Η ηθική κρίση της Ελλάδας και η άνοδος του Κυριάκου Μητσοτάκη: Μια προσέγγιση MacIntyre

Η σύγχρονη Ελλάδα, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες, βιώνει μια περίοδο βαθιάς ηθικής σύγχυσης. Η συλλογική αίσθηση του «κοινού καλού» έχει υποχωρήσει προς όφελος του ατομικού συμφέροντος και της πολιτικής ταυτότητας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, φαίνεται να έχει αναδειχθεί σε μια κοινωνία όπου ο κοινός ηθικός κώδικας έχει διαβρωθεί και οι παραδοσιακές αξίες αμφισβητούνται ή θεωρούνται αναχρονιστικές.

Στην αρχαία Ελλάδα, οι πολίτες όριζαν τον εαυτό τους μέσα από τον ρόλο τους στην πόλη-κράτος. Η αρετή και η αριστεία (αρετή) συνδέονταν με την προσφορά στο σύνολο, και η ηθική καθοδηγούνταν από το παράδειγμα της κοινότητας. Στον σύγχρονο πολιτικό βίο, όμως, το βάρος πέφτει ολοένα και περισσότερο στην ατομική επιτυχία και στις προσωπικές επιδιώξεις, μακριά από τις συλλογικές αξίες.

Ο Μητσοτάκης, όπως και άλλοι σύγχρονοι ηγέτες, λειτουργεί συχνά εντός ενός πλαισίου όπου η πολιτική εξουσία γίνεται εργαλείο προσωπικής επιβεβαίωσης και επιτυχίας. Η πολιτική γλώσσα απογυμνώνεται από ηθικά νοήματα και γίνεται όχημα επικοινωνιακής διαχείρισης και πολιτικής επιβίωσης. Το κράτος και οι θεσμοί δεν θεωρούνται ως πεδία διαμόρφωσης χαρακτήρα ή υπεράσπισης ενός κοινού οράματος, αλλά ως σκηνή προσωπικής ανάδειξης.

Η βαθιά πόλωση που χαρακτηρίζει το ελληνικό πολιτικό σκηνικό τα τελευταία χρόνια έχει τις ρίζες της ακριβώς σε αυτή την ηθική κενότητα. Όπως παρατηρεί ο MacIntyre, όταν η κοινότητα χάνει την ικανότητά της να παράγει κοινές αξίες και νοήματα, τα άτομα στρέφονται στην πολιτική ταυτότητα ως υποκατάστατο ηθικής. Οι πολιτικές διαφωνίες μετατρέπονται σε «ιερούς πολέμους», όπου ο διάλογος και ο συμβιβασμός εκλαμβάνονται ως αδυναμία ή προδοσία.

Ο Μητσοτάκης, λειτουργώντας ως «μάνατζερ» της πολιτικής και όχι ως φορέας συλλογικού οράματος, ενσαρκώνει αυτή τη μετάβαση από τον πολιτικό της αποστολής στον πολιτικό της διαχείρισης. Η έμφαση στην αποτελεσματικότητα, την ψηφιακή μεταρρύθμιση και την προσέλκυση επενδύσεων, αν και σημαντική, έρχεται συχνά εις βάρος της συζήτησης για το βαθύτερο νόημα της πολιτικής: τη διαμόρφωση και υπεράσπιση μιας κοινής ηθικής τάξης.

Όπως και ο Τραμπ, ο Μητσοτάκης συχνά παρουσιάζεται περισσότερο ως διαχειριστής παρά ως ηγέτης με όραμα για το συλλογικό καλό. Η διακυβέρνησή του στηρίζεται σε έναν τεχνοκρατικό ορθολογισμό, που αφήνει όμως αναπάντητα τα ερωτήματα για το ποιο είναι το νόημα της συλλογικής ζωής και ποιες αξίες πρέπει να καθοδηγούν την ελληνική κοινωνία.

Σήμερα, λοιπόν, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα που περιγράφει ο MacIntyre: θα παραμείνει σε μια κατάσταση ηθικού σχετικισμού και πολιτικής διαχείρισης ή θα αναζητήσει ξανά τις ρίζες εκείνες που δίνουν στην πολιτική και την κοινότητα βαθύτερο νόημα; Η πρόκληση για τον Μητσοτάκη –και για κάθε σύγχρονο ηγέτη– δεν είναι μόνο η αποτελεσματική διακυβέρνηση, αλλά η αναζωογόνηση μιας συλλογικής ηθικής που θα δώσει ξανά περιεχόμενο στη δημοκρατία και στην εθνική ταυτότητα.

Το χαρακτηριστικό της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας: η πολυπλοκότητα και η ταχύτητα των εξελίξεων συχνά κατακλύζουν τον δημόσιο διάλογο, καθιστώντας δύσκολη τη διάκριση του ουσιώδους από το επουσιώδες. Η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως και άλλων σύγχρονων ηγετών, εκτείνεται σε τόσα πολλά πεδία (οικονομία, υγεία, παιδεία, δημόσια διοίκηση, δικαιώματα, επικοινωνία, διαχείριση κρίσεων) που η συνολική εικόνα μπορεί να φαίνεται θολή ή αποσπασματική.

Αυτό ακριβώς τονίζει και ο MacIntyre: όταν απουσιάζει ένας σταθερός, κοινός ηθικός άξονας, τότε οι πράξεις και τα λόγια των πολιτικών χάνουν το πλαίσιο που θα τους έδινε συνοχή και νόημα. Η πολιτική μετατρέπεται σε μια διαχείριση κρίσεων και εντυπώσεων, σε ένα ατελείωτο «τζόγο» προτεραιοτήτων και διεκπεραιώσεων, όπου το βάθος παραχωρεί τη θέση του στην επικοινωνία και το ουσιώδες στο πρόσκαιρο.

Σε αυτή τη συνθήκη, ο δημόσιος λόγος του Μητσοτάκη χαρακτηρίζεται από:

  • Έμφαση στην αποτελεσματικότητα, τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό (συχνά με τεχνοκρατικούς όρους και σκιές)
  • Διαχείριση της επικοινωνίας με στόχο τη δημιουργία θετικής εικόνας, ακόμα και όταν υπάρχουν σημαντικά κοινωνικά ή ηθικά ερωτήματα
  • Αποφυγή ουσιαστικής ιδεολογικής τοποθέτησης: προτεραιότητα στη «διαχείριση», όχι στη «μεγάλη αφήγηση» ή το όραμα για το συλλογικό καλό
  • Αντιμετώπιση της πολιτικής ως αρένα αντιπαράθεσης ταυτοτήτων, όπου ο διάλογος συχνά περιορίζεται σε επικοινωνιακά αντανακλαστικά

Το αποτέλεσμα είναι μια πολιτική που μοιάζει πολυδιασπασμένη, χωρίς σταθερό πυρήνα – κάτι που, κατά MacIntyre, οδηγεί στην ηθική ασάφεια και στην αδυναμία συγκρότησης κοινών στόχων και αξιών. Για τον πολίτη, αυτό μεταφράζεται σε αίσθημα κόπωσης, σύγχυσης ή ακόμα και αδιαφορίας.

Σε τελική ανάλυση, το ζήτημα δεν είναι ποια πολιτική ή ποια δήλωση έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα, αλλά αν υπάρχει το πλαίσιο και τα κριτήρια εκείνα που θα έδιναν στη δημόσια ζωή νόημα και προσανατολισμό. Αυτό παραμένει η μεγάλη πρόκληση για κάθε ηγέτη και κάθε κοινωνία.

Ο Alasdair MacIntyre είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους φιλοσόφους της ηθικής και της πολιτικής φιλοσοφίας. Γεννημένος στη Σκωτία το 1929, το έργο του έχει επηρεάσει βαθιά τις συζητήσεις γύρω από την ηθική, την παράδοση και την κοινότητα. Στο πιο γνωστό του βιβλίο, «After Virtue» (Μετά την Αρετή, 1981), ο MacIntyre υποστηρίζει ότι η σύγχρονη ηθική έχει χάσει τη συνοχή και το νόημά της, επειδή έχει αποκοπεί από τις παραδόσεις και τις κοινότητες που της έδιναν υπόσταση.

Ο MacIntyre επικρίνει τον ηθικό σχετικισμό και τον ατομικισμό που κυριαρχούν στον σύγχρονο κόσμο, προτείνοντας ως αντίδοτο μια επιστροφή στις αρετές και τις κοινότητες που καλλιεργούν το ήθος των μελών τους. Το έργο του αντλεί στοιχεία από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τον Αριστοτέλη, τον Θωμά Ακινάτη, αλλά και από τη μαρξιστική παράδοση. Θεωρείται από πολλούς εκ των κορυφαίων θεωρητικών της «ηθικής της αρετής» στη σύγχρονη εποχή.

mywaypress.gr –Περιεχόμενο αξίας με την υποστήριξη  υβριδικής νοημοσύνης.

Για  αναγνώστες με μεγάλο εύρος προσοχής.

Σχετικά Άρθρα