Γραφείο Προϋπολογισμού: επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας πέραν του αναμενομένου -Επιτακτική η ανάγκη παρεμβάσεων

Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 καταγράφηκαν οι δραματικές συνέπειες της πανδημίας στην ελληνική οικονομία. Η πρωτοφανής ύφεση της τάξης του 15,2% σε ετήσια βάση αποτελεί την κύρια εκδήλωση της διαταραχής που προκάλεσαν τα περιοριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του COVID-19. Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας ήταν οριακά εντονότερη από την πρόβλεψη του Γραφείου Προϋπολογισμού τον Απρίλιο (- 13,7%) κάτι που σε συνδυασμό με τη μικρή ύφεση που καταγράφηκε στο πρώτο τρίμηνο και δεν είχε συμπεριληφθεί στις προβλέψεις μας, υποδηλώνει την επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας πέραν του αναμενομένου επισημαίνει η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) που αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2020.

Όπως επισήμανε ο επικεφαλής του ΓΠΚΒ, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, κατά την παρουσίαση της έκθεσης, τα επεκτατικά μέτρα δεν πρέπει να περιοριστούν σε μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές αλλά και σε δημόσια κατανάλωση και επένδυση, καθώς τα τελευταία έχουν ισχυρότερη επίδραση στο ΑΕΠ. Παράλληλα υπογράμμισε τον κίνδυνο αντιστροφής της προόδου που έχει συντελεστεί, ιδιαίτερα στη διετία 2018-19, όσον αφορά το ποσοστό φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Η αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου απαιτεί το σχεδιασμό και εφαρμογή ενός εκτεταμένου πλαισίου δράσεων τόσο στο πεδίο της κοινωνικής προστασίας όσο και σε εκείνο της αγοράς εργασίας.

 
Η έκθεση αναφέρει μεταξύ άλλων:

Παράλληλα με τη μείωση του ΑΕΠ, καταγράφηκε μείωση του πληθωρισμού σε αρνητικά επίπεδα (κοντά στο -2% από τον Ιούνιο μέχρι και τον Αύγουστο) και σημαντική επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (από έλλειμμα 4 δις σε έλλειμμα 7 δις). Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του ποσοστού ανεργίας στο 18,3% είναι μάλλον συγκρατημένη για το ύψος της ύφεσης. Η σημαντική μείωση των προσλήψεων φαίνεται να αντισταθμίζεται από τη μείωση των απολύσεων όσο παραμένουν σε ισχύ οι υποχρεώσεις διατήρησης των θέσεων εργασίας. Στο επόμενο διάστημα αναμένεται να αρχίσει η σταδιακή επαναφορά της οικονομίας στα φυσιολογικά της επίπεδα. Ωστόσο, η αναζωπύρωση των κρουσμάτων από τον Αύγουστο και η χαμηλότερη του αναμενομένου πορεία του τουρισμού αυξάνουν την αβεβαιότητα για την έκταση και την διάρκεια της κρίσης και δεν επιτρέπουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Επισημαίνουμε επίσης ότι η άρση των περιορισμών για τις απολύσεις ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική αύξηση της ανεργίας στο επόμενο διάστημα. Τα δημοσιονομικά στοιχεία καταγράφουν σημαντική επιδείνωση, με το πρωτογενές αποτέλεσμα του επτάμηνου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020 να διαμορφώνεται σε έλλειμμα 7,7 δις ευρώ, έναντι πλεονάσματος περίπου 1 δις ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της επιδείνωσης, δηλαδή σχεδόν τα 8 από τα 8,7 δις ευρώ, προέρχεται από την εφαρμογή των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Με δεδομένο ωστόσο ότι ένα σημαντικό μέρος αυτών των μέτρων αφορά αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, δεν είναι ακόμα εφικτός ο εντοπισμός του μέρους εκείνου της δημοσιονομικής επιδείνωσης που προέρχεται από την ίδια την ύφεση και την επίπτωσή της στα δημόσια έσοδα. Η επιδείνωση αυτή δεν έχει μεγάλη σημασία βραχυπρόθεσμα, καθώς οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας, όπως και ολόκληρης της Ευρωζώνης, είναι σε αναστολή και η φερεγγυότητα του ελληνικού δημοσίου δεν έχει πληγεί, όπως φαίνεται από τις χαμηλές αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων. Μεσοπρόθεσμα ωστόσο, και σε συνδυασμό με τη μείωση του ΑΕΠ, η δημοσιονομική επιδείνωση θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση του λόγου δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ. Όσο τα ειδικά μέτρα της ΕΚΤ παραμένουν σε ισχύ, τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου διατηρούνται χαμηλά και επιτρέπουν την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Θετικά επίσης επιδρούν στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους το ευνοϊκό χρονοδιάγραμμα αποπληρωμών, τα χαμηλά επιτόκια για τα δάνεια του επίσημου τομέα καθώς και το υψηλό ταμειακό απόθεμα. Με δεδομένο όμως ότι τα έκτακτα μέτρα της ΕΚΤ και η αναστολή των δημοσιονομικών στόχων δεν θα διατηρηθούν εσαεί, είναι σημαντικό να υπάρξει μια μεσοπρόθεσμη στρατηγική για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας. Το παραπάνω θα αποτελέσει σημαντική πρόκληση στο επόμενο διάστημα καθώς θα χρειαστούν επιπλέον επεκτατικά μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, τα επεκτατικά μέτρα δεν πρέπει να περιοριστούν σε μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές αλλά και σε δημόσια κατανάλωση και επένδυση, καθώς τα τελευταία έχουν ισχυρότερη επίδραση στο ΑΕΠ. Αξίζει ακόμα να σημειώσουμε τον κίνδυνο αντιστροφής της προόδου που έχει συντελεστεί, ιδιαίτερα στη διετία 2018-19, όσον αφορά το ποσοστό φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Η αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου απαιτεί το σχεδιασμό και εφαρμογή ενός εκτεταμένου πλαισίου δράσεων τόσο στο πεδίο της κοινωνικής προστασίας όσο και σε εκείνο της αγοράς εργασίας. Το πρώτο αφορά τη διασφάλιση των εισοδημάτων όσων θα μείνουν άνεργοι, ώστε να συνεχίσουν να καλύπτουν τις βασικές τους ανάγκες, και το δεύτερο την εκπαίδευση και κατάρτισή τους με νέες γνώσεις και δεξιότητες που θα τους επιτρέψουν να διεκδικήσουν με αξιώσεις την επαναφορά τους στην απασχόληση. Συμπερασματικά, τόσο οι μακροοικονομικές όσο και οι δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, παρότι δραματικές, παραμένουν διαχειρίσιμες σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτό ωστόσο δεν συνιστά λόγο εφησυχασμού αλλά, αντίθετα, καθιστά επιτακτική την ανάγκη προετοιμασίας της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις όταν αρθούν οι ειδικές συνθήκες και ευνοϊκές παρεμβάσεις της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής που ισχύουν σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό αξίζει να αναφερθούμε στην ενδιάμεση Έκθεση «Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία» που καταθέτει μια σειρά από διαπιστώσεις, στόχους και προτάσεις για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Στην ενότητα 1.2 της έκθεσής μας καταθέτουμε κάποιες σύντομες παρατηρήσεις για το Σχέδιο Ανάπτυξης και συμπεραίνουμε ότι οι προτάσεις του θα πρέπει να αποτελέσουν βάση ενός ουσιαστικού δημόσιου διαλόγου ώστε να προκύψουν οι αναγκαίες συναινέσεις που θα επιτρέψουν την υλοποίηση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων για την ελληνική οικονομία και κοινωνία και θα βρουν τρόπους να αντισταθμίσουν το πολιτικό και δημοσιονομικό τους κόστος. Επισημαίνουμε, τέλος, ότι παραδοσιακά στη χώρα μας τέτοιες ολιστικές εκθέσεις είτε θεοποιούνται, είτε δαιμονοποιούνται, σπάνια όμως λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στην πραγματική πολιτική διαδικασία. Συχνά εφαρμόζονται αποσπασματικά κάποιες εύκολες προτάσεις τους, επικαλούμενες μάλιστα το κύρος των σχετικών εκθέσεων, και τα δύσκολα ζητήματα παραπέμπονται στις καλένδες. Ελπίζουμε να μην έχει τέτοια κατάληξη.

 
Εκκρεμείς συντάξεις του ΕΦΚΑ

Σε αντίθεση με τις προηγούμενες τριμηνιαίες εκθέσεις, η Έκθεση Β’ Τριμήνου 2020 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δεν περιέχει στοιχεία εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης και την εκτιμώμενη δαπάνη τους. Δυστυχώς, παρά τα επανειλημμένα αιτήματά μας προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και στην συνέχεια τον Διοικητή του ΕΦΚΑ, το οποίο σε ανακοίνωση του τονίζει πως δεν έλαβε τα συγκεκριμένα στοιχεία όπως διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου 2020, ούτε και καμία εξήγηση για αυτό.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή σημειώνει ότι αδυνατεί να κατανοήσει την άρνηση της διοίκησης του ΕΦΚΑ να συνεχίσει να παρέχει τα στοιχεία που παρείχε μέχρι πρότινος και συνδέονται άμεσα με την παρακολούθηση των δημοσιονομικών μεγεθών της Γενικής Κυβέρνησης. Ουδέποτε στο παρελθόν είχαμε συναντήσει παρόμοιο πρόβλημα από τις δημόσιες υπηρεσίες και φορείς που συνεργαζόμαστε και μας παρέχουν ανελλιπώς τα στοιχεία που χρειαζόμαστε.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, τονίζει ότι θα υπερασπιστεί με κάθε νόμιμο μέσο τη διασφάλιση του θεσμικού του ρόλου και την απαρέγκλιτη τήρηση του άρθρου 28 του Ν. 4270/2014 που ορίζει ρητά ότι «όλοι οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεούνται να παρέχουν στο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή κάθε πληροφορία που εκείνο κρίνει αναγκαία για την επιτέλεση του έργου του».

Όπως ανέφερε ο κ. Κουτεντάκης, είναι ακατανόητη η αλλαγή στάσης από τον ΕΦΚΑ. «Πρόκειται για σοβαρό θέμα, έχουμε ταλαιπωρηθεί ως χώρα από τη μη-ορθή δημοσιοποίηση στοιχείων και δεν θα πρέπει να επαναλαμβάνονται τέτοιες πρακτικές. Υπάρχει σαφής νόμος που παραβιάζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση», επισήμανε.

Να σημειωθεί ότι με βάση τα στοιχεία του Μαρτίου 2020, υπήρχαν 160.959 εκκρεμείς αιτήσεις για συντάξεις. Οι ληξιπρόθεσμες αιτήσεις κύριων συντάξεων ανέρχονταν στις 117.876 στο τέλος Ιουνίου, από 105.850 τέλος Μαρτίου.

Η εκτιμώμενη δαπάνη εκκρεμών συντάξεων ανερχόταν στα 488 εκατ. ευρώ στα τέλη Μαρτίου. Παρά τα επανειλημμένα αιτήματα του ΓΠΚΒ προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και στην συνέχεια τον Διοικητή του ΕΦΚΑ, δεν δόθηκαν τα συγκεκριμένα στοιχεία όπως διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου 2020, ούτε και καμία εξήγηση για αυτό.

 
ΕΦΚΑ: Σε εξέλιξη βρίσκονται οι διαδικασίες…  

Σε εξέλιξη βρίσκονται οι διαδικασίες  ακριβούς καθορισμού του πλήθους των εκκρεμών αιτημάτων συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν από τον Απρίλιο 2020 έως τον Ιούνιο 2020,αναφέρει σε απαντητική του επιστολή ο ΕΦΚΑ, τονίζοντας πως αυτή  έχει καταστεί αναγκαία λόγω των ακόλουθων παραγόντων:

  1. Το δεύτερο τρίμηνο του 2020 λόγω του κορωνοϊού, υπήρξε περιορισμός της λειτουργίας των καταστημάτων, με αποτέλεσμα ασυνήθιστα μεγάλος αριθμός ασφαλισμένων να έχει αποστείλει τα αιτήματα συνταξιοδότησης ταχυδρομικά αντί να τα υποβάλλει ο ίδιος στα υποκαταστήματα του φορέα και να γίνει ταυτόχρονα η καταχώρηση της αίτησης του στο ηλεκτρονικό πρωτόκολλο.
  2. Το δεύτερο τρίμηνο του 2020 ξεκίνησε η πιλοτική εφαρμογή του συστήματος «ΑΤΛΑΣ» και η ταυτόχρονη αποκλειστική ηλεκτρονική υποβολή αιτήσεων συνταξιοδότησης. Ωστόσο, κατά την πρώτη περίοδο εφαρμογής, πολλοί συνταξιούχοι απέστειλαν και ταχυδρομικά για δεύτερη φορά την αίτηση τους, παρόλο που ρητά αναφερόταν ότι κάτι τέτοιο δεν ζητείτο.
  3. Έχοντας ολοκληρώσει την καταχώρηση του ασυνήθιστα μεγάλου όγκου των ταχυδρομικά απεσταλμένων αιτήσεων, είναι σε εξέλιξη η διασταύρωση για τον εντοπισμό των διπλά (ταχυδρομικά και ηλεκτρονικά) υποβληθέντων αιτήσεων.

Τα ανωτέρω καθιστούν δυνατή σήμερα μόνο την προσωρινή εκτίμηση του ορθού πλήθους των εκκρεμοτήτων στις 30/6/2020. Η οριστικοποίηση του πλήθους αναμένεται στο τέλος του μήνα, οπότε και θα ανακοινωθεί, καταλήγει.

 
Η πλήρης έκθεση εδώ:

Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή

Σχετικά Άρθρα