Ο ναρκοθέτης πρωθυπουργός – Το προεκλογικό «πακέτο» του Τσίπρα θα προσεγγίσει τα 7 δισ. ευρώ…

Στο μικροσκόπιο του τύπου και αρθρογράφων οι προεκλογικές εξαγγελίες του Τσίπρα προς δελεασμό των ψηφοφόρων, με κοινή συνισταμένη την περιορισμένη επίδραση στα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων με το ύψος των προνοθετημένων μέτρων να αγγίζει τα 7 δισ. ευρώ και το διαρκές πρόβλημα αξιοπιστίας που εξακολουθεί να βάλλει την κυβέρνηση Τσίπρα.

Ψίχουλα το φορο-πακέτο Τσίπρα, είναι ο τίτλος δημοσιεύματος του capital.gr, με το άρθρο να συμπεραίνει ότι: «Οι προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί από την κυβέρνηση για ένα ουσιαστικό πακέτο μείωσης της φορολογίας προς τη δοκιμασμένη στα χρόνια των μνημονίων και δοκιμαζόμενη μεσαία τάξη διαψεύστηκαν με τον πιο ηχηρό τρόπο από τη χθεσινή ομιλία του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Αντιμέτωπη με τις αγορές που έδειξαν τις διαθέσεις τους τις τελευταίες ημέρες απέναντι στις πληροφορίες για ένα μεγάλο πακέτο παροχών αλλά και τους θεσμούς και εταίρους που διεμήνυσαν με κάθε τρόπο στην κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες ότι περιθώρια για ουσιαστική χαλάρωση δεν υπάρχουν, ο πρωθυπουργός περιορίστηκε σε εξαγγελίες που ακούγονται όμορφα αλλά επί της ουσίας είναι πολύ περιορισμένης επίδρασης στα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ είχε ανακοινωθεί ότι θα θεσπιστούν μόνιμες φοροελαφρύνσεις 770 εκατ. ευρώ για το 2019, το φορολογικό πακέτο που ανακοινώθηκε δεν ξεπερνά για το 2019 ούτε τα 100 εκατομμύρια. Ερωτηματικό είναι και το δημοσιονομικό κόστος των εξαγγελιών για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.»

Στη συνέχεια το δημοσίευμα ακτινογραφεί «μια μία τις εξαγγελίες για φορολογικές ελαφρύνσεις και τι πραγματικά σημαίνουν αυτές για τους φορολογούμενους:

-Μείωση έως και 50% του ΕΝΦΙΑ για 1,2 εκατ. μικροϊδιοκτήτες και μάλιστα σε δυο δόσεις με την πρώτη από την 1-1-2019. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ετήσιο ΕΝΦΙΑ έως 100 ευρώ πληρώνουν περίπου 1,7 εκατ. μικροϊδιοκτήτες. Έτσι ακόμη και αν η κυβέρνηση επέκτεινε την φοροαπαλλαγή σε 1,7 εκατ. μικροϊδιοκτήτες αντί για τους 1,2 εκατ. που ανακοίνωσε το ετήσιο όφελος για αυτούς θα ήταν το πολύ έως 50 ευρώ. Μάλιστα επειδή η ελάφρυνση αυτή θα δοθεί σε δυο δόσεις τότε το όφελος είναι έως 25 ευρώ ετησίως… Για την μεγάλη ομάδα των μεσαίων ιδιοκτητών ακινήτων που πληρώνουν σημαντικά ποσά λόγω ΕΝΦΙΑ δεν υπάρχει καμία ελάφρυνση. Η μόνη που υπάρχει είναι αυτή των αντίμετρων που έχουν θεσπιστεί για το 2020 αλλά με την προϋπόθεση της μείωσης του αφορολόγητου ορίου από το 2020 που η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν θα πραγματοποιήσει. Ούτως ή άλλως τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ για το 2019 θα εκδοθούν τον ερχόμενο Αύγουστο, δηλαδή πιθανόν μετά τις εθνικές εκλογές, εφόσον επιβεβαιωθούν τα σενάρια για πραγματοποίησή τους τον Μάιο μαζί με τις ευρωεκλογές. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελάφρυνση που ανακοίνωσε χθες ο Πρωθυπουργό δεν κοστίζει δημοσιονομικά περισσότερο από 30 εκατ. ευρώ.

-Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για συνεταιρισμένους αγρότες, συνεταιρισμούς και ΚΟΙΝΣΕΠ και για τις ανενεργές επιχειρήσεις. Το τέλος επιτηδεύματος που ανέρχεται σε 650 ευρώ για τους αγρότες που υπάγονται σε κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και 500 ευρώ για όσους κατοικούν σε οικισμούς με πληθυσμό κάτω των 500 κατοίκων. Οι περισσότεροι υπάγονται στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ και εξαιρούνται ήδη από το τέλος επιτηδεύματος. Έτσι, η απαλλαγή που εξαγγέλθηκε αφορά ελάχιστο αριθμό αγροτών. Όσο για τις ανενεργές επιχειρήσεις η εξαγγελία της απαλλαγής είναι ουσιαστικά κενή περιεχομένου καθώς υπάρχει ήδη η δυνατότητα εκπρόθεσμης διακοπής εργασιών για ανενεργές επιχειρήσεις με απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος. Πιθανόν η εξαγγελία να αφορά την απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος λόγω μη ύπαρξης εσόδων και εξόδων, αλλά με διατήρηση των βιβλίων. Λόγω, όμως, της προσπάθειας αποφυγής του τέλους επιτηδεύματος οι περισσότεροι φορολογούμενοι έχουν κλείσει ήδη ανενεργά μπλοκάκια και επιχειρήσεις.

-Μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή κατά τέσσερις μονάδες από το 29% στο 25% σε βάθος τετραετίας αρχής γενομένης από το 2019. Ουσιαστικά εξαγγέλθηκε η μείωση κατά μία μονάδα από το 29% στο 28% του συντελεστή για τη χρήση 2019 με το σχετικό όφελος για τις επιχειρήσεις να φανεί από το 2020 στην εκκαθάριση του φόρου τους για την προηγούμενη χρήση. Να σημειωθεί ότι το πακέτο των φορολογικών αντίμετρων προβλέπει την εφάπαξ μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή από το 29% στο 26% από το 2020 αλλά με την προϋπόθεση της μείωσης του αφορολόγητου ορίου. Πρόκειται για επιλογή σαφώς πιο συμφέρουσα για τις επιχειρήσεις σε σχέση με τη χθεσινή εξαγγελία του πρωθυπουργού.

-Μείωση των συντελεστών ΦΠΑ από την 1-1-2021. Ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ εξαγγέλθηκε ότι θα μειωθεί από το 24% στο 22% και ο μειωμένος από το 13% στο 12%. Η εξαγγελία δεν αντέχει σε ουσιαστική κριτική διότι η εφαρμογή της έχει πολλές αβεβαιότητες και προϋποθέσεις. Επιπλέον η εφαρμογή της τοποθετείται χρονικά στο μέσον την θητείας της επόμενης κυβέρνησης…»

 
Ο ναρκοθέτης πρωθυπουργός
Σειρά από πολιτικές νάρκες, στα πεδία της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης και των θεσμών, τοποθετεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στην επόμενη κυβέρνηση, καθώς εδραιώνεται η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δεύτερο κόμμα στις προσεχείς εκλογές, είτε αυτές πραγματοποιηθούν τον Μάιο είτε σε άλλο χρόνο, παρατηρεί η Καθημερινή, σε δημοσίευμα της υπό τον τίτλο «Κάνει από τώρα αντιπολίτευση στον επόμενο πρωθυπουργό».

Όπως ανάλυε το δημοσίευμα: Βασικός στόχος του Μαξίμου είναι, ενόψει της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης, να συγκεντρώσει ποσοστά στην περιοχή του 25%, οπότε να καταστεί κυρίαρχος πόλος στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Και παράλληλα, να αποτρέψει την αυτοδυναμία του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη. Εάν αυτό επιτευχθεί, θεωρείται πολύ πιθανή η συνεργασία μεταξύ Ν.Δ. και ΚΙΝΑΛ, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μονοπωλήσει, επί της ουσίας, τον χώρο της αντιπολίτευσης, έχοντας αφήσει στην επόμενη κυβέρνηση ένα «υπονομευμένο» πολιτικό περιβάλλον.

Ειδικότερα, στην οικονομία, στον απόηχο των χθεσινών εξαγγελιών του κ. Τσίπρα από το βήμα της ΔΕΘ, η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να διαχειριστεί:

Πρώτον, τα μέτρα που έχει ήδη νομοθετήσει η κυβέρνηση για περικοπή των συντάξεων και μείωση του αφορολογήτου από το 2020. Ακόμη και εάν ο κ. Τσίπρας επιτύχει, μέσω της διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των δανειστών, την αναστολή της περικοπής των συντάξεων τον Ιανουάριο του 2019, αποτελεί ερώτημα εάν θα υπάρχει η δυνατότητα αυτή να επεκταθεί και για τα επόμενα χρόνια. Επίσης, είναι ζητούμενο κατά πόσον θα μπορεί να συνεχιστεί ένα καθεστώς συντάξεων «δύο ταχυτήτων», όπως συμβαίνει τώρα με τη λεγόμενη προσωπική διαφορά.

Παράλληλα, ακόμη και εάν γίνει δεκτό από τους εταίρους το αίτημα να μη μειωθούν οι συντάξεις, για τη μείωση του αφορολογήτου προεξοφλείται πως θα υπάρξει απόλυτη επιμονή, καθώς θεωρείται κομβικό διαρθρωτικό μέτρο λόγω της εκτεταμένης φοροδιαφυγής στην Ελλάδα και θα πρέπει να εφαρμοστεί από την επόμενη κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2020.

Δεύτερον, τη σχεδιαζόμενη από το Μαξίμου προνομοθέτηση των παροχών που θα εξαγγείλει ο κ. Τσίπρας, με βάση τα υπερπλεονάσματα μέχρι το 2022. Πρόκειται για ένα ποσόν της τάξης των 3,7 δισ. ευρώ. Μάλιστα, όπως αναφέρουν στελέχη της αντιπολίτευσης, εάν δεν περικοπούν οι συντάξεις και δοθούν τα αναδρομικά στα ειδικά μισθολόγια, το «πακέτο» Τσίπρα θα προσεγγίσει τα 7 δισ. ευρώ. Είναι προφανές πως η προνομοθέτηση των μέτρων δεν είναι μόνο ένα προεκλογικό όπλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει, πρωτίστως, στο ενδεχόμενο πολιτικό κόστος που θα έχει ο κ. Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός, εάν ακυρώσει τις παροχές Τσίπρα προκειμένου να αλλάξει το μείγμα πολιτικής.

Τρίτον, την άρνηση του κ. Τσίπρα να συμφωνήσει σε προληπτική γραμμή στήριξης μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, αλλά και τη χαμηλή πτήση στην οποία έχει οδηγήσει την οικονομία η υπερφορολόγηση των τελευταίων ετών, καθώς και η συμφωνία για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% κατά τα επόμενα χρόνια.

Ως γνωστόν, τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων είναι επί του παρόντος απαγορευτικά και είναι άγνωστο εάν θα αποκλιμακωθούν εν μέσω μιας μακράς και με πρωτόγνωρη οξύτητα προεκλογικής περιόδου, όπως τη σχεδιάζει το Μαξίμου.

Επίσης, οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν ισχνοί, ενώ ακόμη και εάν ο κ. Μητσοτάκης επιτύχει τον διακηρυγμένο στόχο του, για προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων, ο χρόνος «ωρίμανσης» ώστε τα οφέλη να διαχυθούν στην πραγματική οικονομία εκ των πραγμάτων δεν θα είναι σύντομος.

Παράληλα, όμως, στον δρόμο προς την αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στο κράτος και στους θεσμούς. Τον επόμενο μήνα, με την επανέναρξη των εργασιών της Ολομέλειας της Βουλής, θα κατατεθεί η πρόταση για την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Ετσι, η επόμενη κυβέρνηση δεν θα είναι σε θέση να προτείνει ως αναθεωρητέα εμβληματικά άρθρα, όπως για παράδειγμα την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Επίσης, η αποχώρηση του κ. Κοντονή λέγεται πως σχετίζεται με αλλαγές στη Δικαιοσύνη, με «βάθος» πέραν της θητείας της παρούσας κυβέρνησης.

Τέλος, εμφανής είναι η πολιτική στόχευση της επιλογής του κ. Τσίπρα για γραμματείς στα υπουργεία με τετραετή θητεία, ώστε να υπάρχουν «θύλακοι» του ΣΥΡΙΖΑ στο κράτος και μετά τις επόμενες εκλογές. Στην ίδια κατεύθυνση, εξάλλου, υιοθετήθηκε η απλή αναλογική για τις επερχόμενες εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε το κυβερνών κόμμα να έχει λόγο στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, παρότι οι δυνάμεις του στον συγκεκριμένο χώρο είναι ισχνές.»

 
Το πρόβλημα αξιοπιστίας που εξακολουθεί να βάλλει την κυβέρνηση Τσίπρα
Το σφυροκόπημα των αγορών προσγείωσε τον κ. Τσίπρα, είναι ο τίτλος άρθρου στην kathimerini.gr του Κώστα Μήλα (καθηγητής και πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool).

Όπως αναφέρει: Επι σειρά ημερών προετοίμαζε την επιστροφή του στο γνώριμο επαναστατικό του πρόσωπο, όπως αυτό είχε καταγραφεί στις αντί-G8 συγκεντρώσεις της Τζένοα το 2001. Δυστυχώς όμως, η απότομη άνοδος του κόστους δανεισμού των ελληνικών ομολόγων τις τελευταίες ημέρες και μάλιστα μετά την ηρωική, από τις 21 Αυγούστου και μετά, έξοδο μας από τα Μνημόνια (sic), τον επανέφεραν στην «τάξη».

Πράγματι, παρά το ότι η κυβέρνηση δημιουργεί μαξιλαράκι ρευστότητας, το οποίο μπορεί να καλύψει (σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα) τις δανειακές ανάγκες του Δημοσίου ανεξάρτητα από το αυξανόμενο δεκαετές κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, ο κ. Τσίπρας ευτυχώς αντιλήφθηκε (έστω και την ύστατη ώρα) ότι μεγαλόστομες οικονομικές εξαγγελίες από την ΔΕΘ θα έκαναν μεγάλη ζημιά στις ελληνικές επιχειρήσεις. Και τούτο επειδή αυτές, χωρίς να έχουν δημιουργήσει με κεφάλαια της τρόικα, δικό τους απόθεμα ρευστότητας, θα έβλεπαν το κόστος δανεισμού τους να εκτοξεύεται (διότι η πρόσβαση τους σε κεφάλαια για επενδύσεις είναι άμεσα συνδεδεμένη με το κόστος δανεισμού του κράτους). Από τις μη επαναστατικές λοιπόν εξαγγελίες του κ. Τσίπρα κρατώ τα ακόλουθα:

1. Στήριξη επενδύσεων και εμβάθυνση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Μακάρι, διότι, μέχρι σήμερα, άλλα είναι τα δείγματα γραφής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το πώς αντιμετωπίζουμε τις επενδύσεις στην Ελλάδα και ειδικότερα το πόσο περιοριστικοί είναι οι κανονισμοί στη λειτουργία των άμεσων ξένων επενδύσεων. Πράγματι, σύμφωνα με τον αντίστοιχο δείκτη του World Economic Forum, η Ελλάδα, μεταξύ 137 χωρών, μόλις και κατατάσσεται στην… 115η θέση, ήτοι 108 (!) θέσεις κάτω από την Πορτογαλία, αλλά και 17 (!) θέσεις κάτω από τη Δημοκρατία του Κονγκό. Ποιος θα έχει λοιπόν την βούληση ή την υπομονή να επενδύσει στην Ελλάδα έτσι ώστε να «τρέξει» η οικονομία μας;

2. Δέσμευση περί αύξησης του κατώτατου μισθού κατόπιν όμως διαβούλευσης με τα εμπλεκόμενα μέρη. Χαιρετίζω την μη μονομερή/αυθαίρετη αύξηση από πλευράς κυβέρνησης. Και τούτο επειδή, όπως ανέλυσα πρόσφατα στην «Καθημερινή», αυτήν την στιγμή η οικονομία δεν αντέχει αύξηση στον κατώτατο μισθό πάνω από 1%.

3. Μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων από το 29% στο 25% σε βάθος τριετίας. Αν και θεμιτό μέτρο, ας μην περιμένουμε άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας. Οι επιχειρήσεις θα περιμένουν να κάνει πράξη ο κ. Τσίπρας τις εξαγγελίες για στήριξη των επενδύσεων προκειμένου να μετατρέψουν τα οφέλη από την μείωση της φορολογίας σε επενδυτική έκρηξη.

Την στιγμή που γράφονταν οι γραμμές αυτές, το tweet του κ. Τσίπρα για μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων είχαν γίνει μόνο 33 retweets (!), παρότι ο πρωθυπουργός μας έχει 474.300 followers. Η έλλειψη ενθουσιασμού για τη διάδοση του παραπάνω θετικού οικονομικού νέου υποδηλώνει το πρόβλημα αξιοπιστίας που εξακολουθεί να βάλλει την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα. Και τούτο όταν οι εκλογές θα λάβουν χώρα το πολύ σε 12 μήνες από σήμερα…

Σχετικά Άρθρα