
Βοσνία και Ερζεγοβίνη: Καταγραφή εγχώριων βιομηχανικών κλάδων ενδιαφέροντος για τις ελληνικές εξωστρεφείς επιχειρήσεις
Την καταγραφή ορισμένων δεδομένων, ιδιαίτερα ενθαρρυντικών για την περαιτέρω ανάπτυξη των εξαγωγών του κλάδου τροφίμων και ποτών και άλλων σημαντικών κλάδων, στην αγορά Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, αποτυπώνει σχετική μελέτη του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβεία της Ελλάδος στο Σεράγεβο .
Τρόφιμα και Ποτά:
- «Ο κλάδος τροφίμων και ποτών ανέκαθεν αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί για την χώρα μας έναν δυναμικά εξελισσόμενο κλάδο, ανταγωνιστικό και εξωστρεφή, με έντονη επενδυτική δραστηριότητα σε διάφορες αγορές του πλανήτη, μεταξύ των οποίων και στις αγορές των χωρών της ΝΑ Ευρώπης. Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), ο κλάδος αυτός συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, κατέχοντας το 27,7% του συνόλου της μεταποιητικής βιομηχανίας της χώρας, με περισσότερες από 1.200 δραστηριοποιούμενες επιχειρήσεις, κύκλο εργασιών 16,5 δισ. ευρώ και άμεση και έμμεση απασχόληση πλέον των 360.000 εργαζομένων. Ειδικότερα, τα ελληνικά είδη διατροφής κατέχουν την πρώτη θέση στις εξαγωγές μας, καλύπτοντας το 26% του συνόλου με συνολική αξία 7,2 δις ευρώ.
- Η παρουσία παραδοσιακών εξαγωγικών προϊόντων μας, όπως είναι τα τρόφιμα και τα ποτά, στην αγορά της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, με μοναδική εξαίρεση τα νωπά αγροτικά προϊόντα (κυρίως φρούτα / εσπεριδοειδή), είναι πολύ μικρή. Αυτό συμβαίνει, παρά την γεωγραφική εγγύτητα της χώρας αυτής και παρά το γεγονός ότι θεωρητικά ανήκει σε μια παραδοσιακή για τα προϊόντα μας αγορά, όπως αυτή των Βαλκανίων. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, για το έτος 2013 οι συνολικές εξαγωγές τροφίμων και ποτών προς την Βοσνία και Ερζεγοβίνη έφθασαν τα 8.113.710 ευρώ. Εξ αυτών, τη «μερίδα του λέοντος», ήτοι αξία 5.111.802 ευρώ ή ποσοστό 63% των συνολικών εξαγωγών τροφίμων, καταλαμβάνουν τα εσπεριδοειδή – κυρίως πορτοκάλια – (δασμολογική κλάση 0805 – εσπεριδοειδή, νωπά ή ξερά) και λοιπά φρούτα και ακολουθούν διάφορα παρασκευάσματα διατροφής (δασμολογική κλάση 2106 – παρασκευάσματα διατροφής π.δ.κ.α.) με αξία 1.407.863 ευρώ ή ποσοστό 17,3% και διάφορα αλκοολούχα ποτά (δασμολογική κλάση 2208 – αποστάγματα, ηδύποτα) με αξία 1.286.601 ευρώ ή ποσοστό 15,8%. Οι λόγοι στους οποίους οφείλεται αυτή η ισχνή παρουσία μας στην αγορά της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, είναι αρκετοί και είναι τόσο γενικής φύσεως (που ισχύουν και στις περιπτώσεις άλλων χωρών πλήν της δικής μας) όσο και ειδικής φύσεως.
- Οι γενικοί λόγοι είναι οι εξής: α) η απουσία ενιαίου οικονομικού και πολιτικού χώρου στην ΒκΕ, γεγονός που την καθιστά χώρα με ασταθές οικονομικό περιβάλλον. Η ύπαρξη των δύο Οντοτήτων, της Federacija BiH και της Republika Srpska, λειτουργεί στο οικονομικό-εμπορικό επίπεδο, αντιπαραγωγικά για την χώρα (π.χ. δημιουργία ανελαστικών δαπανών) , β) η ιδιαίτερα εκτεταμένη γραφειοκρατία, η οποία συνιστά ανασταλτικό παράγοντα για την περαιτέρω ανάπτυξη εμπορικών και οικονομικών σχέσεων. Παράλληλα, η αγοραστική δύναμη του μέσου καταναλωτή είναι ιδιαίτερα χαμηλή, εφόσον ο μέσος μηνιαίος μισθός κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (βλέπε και παρακάτω), γ) υψηλά ποσοστά οικονομικής διαφθοράς και παραοικονομίας (shadow or informal market).
- Οι ειδικοί λόγοι, οι οποίοι αφορούν στην προσπάθεια της Ελλάδας και των Ελλήνων εξαγωγέων να προσεγγίσουν την αγορά της ΒκΕ είναι οι εξής: α) οι ντόπιοι εισαγωγείς, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν καλά την ποιότητα και αναγνωρισιμότητα των προϊόντων μας, θεωρούν ότι είμαστε «ακριβοί» για τα δικά τους δεδομένα (βλέπε αναλυτικότερα κατωτέρω ποια είναι τα ιδιαίτερα δεδομένα της αγοράς της ΒκΕ), ενώ εγείρεται συχνά και το ζήτημα του τρόπου και του κόστους μεταφοράς των προϊόντων, β) δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα κάποια συμμετοχή και παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων του κλάδου σε μεγάλες εμπορικές-κλαδικές Εκθέσεις του κλάδου τροφίμων και ποτών στη ΒκΕ, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει επαρκής προβολή των ελληνικών προϊόντων, των Ελλήνων παραγωγών και ελληνικών επιχειρήσεων και η δυνατότητα δημιουργίας επιχειρηματικών επαφών, γ) η μη εισέτι πραγματοποίηση επιχειρηματικής αποστολής, με την έλευση ελληνικών εξαγωγικών εταιρειών του κλάδου στη ΒκΕ, παρά τις επανειλημμένες εισηγήσεις και προτάσεις του Γραφείου ΟΕΥ της Πρεσβείας, σαφέστατα δεν συνδράμει την προσπάθεια στόχευσης των ελληνικών εξαγωγών στη συγκεκριμένη αγορά, και μάλιστα σε μια χώρα στην οποία ο παράγων «προσωπική επαφή» διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο.
- Έχει εκδηλωθεί πολλάκις κατά το πρόσφατο παρελθόν το ενδιαφέρον μεγάλων τοπικών εταιρειών διανομής και marketing προϊόντων FMCG (Fast-Moving Consumer Goods) καθώς και μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων λιανικής πώλησης, για εκκίνηση συνεργασίας με ελληνικές εταιρείες του κλάδου τροφίμων και ποτών. Το ενδιαφέρον αφορά την εξέταση της προοπτικής εισαγωγής παραδοσιακών εξαγωγικών προϊόντων του κλάδου τροφίμων και ποτών της χώρας μας, κυρίως προϊόντα ΠΟΠ όπως το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, οι ελιές, το τυρί φέτα καθώς και οι οίνοι ΟΠΑΠ και ΟΠΕ. Ωστόσο, το σχετικό ενδιαφέρον δεν καταλήγει μέχρι στιγμής σε κάποια συνεργασία, κυρίως διότι θεωρούμαστε «ακριβοί» για τα δεδομένα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.
Πιο συγκεκριμένα, οι τιμές εξαγωγής που δίνουν οι Ελληνικές επιχειρήσεις στις επαφές τους με τοπικές εταιρείες εισαγωγής-διανομής είναι στο ίδιο επίπεδο με τις τιμές που έχουν τα αντίστοιχα προϊόντα άλλων χωρών – αμφίβολης ποιότητας – στα ράφια των καταστημάτων λιανικής, με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα το τυποποιημένο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο. Επιπλέον, οι εταιρείες εισαγωγής-διανομής είναι υποχρεωμένες να καταβάλουν δαπάνη τοποθέτησης («brand registration fee») – πολλές φορές αρκετά υψηλή (κυμαίνεται από 1000 έως 5000 ευρώ) – στις μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων λιανικής πώλησης για κάθε νέο σήμα (brand) που τοποθετείται στα ράφια τους συν επιπλέον δαπάνη (γύρω στα 200 ευρώ) για κάθε νέο προϊόν του ιδίου σήματος. Τα δεδομένα αυτά καθιστούν μέχρι στιγμής ασύμφορη για τις εταιρείες αυτές τη συνεργασία με ελληνικές εταιρείες του κλάδου τροφίμων και ποτών.
- Τα ιδιαίτερα δεδομένα της αγοράς της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης που καθιστούν δυσχερέστερη την προοπτική αύξησης των ελληνικών εξαγωγών προϊόντων του κλάδου τροφίμων και ποτών, είναι τα εξής:
α) η τιμή και όχι η ποιότητα είναι ο πρωταρχικός παράγων που επηρεάζει την απόφαση αγοράς τροφίμων του Βόσνιου καταναλωτή (η προτίμηση είναι για μεγάλες οικονομικές συσκευασίες σε χαμηλότερες τιμές), κατ’ αντιδιαστολή με την εστίαση από την χώρα μας στην ποιότητα και ασφάλεια του παραγόμενου προϊόντος. Επιπλέον, το “value for money”, σε γενικές γραμμές, δεν αντικατοπτρίζει τις προτιμήσεις της πλειοψηφίας του αγοραστικού κοινού.
β) η κακή οικονομική κατάσταση της χώρας η οποία επιδεινώθηκε έτι περαιτέρω με τις φυσικές καταστροφές του Μαΐου 2014, η ραγδαία πτώση των ξένων επενδύσεων και η απόσυρση μεγάλου αριθμού ήδη εγκατεστημένων ξένων επενδυτών (π.χ. μεγάλοι όμιλοι αλυσίδων καταστημάτων λιανικής πώλησης) με πολυετή παρουσία στην αγορά της ΒκΕ από την εγχώρια αγορά. Το χαμηλό επίπεδο μέσου μηνιαίου μισθού (427 ευρώ κατά το α’ εξάμηνο 2014) καθιστά χαμηλότερη την αγοραστική δύναμη του καταναλωτικού κοινού. Τέλος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας (27,5% επισήμως καταγεγραμμένο για το 2013) ιδίως στις αγροτικές περιοχές, όπου ζεί και η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας (60%).
γ) χαμηλής ποιότητας και τιμής ανταγωνιστικά προς εμάς προϊόντα (πολλές φορές και παρανόμως εισαγόμενα) από γειτονικές χώρες και κυρίως χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας (ευνοϊκό πλαίσιο Συμφωνίας CEFTA) κατακλύζουν τα καταστήματα λιανικής πώλησης της ΒκΕ.
δ) η περιορισμένη πρόσβαση σε πιστωτικές διευκολύνσεις για τις μικρομεσαίες κυρίως επιχειρήσεις του κλάδου αλλά και άλλων κλάδων, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια δανεισμού δυσχεραίνουν τις δυνατότητές τους για αύξηση των εισαγωγών.
ε) οι κακές υποδομές του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας και η απουσία σύγχρονων αυτοκινητοδρόμων και σύγχρονων υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών δυσχεραίνουν το μεταφορικό έργο και μαζί με αυτό και τις προοπτικές θεαματικής βελτίωσης του όγκου και της αξίας των διμερών εμπορικών συναλλαγών.
ζ) τα διαφορετικά συστήματα διανομής και φορολογίας στις δύο Οντότητες και η δυσκολία εντοπισμού ενός αξιόπιστου και ικανού τοπικού συνεργάτη ο οποίος θα αναλάβει το μάρκετινγκ και την διανομή του προϊόντος στην τοπική αγορά.
δ) η κουλτούρα της μεσογειακής διατροφής, με την οποία έχουν ταυτισθεί και στο πλαίσιο της οποίας έχουν προβληθεί τα περισσότερα παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα του κλάδου τροφίμων και ποτών, δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην χώρα (με εξαίρεση ίσως κάποιες περιοχές στο Νότο της χώρας, στην περιοχή της Ερζεγοβίνης) ούτε είναι ιδιαίτερα εμφανής στις διατροφικές συνήθειες των εγχώριων καταναλωτών. Αντίθετα, είναι πιο ισχυρά τα κεντροευρωπαϊκά πρότυπα διατροφής (υψηλή κατανάλωση κόκκινου κυρίως κρέατος, πατάτας, ρυζιού και λαχανικών)
ε) ειδικά για την περίπτωση του τυριού Φέτα-ΠΟΠ, παράγονται ή εισάγονται και διατίθενται προϊόντα με χαρακτηριστικά λευκού τυριού άλμης στην αγορά της ΒκΕ με την ονομασία «FETA» (στις περισσότερες περιπτώσεις από αγελαδινό γάλα), κατά παράβαση της καταχωρισμένης ονομασίας «ΦΕΤΑ» στο Ενωσιακό μητρώο ΠΟΠ-ΠΓΕ Κανονισμός (ΕΚ) 1829/2002 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πρεσβεία Σεράγεβο έχει κάνει πρόσφατα σχετική καταγγελία στις αρμόδιες τοπικές αρχές, οι οποίες σύμφωνα με την ενδιάμεση εμπορική Συμφωνία ΕΕ-ΒκΕ (2008 – Άρθρο 16) οφείλουν να προστατεύουν τις γεωγραφικές ενδείξεις. Έκτοτε, ωστόσο δεν έχει σημειωθεί κάποια εξέλιξη.
στ) το τυποποιημένο ελαιολάδο, αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό της τάξεως του 2%-3% της αγοράς του κλάδου τροφίμων. Ειδικότερα το ελαιόλαδο της κατηγορίας «premium high quality olive oil» που αφορά κυρίως το «εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο» (extra virgin olive oil) το οποίο παράγει και εξάγει σε μεγάλες ποσότητες η χώρα μας, εισάγεται σε μικρότερες ποσότητες σε σχέση με άλλα ελαιόλαδα (όπως το «παρθένο-virgin» ή το «πυρηνέλαιο-pomace») και άλλα λάδια στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη (π.χ. ηλιέλαιο, σπορέλαιο). Επιπλέον, το ελαιόλαδο δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην τοπική μαγειρική (με εξαίρεση τα gourmet εστιατόρια, τις κοινότητες των εκπατριζομένων-expatriates και καταναλωτές με διαθέσιμο εισόδημα και διάθεση να ξεφύγουν από τις «mainstream» διατροφικές/καταναλωτικές συνήθειες στη χώρα).
ζ) η αγορά οίνου, σε γενικές γραμμές, στη ΒκΕ έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μόλις την τελευταία δεκαετία με δεκαπενταετία. Μαζί με αυτήν, αναπτύσσεται αργά αλλά σταθερά και το αντίστοιχο ενδιαφέρον των καταναλωτών. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση κρασιού στη ΒκΕ, παρά το γεγονός ότι έχει σημειώσει αύξηση τα τελευταία χρόνια– αυξήθηκε από 2.09 lt. σε 5.40 lt. μεταξύ 1998 και 2010 και υπολογίζεται ότι μέχρι το 2021 θα φθάσει στα επίπεδα των 12,05 lt σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Food and Agriculture Organization–FAO – , είναι μέτρια εν συγκρίσει προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και προς τον μέσο όρο γειτονικών χωρών όπως η Κροατία και αυτό οφείλεται τόσο σε οικονομικούς όσο και σε πολιτιστικούς λόγους. Οι οικονομικοί σχετίζονται φυσικά με το γεγονός ότι πρόκειται, όπως αναφέραμε και παραπάνω, για μια οικονομία σε μετάβαση (economy in transition) στην οποία το διαθέσιμο εισόδημα για την αγορά καταναλωτικών προϊόντων όπως το κρασί είναι περιορισμένο. Οι πολιτιστικοί λόγοι αναφέρονται στο γεγονός ότι το 48% περίπου του πληθυσμού είναι βοσνιάκοι μουσουλμάνοι (είναι συγκεντρωμένοι κυρίως στην οντότητα της Federacija BiH), οι οποίοι κατά το μάλλον ελάχιστη ή μηδενική κατανάλωση πραγματοποιούν σε αλκοολούχα καθώς και σε χοιρινό κρέας. Επίσης, η οινική κουλτούρα δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη χώρα, τουλάχιστον όχι τόσο όσο η κουλτούρα κατανάλωσης μπύρας η οποία είναι κυρίαρχη στα Βόρεια και Ανατολικά της χώρας και κυρίως στις μικρότερες ηλικίες. Σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές οίνου στη ΒκΕ, αυτές προέρχονται τόσο από τις χώρες της περιφέρειας (π.χ. Σερβία, Κροατία, Σλοβενία, Μαυροβούνιο, ΠΓΔΜ) όσο και από άλλες χώρες (Ε.Ε. και οινικές χώρες του Νέου Κόσμου όπως Αυστραλία, Χιλή, ΗΠΑ, Αργεντινή, Ν. Αφρική κλπ.). Η εισαγωγή και διανομή οίνων στη ΒκΕ, γίνεται από τοπικά κανάλια διανομής τα οποία διανέμουν τα προϊόντα σήματός τους (brands) στις κάβες και στις αλυσίδες λιανικής πώλησης. Όσον αφορά τις χώρες προέλευσης των εισαγομένων οίνων, σύμφωνα με στοιχεία του FAO για το έτος 2008, σχεδόν το ήμισυ (49%) προέρχονται από τη Σερβία, 20% από το Μαυροβούνιο, 13% από την Κροατία, 10% από τη Σλοβενία και ένα 4% περίπου από την ΠΓΔΜ. Το υπόλοιπο 4% των εισαγόμενων οίνων προέρχονται από άλλες χώρες, εκ του οποίου το 1,1% (2,5% της αξίας του συνόλου των εισαγόμενων οίνων) από τη Γαλλία και την Ιταλία μαζί (οι 2 κύριες χώρες που πραγματοποιούν εξαγωγές οίνου στη ΒκΕ, ακολουθούμενες από την Ισπανία). Η Ελλάδα δεν πραγματοποιεί μέχρι σήμερα εξαγωγές οίνων στην ΒκΕ.
η) δυσοίωνες εξελίξεις λαμβάνουν χώρα τους τελευταίους μήνες στην εγχώρια αγορά αλυσίδων καταστημάτων λιανικής πώλησης. Μεγάλοι ξένοι επενδυτές με πολυετή παρουσία στην αγορά της ΒκΕ αποφάσισαν να αποσυρθούν από την εγχώρια αγορά, με σημαντικότερες αιτίες για την απόφασή τους αυτή το φτωχό επιχειρηματικό-επενδυτικό περιβάλλον, την πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα-αστάθεια, την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στη χώρα και τα υψηλά γραφειοκρατικά και διοικητικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν στην ανάπτυξη και συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους στη χώρα. Το κενό που δημιουργείται σπεύδουν να καλύψουν κυρίως εγχώριες επιχειρήσεις (π.χ. η «Bingo d.o.o.» στην Federacija BiH και η «Tropic Group» στην Republika Srpska) με φιλοδοξία να καταστούν μεσοπρόθεσμα σημαντικοί έως και κυρίαρχοι «παίκτες» στην εγχώρια αγορά. Οι εγχώριες αυτές επιχειρήσεις προσανατολίζονται σε μια πολιτική που θα έχει άξονα την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και των τοπικών παραγωγών και την προώθηση των τοπικών προϊόντων έναντι των εισαγομένων, κυρίως για τις κατηγορίες προϊόντων στις οποίες η χώρα έχει μεγάλη παραγωγή (π.χ. αγροτικά προϊόντα όπως κρέας, πουλερικά, αυγά, γαλακτοκομικά, φρούτα και λαχανικά). Στην ίδια γραμμή πλεύσης, το κράτος προσανατολίζεται σε λήψη μέτρων για την προστασία των εγχώριων παραγωγών κυρίως στον αγροτικό τομέα – ενδεχομένως και μέτρα anti-dumping. Η κυριότερη αιτία είναι ότι, η ΒκΕ, ως χώρα με μικρή αγορά και η οποία πρωτίστως εισάγει τρόφιμα και λοιπά καταναλωτικά προϊόντα, αισθάνεται ευάλωτη απέναντι στις τρέχουσες διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις στον εμπορικό τομέα (π.χ. ρωσικό εμπάργκο στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων προέλευσης Ε.Ε., φόβος ότι η εγχώρια αγορά θα κατακλυστεί σταδιακά από φθηνά προϊόντα προέλευσης Ε.Ε. εις βάρος των τοπικών παραγωγών, στην προσπάθεια Ευρωπαίων παραγωγών να αναζητήσουν εναλλακτικές αγορές για τα προϊόντα τους).
- Καταγράφονται ωστόσο και ορισμένα δεδομένα ενθαρρυντικά για την περαιτέρω ανάπτυξη των εξαγωγών του κλάδου τροφίμων και ποτών.
α) η τοπική παραγωγή τροφίμων δύναται να χαρακτηριστεί ως ανεπαρκής για να καλύψει τις ανάγκες όλης της χώρας, με αποτέλεσμα οι εισαγωγές τροφίμων στην Βοσνία και Ερζεγοβίνη να είναι σχεδόν τριπλάσιες σε σχέση με τις εξαγωγές της και να εξακολουθούν να καταγράφουν αυξητική τάση. Υπολογίζεται ότι η Βοσνία και Ερζεγοβίνη εισάγει ετησίως κατά μέσο όρο τρόφιμα και ποτά αξίας περίπου 1,5 δις. BAM (+- 767 εκατ. ευρώ), ακόμη και σε κατηγορίες τροφίμων και ποτών όπου καταγράφεται υψηλή εγχώρια παραγωγή (π.χ. κρέας, πουλερικά, γαλακτοκομικά, μπύρα, φρούτα).
β) οι εισαγωγικοί δασμοί στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη είναι χαμηλότεροι σε σχέση με γειτονικές χώρες και άλλες χώρες της περιφέρειας (εκτός Ε.Ε.).
γ) χαμηλό, συγκριτικά με άλλες χώρες, κόστος παρουσίασης και προώθησης νέων προϊόντων σε επαγγελματίες και καταναλωτικό-αγοραστικό κοινό, μέσω της διαφήμισης σε τοπικά και περιφερειακά έντυπα, ραδιοτηλεοπτικά και ψηφιακά και μέσω της διοργάνωσης προωθητικών ενεργειών σε καταστήματα αλυσίδων λιανικής (in-store promotions, product tastings).
δ) ταχεία και θεαματική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια του τομέα των «Εμπορικών Εκθέσεων» (trade fairs) στην Βοσνία και Ερζεγοβίνη, οι οποίες αποτελούν ένα από τα πλέον αποτελεσματικά εργαλεία αφ’ ενός για την προβολή και προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών και αφ’ ετέρου για τον εντοπισμό δυνητικών εταίρων, τοπικών εισαγωγέων και διανομέων. Οι Εκθέσεις αυτές, οι οποίες διοργανώνονται σε περιοδική βάση σε ολόκληρη την χώρα (π.χ. στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Σεράγεβο, το Μόσταρ, η Μπάνια Λούκα αλλά και σε μικρότερες πόλεις όπως η Ζένιτσα, η Τούζλα και το Μπίχατς) προσελκύουν το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή όλο και περισσότερων επισκεπτών καθώς και συμμετεχόντων από όλο τον κόσμο.
ε) η εσωτερική κατανάλωση τροφίμων και ποτών καλύπτει επίσης τα προϊόντα που καταναλώνονται από όσους επισκέπτονται τη χώρα (η ΒκΕ είναι χώρα η οποία σημειώνει ανάπτυξη της «τουριστικής βιομηχανίας» τα τελευταία χρόνια), από τους business travelers, τους εκπροσώπους των πολλών Διεθνών Οργανώσεων και της διεθνούς κοινότητας που εδρεύουν στη χώρα και από τους πολλούς εκπατριζομένους-expatriates που διαμένουν και εργάζονται στην χώρα, κατηγορίες με διαφορετικά ποιοτικά κριτήρια εν συγκρίσει προς τον τοπικό πληθυσμό. Η αύξηση της παρουσίας ξένων υπηκόων και επισκεπτών στη ΒκΕ μέσα στα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι θα αυξήσει αναλόγως και το ενδιαφέρον για την εισαγωγή και κατανάλωση ποιοτικών καταναλωτικών προϊόντων.
στ) έχει διαμορφωθεί ήδη brand name για το ελληνικό κονσερβοποιημένο ροδάκινο, με παρουσία στα περισσότερα καταστήματα λιανικής της ΒκΕ.
ζ) ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στη μεγάλη επιτυχία που γνωρίζουν οι ελληνικές εξαγωγές νωπών αγροτικών προϊόντων στην ΒκΕ. Υπάρχει αυξητική τάση σε παρουσία νωπών αγροτικών προϊόντων, κυρίως πορτοκάλια Αργολίδος-Ναυπλίου-Κρήτης, ροδάκινα Πέλλης-Ημαθίας, ακτινίδια Πιερίας, καρπούζια Ηλείας. Στην αγορά της ΒκΕ υπάρχουν τα περισσότερα νωπά προϊόντα που εξάγει η χώρα μας, λόγω ποιότητας, ανταγωνιστικής τιμής και δυνατότητα άμεσης πρόσβασης-παράδοσης οδικά, χωρίς την χρήση σε πολλά προϊόντα ψυγείων TIR. Τα φρούτα και λαχανικά (ιδιαίτερα τα πορτοκάλια και λοιπά εσπεριδοειδή, τετραψήφιος κωδικός εμπορευμάτων 0805 συνδυασμένης ονοματολογίας) είναι αρκετά υψηλά σε αξία εξαγωγών της Ελλάδος πρός τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη σε σχέση με άλλα προϊόντα της κατηγορίας τρόφιμα. Σύμφωνα με στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, το 2012, η αξία εξαγωγών μας σε φρούτα και λαχανικά έφτασε τα 8.384.306 Konvertibilna Marka (+- 4.286.827 ευρώ), ενώ το 2013 αυξήθηκε σε 10.906.518 Konvertibilna Marka (+- 5.576.414 ευρώ καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στις εξαγωγές μας μετά τα προϊόντα αλουμινίου. Το Γραφείο ΟΕΥ Σεράγεβο, σε συνεργασία με τους εκθεσιακούς Οργανισμούς ΔΕΘ και HELEXPO, έχει ήδη αποστείλει πρόσκληση και επίσημη ενημέρωση διοργανωτών Διεθνούς Εκθέσεως «FRESKON» που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη από 23-25 Απριλίου 2015 προς το Επιμελητήριο Εξωτερικού Εμπορίου ΒκΕ και επιχειρηματικούς φορείς / δυνητικούς αγοραστές ελληνικών φρούτων και λαχανικών από τη ΒκΕ. Η εν λόγω Έκθεση, της οποίας η υλοποίηση λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του προγράμματος προσέλκυσης και φιλοξενίας εμπορικών επισκεπτών, Hosted Buyers Program, θα διεξαχθεί για πρώτη φορά το 2015 και αφορά στη διακίνηση φρέσκων φρούτων και λαχανικών της ευρύτερης περιοχής Νοτιοανατολικής Ευρώπης προς την παγκόσμια αγορά και αντίστροφα [http://freskon.helexpo.gr/freskon/].
8.Ο εντοπισμός και η εκκίνηση συνεργασίας με τον κατάλληλο συνεργάτη / ατζέντη ή κανάλι διανομής (distribution channel) αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο εισόδου στην αγορά τροφίμων, ποτών και γενικά καταναλωτικών προϊόντων της ΒκΕ. Οι μεγάλοι κυρίως χονδρέμποροι-διανομείς τροφίμων και ποτών – συνήθως τοπικές ή περιφερειακές εταιρείες FMCG – αναλαμβάνουν την εισαγωγή (μεταφορά και αποθήκευση) και την διανομή του προϊόντος στην εγχώρια αγορά, την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτήν, χρηματοδότηση και βασική ασφάλιση του προϊόντος. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι δεν καλύπτουν όλοι οι χονδρέμποροι-διανομείς και τις δύο οντότητες της χώρας. Αυτός ο παράγοντας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι δύο οντότητες έχουν διαφορετικά συστήματα διανομής, καθιστά απαραίτητο είτε τον εντοπισμό ενός αξιόπιστου εταίρου ο οποίος καλύπτει το μάρκετινγκ και τη διανομή και στις δύο οντότητες είτε την ανάπτυξη πολλαπλών καναλιών διανομής και συνεργασίας με φορείς και από τις δύο οντότητες. Κάποιες εταιρείες από χώρες με ισχυρή επιχειρηματική/εμπορική παρουσία στη ΒκΕ (π.χ. Αυστρία, Γερμανία, Κροατία, Σερβία, Ιταλία), έχουν ανοίξει τοπικά γραφεία αντιπροσώπου (representative office) με σκοπό τον έλεγχο των καναλιών διανομής, ενώ για τον ίδιο σκοπό κάποιες άλλες ξένες εταιρίες βασίζονται σε πολύ στενούς δεσμούς συνεργασίας που έχουν οικοδομήσει εδώ και χρόνια με ισχυρούς τοπικούς διανομείς (σημαντικό πλεονέκτημα στην περίπτωση αυτή έχουν εταιρείες από χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας).
Γενικότερα, ως προς το σημείο αυτό, αξίζει να γίνουν δύο παρατηρήσεις: α) στη ΒκΕ, ο παράγων «προσωπική επαφή» και η οικοδόμηση «φιλικών επιχειρηματικών σχέσεων και συνεργασιών» είναι αποφασιστικής σημασίας για την επιτυχή έκβαση ενός επιχειρηματικού εγχειρήματος, β) η εγκατάσταση τοπικής παρουσίας (π.χ. τοπικό γραφείο αντιπροσώπου) και η απασχόληση επιτοπίου προσωπικού αποτελούν ενδείξεις σοβαρών προθέσεων και μακροχρόνιας δέσμευσης στην αγορά της ΒκΕ και αντιμετωπίζονται ευνοϊκά από όλους τους εμπλεκομένους.
Λοιποί κλάδοι ενδιαφέροντος:
Αλουμίνιο και προϊόντα αλουμινίου: Αποτελεί το πρώτο σε εξαγωγές προϊόν της χώρας μας προς την ΒκΕ (κυρίως προϊόντα της δασμολογικής κλάσης 2818 – Κορούνδιο τεχνητό, χημικά καθορισμένο ή μη. Οξείδιο του αργιλίου. Υδροξείδιο του αργιλίου – τα οποία για το έτος 2013 κατέγραψαν εξαγωγές ύψους 47.591.246 ευρώ). Επιπλέον, δύο ελληνικές εταιρείες αλουμινίου (μεταξύ των οποίων και η ALUMIL Α.Ε.) δραστηριοποιούνται στην αγορά της ΒκΕ.
Υφάσματα, ρούχα, υποδήματα και άλλα προϊόντα: Τα τελευταία έτη έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση των εξαγωγών μας προς τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη σε ό,τι αφορά τα προϊόντα αυτά. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία που λάβαμε από το Επιμελητήριο Εξωτερικού Εμπορίου και τη Στατιστική Υπηρεσία της ΒκΕ, στα προϊόντα της κατηγορίας “Υφάσματα, ρούχα, υποδήματα και άλλα προϊόντα” μεταξύ 2012 και 2013 σημειώθηκε αύξηση των εξαγωγών μας από 843.253 ευρώ σε 1.561.904 ευρώ, ήτοι αύξηση 46,1%, ενώ στην κατηγορία “δέρματα, γούνες και τα προϊόντα τους” (αφορά κυρίως στα ακατέργαστα δέρματα της δασμολογικής κλάσης 4101) σημειώθηκε αύξηση των εξαγωγών μας από 2.844.725 ευρώ σε 4.363.479 ευρώ, ήτοι αύξηση 34%. Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές των προϊόντων αυτής της κατηγορίας, ιδιαίτερα της κατηγορίας “δέρματα-γούνες” (13,5% των συνολικών εξαγωγών μας προς της ΒκΕ για το 2013), παρουσιάζουν αξιοσημείωτη δυναμική και ευνοϊκές προοπτικές (περαιτέρω) ανάπτυξης στην αγορά της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.
Φαρμακευτικά και παραφαρμακευτικά προϊόντα – Ιατροφαρμακευτικός εξοπλισμός – Αιθέρια έλαια – Καλλυντικά: Καταγράφεται ότι το τρέχον έτος (2014) έχει αυξηθεί κατακόρυφα, σε σχέση με προηγούμενα έτη, ο αριθμός αιτημάτων από Ελλάδα που έχει λάβει το Γραφείο μας με ενδιαφέρον για εξαγωγή αλλά και για εισαγωγή – κυρίως για αιθέρια έλαια όπου οι τιμές τους είναι πολύ χαμηλότερες σε σχέση με τις κοινοτικές χώρες – αυτών των προϊόντων. Ωστόσο, η μέχρι σήμερα παρουσία μας, σε ό,τι αφορά αυτήν την κατηγορία προϊόντων, στην αγορά της ΒκΕ δεν είναι ιδιαιτέρως υψηλή και επομένως υπάρχουν δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης των εξαγωγών μας. Η αγορά φαρμακευτικών προϊόντων της ΒκΕ γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια με όλο και περισσότερους ξένους (κυρίως πολυεθνικούς) ομίλους να εισέρχονται σε αυτήν, κυρίως στην Οντότητα της Republika Srpska. Με δεδομένο ότι τα περισσότερα φάρμακα που διατίθενται στην αγορά της ΒκΕ είναι εισαγόμενα, η αγορά αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει δυνητικά αγορά-στόχο για τις εξαγωγές ελληνικών φαρμάκων, παραφαρμάκων-καλλυντικών και ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού, προϊόντα στα οποία η χώρα μας είναι αρκετά εξωστρεφής και ιδιαιτέρως ανταγωνιστική τόσο σε επίπεδο τιμών όσο και σε επίπεδο ποιότητας.
Κατασκευαστικός Κλάδος – Μελετητικές εταιρείες: Σημειώνεται η δυνατότητα συμμετοχής ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών σε έργα υποδομής συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ, την EBRD ή άλλους Διεθνείς Χρηματοδοτικούς Οργανισμούς (IFIs). Το βασικό κατασκευαστικό «mega-project» που λαμβάνει χώρα αυτή τη στιγμή στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και το οποίο συγχρηματοδοτείται από μεγάλου βεληνεκούς αναπτυξιακές τράπεζες όπως η EIB, η EBRD και η Παγκόσμια Τράπεζα και διάφορα άλλα funds (όπως το OFID και το KFAED), η κατασκευή του «Διαδρόμου 5c», βρίσκεται σε φάση υλοποίησης. Ο οδικός αυτός άξονας που θα συνδέει μελλοντικά τον Βορρά με το Νότο της χώρας (Δαλματικές ακτές), εντάσσεται στο πλαίσιο του πανευρωπαϊκού σχεδιασμού για τις οδικές υποδομές και μεταφορές (Transeuropean Networks of Trasport Infrastructure-TEN) θα έχει μήκος 334 χιλ. Τα 66 χιλ είναι ήδη κατασκευασμένα, 47 υπό κατασκευή και για τα υπόλοιπα επίκειται η διαδικασία δημοπράτησης. Ενδιαφέρον για τα κατασκευαστικά έργα του Οδικού Άξονα «Διάδρομος 5c» έχει ήδη εκδηλώσει επιβεβαιωμένα, μέχρι στιγμής, ο ΑΚΤΩΡ του Ομίλου ΕΛΛΑΚΤΩΡ, ο οποίος έχει εγκατασταθεί ήδη στο Σεράγεβο με την επωνυμία «AKTOR d.o.o. Sarajevo» (είχε υπογράψει στις 18.06.2012 σύμβαση για την κατασκευή του έργου «Μελέτη και Κατασκευή της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων του Δήμου MOSTAR- 1η ΦΑΣΗ», στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, αξίας 10,1 εκατ. ευρώ, συγχρηματοδοτούμενου από την Παγκόσμια Τράπεζα, με περίοδο κατασκευής 25 μηνών). Επιπλέον, βρίσκονται σε προκαταρκτικό στάδιο σχεδιασμού μικρότερα έργα στον ενεργειακό κλάδο, κυρίως έργα κατασκευής υδροηλεκτρικών σταθμών που προκηρύχθηκαν πρόσφατα ή αναμένονται στο εγγύς μέλλον. Τέλος, μελετητικές εταιρείες, όπως πρόσφατα η PLANET, η NAMA και η EXERGIA, έχουν αναλάβει την υλοποίηση συμβάσεων έργων παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Μηχανισμού Προενταξιακής Βοήθειας-IPA της Ε.Ε., ενώ αυξημένο είναι το ενδιαφέρον και άλλων εταιρειών του κλάδου για ενημέρωση σχετικά με μελλοντικές προκηρύξεις συμβάσεων παροχής υπηρεσιών.»
Πηγή: Πρεσβεία της Ελλάδος στο Σεράγεβο, Γραφείο Ο.Ε.Υ.