
Οι 4 προκλήσεις της Αττικής για τη μελλοντική ανταγωνιστικότητά της
• Μια ματιά στην Αττική μέσω της Έκθεσης για την Περιφερειακή Καινοτομία
Η παρακολούθηση της Περιφερειακής Καινοτομίας (RIM) είναι μια πρωτοβουλία της Γενικής Διεύθυνσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Επιχειρήσεις και τη Βιομηχανία που έχει ως στόχο να περιγράφει και να αναλύει τις τάσεις των πολιτικών καινοτομίας που ακολουθούν οι περιφέρειες της ΕΕ.
Τα αποτελέσματα της τελευταίας Έκθεσής της που αφορά την Αττική είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και αξίζουν να τύχουν περαιτέρω ανάλυσης τόσο από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές όσο και από την κεντρική κυβέρνηση, καθώς και συνολικά από εκείνους που χαράσσουν πολιτικές, όπου κι αν δραστηριοποιούνται.
Σύμφωνα με την Έκθεση, η Αττική που περιλαμβάνει φυσικά την Αθήνα, πρωτεύουσα της Ελλάδας, είναι από οικονομικής άποψης η πιο σημαντική περιφέρεια της χώρας, συγκεντρώνοντας το 2009 το 43,3% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας και στεγάζοντας το 35,8% του πληθυσμού, παρά το γεγονός ότι αντιπροσωπεύει μόνο το 3% του εθνικού εδάφους. Η Αττική αποτελεί επίσης την κύρια πύλη στην Ελλάδα για το εμπόριο, καθώς από αυτή ξεκινά το ήμισυ σχεδόν του συνόλου των εξαγωγών της χώρας. Όσο για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η Αττική τοποθετήθηκε 2η μεταξύ των 13 ελληνικών περιφερειών και ελαφρώς πάνω από τον περιφερειακό μέσο όρο της ΕΕ των 27.
Η Αττική παρουσιάζει μια αυξανόμενη εξειδίκευση στον τομέα των υπηρεσιών, με έμφαση στο εμπόριο, τις οικονομικές υπηρεσίες, τις μεταφορές και την Επικοινωνία, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες, τα κτηματομεσιτικά, τις ψυχαγωγικές και επιχειρηματικές υπηρεσίες. Επίσης, στην Περιφέρεια Αττικής φιλοξενείται η κεντρική κυβέρνηση με όλα τα υπουργεία της και εκεί εργάζονται περίπου οι μισοί δημόσιοι υπάλληλοι της χώρας.
Ο μεταποιητικός τομέας κυριαρχείται από τομείς χαμηλού έως μέσου επιπέδου τεχνολογίας, όπως η βιομηχανία τροφίμων, η μεταλλουργία, τα χημικά, τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα ναυπηγεία. Την ίδια ώρα, γρήγορα αναπτυσσόμενες βιομηχανίες όπως αυτή των Τηλεπικοινωνιών και των μικρο-ηλεκτρονικών δεν έχουν ακόμη επαρκώς ενσωματωθεί στις παγκόσμιες παραγωγικές αλυσίδες. Ωστόσο, το μερίδιο της γνώσης και της υψηλής τεχνολογίας απασχόλησης στον μεταποιητικό τομέα στην περιοχή είναι σημαντικά υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο και δεν σταματά να βελτιώνεται.
Η Αττική αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο το 60% της εγχώριας δαπάνης για Έρευνα και Ανάπτυξη (GERD). Ο δείκτης αυτός ως ποσοστό του περιφερειακού ΑΕΠ είναι επίσης πάνω από τον εθνικό μέσο όρο, αλλά εξακολουθεί να είναι χαμηλότερος από το μέσο όρο της ΕΕ των 27. Οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη στην Αττική παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια στιγμή, ενώ οι περιφερειακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν καλές επιδόσεις, πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ σε μια σειρά από δείκτες καινοτομίας, η Αττική ως περιοχή εξακολουθεί να βρίσκεται στην ομάδα των χωρών με μέτριες επιδόσεις.
Αυτή η σημαντική διαφορά με το μέσο όρο της ΕΕ είναι εν μέρει το αποτέλεσμα της περιορισμένης ζήτησης στον τομέα της βιομηχανίας, αντανακλώντας τη χαμηλού έως μέσου επιπέδου τεχνολογική δομή και τα χαμηλά επίπεδα ανοίγματος της οικονομίας και της περιφερειακής εξειδίκευσης στον τομέα των υπηρεσιών. Την ίδια στιγμή, οι περιορισμένες διασυνδέσεις μεταξύ του τομέα της έρευνας και των επιχειρήσεων, το χαμηλό επίπεδο της δημόσιας χρηματοδότησης και ο κατακερματισμός των ερευνητικών προσπαθειών σε πολυάριθμους κλάδους, είναι τα κύρια εμπόδια στις περαιτέρω προσπάθειες για την αύξηση των δαπανών για την Έρευνα και την Ανάπτυξη στην περιοχή. Αυτές οι αρνητικές τάσεις γίνονται ακόμα πιο έντονες λόγω της οικονομικής κρίσης που έχει επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την απασχόληση.
Παρά τα προφανή πλεονεκτήματα και τη δεσπόζουσα θέση της, η περιοχή αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να εξασφαλιστεί η μελλοντική ανταγωνιστικότητά της. Σύμφωνα με την έκθεση, οι προκλήσεις αυτές μπορούν να συνοψιστούν στα εξής σημεία:
1.Ανάπτυξη συνεργασιών για την κάλυψη των νέων δυναμικών τομέων και τεχνολογιών. Διεύρυνση των συνεργειών ώστε να καλυφθούν νέοι δυναμικοί τομείς και τεχνολογίες. Η μεγάλη γεωγραφική συγκέντρωση διαφορετικών φορέων στην Αττική (ερευνητικά κέντρα, οικονομικοί φορείς κ.λ.π.) καθώς και οι αναπτυσσόμενες εταιρείες που επενδύουν στις καινοτόμες τεχνολογίες δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο.
2.Ενίσχυση των υπηρεσιών που σχετίζονται με τη γνώση. Η περιφερειακή οικονομία είναι εξαιρετικά εξειδικευμένη στον τομέα των υπηρεσιών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και συνδέεται παράλληλα με τους πιο δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως η ναυτιλία, ο τουρισμός, η υγεία, τα λογιστικά και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Ωστόσο, αν η περιφερειακή οικονομία επιθυμεί να ενισχύσει τη θέση της και το διεθνή της ρόλο πρέπει να υποστηρίξει την ενίσχυση της γνώσης σε αυτούς τους τομείς υπηρεσιών.
3.Εξισορρόπηση της περιφερειακής ανάπτυξης με τη στήριξη της παραγωγικής βάσης. Η περιφερειακή οικονομία δεν μπορεί να εξαρτάται μόνο από τις υπηρεσίες ή τους αναπτυσσόμενους τομείς και οι περιφερειακές αρχές δεν θα πρέπει να παραμελούν τον τομέα της μεταποίησης.
4.Διαχωρισμός μεταξύ των περιφερειακών και των εθνικών πολιτικών. Οι περιφερειακές προτεραιότητες και πολιτικές θα πρέπει να είναι σαφώς διακριτές από τις εθνικές και να προκύπτουν από διαβούλευση με τους περιφερειακούς φορείς. Πηγή:EKT