Ελληνική Άμυνα 2036: Φιλοδοξία, πολυδιάσπαση και το ερώτημα της τεχνογνωσίας

 Η φιλόδοξη ανανέωση του ελληνικού αμυντικού εξοπλισμού και ο κεντρικός προβληματισμός για την υλοποίησή της.

 
Η κρίσιμη παράμετρος: Τεχνογνωσία ΗΠΑ vs. εγχώριες δυνατότητες: Αξιολόγηση των διασφαλίσεων επιτυχίας χωρίς την ευρεία τεχνογνωσία των ΗΠΑ, λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς.

 
Η ισορροπία μεταξύ εθνικής αυτάρκειας, στρατηγικών συμμαχιών και τεχνολογικής αποτελεσματικότητας στο νέο εξοπλιστικό τοπίο.

 
Η φιλόδοξη ανανέωση και ο κεντρικός προβληματισμός

Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε ένα από τα πιο φιλόδοξα εξοπλιστικά προγράμματα της σύγχρονης ιστορίας της. Η απόφαση να επενδυθούν πάνω από 25 δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος 12ετίας (έως το 2036) σηματοδοτεί μια σαφή βούληση για ριζική αναβάθμιση των δυνατοτήτων των Ενόπλων Δυνάμεων. Ωστόσο, πέρα από το εντυπωσιακό ύψος της επένδυσης, αναδύονται κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τη στρατηγική υλοποίησης, την τεχνολογική επάρκεια και τις διασφαλίσεις επιτυχίας, ιδίως σε σχέση με τον παραδοσιακό στρατηγικό εταίρο, τις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Το μέγεθος της επένδυσης: Ένα Πρόγραμμα Νέας Γενιάς

Το νέο 12ετές εξοπλιστικό πρόγραμμα αποτελεί μια ολιστική προσέγγιση για τον εκσυγχρονισμό και την απόκτηση νέων συστημάτων σε όλους τους κλάδους. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, περιλαμβάνει κρίσιμες προμήθειες όπως:

Τέσσερα (4) νέα Υποβρύχια: Ενισχύοντας καθοριστικά τις δυνατότητες του Πολεμικού Ναυτικού.

Μη Επανδρωμένα Συστήματα (Drones): Για αεροπορική, θαλάσσια και υποθαλάσσια επιτήρηση και δράση, ανταποκρινόμενα στις σύγχρονες απαιτήσεις του πεδίου μάχης.

Δορυφόρος Επικοινωνιών: Για την εξασφάλιση αυτόνομων και ασφαλών επικοινωνιών.

Είκοσι (20) Μαχητικά Αεροσκάφη F-35: Μια ήδη συμφωνημένη προμήθεια από τις ΗΠΑ, που τοποθετεί την Πολεμική Αεροπορία στην αιχμή της τεχνολογίας 5ης γενιάς.

Αυτές οι προμήθειες, μαζί με άλλες που πιθανόν να ενταχθούν, συνθέτουν ένα πλάνο που στοχεύει στην ποιοτική υπεροχή και την προσαρμογή στις νέες γεωπολιτικές και τεχνολογικές συνθήκες.

 

 Η στρατηγική της πολυδιάσπασης: Ευκαιρίες και προκλήσεις

Ένα βασικό χαρακτηριστικό του σχεδιασμού, όπως διαφαίνεται, είναι η πρόθεση για προμήθειες από πολλαπλές πηγές, πέραν της αποκλειστικής ή κυρίαρχης συνεργασίας με τις ΗΠΑ (με την εξαίρεση των F-35 που έχουν ήδη δρομολογηθεί). Αυτή η “πολυδιάσπαση” μπορεί να προσφέρει πλεονεκτήματα, όπως διαπραγματευτική ευελιξία, πρόσβαση σε διαφορετικές τεχνολογίες και ενδεχομένως καλύτερους οικονομικούς όρους ή βιομηχανικές επιστροφές από διάφορες χώρες.

Ωστόσο, η στρατηγική αυτή εγκυμονεί σοβαρούς προβληματισμούς, με κυριότερο αυτόν της διαλειτουργικότητας. Η ομαλή και απρόσκοπτη διασύνδεση συστημάτων διαφορετικής προέλευσης, φιλοσοφίας και τεχνολογίας (π.χ., γαλλικά, ισραηλινά, ιταλικά, αμερικανικά, εγχώρια) αποτελεί τεράστια τεχνική και επιχειρησιακή πρόκληση. Η έλλειψη ενιαίας αρχιτεκτονικής μπορεί να οδηγήσει σε ένα μωσαϊκό συστημάτων που δεν επικοινωνούν αποτελεσματικά μεταξύ τους, μειώνοντας τη συνολική μαχητική ισχύ και αυξάνοντας το κόστος συντήρησης και εκπαίδευσης.

 

Εστίαση στην εγχώρια Βιομηχανία: Μια διττή επιδίωξη

Τόσο η κυβέρνηση όσο και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) έχουν δηλώσει την πρόθεση οι νέες προμήθειες να συνδυάζονται με την ενεργό συμμετοχή και ενίσχυση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), τα Ναυπηγεία (Σκαραμαγκά, Ελευσίνας) και τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ) καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, είτε μέσω συμπαραγωγής, είτε μέσω ανάληψης υποκατασκευαστικού έργου, είτε μέσω της συντήρησης και υποστήριξης των νέων συστημάτων.

Η επιδίωξη αυτή είναι διττή: αφενός, στοχεύει στην τόνωση της εθνικής οικονομίας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη εγχώριας τεχνογνωσίας. Αφετέρου, φιλοδοξεί να αυξήσει τον βαθμό αυτάρκειας της χώρας σε κρίσιμους τομείς της άμυνας.

 
 Η κρίσιμη παράμετρος: Τεχνογνωσία ΗΠΑ vs. εγχώριες δυνατότητες και εγγενείς αδυναμίες

Εδώ εντοπίζεται ο πυρήνας του προβληματισμού: Μπορεί η Ελλάδα να υλοποιήσει ένα τόσο σύνθετο και τεχνολογικά προηγμένο πρόγραμμα, με ουσιαστική συμμετοχή της εγχώριας βιομηχανίας, χωρίς την εκτεταμένη τεχνογνωσία και την ολοκληρωμένη υποστήριξη που παραδοσιακά προσφέρουν οι ΗΠΑ;

Τεχνολογικό Χάσμα: Ενώ η ελληνική αμυντική βιομηχανία διαθέτει αξιόλογες δυνατότητες σε συγκεκριμένους τομείς (π.χ., ναυπηγήσεις, συντηρήσεις αεροσκαφών, παραγωγή πυρομαχικών), υπάρχουν ερωτήματα για την ικανότητά της να αφομοιώσει, να συμπαράγει ή ακόμα και να αναπτύξει αυτόνομα τεχνολογίες αιχμής όπως αυτές που ενσωματώνονται σε σύγχρονα υποβρύχια, προηγμένα drones, ή δορυφορικά συστήματα, χωρίς ουσιαστική μεταφορά τεχνογνωσίας από έναν έμπειρο εταίρο όπως οι ΗΠΑ.

Διαλειτουργικότητα και Ενοποίηση: Η τεχνογνωσία των ΗΠΑ δεν περιορίζεται μόνο στα επιμέρους συστήματα, αλλά και στην ενοποίησή τους σε ένα συνεκτικό δίκτυο διοίκησης και ελέγχου (C4ISR). Η πολυδιάσπαση των προμηθειών καθιστά αυτή την ενοποίηση ακόμα πιο δύσκολη, και η απουσία της αμερικανικής εμπειρίας σε αυτόν τον τομέα μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη.

Γραφειοκρατία και Διαφθορά: Ιστορικά, τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα στην Ελλάδα έχουν συχνά ταλαιπωρηθεί από χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες και φαινόμενα διαφθοράς. Η επιτυχής υλοποίηση του νέου προγράμματος εντός ενός εφικτού χρονοδιαγράμματος απαιτεί ριζικές αλλαγές και διαφάνεια. Η απουσία ενός ισχυρού, δομημένου πλαισίου συνεργασίας (όπως συχνά παρέχουν οι διακρατικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ) μπορεί να αφήσει περιθώρια για παθογένειες.

Επάρκεια Εγχώριας Βιομηχανίας: Η πραγματική δυνατότητα των ΕΑΒ, Ναυπηγείων και ΕΑΣ να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις συμπαραγωγής και υποστήριξης σε τέτοια κλίμακα και τεχνολογικό επίπεδο, και μάλιστα εντός σφιχτών χρονοδιαγραμμάτων, παραμένει ένα ζητούμενο που χρήζει συνεχούς αξιολόγησης και ενίσχυσης.

 

Αναζητώντας την ισορροπία

Η Ελλάδα έχει θέσει έναν εξαιρετικά φιλόδοξο στόχο για την αμυντική της θωράκιση. Η επιλογή της πολυδιάσπασης και της ενίσχυσης της εγχώριας βιομηχανίας είναι κατανοητή από πλευράς εθνικής στρατηγικής και οικονομίας. Ωστόσο, η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος, ιδιαίτερα χωρίς την εκτεταμένη και βαθιά τεχνογνωσία που διαθέτουν οι ΗΠΑ στην ανάπτυξη, παραγωγή και κυρίως στην ενοποίηση πολύπλοκων αμυντικών συστημάτων, παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις.

Οι διασφαλίσεις επιτυχίας δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες. Εξαρτώνται από την ικανότητα της χώρας να προσελκύσει την απαραίτητη τεχνογνωσία (είτε από τις ΗΠΑ σε στοχευμένους τομείς, είτε από άλλους εταίρους), να διαχειριστεί αποτελεσματικά την πολυπλοκότητα της διαλειτουργικότητας, να θωρακίσει τις διαδικασίες προμηθειών από τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά, και να ενισχύσει ρεαλιστικά τις δυνατότητες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Η επόμενη δεκαετία θα κρίνει κατά πόσο η φιλοδοξία μπορεί να μετουσιωθεί σε αποτελεσματική και τεχνολογικά συνεκτική αμυντική ισχύ.

mywaypress.gr

Σχετικά Άρθρα