
Ζήτημα Δημοκρατίας και εφαρμογής του Συντάγματος θέτει ο πρόεδρος του ΔΣΑ Β. Αλεξανδρής
Συντονισμένη επίθεση δέχθηκε σήμερα η Ένωση Εισαγγελέων, με μια ημέρα καθυστέρηση, από τον υπουργό και τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης.
Από τις απαντήσεις των Ν. Παρασκευόπουλου και Δ. Παπαγγελόπουλου απουσιάζει η επαρκής επιχειρηματολογία και είναι εμφανής η ρητορική πολιτικής ένδειας.
Η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, την οποία υπέγραφαν, ο πρόεδρος και ο γγ της, κ.κ. Τζαβέλλας και Ζημιανίτης, αφορούσε την πρόσφατη διάταξη που ψηφίστηκε από την Βουλή για τη δικαστική χρήση αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, κ.λπ.) που αποκτήθηκαν παράνομα, στην οποία επεσήμαιναν «να παταχθεί η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, αλλά μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο».
Βασίλης Αλεξανδρής: «Είναι ζήτημα Δημοκρατίας»
Επίσης σήμερα, ο πρόεδρος του ΔΣΑ, Βασίλης Αλεξανδρής με συνέντευξή του στο vimafm και τους Μπάμπη Παπαπαναγιώτου και Άρη Ραβανό σχετικά με τη διάταξη που αφορά στις λίστες κατά της φοροδιαφυγής, ανέφερε:
«Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί αυτή η διάταξη προστέθηκε την τελευταία στιγμή σε ένα άσχετο νομοσχέδιο, μιλάω για το νομοσχέδιο του συμφώνου συμβίωσης. Δεν προηγήθηκε κανένας προνομοθετικός διάλογος και επιπλέον δεν δημοσιοποιήθηκε. Και γι’ αυτό δεν υπήρξε κανένας αντίλογος ή αντίκρουση εκ μέρους των δικαστών, της Ένωσης Δικαστών – Εισαγγελέων και του δικηγορικού σώματος. Το αντιληφθήκαμε πλέον όταν είχε ψηφιστεί, δεν υπήρχε καμία προαναγγελία. Πρέπει δε να σας πω ότι το δικηγορικό σώμα, διά του ομιλούντος, ήταν παρών καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης, στη διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή, για το σύμφωνο συμβίωσης, όπου εκεί ρυθμίστηκαν και άλλα θέματα, ποινικού ενδιαφέροντος, Ποινικής Δικονομίας – Σωφρονιστικού Κώδικα. Κρατήθηκε για έναν ανεξήγητο λόγο επτασφράγιστο μυστικό. Το ερώτημα γιατί αντέδρασαν οι δικηγόροι, καθιστώντας τους ύποπτους υποστήριξης της διαφθοράς, αδικεί όχι τους δικηγόρους, αλλά την ισχύουσα νομοθετική τάξη των πραγμάτων. Υπάρχει το άρθρο 19 του Συντάγματος, το οποίο ρητώς ορίζει και παρακαλώ να το ακούσετε, διότι δεν είναι άβατο τα νομικά, ότι απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α του Συντάγματος. Συνεπώς, όταν έχουμε μια αναστολή της εφαρμογής του περίφημου άρθρου 177 παράγραφος 2, για μία ειδική κατηγορία υποθέσεων, σημαίνει ότι δεν πάει κάτι καλά σε σχέση με την εφαρμογή του Συντάγματος. Αντέδρασαν ορθώς οι δικηγόροι, με ορθό επιχείρημα; Βασίζονται σε διατάξεις του Συντάγματος; Το Σύνταγμα είναι διακοσμητικό στοιχείο και το κάνουμε λάστιχο, όποτε θέλουμε το συστέλλουμε και όποτε θέλουμε το διαστέλλουμε ή έχει πάγια και ενιαία εφαρμογή σε όλες τις διατάξεις και ιδιαίτερα σε ζητήματα Ποινικού Δικαίου, που έχουν να κάνουν με ατομικά δικαιώματα, με προσωπικές ελευθερίες, που έχουν να κάνουν με ποινές; Αλλά έχουν να κάνουν και με την καθαρότητα της αποδεικτικής διαδικασίας. Δεχόμαστε εμείς οι δικηγόροι να γίνεται ένας σκουπιδοχώρος, ο χώρος της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, να εισέρχονται οι τηλεφωνικές υποκλοπές, οι παραβιάσεις των ασύλων των κατοικιών, τα προσωπικά δεδομένα; Θεωρούμε ότι αυτά είναι αυτονόητα, είναι δευτερεύοντα, είναι τριτεύοντα ενόψει του στόχου να καταπολεμηθεί η διαφθορά; Είναι ζήτημα Δημοκρατίας, ακριβώς».
Ένωση Εισαγγελέων: «Να παταχθεί η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, αλλά μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο»
«Να παταχθεί η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, αλλά μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο», απαντούν ο πρόεδρος και ο γγ της Ένωσης Εισαγγελέων στην ηγεσία του υπ. Δικαιοσύνης
Με δήλωσή τους ο πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, Κωνσταντίνος Τζαβέλλας και Δημήτρης Ζημιανίτης, αντίστοιχα, αντικρούουν τις πρωινές δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου και του αναπληρωτή υπουργού για Θέματα Διαφθοράς, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, αναφορικά με τη χθεσινή δήλωση της Ένωσης σχετικά με την διάταξη που ψηφίστηκε από την Βουλή (Ν. 4356/2015) για τη δικαστική χρήση αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, κ.λπ.) που αποκτήθηκαν με μη νόμιμο τρόπο.
Ο κ. Παπαγγελόπουλος αναφέρει: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ πως υπάρχει Έλληνας Εισαγγελέας, που θα προτιμούσε να μειώνονται δραστικά μισθοί και συντάξεις και ο ελληνικός λαός να πληρώνει αβάσταχτους φόρους, αντί να πληρώνουν τους φόρους τους οι φοροφυγάδες και τις νόμιμες υποχρεώσεις τους οι διαπλεκόμενοι και οι κλέφτες του δημοσίου χρήματος.
Επίσης, αναρωτιέμαι αν η ανακοίνωση, που υπογράφουν οι κ.κ Τζαβέλλας και Ζημιανίτης, αναφέρεται σε συγκεκριμένη υπόθεση και ποια είναι αυτή».
Ο κ. Παρασκευόπουλος αναφέρει: «Σύμβολο της δικαιοσύνης είναι η ζυγαριά. Οι περισσότερες από τις κρίσεις της, αν όχι όλες, προϋποθέτουν σταθμίσεις συμφερόντων, αγαθών, αξιών. Στο επίκαιρο θέμα πρέπει να σταθμιστούν συνταγματικά κατοχυρωμένες αξίες: από τη μια το απόρρητο και τη προστασία προσωπικών δεδομένων, από την άλλη το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και ακροάσεως που ενέχει και το δικαίωμα του πολίτη να μπορεί να αποδεικνύει το δίκιο του. Ο ποινικός έλεγχος μιας μεγάλης εκτάσεως φοροδιαφυγής προφανώς και βαραίνει ως αίτημα απόδοσης δικαιοσύνης, επειδή εξυπηρετεί τόσο το κοινωνικό όσο και το δημόσιο – δημοσιονομικό συμφέρον και μάλιστα σε μια εποχή όπου τα δημόσια οικονομικά δοκιμάζονται. Θυμίζω ότι οι κατάλογοι στοιχείων (λίστες) αφορούν αφενός χιλιάδες αναφερόμενους πολίτες, αφετέρου το σύνολο των φορολογουμένων πολιτών και το επίπεδο της διαβίωσής τους.
Σε κάθε περίπτωση, ο νόμος 4356/2015 θεσπίζει συγκεκριμένα κριτήρια, που εγγυώνται την οφειλόμενη συνταγματική στάθμιση: κατά το νόμο το αποδεικτικό μέσον για να χρησιμοποιηθεί στη δίκη θα πρέπει να ήταν το μοναδικό, να μην αποκτήθηκε κατά τρόπο προσβλητικό της αξιοπρέπειας, ενώ και το έννομο όφελος από τη χρήση του να είναι αναλογικά υπέρτερο.
Ο νόμος 4356/2015 επομένως ούτε αστοχεί, ούτε προκρίνει, ούτε αντιβαίνει στο Σύνταγμα. Καλεί τη δικαιοσύνη να εκτελέσει την αποστολή της ζυγίζοντας ακριβώς τις συνταγματικές αξίες. Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ότι η Ένωση Εισαγγελέων με την ανακοίνωσή της φαίνεται να τοποθετεί τη συνταγματική αξία της δικαστικής προστασίας σε δεύτερη μοίρα».