Ο σκιώδης υπουργός, ο κομματάρχης και ο νέος ελληνικός παρασιτισμός: Μαθήματα από το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ

Οι τοπικοί κομματάρχες έγιναν υπουργοί με εξουσίες, το ταμείο του κράτους έγινε πηγή προσωπικού πλουτισμού, η μπάλα χάθηκε και η αδιαφορία έγινε σήμα κατατεθέν μιας χώρας έρμαιο μιας αδίστακτης συμμορίας

 
Διαβάζοντας κανείς τους διαλόγους από τη δικογραφία του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, είναι αναπόφευκτο να οδηγηθεί σε ορισμένα πικρά συμπεράσματα για την κατάσταση της πολιτικής στη χώρα μας – και κυρίως για το πώς αυτή μεταλλάχθηκε τα τελευταία χρόνια.

 
Από τη σκιώδη κυβέρνηση στην κομματική αυλή

Κάποτε, υπήρχε μια άτυπη αλλά λειτουργική πρακτική στα κόμματα εξουσίας: η δημιουργία της λεγόμενης σκιώδους κυβέρνησης. Εκεί, βουλευτές αναλάμβαναν τον ρόλο του «σκιώδη υπουργού», παρακολουθώντας στενά το έργο του ομολόγου τους στην κυβέρνηση. Αυτή η διαδικασία λειτουργούσε ως μηχανισμός ελέγχου και προετοιμασίας, ώστε όταν το κόμμα ερχόταν στην εξουσία, να υπάρχει επάρκεια γνώσης και ετοιμότητα ανάληψης καθηκόντων. Ήταν μια άσκηση δημοκρατικής ωριμότητας, με στόχο τη διαφάνεια και τη συνέχεια της διοίκησης.

Αντίθετα, τα τελευταία χρόνια, υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρατηρούμε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα: οι υπουργοί χρίζονται όχι βάσει γνώσεων ή ικανοτήτων, αλλά με μοναδικό κριτήριο την κομματική πίστη και την εγγύτητα στον αρχηγό. Η παρέα του Μαξίμου τοποθετεί τους δικούς της ανθρώπους σε θέσεις-κλειδιά, με αποτέλεσμα την απόλυτη εξάρτηση του πολιτικού και διοικητικού προσωπικού από το κέντρο εξουσίας.

Σταδιακά οι τοπικοί κομματάρχες γίνονται υπουργοί με εξουσίες και οι υπουργοί που έχουν δώσει όρκο στο Σύνταγμα γίνονται παθητικοί ακόλουθοι των κομματαρχών.

 
Το κόμμα πάνω από το κράτος

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ αποκαλύπτει ένα καλά ενορχηστρωμένο κύκλωμα διορισμένων διοικητών – υπαλλήλων του κόμματος που δίνουν μάχη για ένα κομμάτι από τις επιδοτήσεις, γνωρίζοντας καλά ότι η διαδικασία είναι παράνομη. Οι διοικήσεις αυτές, μακριά από κάθε έννοια αξιοκρατίας, διορίζονται με μοναδικό γνώμονα την κομματική πίστη. Το κράτος, αντί να λειτουργεί υπέρ των πολιτών, γίνεται όχημα εξυπηρέτησης του κομματικού μηχανισμού.

 
Από την αξιοκρατία στην κλεπτοκρατία

Έτσι, η Ελλάδα υπό τον Μητσοτάκη μοιάζει όλο και λιγότερο με μια σύγχρονη αξιοκρατική ελεύθερη αγορά, όπου ο καθένας έχει ίσες ευκαιρίες και η πρόοδος έρχεται ως αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και καινοτομίας. Αντίθετα, μετατρέπεται σταδιακά σε μια κλεπτοκρατία τύπου «πληρώνω για να παίξω», όπου η πρόσβαση και το πλεονέκτημα δημοπρατούνται στον πλειοδότη – και ο απλός πολίτης μένει απλός θεατής.

Η χώρα εκφυλίζεται σε ένα σύστημα δύο ταχυτήτων: εκείνοι που βρίσκονται κοντά στην εξουσία ανταμείβονται πλουσιοπάροχα, ενώ για τους υπόλοιπους η σκληρή δουλειά χάνει το νόημά της και η κοινωνική κινητικότητα φαντάζει άπιαστο όνειρο.

 
Οικονομική-κομματική διαπλοκή εναντίον του μέσου Έλληνα

Τα παραπάνω φαινόμενα δεν είναι απλές παρατυπίες. Συνιστούν κατάργηση των στοιχειωδών κανόνων της δημοκρατίας και συντονισμένη προσπάθεια οικειοποίησης δημόσιων και ευρωπαϊκών πόρων. Το παρακράτος των σκιωδών υπουργών του καθεστώτος Μητσοτάκη έχει κοστίσει ακριβά, απαξιώνοντας το νόημα της σκληρής δουλειάς, ενώ η καταχρηστική εκμετάλλευση των επιδοτήσεων θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε περικοπές ευρωπαϊκών κονδυλίων για την αγροτική παραγωγή. Αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στους καταναλωτές, είτε με αύξηση τιμών είτε με αύξηση εισαγωγών.

 
Ο φαύλος κύκλος του κομματικού λόμπινγκ

Το λόμπινγκ των κομματικών υπουργών και η περιφρόνηση κάθε έννοιας ορθής κρατικής λειτουργίας από τον ίδιο τον πρωθυπουργό επιβαρύνουν τη χώρα με νέα χρέη και χαμένη αξιοπιστία. Τα χρήματα που διασπαθίστηκαν – είτε μέσω της Λίστας Πέτσα, είτε της Ομάδας Αλήθειας, του ΟΠΕΚΕΠΕ ή του εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου (που κατέληξε στην τραγωδία των Τεμπών) – αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα μιας συνολικής παθογένειας.

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλά ένα ακόμα επεισόδιο πολιτικής διαφθοράς· είναι το σύμπτωμα ενός συστήματος που έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Αν δεν υπάρξει ριζική αλλαγή πορείας, η Ελλάδα κινδυνεύει να μείνει δέσμια των ίδιων φαύλων κύκλων που την ταλαιπωρούν δεκαετίες τώρα – με μοναδικό χαμένο, πάντα, τον απλό πολίτη.

 
Η οικονομική κρίση και η πτώχευση της χώρας έχουν αφήσει βαθύ ψυχολογικό αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία

Αναμφίβολα, η οικονομική κρίση και η πτώχευση της χώρας έχουν αφήσει βαθύ ψυχολογικό αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία. Τα χρόνια της ανασφάλειας, της ανεργίας, των περικοπών και της διαρκούς αβεβαιότητας έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου η επιβίωση συχνά υπερτερεί της συλλογικότητας και της κοινωνικής ευθύνης.

 
Η γέννηση και ενίσχυση της νοοτροπίας της εκμετάλλευσης

Σε τέτοιες συνθήκες, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υιοθετούν τη νοοτροπία της «αρπαχτής»—την τάση να εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία προς ίδιον όφελος, συχνά αδιαφορώντας για τους κανόνες ή το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Η κρίση πυροδότησε ένα αίσθημα αδικίας και εγκατάλειψης: «όποιος δεν προλάβει, θα χάσει», «αν δεν το κάνω εγώ, θα το κάνει άλλος». Η διάχυτη ανασφάλεια έκανε πολλούς να βλέπουν το κράτος όχι ως θεσμό προστασίας αλλά ως αντίπαλο ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως εργαλείο προς άμεση εκμετάλλευση.

 
Ο ρόλος των κομμάτων εξουσίας και η απουσία λογοδοσίας

Τα κόμματα εξουσίας, αντί να λειτουργήσουν ως φρένο σε αυτή τη νοοτροπία, συχνά την ενίσχυσαν. Η απουσία πραγματικής λογοδοσίας, η ατιμωρησία και το διαρκές «μοίρασμα» προνομίων στους ημέτερους στέλνουν το μήνυμα ότι ο ατομικισμός και η πελατειακή σχέση είναι όχι μόνο αποδεκτοί αλλά και αναγκαίοι τρόποι επιβίωσης. Όταν οι πολίτες βλέπουν ότι εκείνοι που βρίσκονται στην εξουσία εκμεταλλεύονται το σύστημα για προσωπικό ή κομματικό όφελος χωρίς συνέπειες, είναι φυσικό να μιμούνται αυτή τη συμπεριφορά σε μικρότερη ή μεγαλύτερη κλίμακα.

 
Ο φαύλος κύκλος της δυσπιστίας

Αυτή η κατάσταση γεννά έναν φαύλο κύκλο: η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς και τους πολιτικούς οδηγεί στην ενίσχυση ατομικιστικών πρακτικών, οι οποίες με τη σειρά τους υπονομεύουν περαιτέρω τη συλλογικότητα και τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Έτσι, η κοινωνία εγκλωβίζεται σε έναν διαρκή ψυχολογικό παροξυσμό, όπου η επιβίωση και η εκμετάλλευση ευκαιριών γίνονται αυτοσκοπός.

 
Η ανάγκη για νέα συλλογικότητα

Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου απαιτεί, πέρα από οικονομική σταθερότητα, και βαθιές θεσμικές τομές: ενίσχυση της λογοδοσίας, αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, και επαναπροσδιορισμό της σχέσης πολίτη-κράτους σε βάση δικαιοσύνης και διαφάνειας. Μόνο έτσι μπορεί να ανατραπεί η παγιωμένη λογική της εκμετάλλευσης και να ξαναγεννηθεί η αίσθηση συλλογικής προόδου και δικαιοσύνης.

 
mywaypress.gr – Για  αναγνώστες με μεγάλο εύρος προσοχής

Σχετικά Άρθρα