Άνοδος ιδιωτικής κατανάλωσης και χαμηλές επενδύσεις δεν αποτελούν υγιές μοντέλο ανάπτυξης

Η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ φαινομενικά δείχνει οικονομική δραστηριότητα, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, ειδικά όταν συνδυάζεται με χαμηλές καθαρές επενδύσεις

 
Έξυπνη λήψη: Το ΔΝΤ εκτιμά μέσο ρυθμό  ανάπτυξης 1,7% έως το 2029 – Το πραγματικό ΑΕΠ το 2023 ήταν χαμηλότερο κατά 17% σε σχέση με το 2008, πριν την κρίση χρέους -Οι εξαγωγές παραμένουν στάσιμες, το ΑΕΠ υπολείπεται του 2008 και η υψηλή κατανάλωση δημιουργεί εμπόδια

 
Ανάλυση της   Eurobank παρουσιάζει μια αναθεώρηση των στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2023. Η αναθεώρηση βελτιώνει τον ρυθμό μεγέθυνσης του 2023 στο 2,3% από 2,0% προηγουμένως. Η βελτίωση οφείλεται κυρίως στις επενδύσεις παγίων και τη δημόσια κατανάλωση, ενώ οι καθαρές εξαγωγές και η μεταβολή των αποθεμάτων επηρεάστηκαν αρνητικά. Το άρθρο αναλύει επίσης την επίδοση των εξαγωγών, το εμπορικό έλλειμμα και τον δυνητικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας, με αναφορά σε προοπτικές και πιθανές προκλήσεις.

 
Βασικά σημεία για την Ελληνική Οικονομία:

  • Ανάκαμψη με Προκλήσεις: Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται (2,3% το 2023), με ώθηση από τις επενδύσεις και την κατανάλωση, ενώ η ανεργία μειώνεται. Ωστόσο, οι εξαγωγές παραμένουν στάσιμες, το ΑΕΠ υπολείπεται του 2008 και η υψηλή κατανάλωση δημιουργεί εμπόδια.
  • Επενδύσεις & Εξωστρέφεια: Απαιτείται στροφή από την κατανάλωση προς τις επενδύσεις, ειδικά σε τομείς με υψηλό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, και ενίσχυση της εξωστρέφειας για να θωρακιστεί η οικονομία και να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα.
  • Συντηρητικές Προβλέψεις: Η Ε.Ε. προβλέπει μέτρια ανάπτυξη (2,2% – 2,3% για 2024 – 2025), ενώ το ΔΝΤ εκτιμά μέσο ρυθμό 1,7% έως το 2029.
  • Κίνδυνοι & Προκλήσεις: Η επίτευξη υψηλής ανάπτυξης (2,7% ετησίως έως το 2030 για ανάκτηση του επιπέδου του 2008) φαντάζει δύσκολη λόγω εξωτερικών (γεωπολιτικές εντάσεις, επιβράδυνση Ευρωζώνης) και εσωτερικών (δημογραφικό, χαμηλές επενδύσεις) προκλήσεων.
  • Συμπέρασμα: Η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα κριθεί από την ικανότητα αντιμετώπισης των διαρθρωτικών προκλήσεων και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητά της.

 
Έλεγχος πραγματικότητας

Βασικές τάσεις και προβλέψεις για την Ελληνική Οικονομία

Με βάση τις πρόσφατες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει μια εικόνα αντιθέσεων, με θετικές εξελίξεις να συναντούν εμπόδια και προκλήσεις.

 
Θετικές Εξελίξεις:

  • Ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2023 αναθεωρήθηκε προς τα πάνω στο 2,3%, από 2,0% προηγουμένως, λόγω της αύξησης στις επενδύσεις παγίων και την δημόσια κατανάλωση.
  • Η αύξηση των επενδύσεων παγίων θεωρείται ιδιαίτερα θετική, καθώς διευρύνει τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας.
  • Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 9,5% τον Αύγουστο του 2024, από 11,4% τον Αύγουστο του 2023.
  • Η απασχόληση σημείωσε άνοδο 2,5% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο του 2024.
  • Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2024, φτάνοντας τις 110,2 μονάδες.

Αρνητικές εξελίξεις:

  • Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σημείωσαν χαμηλή επίδοση, λόγω της στασιμότητας στις εξαγωγές αγαθών, δημιουργώντας εμπόδια για την περαιτέρω άνοδο του ΑΕΠ και εγείροντας ανησυχίες για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
  • Το πραγματικό ΑΕΠ το 2023 ήταν χαμηλότερο κατά 17% σε σχέση με το 2008, πριν την κρίση χρέους.
  • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει μέτριο ρυθμό ανάπτυξης για την Ελλάδα την περίοδο 2024-2025 (2,2% και 2,3% αντίστοιχα).
  • Ο Δείκτης Όγκου Λιανικού Εμπορίου υποχώρησε 2,6% τον Ιούλιο του 2024, ενώ ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή μειώθηκε στις -51,3 μονάδες τον Σεπτέμβριο.

Οι αρνητικές αυτές εξελίξεις δημιουργούν προκλήσεις για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.

 
Προκλήσεις και προβλέψεις:

  • Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να διατηρήσει την αναπτυξιακή της δυναμική και να μειώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
  • Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητη η μεταφορά πόρων από την ιδιωτική κατανάλωση προς τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, ώστε να θωρακιστεί η οικονομία έναντι μελλοντικών κρίσεων.
  • Η επίτευξη υψηλού ρυθμού ανάπτυξης που θα οδηγήσει την ελληνική οικονομία στο επίπεδο του 2008, απαιτεί μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης 2,7% έως το 2030.
  • Το σενάριο αυτό θεωρείται αισιόδοξο, δεδομένων των εξωγενών κινδύνων (γεωπολιτικές εντάσεις, στασιμότητα στην Ευρωζώνη) και των εσωτερικών προκλήσεων (χαμηλές επενδύσεις, δημογραφικό πρόβλημα).
  • Το ΔΝΤ προβλέπει μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 1,7% για την Ελλάδα την περίοδο 2024-2029.

Η οικονομία βρίσκεται σε μια φάση ανάκαμψης, ωστόσο αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Η επιτυχής αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων θα κρίνει την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.

 
Έλεγχος δεδομένων

Σημαντικότερα σημεία οικονομικής στρατηγικής

Σύμφωνα με το άρθρο, τα σημαντικότερα σημεία της οικονομικής στρατηγικής της Ελλάδας επικεντρώνονται στην ενίσχυση των επενδύσεων, την αύξηση των εξαγωγών και τη μείωση της εξάρτησης από την ιδιωτική κατανάλωση.

  • Η αύξηση των επενδύσεων παγίων, ειδικά εκείνων με υψηλό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, θεωρείται κρίσιμη για τη διεύρυνση των παραγωγικών δυνατοτήτων και την ενίσχυση του δυνητικού ρυθμού μεγέθυνσης.
  • Η ενίσχυση της εξωστρέφειας και η μείωση του εμπορικού ελλείμματος αποτελούν βασικούς στόχους για τη θωράκιση της οικονομίας έναντι μελλοντικών κρίσεων.
  • Για την επίτευξη των στόχων αυτών, το άρθρο υπογραμμίζει την ανάγκη μεταφοράς πόρων από την ιδιωτική κατανάλωση στις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
  • Η υψηλή εξάρτηση από την ιδιωτική κατανάλωση θεωρείται παράγοντας ευπάθειας και το μερίδιό της στο ΑΕΠ θα πρέπει να συρρικνωθεί.
  • Η δημογραφική πρόκληση και τα εξωγενή ρίσκα, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και η στασιμότητα στην Ευρωζώνη, αναγνωρίζονται ως περιοριστικοί παράγοντες για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης.

Το άρθρο επισημαίνει ότι η Ελλάδα, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί, εξακολουθεί να υπολείπεται του μέσου όρου της Ευρωζώνης σε όρους πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η διατήρηση της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης, με έμφαση στη διαρθρωτική μεταρρύθμιση, αποτελεί κεντρικό στόχο για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας.

 
Επιδράσεις της ιδιωτικής κατανάλωσης και των χαμηλών επενδύσεων στην Ελληνική Οικονομία

Η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ φαινομενικά δείχνει οικονομική δραστηριότητα, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, ειδικά όταν συνδυάζεται με χαμηλές καθαρές επενδύσεις.

  • Υψηλή Ιδιωτική Κατανάλωση: Η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό ιδιωτικής κατανάλωσης σε σχέση με το ΑΕΠ της (68.7% το 2023), ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης κατά 15.7 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό αφήνει λιγότερους πόρους διαθέσιμους για επενδύσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για την αύξηση της παραγωγικότητας και την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
  • Χαμηλές Επενδύσεις: Οι χαμηλές επενδύσεις, ειδικά οι “παραγωγικές επενδύσεις με υψηλό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα,” περιορίζουν την δυνατότητα της Ελλάδας να αυξήσει το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της. Επιπλέον, η επίδοση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών είναι περιορισμένη, δημιουργώντας εμπόδια στην άνοδο του ΑΕΠ και αυξάνοντας την εξάρτηση από τον εξωτερικό δανεισμό.
  • Εμπορικό Έλλειμμα: Η υψηλή κατανάλωση σε συνδυασμό με τις χαμηλές επενδύσεις και εξαγωγές οδηγεί σε σημαντικό εμπορικό έλλειμμα (4,7% το 2023). Αυτό καθιστά την ελληνική οικονομία ευάλωτη σε εξωτερικούς κινδύνους.
  • Δημογραφικό Πρόβλημα: Το δημογραφικό πρόβλημα, με την συρρίκνωση του πληθυσμού, επιδεινώνει την δυσκολία επίτευξης βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς μειώνει το εργατικό δυναμικό και την εγχώρια ζήτηση.
  • Ανάγκη Μετασχηματισμού: Η Ελλάδα χρειάζεται να μετατοπίσει πόρους από την κατανάλωση στις επενδύσεις και τις εξαγωγές για να θωρακίσει την οικονομία της από μελλοντικές κρίσεις.

Συνοψίζοντας, η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης σε συνδυασμό με τις χαμηλές καθαρές επενδύσεις δεν αποτελεί υγιές μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης για την Ελλάδα. Η χώρα οφείλει να επικεντρωθεί στην ενίσχυση των επενδύσεων, την προώθηση των εξαγωγών και την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος για να επιτύχει βιώσιμη και ανθεκτική ανάπτυξη.

 
Κατάσταση του παιχνιδιού

Εκτίμηση ΔΝΤ για τον Μέσο Ετήσιο Ρυθμό Μεγέθυνσης

Σύμφωνα με το άρθρο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) εκτιμά ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης της Ελλάδας για την περίοδο 2024-2029 θα είναι 1,7%.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτή η πρόβλεψη θεωρείται συντηρητική σε σύγκριση με το σενάριο που θα απαιτούσε ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης 2,7% για να φτάσει η ελληνική οικονομία στο επίπεδο του 2008 έως το τέλος της δεκαετίας.

Η έκθεση του ΔΝΤ, η οποία δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2024, αναφέρει εξωγενείς παράγοντες, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και η στασιμότητα της Ευρωζώνης, καθώς και εσωτερικές προκλήσεις, όπως οι χαμηλές καθαρές επενδύσεις και το δημογραφικό πρόβλημα, ως πιθανούς περιορισμούς για την επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης.

 
Η μεγάλη εικόνα 

Τι σημαίνει η αύξηση του ΑΕΠ για τον μέσο πολίτη;

Η επίδραση της αύξησης του ΑΕΠ στον μέσο πολίτη

Η αύξηση του ΑΕΠ, δηλαδή της συνολικής αξίας των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια χώρα, μπορεί να έχει θετικές επιπτώσεις για τον μέσο πολίτη.

  • Η αύξηση του ΑΕΠ συχνά οδηγεί σε μείωση της ανεργίας και αύξηση της απασχόλησης. Αυτό σημαίνει περισσότερες ευκαιρίες εργασίας και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης.
  • Επιπλέον, η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των μισθών, καθώς οι επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερα κέρδη και μπορούν να ανταμείψουν καλύτερα τους εργαζόμενους.
  • Τέλος, η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών, καθώς η κυβέρνηση έχει περισσότερα έσοδα και μπορεί να επενδύσει σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία και οι υποδομές.

Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αύξηση του ΑΕΠ δεν ωφελεί πάντα όλους τους πολίτες με τον ίδιο τρόπο.

  • Εάν η αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται σε συγκεκριμένους κλάδους, τότε μόνο οι εργαζόμενοι σε αυτούς τους κλάδους θα δουν βελτίωση στο εισόδημά τους.
  • Επιπλέον, εάν η αύξηση του ΑΕΠ δεν συνοδεύεται από αύξηση των μισθών, τότε οι πολίτες δεν θα δουν βελτίωση στην αγοραστική τους δύναμη.

Συνολικά, η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να αποτελέσει ένα θετικό σημάδι για την οικονομία, αλλά είναι σημαντικό να εξετάζονται οι επιμέρους παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτήν, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο κατανέμονται τα οφέλη της.

Σχετικά Άρθρα