Αυστραλία -“Asiaphoria” η “Asiaphobia;”

• Όλες οι τελευταίες οικονομικές και επιχειρηματικές εξελίξεις

 
Δημοσιονομικά/Οικονομική Πολιτική
Η αναθεώρηση του Προϋπολογισμού τρέχοντος οικ. έτους 2014/15 εκτίναξε το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης στα Α$40.4δις (αύξηση 33%) με τα δημοσιονομικά έσοδα να είναι μειωμένα στα Α$379δις από τα αναμενόμενα Α$386δις. Τοιουτοτρόπως, για το έτος 2017/18, οι διαμορφούμενες συνθήκες αναμένεται να μεταθέσουν την παραγωγή πλεονάσματος για το έτος 2019/20 αντί του αρχικά εκτιμηθέντος 2017/18 όπου το έλλειμμα θα υπερβεί τα Α$11.0 δις. Πάντως η κυβέρνηση δεν απεμπολεί το στόχο της περί κατάθεσης πλεονασματικών Προϋπολογισμών της τάξης του +1% του ΑΕΠ για το έτος όμως 2023/24 και εφεξής ευελπιστώντας να μειώσει κατά Α$170δις το εκτιμώμενο, για την επόμενη δεκαετία, συσσωρευμένο έλλειμμα του Προϋπολογισμού των Α$667δις. Τα φορολογικά έσοδα για την επόμενη τετραετία έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω περίπου κατά Α$32δις, μέτρα της τάξης των Α$35δις υπόκεινται ακόμα σε νομοθετική κύρωση ενώ οι νομοπαρασκευαστικές καθυστερήσεις πρόκειται να επιβαρύνουν τους επόμενους τέσσερις Προϋπολογισμούς κατά περίπου Α$11δις. Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης παραμένει σταθερός στα επίπεδα του 2.5% με προβολή για το 2016/17 στο 3%. Το επίπεδο ανεργίας θα διαμορφωθεί στο 6.25% για την τρέχουσα χρονιά με οριακά αυξητική τάση για τα επόμενα οικ. έτη. Είναι χαρακτηριστική η επιδείνωση των μεγεθών της Γενικής Κυβέρνησης αν συνυπολογιστούν οι καταθέσεις Προϋπολογισμών και οι συναφείς αναθεωρήσεις των για την τριετή περίοδο 2012-2015.

 
Φόρος Αγαθών και Υπηρεσιών / GST(Goods & Services Tax):  Παρά τις υποδείξεις του ΟΟΣΑ (Επιτροπή που συγκαλείται ανά διετία και προβαίνει σε συστάσεις προς τις χώρες-μέλη περί της τακτοποίησης των μεγεθών του Προϋπολογισμού και της εξασφάλισης οικονομικής ανάπτυξης) για την αναγκαιότητα αναδιάρθρωσης του φορολογικού συστήματος στην Αυστραλία –ιδίως στη μετά την άνθηση του κλάδου των ορυχείων εποχή- και αύξησης του εν λόγω φόρου (ΦΠΑ στην Ευρώπη), από το 10% στο 15%, ώστε να επέλθει βελτίωση των δημοσιονομικών εσόδων, η Αυστραλιανή Κυβέρνηση δήλωσε μέσω του Δ/ντος Θησαυροφύλακα και Υπουργού Οικονομικών, Mathias Cormann, πως δεν σκοπεύει επί του παρόντος να φέρει στο τραπέζι το ζήτημα χωρίς όμως να αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο. Παράλληλα, εκφράστηκε υπέρ της επιβολής του φόρου στα φρέσκα τρόφιμα κατόπιν και των δηλώσεων του Π/Θ της Πολιτείας της Δυτικής Αυστραλίας, Colin Barnett, πως θα πέρναγε απαρατήρητη μια τέτοια κίνηση, η οποία δεν είχε επιβληθεί εξ’ αρχής της επιβολής του εν λόγω φόρου (το 2000 επί Κυβέρνησης Φιλελευθέρων) με το επιχείρημα της περαιτέρω επιβάρυνσης των χαμηλών εισοδηματικών τάξεων. Το όλο ζήτημα αναμένεται να ανακινηθεί κατά τη διαδικασία αναθεώρησης της Λευκής Βίβλου για τη Φορολογία εντός του 2015.

Χαρακτηριστική υπήρξε η δήλωση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης περί της μη διακράτησης ακόμα μιας προεκλογικής υπόσχεσης περί μη αλλαγής του καθεστώτος του ΦΑΥ: “every time they go to the checkout, Australian families would have to pay more for Tony Abbott’s pre-election lies”. Να σημειωθεί πως το κύριο επιχείρημα του Philip Hemmings, δ/ντή οικονομικών μελετών στον ΟΟΣΑ, για την αύξηση του ΦΑΥ (Φόρου Αγαθών και Υπηρεσιών) είναι η δημιουργία ταμείου (welfare fund) το οποίο θα δύναται να εξασφαλίζει τις πολυπόθητες κοινωνικές παροχές, οι οποίες κατά την τρέχουσα διακυβέρνηση τελούν υπό αμφισβήτηση, δίδοντας τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να αντιπαρέλθει και τα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης περί “fairness grounds”.

Σε στατιστικούς όρους, τα δημοσιονομικά έσοδα της Αυστραλίας από τους έμμεσους φόρους προσεγγίζουν το 7% του ΑΕΠ όταν ο μέσος όρος για τις χώρες ΟΟΣΑ ανέρχεται στο 12%. Παράλληλα, υπάρχουν εύλογα περιθώρια αύξησης του ΦΑΥ δεδομένου του ύψους του φόρου στις υπόλοιπες χώρες ΟΟΣΑ, που υπερβαίνει το 20%.

Έτερο βασικό επιχείρημα για την αύξηση του φόρου είναι η συνεπακόλουθη ελάφρυνση του φόρου εισοδήματος νοικοκυριών και επιχειρήσεων με σημαντικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στις συνθήκες εύρεσης εργασίας, στις καταναλωτικές και επενδυτικές δαπάνες μέσω των συνεπαγόμενων αυξήσεων κερδών και μισθών, δημιουργώντας παράλληλα αποτελεσματικότερες συνθήκες ανταγωνισμού στην οικονομία και καταγράφοντας ξεκάθαρα τια αντιλήψεις του οργανισμού περί της υιοθέτησης της οικονομικής θεωρίας περί της λειτουργίας των «αυτόματων σταθεροποιητών» στην οικονομία. Μια από τις καθοριστικότερες παραμέτρους επιβολής του ΦΑΥ ήταν να αφεθούν οι επί μέρους Πολιτείες να διαχειρίζονται τα έσοδα που σχετίζονται με την επιβολή του.

 
Νομισματική Πολιτική
Η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας παραμένει προσηλωμένη στο στόχο διολίσθησης της ισοτιμίας του Αυστραλιανού νομίσματος, ως παράγοντα ενδυνάμωσης της εθνικής οικονομίας σε αντιδιαστολή με τη διανύουσα περίοδο μείωσης των ρυθμών επένδυσης από τις εταιρείες ορυκτών σε συνάρτηση με τη δραματική πτώση τιμών των ορυκτών, στοιχεία που έχουν διαμορφώσει κλίμα μείωσης των δημοσιονομικών εσόδων. Για το 2015 η Κεντρική Τράπεζα εκτιμάται, από παράγοντες της χρηματαγοράς, ότι πρόκειται να προβεί σε περαιτέρω αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού ώστε να δώσει περισσότερη ώθηση στην οικονομία αποφεύγοντας το ενδεχόμενο εισόδου σε περίοδο ύφεσης. Το ευτύχημα πάντως είναι ότι τα νομισματικά εργαλεία αντέχουν σε μεγαλύτερες πιέσεις της οικονομίας διαθέτοντας σημαντικά ακόμη περιθώρια ευελιξίας. Το στοιχείο αυτό εξάλλου είχε προβλεφθεί και από χρηματοοικονομικούς κύκλους από την εποχή της Κυβέρνησης των Εργατικών επί εποχής του βραβευμένου Θησαυροφύλακα Wayne Swan, όταν δημιούργησε σχετική εκτροπή των δημοσιονομικών μεγεθών (αύξηση των κοινωνικών δαπανών) αποτρέποντας ύφεση της Αυστραλιανής οικονομίας με τα νομισματικά όμως εργαλεία (συναλλαγματική ισοτιμία, βασικό διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού) ισχυρά, δημιουργώντας τις συνθήκες για την υλοποίηση πολιτικής ευελιξίας που διαβλέπουμε σήμερα. Σημειώνεται ότι ο Κεντρικός τραπεζίτης της χώρας, Glenn Stevens, έχει παραμείνει στη θέση του επιβεβαιώνοντας την προσήλωση στη συνέχεια της άσκησης της νομισματικής πολιτικής από την τρέχουσα διακυβέρνηση των Φιλευλευθέρων. Η συναλλαγματική ισοτιμία του εθνικού νομίσματος έχει σπάσει κατά πολύ το ψυχολογικό όριο των US$0.85 (ισοτιμία τέλους Δεκεμβρίου 2014 στα $0.8150) απέχοντας παρασάγκας από τις “above the parity” συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί τα προηγούμενα έτη (από την έναρξη της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης) όταν το Αυστραλιανό δολλάριο υπερέβαινε το US$1.00, καθιστώντας το εξαιρετικά ισχυρό στη διεθνή αγορά χρήματος και παράγοντα προσέλκυσης κεφαλαίων. Πάντως ο Κεντρικός Τραπεζίτης ξεκαθάρισε ότι η οικονομία δεν κινδυνεύει άμεσα να απωλέσει τη αξιολόγηση «ΑΑΑ» δεδομένων των σημαντικών θεμελιωδών της μεγεθών διευκρινίζοντας χαρακτηριστικά: “The economy is not in recession, it’s not contracting, we ‘re not having hundreds of thousands of jobs lost over a year, so I think we need to be careful with the language, just to convey to people what’s going on”.

O Κεντρικός Τραπεζίτης υπεραμύνθηκε της πολιτικής του να διατηρήσει τα επιτόκια δανεισμού στα χαμηλά βιώσιμα επίπεδα του 2.5% (τα χαμηλότερα από τότε που ξεκίνησε ο τριετής κύκλος μείωσης) περνώντας ένα μήνυμα μακροοικονομικής σταθερότητας και προβλεψιμότητας με σκοπό την αντιστήριξη της καταναλωτικής και επενδυτικής εμπιστοσύνης. Παράλληλα άφησε αιχμές για την αναγκαιότητα αύξησης της παραγωγικότητας του εργατικού δυναμικού σε συνάρτηση με τη βέλτιστη απασχόληση των κεφαλαιακών πόρων λόγω της επιδείνωσης των όρων εμπορίου.

Η ταυτόχρονη πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου τουλάχιστον για την Αυστραλιανή οικονομία αποδεικνύεται πανάκεια λόγω της μεταφοράς πόρων εισοδήματος (νοικοκυριών και επιχειρήσεων) σε άλλες δραστηριότητες βελτιώνοντας τους δείκτες κεφαλαιακής απόδοσης. Επίσης χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Glenn Stevens περί των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της Αυστραλιανής οικονομίας όπoυ το 2005 πριν την περίοδο της έντονης επένδυσης στον κλάδο των ορυχείων και με τιμή του σιδηρομεταλλεύματος περί τα US$35/τόννο, ένα εμπορικό πλοίο μετέφερε το ισοδύναμο 2,200 τηλεοπτικών δεκτών τεχνολογίας πλάσμα, το 2010 που η τιμή του ορυκτού είχε προσεγγίσει τα US$190/τόνο μετέφερε το ισοδύναμο 22,000 δεκτών και το 2014, που η τιμή έχει μειωθεί κάτω των US$70/τόνο, 17,000 δεκτών ξεκαθαρίζοντας ότι δεν έχει επέλθει επιδείνωση στη δημοσιονομική εικόνα της χώρας παρά την πτώση της διεθνούς τιμής του εν λόγω ορυκτού και τη λογικά συνεπαγόμενη μείωση της τιμής της τεχνολογίας πλάσμα.

 
Μεταναστευτική Πολιτική για Προσέλκυση Επενδύσεων
Η Κοινοπολιτειακή κυβέρνηση φέρεται διατεθειμένη να προβεί σε σημαντικές αλλαγές του καθεστώτος θεωρήσεων εισόδου για επενδυτικούς σκοπούς αποδίδοντας σημασία στον προσανατολισμό των εισερχομένων στη χώρα κεφαλαίων από τις επενδύσεις χαμηλού ρίσκου (κρατικά ομόλογα) σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την εν γένει ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας όπως οι εταιρείες επιχειρηματικών συμμετοχών και οι εταιρείες που χαρακτηρίζονται από σχετικά χαμηλή χρηματιστηριακή αποτίμηση ($50-400εκ).  Η διαφοροποίηση αυτή του χρηματοοικονομικού χαρτοφυλακίου αναμένεται να κατευθύνει ταμειακά διαθέσιμα προς περισσότερο παραγωγικές χρηματοοικονομικές δραστηριότητες.

 
Οικονομικοί Κλάδοι
Ενέργεια: Η κυβέρνηση μέσω του αρμόδιου Υπουργού Βιομηχανίας, Ian Macfarlane, ανακοίνωσε τη προτιθέμενη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δεχόμενη τις άμεσες κριτικές περί απομείωσης της αξίας δεκάδων δισ. δολλαρίων επενδεδυμένων στον κλάδο και παρά τη δημόσια προτίμηση για την ηλιακή ενέργεια (είναι εγκατεστημένη σε 1.3 εκ. Αυστραλιανά νοικοκυριά και δεκάδες χιλιάδες επιχειρησιακά συγκροτήματα). Σημειώνεται ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία, το Κόμμα των Φιλελευθέρων (τρέχουσα κυβέρνηση) είχε δεσμευτεί για την κατάργηση του φόρου του άνθρακα όχι όμως για την αλλαγή του στόχου 20% συμμετοχής των ανανεώσιμων πηγών στο συνολικό ενεργειακό μίγμα της χώρας, μέχρι το 2020. Το επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι με τη σταδιακή μείωση της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης η πραγματική και μη πλασματική πράσινη ενέργεια 20%, με βάση την αναγωγή στο έτος σταθμό 2020, αντιστοιχεί σε 26,000 Gwh και όχι 41,000 όπως μέχρι πρόσφατα υπολογιζόταν. Οι αντιδράσεις εκπροσώπων της «πράσινης» βιομηχανίας κατηγόρησαν την κυβέρνηση ότι επί της ουσίας στηρίζει τη βιομηχανία άνθρακα και δημιουργεί συνθήκες αύξησης των κερδών των μεγάλων παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας. Η αξιωματική αντιπολίτευση, δια στόματος Σκιώδους Θησαυροφύλακα, Chris Bowen, τόνισε πως δεν πρόκειται να στηρίξει το μέτρο διότι επί της ουσίας αντιστοιχεί σε δραματική μείωση κατά 40% στο στόχο των ΑΠΕ.

 
Τραπεζικός Τομέας: Η Ανεξάρτητη Αρχή APRA/Australian Prudential Reguatory Authority αρμόδια για την εύρυθμη λειτουργία της χρηματαγοράς εξέδωσε τη Λευκή Βίβλο, παρά τις αντιδράσεις των εμπορικών τραπεζών, περί διακράτησης μεγαλύτερου ποσοστού καταθέσεων επί των συνολικών χορηγούμενων δανείων (ιδίως εκείνων για αγορά κατοικιών που οδήγησε τον οικιστικό κατασκευαστικό κλάδο ήταν σε έξαρση κατά την τελευταία διετία λόγω και της αθρόας ζήτησης από την Ανατολική Ασία) στο πλαίσιο των όρων λειτουργίας με βάση τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας «Βασιλείας ΙΙI».

Τα αποτελέσματα των τεστ προσομοίωσης ακραίων χρηματοπιστωτικών σεναρίων που διεξήγαγε η Αυστραλιανή Κυβέρνηση κατέδειξαν ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (Commonwealth, NAB, Westpac, ANZ) χρειάζονται επιπλέον κεφαλαιακή ενίσχυση 25 δισ. δολαρίων. Πρόκειται για τον πρώτο έλεγχο της κυβέρνησης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας από το 1997, τα πορίσματα του οποίου παρουσίασαν από κοινού ο Θησαυροφύλακας, Joe Hockey και ο Πρόεδρος της APRA, Alan Murray. Εν τοις πράγμασι, οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες της Αυστραλίας διατηρούν δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (κεφάλαια πρώτης διαβάθμισης) Tier 1 που κυμαίνεται μεταξύ 10.0% και 11.6%, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις θεωρούμενες ασφαλείς τράπεζες παγκοσμίως φθάνει υπερβαίνει το 12.0%. Έτσι η αρμόδια αρχή καλεί τις συστημικές τράπεζες της Αυστραλίας να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια ώστε να μπορούν να αντέξουν ζημίες δεδομένης και της υψηλής χρηματοδότησης από ξένους επενδυτές. Σημειώνεται ότι οι εν λόγω τράπεζες έχουν ήδη αυξήσει τα κεφάλαιά τους κατά Α$34.5 δισ. σε διάστημα τεσσάρων ετών (Οκτ.2010-Σεπ.2014) καθώς σημείωσαν κερδοφορία ρεκόρ επί πέντε συναπτά έτη και έχουν αντλήσει πρόσθετα Α$17.7 δισ. από πωλήσεις μετοχών κατά τη διετία 2008-2009.

 
Αυστραλιανή Διεθνής Αρχιτεκτονική
Στον απόηχο της υπογραφής του Μνημονίου Συμφωνίας Ελευθέρων Συναλλαγών με τη ΛΔ Κίνας και στο πλαίσιο της δημιουργίας του υπόβαθρου για την υπογραφή Αντίστοιχης Συμφωνίας με την Ινδία, εντός του 2015, αρχίζουν οι Κασσάνδρες περί του διλήμματος Asiaphoria” η “Asiaphobia;

Για πάνω από τρεις δεκαετίες, περίπου το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού διαβιεί σε χώρες που χαρακτηρίζονται από super-rapid growth rate, ήτοι άνω του 6% ετησίως και συγκεκριμένα στην Κίνα και την Ινδία.

Οι επιπτώσεις στη δημιουργία μιας νέας μεσο-αστικής κοινωνίας (χαρακτηρίζεται από έντονη αστικοποίηση και αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη) με σημαντικά βελτιωμένο επίπεδο διαβίωσης και μέσο κατά κεφαλή ετήσιο εισόδημα σημαντικά αυξημένο σε σχέση με πριν τριάντα χρόνια, είναι καθοριστικές για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας ολόκληρου του πλανήτη.

Η μελέτη “Australia in the Asian Century” έχει προβλέψει συνεχόμενη ανάπτυξη για τις δύο ασιατικές οικονομίες της τάξης του 7% μέχρι το 2025.

Aπομένει να δούμε εάν αυτή η τάση πρόκειται να συνεχιστεί αμείωτη, γεγονός πάντως είναι ότι στην περίπτωση της Κίνας (ο διμερής όγκος εμπορίου υπερβαίνει τα Α$150δισ) η Συμφωνία έχει χαρακτηριστεί ως το γεγονός που θα σημαδέψει την οικονομία της Αυστραλίας για όλα τα επόμενα έτη («the deal of a lifetime”).

Με τη σταδιακή απελευθέρωση του δασμολογικού καθεστώτος για τις Αυστραλιανές εξαγωγές (το 90% εντός μιας τετραετίας) αυτές αναμένεται να εκτιναχθούν στους τομείς των Αγροτικών προϊόντων -γαλακτοκομικών, κρέατος, οίνων-, ενέργειας, ορυκτών, επαγγελματικών υπηρεσιών –τουριστικών, μεταφορών-, εκπαιδευτικών υπηρεσιών και επενδύσεων -πλην των επιβουλεύσεων των Κινεζικών Κρατικών Επιχειρήσεων SOEs/State Owned Enterprises- (”you name it” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Αυστραλός Υπουργός Εμπορίου Andrew Robb ενώ η Υπουργός Εξωτερικών Julie Bishop “that’s an outstanding result: it creates jobs, it drives economic growth, it gives important benefits to exporters and creates opportunities for new businesses”).

Δυσκολίες αναμένεται να υπάρξουν για την Αυστραλιανή μεταποιητική βάση η οποία δεν θα μπορεί να ανταγωνιστεί τα Κινεζικά βιομηχανικά αγαθά που υπόκεινται σε σημαντικές οικονομίες κλίμακος και αποδοτικότητας.

Η σημαντική καινοτομία όμως αφορά το μηδενικό έλεγχο (πλην των στρατηγικών κλάδων άμυνας και αγροτικής γης) για τις Κινεζικές επενδύσεις μέχρι του ποσού του Α$1δισ. (σύμφωνα και με την πρακτική των πρόσφατα υπογραφεισών Συμφωνιών με τη Ν.Κορέα και την Ιαπωνία). 

Σύμφωνα με το Υπ.Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας, οι τρεις κύριοι άξονες που θα κινηθεί η εν λόγω Εμπορική Συμφωνία (μετά από 21 διαπραγματευτικούς γύρους που διήρκεσαν μια δεκαετία) είναι η μείωση των εμπορικών δασμών, η απάλειψη των μη δασμολογικών εμποδίων και η τόνωση του επενδυτικού ρεύματος εκατέρωθεν.  Η Αξιωματική Αντιπολίτευση και έγκριτοι δημοσιογράφοι θεωρούν -όχι αβάσιμα- ότι μια Συμφωνία αυτού του μεγέθους δύναται να αλώσει τον Αυστραλιανό επιχειρηματικό και κοινωνικό ιστό μέσω της εξαγοράς Αυστραλιανών επιχειρήσεων και της αθρόας εισόδου Κινέζων αγροτών στους Αντίποδες προς αντικατάσταση της ακριβότερης (λόγω νομοθεσίας) εγχώριας εργασίας ιδίως στους τομείς αγροτικό και ορυχείων που έτσι κι’ αλλιώς δεν είναι υψηλής εντάσεως εργασίας.

Περιττό να αναφέρουμε ότι οι ελάχιστες μεταποιητικές επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας αναμένεται να απωλέσουν θέσεις εργασίας λόγω των φθηνότερων Κινεζικών εξαγωγών, ας σημειωθεί όμως ότι ήδη μεγάλο μέρος της Αυστραλιανής μεταποιητικής βάσης έχει μεταφερθεί στην Ασιατική οικονομία.

Πηγή: Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Σύδνεϋ, Αυστραλία

Σχετικά Άρθρα