Γνωμοδότηση –κόλαφος του ΕΣΡ για το σχέδιο νόμου των ΜΜΕ

Με επίσημη ανακοίνωσή του το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΣΡ) καταθέτει τεκμηριωμένη γνωμοδότηση σχετική με  το νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή για τα μέσα ενημέρωσης ο  υπουργός Επικρατείας.

Στην πολυσέλιδη ανάλυση  του, το ΕΣΡ με κρίνει με την δέουσα αυστηρότητα το σχέδιο νόμου, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι αποτελεί ένα σχέδιο νόμου

παλαιολιθικής αντίληψης που επαναλαμβάνει, σε μεγάλο βαθμό, διατάξεις που ρυθμίζουν την αναλογική τηλεόραση και το ραδιόφωνο, αναγόμενες, ορισμένες εξ αυτών στο 1995!

-κλειστοφοβικής νοοτροπίας σχετικά με τα νέα μοντέλα ανάπτυξης και παροχής οπτικοακουστικών υπηρεσιών, με την  Ελλάδα εξακολουθεί να έχει μια εσωστρεφή προσέγγιση

άγνοιας λόγω του τρόπου λειτουργίας της αγοράς των υπηρεσιών οπτικακουστικών μέσων στο σύγχρονο συγκλίνων περιβάλλον

-με ακατάλληλες διατάξεις για την ρύθμιση της εν λόγω αγοράς

-και τέλος περιορισμού της  ελευθερίας των παρόχων να προσαρμόζονται στις ανάγκες της αγοράς

 
Συνοπτικά στις γενικές παρατηρήσεις επί του σχεδίου νόμου, σημειώνει:

 
«Ως προς το υπό ρύθμιση αντικείμενο

Το ΕΣΡ είναι της γνώμης ότι θα πρέπει να ρυθμιστεί αγορά των οπτικοακουστικών υπηρεσιών με ένα νόμο που θα περιέχει τους όρους αδειοδότησης των γραμμικών και θα θεσπίζει υποχρέωση γνωστοποίησης της έναρξης παροχής μη γραμμικών οπτικοακουστικών υπηρεσιών, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των παρόχων, τις αρμοδιότητες και το είδος της εποπτείας που θα ασκεί κατά περίπτωση το ΕΣΡ κα.

Το κατατεθέν νομοσχέδιο ρυθμίζει μόνο την αδειδότηση των παρόχων γραμμικών οπτικο-ακουστικών υπηρεσιών (content providers) επαναλαμβάνοντας, σε μεγάλο βαθμό, διατάξεις που ρυθμίζουν την αναλογική τηλεόραση και το ραδιόφωνο, αναγόμενες, ορισμένες εξ αυτών στο 1995! Κατά τούτο, φαίνεται να μην έχουν ληφθεί καθόλου υπ’ όψη από τον νομοθέτη οι αλλαγές που έχουν επέλθει – και συνεχίζονται με ραγδαίο ρυθμό – στην αγορά των οπτικοακουστικών υπηρεσιών λόγω της σύγκλισής της με την αγορά των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των τηλεπικοινωνιών, ούτε ο  δημόσιος διάλογος που έχει ανοίξει σε ευρωπαϊκό επίπεδο – λόγω των αλλαγών αυτών – με την Πράσινη Βίβλο υπό τον τίτλο «Προετοιμασία για την πλήρη σύγκλιση στον οπτικοακουστικό κόσμο: οικονομική μεγέθυνση, δημιουργία και αξίες». Τη στιγμή που η Ευρώπη μελετά τα νέα μοντέλα ανάπτυξης και παροχής οπτικοακουστικών υπηρεσιών με σκοπό την διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας 2010/13/ΕΕ προκειμένου να συμπεριλάβει στο ρυθμιστικό της πεδίο νέους «παίκτες» (IPTV, OTTs) και να ρυθμίσει την ευθύνη των λεγόμενων «ενδιάμεσων» (INTERMEDIARIES όπως ISPs, EPGs, Search Engines, device manufactures κα), η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει μια εσωστρεφή προσέγγιση του ζητήματος ως εάν τίποτα να μην έχει αλλάξει στη συγκεκριμένη αγορά…

Η έλλειψη οιασδήποτε μελέτης επί του θέματος, τόσο από την πλευρά του κράτους αλλά και των ιδίων των παρόχων οπτικοακουστικών υπηρεσιών επιτείνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα μην επιτρέποντας στο νομοθέτη να έχει εικόνα των αλλαγών που έχουν ήδη επέλθει στην Ελληνική αγορά ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι θεατές «καταναλώνουν» πρόγραμμα, το είδος των υπηρεσιών που καταναλώνουν, την παραγωγή και διανομή προγράμματος αλλά και την δυναμική των νέων παρόχων οπτικοακουστικών υπηρεσιών.

 
Ως προς τις διατάξεις του σχεδίου νόμου
Με βάση όσα προαναφέρθηκαν, πιστεύουμε ότι τα δάνεια από τις ρυθμίσεις για την αναλογική τηλεόραση – όταν μάλιστα ανάγονται στο 1995 – καταδεικνύουν άγνοια του τρόπου λειτουργίας της αγοράς των υπηρεσιών οπτικακουστικών μέσων στο σύγχρονο συγκλίνων περιβάλλον και δεν μπορεί παρά να οδηγήσουν, σύντομα, στα ίδια αδιέξοδα και προβλήματα που υπήρχαν και επί αναλογικής τηλεόρασης και άρα στην μη ρύθμιση της αγοράς.

Περαιτέρω, το κείμενο του σχεδίου νόμου φαίνεται να αγνοεί τις διατάξεις της Οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (Οδηγία 2010/13/ΕΕ) όπως αυτή έχει ενσωματωθεί στο Ελληνικό δίκαιο με το ΠΔ 109/2010, δεδομένου ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στους ορισμούς της και στις έννοιες που προσδιορίζουν τις γραμμικές οπτικοακουστικές υπηρεσίες, την αρμοδιότητα του Ελληνικού κράτους και άλλα.

Η επιλογή της κυβέρνησης να διενεργήσει πλειοδοτικό διαγωνισμό θα μπορούσε να είναι προς την σωστή κατεύθυνση της γρήγορης διεκπεραίωσης της διαδικασίας αδειοδότησης εάν δεν συνοδευόταν από διατάξεις ακατάλληλες για την ρύθμιση της εν λόγω αγοράς, οποίες μάλιστα, αποτέλεσαν στο παρελθόν τροχοπέδη για την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης της αναλογικής τηλεόρασης και δημιούργησαν προβλήματα στην άσκηση εποπτείας επι των παρόχων ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών.

Θεωρούμε ότι ο λεπτομερής προσδιορισμός των αδειών ανά είδος προγράμματος δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό και περιορίζει την ελευθερία των παρόχων να προσαρμόζονται στις ανάγκες της αγοράς. Εξ άλλου, τέτοια διάκριση δεν φαίνεται να υπάρχει σε κανένα άλλο ευρωπαϊκό κράτος.

Επίσης, θεωρούμε ότι όσα ζητήματα ρυθμίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία (λειτουργία ανωνύμων εταιρειών, προσδιορισμός φορολογικής κατοικίας, έλεγχος συγκέντρωσης, κλπ) δεν πρέπει να τύχουν διαφορετικής ρυθμίσεως στο παρόν σχέδιο νόμου και εφόσον κρίνεται αναγκαία μια ρύθμιση να γίνεται με τροποποίηση της οικείας νομοθεσίας διότι δημιουργούνται προβλήματα συνοχής του δικαίου και ανασφάλεια στον διοικούμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προβλεπόμενη στο Ν 2328/1995 μεταβίβαση δια συμβολαιογραφικού εγγράφου εταιρικών μεριδίων προσωπικής εταιρείας ή ανωνύμων μετοχών που στις περισσότερες των περιπτώσεων οδηγούσε στην μη παράλληλη τήρηση των προβλεπόμενων στον Εμπορικό Νόμο διατάξεων για αποχώρηση και εισδοχή νέου εταίρου σε προσωπική εταιρεία ή για την σύμφωνα με το Ν 2190/1920 μεταβίβαση ονομαστικών μετοχών.

Το σχέδιο νόμου δεν περιέχει διατάξεις που να ρυθμίζουν την λειτουργία των εταιρειών αυτών μετά την αδειοδότηση καθώς και τις ελεγκτικές αρμοδιότητες του ΕΣΡ σε σχέση με αυτή.»

 
Η πλήρης γνωμοδότηση εδώ:anakoinosi_20102015

Σχετικά Άρθρα