Αδιόρθωτοι! Απάτες, αυταπάτες και πονηριές ακόμη και μετά την βαριά ήττα

Η προκήρυξη πρόωρων εκλογών βάση της δήλωσης Τσίπρα τα μεσάνυχτα της Κυριακής θα έπρεπε να γίνει στις 23 Ιουνίου 2019. Οι εκλογές τελικά ορίσθηκε προ το παρόν…να γίνουν στις 7 Ιουλίου και όχι στις 30 Ιουνίου που αρχικά αορίστως είχε καθοριστεί… Αντ’ αυτού η αντιδημοκρατική νοοτροπία του τον οδηγεί σε επιλογές που επιτείνουν την απαξία των πολιτών και εντείνουν την απέχθεια τους προς τις καθεστωτικές αντιλήψεις της ομάδας του Μαξίμου.

Οι επιλογές αυτές και οι επιπτώσεις, όπως αποκαλύπτουν δημοσιεύματα του protothema.gr είναι:

– να ελέγξει και να επιβάλλει ηγεσία της αρεσκείας της στην κορυφή της ελληνικής δικαιοσύνης.

-Με αστείο πρόσχημα ότι η χώρα δεν μπορεί να κάνει εκλογές λόγω τις «ουράς» των πανελλαδικών εξετάσεων που αφορά 3 ειδικά μαθήματα, ελάχιστα ειδικά σχολεία και λιγότερους απο 1.000 μαθητές επιχειρεί να μεταθέσει τις εκλογές στις 7 Ιουλίου αντί 30 Ιουνίου αδιαφορώντας για τις πιθανές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και την τουριστική κίνηση.

– να σημειωθεί ότι ο Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της περασμένης Κυριακής, δήλωσε χαρακτηριστικά πως «αμέσως μετά τον β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών (σ.σ. 2 Ιουνίου) θα ζητήσω από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την άμεση προκήρυξη εθνικών εκλογών».

Χθες, όμως ο κ. Τζανακόπουλος ενημέρωσε ότι ο πρωθυπουργός θα επισκεφθεί τελικά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, στις 10 Ιουνίου.

Ο κ. Τζανακόπουλος εξήγησε ότι, βάσει συνταγματικού εθίμου, ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση δεν παραιτείται και άρα δεν θα ενεργοποιηθεί η διαδικασία των διερευνητικών εντολών και ο ορισμός υπηρεσιακού πρωθυπουργού και υπουργών. Υπό αυτά τα δεδομένα, η χώρα θα οδηγηθεί σε εκλογές με το υπάρχον κυβερνητικό σχήμα, με μόνη αλλαγή την τοποθέτηση στα υπουργεία Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη προσώπων κοινής αποδοχής.

Να σημειωθεί ότι το Προεδρικό Διάταγμα για την διάλυση της παρούσας Βουλής και τον ορισμό ημερομηνίας σύγκλισης της νέας που θα προκύψει από τις εκλογές πρέπει να θυροκολληθεί στο Κοινοβούλιο το αργότερο έως τις 16-17 Ιουνίου.

Επιπροσθέτως, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επιβεβαίωσε εμμέσως τα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι η κυβέρνηση δρομολογεί διαδικασίες ορισμού νέας ηγεσίας στην ελληνική Δικαιοσύνη γι’ αυτό και παρατείνει το βίο της, λέγοντας ότι έχει την θεσμική δυνατότητα να το κάνει.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι το συνταγματικό έθιμο παραμονής της εκάστοτε κυβέρνησης έως την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών διαμορφώθηκε στη βάση του ότι τα υπουργικά συμβούλια απέφευγαν να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις που δέσμευαν τις επόμενες κυβερνήσεις, ενόσω βρίσκονταν σε αποδρομή.

Σε κάθε περίπτωση η δρομολόγηση των συγκεκριμένων ενεργειών μόνο αθώα δεν μοιάζει, καθώς φαίνεται πως συνδέεται με την προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να επιλέξει την ηγεσία της ελληνικής Δικαιοσύνης, δεσμεύοντας την επόμενη κυβέρνηση. Κι αυτό γιατί τυπικά η θητεία της σημερινής ηγεσίας του Αρείου Πάγου και των υπολοίπων δικαστικών μελών ανώτατων δικαστηρίων που συμπληρώνουν το όριο ηλικίας λήγει στις 30 Ιουνίου.

Βαρύνουσα σημασία αποκτά το ερώτημα αν μια κυβέρνηση σε αποδρομή, με δεδομένο ότι δεν έχει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας των Ελλήνων, έχει την νομιμοποίηση να επιλέξει την ηγεσία της Δικαιοσύνης για χρόνο που υπερβαίνει την θητεία της -κάτι που θα πράξει, όπως όλα δείχνουν, σπρώχνοντας κατά μία εβδομάδα στο μέλλον την ημερομηνία διεξαγωγής πρόωρων εθνικών εκλογών.

Από την πλευρά της η Νέα Δημοκρατία με μια ιδιαίτερα αυστηρή ανακοίνωση αντέδρασε στο ενδεχόμενο η κυβέρνηση να επιχειρήσει να προχωρήσει σε αλλαγές στην ηγεσία της Δικαιοσύνης ή να λάβει οποιαδήποτε άλλη απόφαση «που θα δεσμεύσει τη χώρα για τα επόμενα χρόνια», στο διάστημα που μεσολαβεί έως τις εκλογές της 7ης Ιουλίου. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει η ΝΔ, η «υπό προθεσμία κυβέρνηση Τσίπρα» για λόγους στοιχειώδους πολιτικής και ηθικής τάξης δεν μπορεί να λάβει τέτοιες αποφάσεις.

Στο θέμα αναφέρθηκε με δήλωσή του την Κυριακή και ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, που, μεταξύ άλλων, υπογράμμισε: «Στρατηγική ήττα είναι να οδηγείσαι σε διάλυση της Βουλής και εκλογές στις 30 Ιουνίου, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος. Παρά τις αντίθετες αλαζονικές διακηρύξεις σου. Στρατηγική ήττα είναι να χάνεις τη δυνατότητα επιλογής των προσώπων που θα καλύψουν τις κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης μετά τις 30 Ιουνίου».

Για κακοποίηση του θεσμού της Δικαιοσύνης μιλά το ΚΙΝΑΛ σχολιάζοντας τις πληροφορίες για τις παρεμβάσεις που σχεδιάζει να κάνει προεκλογικά η κυβέρνηση για τον ορισμό του Προέδρου και του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.

 
«Βαφτίζουν» την πολιτική ήττα σε «σοβαρό εθνικό λόγο»

Ο Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της 26ης Μαΐου εξήγησε ότι οι λόγοι που τον οδηγούν στην απόφαση πρόωρης προσφυγής στις κάλπες είναι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. «Το εκλογικό αποτέλεσμα παρά το γεγονός ότι εμπεδώνει την θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως πρωταγωνιστή στην πολιτική αντιπαράθεση δεν είναι αντάξιο των προσδοκιών μας. Δεν μου ταιριάζει, δεν το έκανα ποτέ, δεν θα το πράξω ούτε τώρα να αγνοήσω το αποτέλεσμα. Ποτέ όλα αυτά τα χρόνια δεν πορεύτηκα με κόλπα και στρατηγήματα, δεν επέλεξα τον εύκολο δρόμο της ιδιοτέλειας δεν θα το πράξω ούτε τώρα. Μένω πιστός στις αρχές μου και στις αρχές μας, στις αρχές της Αριστεράς και της Δημοκρατικής παράταξης. Η αφοσίωσή μας στον λαό δεν είναι τακτική επιλογή είναι ηθική υποχρέωση , απαράβατος κανόνας είναι η ψυχή μας είναι η ψυχή μου. Κανείς από εμάς δεν ξεχνά από πού ξεκίνησε που ανήκει και ποιους εκπροσωπεί» ανέφερε χαρακτηριστικά. Στην ίδια δήλωση επιχείρησε να θέσει και το δίλημμα της νέας κάλπης λέγοντας «Αμέσως μετά β γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών θα ζητήσω από τον ΠτΔ την άμεση προκήρυξη εθνικών εκλογών για να είναι τελικά ο λαός αυτός και μόνο αυτός που θα πάρει την οριστική απόφαση αν επιθυμεί να συνεχίσουμε με σχέδιο υπέρ των πολλών ή επιθυμεί την επιστροφή στα σκοτάδια της λιτότητας, του ΔΝΤ στο χθες που όλοι και όλες ζήσαμε». Είναι σαφές από την επίσημη δήλωση του πρωθυπουργού πως οι λόγοι προκήρυξης πρόωρων εκλογών είναι καθαρά πολιτικοί. Δηλαδή, το βαρύ αποτέλεσμα των ευρωεκλογών για τον ΣΥΡΙΖΑ που δείχνει ότι έχει χάσει την λαϊκή νομιμοποίηση και κατ επέκταση την ανάγκη να αποφασίσει ο λαός με ποιο πολιτικό σχέδιο επιθυμεί να συνεχίσει.

Αυτό κατ’ επέκταση σημαίνει ότι ο κ. Τσίπρας κατά την επίσκεψή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας οφείλει να τον ενημερώσει για την παραίτηση της κυβέρνησής του. Στην συνέχεια να γίνει η διαδικασία των διερευνητικών εντολών και να οριστεί υπηρεσιακός πρωθυπουργός και κυβέρνηση. Ωστόσο, όπως ανέφερε ο κ. Τζανακόπουλος ο πρωθυπουργός θα επικαλεστεί σοβαρό εθνικό ζήτημα που τον αναγκάζει να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Σύμφωνα με το Σύνταγμα σε αυτή την περίπτωση δεν ορίζεται υπηρεσιακή κυβέρνηση παρά μόνο υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών. Δηλαδή, τυπικά το σημερινό υπουργικό συμβούλιο θα μπορεί να συνεδριάσει ακόμα και την παραμονή των εκλογών και να λάβει κρίσιμες αποφάσεις που θα δεσμεύουν την επόμενη κυβέρνηση.

 
Αδιόρθωτοι! Απάτες και αυταπάτες ακόμη και μετά την βαριά ήττα

Στην αυθαίρετη επίκληση της συμμετοχής των ψηφοφόρων στις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και τη σύγκριση με τις ευρωεκλογές της περασμένης Κυριακής καταφεύγουν τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιολογήσουν τη βαριά ήττα, που υπέστη το κυβερνών κόμμα πριν λίγα 24ωρα.

Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς, ο οποίος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη γενική αμφισβήτηση που δέχονται ορισμένοι στενοί συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα για να πλασαριστεί και πάλι δίπλα στον πρωθυπουργό, λανσάρει μία εκπληκτικής, είναι η αλήθεια, σύλληψης θεωρία, η οποία θυμίζει στην πραγματικότητα τις απάτες και τις αυταπάτες, με τις οποίες πολιτεύτηκε (και τιμωρείται ως φαίνεται) ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια.

Ο κ. Παππάς λοιπόν αποδίδει τη συντριβή του κόμματός του στην… υψηλή αποχή, όπως λέει, που σημειώθηκε σε αυτές τις ευρωεκλογές και η οποία αποχή έπληξε, ισχυρίζεται, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ! Μάλιστα αφήνει αιχμές για τις δημοσκοπικές εταιρείες, λέγοντας ότι δεν μπόρεσαν να διαβλέψουν αυτό το ποσοστό της αποχής. Κατά τον υπουργό, που έχει συνδεθεί με την υπόθεση Πετσίτη, «το γεγονός ότι είχαμε 7,8 μονάδες χαμηλότερη συμμετοχή από ό,τι στις εκλογές του Γενάρη του ΄15, επηρέασε κατά συντριπτικό τρόπο, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό την επίδοση του δικού μας ψηφοδελτίου. Αυτό είναι που δεν ανιχνεύθηκε».

Συναγωνιζόμενος και ζηλεύοντας μάλλον τη δόξα άλλων «αναλυτών», που ουσιαστικά κατέστρεψαν πολιτικά τον κ. Τσίπρα με τις εκκωφαντικά αποτυχημένες προβλέψεις τους, ο κ. Παππάς έχει το δικό του «όραμα», που το χρησιμοποιεί περίπου ως «διαβατήριο» για την επιστροφή του στο στενό πυρήνα του Μαξίμου. Πιθανόν δε εκτιμά και προσδοκά ότι από τη στιγμή που και άλλοι έκαναν καριέρα πουλώντας «φούμο» στον κ. Τσίπρα, έχει κι αυτός ελπίδες να γίνει πιστευτός.

Μόνο, που αυτή τη φορά οι «θεωρίες» και οι «αναλύσεις» δεν είναι εύκολο να περάσουν αμάσητες. Ο κ. Παππάς κάνει, για παράδειγμα, τρεις «πονηριές» ή για την ακρίβεια κουτοπονηριές στις προσεγγίσεις του κι όποιος τσιμπήσει, τσίμπησε.

 
Οι τρεις πονηριές

Πρώτη πονηριά είναι ότι συγκρίνει στο κομμάτι της συμμετοχής, ευρωεκλογές με εθνικές εκλογές αντί για ευρωεκλογές με ευρωεκλογές. Δεύτερον συγκρίνει την τωρινή αναμέτρηση όχι με την τελευταία, έστω, εθνική αναμέτρηση, αλλά με την… προτελευταία. Προφανώς όχι τυχαία, αλλά επιλεκτικά γιατί αυτή τον συμφέρει. Και τρίτον, χρησιμοποιεί τα ποσοστά αποχής και συμμετοχής και όχι τα απόλυτα νούμερα.

Τι συμβαίνει όμως με αυτά τα τρικ, που κάνει ο κ. Παππάς και γιατί πρόκειται απλώς για απάτη ή αυταπάτη, που προσπαθεί να καλλιεργήσει; Απλά η θεωρία του υπουργού διαμορφώνει μία εντελώς πλασματική πραγματικότητα, που με απλά, λαϊκά λόγια θα μπορούσε να αποδοθεί με τη φράση «άλλα ντάλα της Παρασκευής το γάλα» ή το πιο ήπιο «ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται». Εκτός κι αν πάμε στο πιο σκωπτικό «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο» – όπου πελάτης έχει γίνει πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ.

 
Ιδού οι πονηριές του κ. Παππά, αναλυτικά και τι σημαίνουν:

Με την πρώτη πονηριά λοιπόν δεν συγκρίνει ευρωεκλογές με ευρωεκλογές, αλλά αυθαίρετα ευρωεκλογές με εθνικές εκλογές. Εάν σύγκρινε τις ευρωεκλογές του 2019 με τις ευρωεκλογές του 2014 θα διαπίστωνε ότι η αποχή είναι σχεδόν η ίδια. Πριν πέντε χρόνια η συμμετοχή ήταν 59,33% (είχαν ψηφίσει 5.941.636) και η αποχή έφτανε στο 40,67%.

Την περασμένη Κυριακή η συμμετοχή έφτασε στο 58,70% και η αποχή στο 41,30 (περίπου 5.930.000). Καμία αξιοσημείωτη διαφορά δηλαδή. Εκτιμώντας πολιτικά μάλιστα τις δύο αναμετρήσεις, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι τότε ο ΣΥΡΙΖΑ και τώρα η ΝΔ έκαναν το ίδιο ακριβώς πράγμα, έδωσαν δηλαδή χαρακτήρα δημοψηφίσματος στις ευρωεκλογές, καλώντας τους ψηφοφόρους να αποδοκιμάσουν την κυβέρνηση. Οι ψηφοφόροι ανταποκρίθηκαν σε συμμετοχή ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.

Επειδή όμως αυτό δεν συμφέρει τον εξασκούμενο αναλυτή Νίκο Παππά, εκείνος καταφεύγει σε μία δεύτερη πονηριά.

 
Η αυθαιρεσία με τον Γενάρη του 2015

Δεν κάνει τη σύγκριση ανάμεσα στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, που είναι οι εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, αλλά πάει και παίρνει τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015. Η εκλογική βάση όμως κάθε κόμματος με την οποία γίνονται οι συγκρίσεις και οι μελέτες για να βγουν πρακτικά και επίκαιρα συμπεράσματα, δεν είναι οποιαδήποτε συμφέρει τον καθένα, αλλά η τελευταία. Αλλιώς το εκλογικό ποσοστό του ΚΙΝΑΛ σε αυτές τις εκλογές θα μπορούσε να συγκριθεί με την επίδοση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 και όχι με εκείνη του 2014 ή του Σεπτεμβρίου του 2015.

Τι κρύβει έτσι ο κ. Παππάς; Χρησιμοποιώντας τον Ιανουάριο, λέει ότι η αποχή ήταν 7,8 μονάδες μεγαλύτερη και μάλιστα εντελώς και απολύτως αυθαίρετα βγάζει το συμπέρασμα ότι όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι ήταν του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν ήρθαν την περασμένη Κυριακή, αλλά μπορούν να έλθουν στις 7 Ιουλίου – και φυσικά να ψηφίσουν ξανά, ως δια μαγείας ΣΥΡΙΖΑ. Προσπερνά δηλαδή τα όσα έγιναν και καταγράφηκαν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, όπου όντως ένα μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε να τον ξαναψηφίσει, προτιμώντας σε μεγάλο βαθμό την αποχή ή άλλα κόμματα. Η λογική του κ. Παππά είναι ότι αφού μας ψήφισαν κάποτε τότε μπορούν να μας ξαναψηφίσουν κάποια στιγμή! Με τα ίδια κοιμούνται και ξυπνάνε όμως και στο ΠΑΣΟΚ, για να μην πούμε για τον Λεβέντη, τον Καμμένο ή τον Θεοδωράκη, που ακόμα περιμένουν τους ψηφοφόρους τους του 2015!

Τον Ιανουάριο λοιπόν του 2015 όντως η συμμετοχή ήταν σχετικά υψηλή κι αυτό έχει την εξήγησή του, καθώς τότε ήταν άλλες οι συνθήκες και υπήρχε ένα μεγάλο και εμφανές κοινωνικό ρεύμα, που ζητούσε πολιτική έκφραση. Τότε είχε σημειωθεί συμμετοχή της τάξης του 63,94% (μεγαλύτερη πάντως μόνο κατά 5,2% και όχι 7,8% όπως λέει ο κ. Παππάς, σε σχέση με τις ευρωεκλογές της Κυριακής).

 
Γιατί «ξέχασε» τον Σεπτέμβριο

Εάν τώρα κάνει κανείς μία πιο «κανονική» σύγκριση, αυτή δηλαδή ανάμεσα στις τωρινές ευρωεκλογές και στην τελευταία αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου 2015 θα διαπιστώσει ότι: Η συμμετοχή τότε ήταν στο 56,16%, δηλαδή χαμηλότερη κατά δυόμισι μονάδες!!! Δηλαδή τώρα είχαμε μικρότερη αποχή! Ή αλλιώς σε αυτές τις ευρωεκλογές υπήρξε αυξημένη συμμετοχή, είτε λόγω της ταυτόχρονης διενέργειας δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, είτε γιατί η πολιτική σημασία της αναμέτρησης εκτιμήθηκε από τους ψηφοφόρους πολύ μεγάλη.

Η τρίτη πονηριά του κ. Παππά είναι ακριβώς εδώ: δεν αναφέρεται σε απόλυτους αριθμούς, παρά μόνο σε ποσοστά ψηφισάντων. Τον Σεπτέμβριο του 2015 προσήλθαν στις κάλπες μόλις 5.566.295 ψηφοφόροι, ενώ στις ευρωεκλογές της Κυριακής, ψήφισαν σχεδόν 400.000 πολίτες περισσότεροι! Συγκριτικά δηλαδή, σε αυτές τις ευρωεκλογές είχαμε πολύ μεγάλη προσέλευση, μεγαλύτερη από τις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, που αποδεικνύει τη σημασία του πολιτικού μηνύματος, που έστειλε το εκλογικό σώμα.

Σημειωτέον ότι οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ανέρχονται στα 9,9 με 10 εκατομμύρια σε όλες αυτές τις αναμετρήσεις, άρα δεν προκύπτει κι από κει κάποιο στοιχείο διαφοροποίησης.

Ακόμα και με το σκεπτικό του κ. Παππά πάντως, αν είχαμε την ίδια συμμετοχή με τις εκλογές του 2015 και όλοι (μα όλοι) ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ, πάλι η ΝΔ θα ήταν πρώτη!

 
Άλλο αποχή κι άλλο… απόχη

Συμπερασματικά: η συμμετοχή στις ευρωεκλογές της 26 Μαΐου κινήθηκε σε κανονικά επίπεδα με βάση όσα γίνονταν παλαιότερα σε τέτοιες αναμετρήσεις και μάλλον αρκετά υψηλά, εάν λάβει κανείς υπόψη την ισχυρή τάση αποστροφής που σημειώθηκε στην τελευταία εθνική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου 2015, αλλά και τη συνεχιζόμενη φυγή Ελλήνων στο εξωτερικό, που εξ αντικειμένου περιορίζει το δυναμικό στη χώρα.

Τυχόν επιστροφή στα επίπεδα της αρκετά υψηλής συμμετοχής, που είχε σημειωθεί τον Ιανουάριο του 2015 δεν σημαίνει απολύτως τίποτα για την εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ, αφού η σύνθεση της αποχής στο μεταξύ, δεν μπορεί να αποκωδικοποιηθεί, δεν ανήκει πάντως ολοκληρωτικά στο κυβερνών κόμμα, ενώ έχει μεσολαβήσει και η αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου 2015, που κατέγραψε συγκεκριμένες συμπεριφορές και δεδομένα, όπως τη μείωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ περίπου κατά 300.000 σε απόλυτο αριθμό, ασχέτως εάν με βάση τη χαμηλή συμμετοχή και την απογοητευτική, τότε, επίδοση της ΝΔ, ο Αλέξης Τσίπρας είχε κερδίσει τις εκλογές.

Ο κ. Παππάς μάλλον προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τα περί αποχής, ως… απόχη για ψηφοφόρους. Πηγή: protothema.gr

Σχετικά Άρθρα