
Handelsblatt: Η ατζέντα της Άνγκελα Μέρκελ
Στην οικονομική επικαιρότητα ξεχωρίζει το αφιέρωμα της Handelsblatt στη γερμανική προεδρία του G20, που εγκαινιάζεται την Πέμπτη. «Η ατζέντα της καγκελαρίου» επιγράφεται το σχετικό πρωτοσέλιδο. Ο αρθρογράφος επισημαίνει: «Η Άνγκελα Μέρκελ θέλει να παρακινήσει τους εταίρους σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στην αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της μετανάστευσης. Θα συμπλεύσει όμως ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ;» Παράλληλα η Handelsblatt στρέφει την προσοχή της στη γαλλική οικονομία μετά τη νίκη του Φρανσουά Φιγιόν στις προκριματικές εκλογές της Κεντροδεξιάς. Η ανταποκρίτρια της εφημερίδας στις Βρυξέλλες επισημαίνει ότι «για την ευρωζώνη το πιο σημαντικό είναι ένα: ο επόμενος πρόεδρος της Γαλλίας θα πρέπει να αποκαταστήσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας του. Το πολιτικό βάρος ακολουθεί την οικονομική ισχύ και είναι σημαντικό να αντιμετωπίζει η Γαλλία τη Γερμανία επί ίσοις όροις. Το 2018, μετά τις γαλλικές και τις γερμανικές εκλογές η ευρωζώνη θα βρεθεί μπροστά σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να συγχωνεύσουν ένα μέρος της εθνικής, δημοσιονομικής πολιτικής τους και να συντάξουν έναν κοινό προϋπολογισμό. Διαφορετικά το ευρώ δεν μπορεί να επιβιώσει για πολύ. Το Βερολίνο και το Παρίσι θα πρέπει να δώσουν το εναρκτήριο λάκτισμα γι αυτή τη μεταρρύθμιση. Γι αυτό, η Ευρώπη χρειάζεται έναν ισχυρό πρόεδρο στη Γαλλία».
«Στρες-τεστ για την ΕΕ» χαρακτηρίζει η Tageszeitung του Βερολίνου το δημοψήφισμα της Κυριακής για τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στην Ιταλία, ένα δημοψήφισμα από το οποία ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι εξαρτά πλέον το πολιτικό του μέλλον. Σε ανταπόκριση της εφημερίδας από τη Ρώμη επισημαίνεται ότι ακόμη κι αν όλα πάνε καλά την Κυριακή, τα προβλήματα της ιταλικής οικονομίας δεν βρίσκουν άμεση λύση: «Την εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα η χτυπημένη από την κρίση τράπεζα Monte dei Paschi di Siena θα επιχειρήσει μία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, ώστε να κάνει νέα αρχή και να αποφύγει την εκκαθάριση. Ακόμη και αν επιτευχθεί κάτι τέτοιο, το κύριο πρόβλημα παραμένει: τα κόκκινα δάνεια στα βιβλία των τραπεζών έχουν ξεπεράσει τα όρια, γιατί η πραγματική οικονομία καταρρέει». Πηγή: Deutsche Welle