μετά το άλλο οδηγώντας τη χώρα στο χάος, την ώρα που ένα μεγάλο τμήμα της κυβέρνησής του δεν έχει ακόμη αναλάβει υπηρεσία».

 
«Το πρόβλημα είναι η κυβέρνηση και οι κρατικοί θεσμοί»

Ο διευθυντής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Μ. Φράτσερ μιλά στη Deutsche Welle για την ελληνική την κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό, για επενδυτικά κίνητρα και για ένα ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο.

Την περασμένη Πέμπτη το Eurogroup για μια ακόμη φορά συμπέρανε ότι η Αθήνα δεν υλοποίησε αυτά που όφειλε να εφαρμόσει για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του τρίτου δανειακού προγράμματος. Τα επίμαχα μέτρα αφορούν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, το συνταξιοδοτικό, το φορολογικό αλλά και νομοθέτηση μέτρων που μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή μετά το πέρας του τρέχοντος προγράμματος σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν πετύχει τους στόχους που θα τεθούν. Οι ενδοιασμοί της ελληνικής κυβέρνησης σχετίζονται με τις αρνητικές συνέπειες που θα επιφέρει μέρος αυτών των μέτρων για ένα τμήμα του ελληνικού πληθυσμού.

 
Δεν υπάρχει εναλλακτική

Μπορεί να ξεπεραστεί αυτό το δίλημμα; Προς το παρόν όχι, εκτιμά ο διευθυντής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) Μαρσέλ Φράτσερ μιλώντας στη Deutsche Welle: «Μακροπρόθεσμα οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες, βραχυπρόθεσμα όμως έχουν οικονομικό κόστος για τους κοινωνικά αδύναμους. Και αυτό είναι το δίλημμα. Οι μεταρρυθμίσεις είναι σωστές αλλά για τα επόμενα ένα, δύο χρόνια οι άνθρωποι, και προπαντός αυτοί που είναι κοινωνικά αδύναμοι, θα υποστούν στερήσεις. Δεν βλέπω καμία εναλλακτική παρά να συνεχιστεί το πρόγραμμα. Συνεπώς, η διένεξη μεταξύ τρόικας και ελληνικής κυβέρνησης θα συνεχιστεί. Επίσης, βλέπω την αναγκαιότητα να συνεχιστεί η βοήθεια προς την Ελλάδα και πέραν του 2018.»

Μια παράταση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Αθήνα και τους θεσμούς αλλά και η επιβολή νέων μέτρων στους έλληνες πολίτες θα μπορούσαν τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ελλάδα να προκαλέσουν ξανά μια συζήτηση για την παραμονή ή όχι της χώρας στην ευρωζώνη. Θα ήταν όντως μια επιλογή; «Η έξοδος από το ευρώ», εκτιμά ο κ. Φράτσερ, «είναι για όλες τις χώρες η χειρότερη επιλογή – προπαντός για την Ελλάδα. Μια έξοδος δεν θα έλυνε κανένα από τα προβλήματά της. Ούτε η οικονομία της θα γινόταν πιο ανταγωνιστική, ούτε οι κρατικοί θεσμοί αποτελεσματικότεροι. Τουναντίον, η χώρα θα βυθιζόταν σε μια βαθιά κρίση που θα ήταν πολύ χειρότερη από αυτή που έζησε τα τελευταία χρόνια.»

 
Οικονομική ανάπτυξη, αλλά πώς;

Γεγονός είναι πάντως ότι στο όγδοο έτος της κρίσης υπάρχει έλεγχος στην κίνηση κεφαλαίων, οι τράπεζες δεν παρέχουν δάνεια και οι εγχώριοι και ξένοι επιχειρηματίες αποφεύγουν τις επενδύσεις. Πώς μπορεί να λυθεί αυτός ο γόρδιος δεσμός; Σύμφωνα με τον πρόεδρο του DIW «o γόρδιος δεσμός στην Ελλάδα δεν πρόκειται να λυθεί σύντομα. Πρόκειται για μια διαδικασία ούτε δύο, ούτε πέντε, αλλά τουλάχιστον δέκα ακόμη ετών. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι η τρόικα, ούτε το ευρώ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η κυβέρνηση και οι κρατικοί θεσμοί οι οποίοι δεν υπηρετούν τους πολίτες τους. Και σε τελική ανάλυση – αυτός είναι ο λόγος που αποτυγχάνουν.»

Παρ’ όλα αυτά οι Έλληνες δεν μπορούν να περιμένουν έως ότου θα έχει υλοποιηθεί και η τελευταία διαρθρωτική μεταρρύθμιση για να ζήσουν καλύτερες ημέρες. Πώς μπορεί να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη ακόμη και σήμερα που οι τράπεζες κρατούν κλειστή τη δανειακή στρόφιγγα; Πώς μπορεί να κερδηθεί τόσο το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών να έρθουν στην Ελλάδα όσο και των ελλήνων επιχειρηματιών να μεταφέρουν ξανά τις δραστηριότητές τους από τις διπλανές χώρες στην πατρίδα τους; O κ. Φράτσερ θυμίζει «μια ιδέα που επανειλημμένα μας έχει απασχολήσει είναι η δημιουργία μιας ειδικής εμπορικής ζώνης στην Ελλάδα με πολύ πιο εύκολες διαδικασίες σε ό,τι αφορά την ίδρυση και τη λειτουργία εταιρειών όπως και φορολογικές ελαφρύνσεις. Με αυτά τα ειδικά κίνητρα θα στελνόταν στους επενδυτές το μήνυμα ότι είναι πολύ ελκυστικό να επενδύσει κανείς σε αυτή τη ζώνη. Με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργούνταν εργοστάσια και θέσεις εργασίας για να μπορεί η χώρα επιτέλους να διαφύγει από αυτό τον φαύλο κύκλο της κρίσης.»

 
Ο ρόλος του ΔΝΤ

Η Γερμανία αλλά και άλλα κράτη της ευρωζώνης επιμένουν στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα με το επιχείρημα ότι είναι αναγκαία η τεχνογνωσία του. Στην εκτίμησή του το Ταμείο δεν καταλήγει όμως μόνο στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Σε αντίθεση με την ευρωζώνη το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι ο στόχος ενός ετησίου πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% από το 2018 και μετά δεν είναι ρεαλιστικός και ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Ενόψει αυτών των διαφορών, δεν θα ήταν το πιο λογικό να αποτραβηχτεί το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα; Ο κ. Φράτσερ διαφωνεί: «Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα πρέπει να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα. Όταν δύο αδέρφια τσακώνονται τότε έχουν ανάγκη από κάποιον διαιτητή – γιατί δύσκολα μπορούν να επιβάλουν ο ένας στον άλλον πειθαρχία. Για αυτό είναι σημαντικός ο ρόλος του ΔΝΤ ο οποίος είναι ένας ανεξάρτητος, σχετικά αυτόνομος θεσμός που διαθέτει τεχνογνωσία. Το Ταμείο έχει δίκιο, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Με αυτή την άποψη συμφωνεί και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών με την προϋπόθεση ότι πριν από τη συζήτηση αυτού του θέματος η Ελλάδα θα πρέπει να έχει εφαρμόσει τα προαπαιτούμενα. Το βρίσκω σωστό. Δεν μπορεί να ζητά χρήματα και να αρνείται μεταρρυθμίσεις. Πρόκειται για έναν συμψηφισμό. Είμαι πεπεισμένος ότι η διαγραφή χρέους, η οποία θα ονομαστεί αναδιάρθρωση, είναι θέμα χρόνου.»

Κανείς όμως δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα. Στην πιθανότητα της εξόδου του αναφέρθηκε μόλις πρόσφατα ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για να υποδείξει τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) ως το θεσμό που θα μπορούσε να αναλάβει το ρόλο του. Πρόκειται για μια «πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα», λέει ο Μαρσέλ Φράτσερ, να μετεξελιχθεί ο ESM σε ένα ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο που δεν θα παρέχει μόνο δάνεια αλλά και που θα έχει την ικανότητα να αναπτύσσει προγράμματα. Όμως, «για να διαδραματίσει αυτό το ρόλο επιβάλλεται να διευρυνθεί σε μεγάλο βαθμό. Θα πρέπει να αποκτήσει τεχνογνωσία για θέματα που αφορούν τη δημοσιονομική πολιτική και για διαρθρωτικές αλλαγές σε κράτη. Τέτοιου είδους τεχνογνωσία του λείπει προς το παρόν πλήρως. Η δημιουργία ενός ανεξάρτητου, αυτόνομου θεσμού που σε αντίθεση με την Κομισιόν και την ΕΚΤ θα εξετάζει από μια άλλη σκοπιά και ολότελα ανεξάρτητα τα προγράμματα θα ήταν θεμιτή.» Σύμφωνα με τον Μαρσέλ Φράτσερ θα πρέπει τέλος να θεσπιστεί το αξίωμα ενός ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών ο οποίος θα προΐσταται αυτού του θεσμού.

 
Ουδέν νεότερον περί Grexit

Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών σχολιάζει στο κυβερνητικό μπρίφινγκ τις πληροφορίες που φέρουν τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να εισηγείται Grexit σε περίπτωση που αποχωρήσει το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα.

Αφορμή για την αναφορά στο κυβερνητικό μπρίφινγκ ήταν είδηση που δημοσιεύτηκε στην BILD. Επικαλούμενη κύκλους των Χριστιανοδημοκρατών η εφημερίδα υποστηρίζει ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σκοπεύει να εισηγηθεί την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ σε περίπτωση που το ΔΝΤ αρνηθεί τελικά να συμμετάσχει στο τρίτο δανειακό πρόγραμμα. Σύμφωνα με την BILD, ο κ. Σόιμπλε σκοπεύει να τηρήσει τη δέσμευση που έδωσε πριν δύο χρόνια ότι η βοήθεια προς την Ελλάδα εξαρτάται από τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Στο ίδιο άρθρο ο επικεφαλής της επιχειρηματικής πτέρυγας των Χριστιανοδημοκρατών, Κάρστεν Λίνεμαν, υποστηρίζει ότι θα πρέπει μελλοντικά στην ευρωζώνη να προβλέπεται η διαδικασία πτώχευσης, όπως και ή δυνατότητα εξόδου ενός αφερέγγυου κράτους.

 
Απαραίτητα οικονομική συμμετοχή του ΔΝΤ

Ερωτηθείς για το άρθρο, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών Γιούργκ Βάισγκερμπερ αρκέστηκε να δηλώσει ότι «δεν υπάρχει κάτι το νεότερο». Όπως εξήγησε στη συνέχεια, την Πέμπτη το Eurogroup είχε καλέσει την Ελλάδα «να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της και να δημιουργήσει κατά αυτόν τον τρόπο τις προϋποθέσεις τόσο για μια γρήγορη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης όσο και για τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.» Με αυτή την ευκαιρία το Eurogroup είχε τονίσει ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι «απαραίτητη». Ο κ. Βάισγκερμπερ παρέπεμψε ακόμη στη δήλωση του Eurogroup το Μάιο του 2015 αλλά και στην πρόσφατη διαβεβαίωση της διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ στο Νταβός ότι το Ταμείο θα συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα.

«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε», είπε ο εκπρόσωπος του υπουργείου, «ότι το ΔΝΤ θα τηρήσει την υπόσχεσή του. Και είναι πολύ νωρίς για να υποθέσει κανείς το τι θα γίνει σε αντίθετη περίπτωση».  Όπως τόνισε ακόμη ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα σημαίνει απαραίτητα τόσο την παροχή τεχνογνωσίας όσο και την παροχή οικονομικής στήριξης. Πηγή: Deutsche Welle

Τελευταία ενημέρωση 18:57

Σχετικά Άρθρα