
Πλουσιόπαιδα και δημοσιονομική παράνοια
Μια κριτική στις οικονομικές πολιτικές που υποθηκεύουν το μέλλον
Το άρθρο του Scott Galloway (profgalloway.com) με τίτλο “Rich Kids” (“Πλουσιόπαιδα”) ασκεί δριμεία κριτική στις τρέχουσες δημοσιονομικές πολιτικές των Ηνωμένων Πολιτειών, υποστηρίζοντας ότι ευνοούν τους πλούσιους εις βάρος των φτωχότερων και των μελλοντικών γενεών. Ο συγγραφέας τονίζει την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείματος και του δημόσιου χρέους, καθώς και τις προτεινόμενες περικοπές σε κοινωνικά προγράμματα, ενώ παράλληλα προωθούνται φορολογικές ελαφρύνσεις για τους εύπορους.
Το κείμενο είναι ένα παθιασμένο άρθρο γνώμης που συνδυάζει οικονομική ανάλυση, κοινωνική κριτική και προσωπικές εμπειρίες για να υποστηρίξει την ανάγκη για μια πιο δίκαιη φορολογική πολιτική και μεγαλύτερη δημοσιονομική υπευθυνότητα στις ΗΠΑ. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί έντονη γλώσσα και παραδείγματα για να καταστήσει τα επιχειρήματά του πιο προσιτά και να προκαλέσει συναισθηματική αντίδραση.
…
Σε μια εποχή όπου οι οικονομικές ανισότητες διευρύνονται και το δημόσιο χρέος γιγαντώνεται, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται αντιμέτωπες με αυτό που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ως «δημοσιονομική παράνοια». Η πρόσφατη πρόταση προϋπολογισμού από τους Ρεπουμπλικάνους της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία προβλέπει την προσθήκη 3,8 τρισεκατομμυρίων δολαρίων στο έλλειμμα, έρχεται να επιβεβαιώσει τους φόβους για μια πολιτική που ευνοεί τους λίγους και ισχυρούς, επιβαρύνοντας τις επόμενες γενιές και τους πιο ευάλωτους πολίτες.
Η καρδιά του προβλήματος, όπως αναδεικνύεται, έγκειται σε έναν επικίνδυνο συνδυασμό: αφενός, μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές ελαφρύνσεις για τους ήδη εύπορους, και αφετέρου, δραστικές περικοπές σε ζωτικής σημασίας κοινωνικά προγράμματα. Προγράμματα όπως το Medicaid, που παρέχει ιατροφαρμακευτική κάλυψη σε εκατομμύρια Αμερικανούς χαμηλού εισοδήματος, και το SNAP, το πρόγραμμα επισιτιστικής βοήθειας, βρίσκονται στο στόχαστρο περικοπών ύψους 1,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Την ίδια στιγμή, μια σκανδαλώδης, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, διάταξη προτείνει την αύξηση της αφορολόγητης κληρονομιάς στα 30 εκατομμύρια δολάρια ανά ζευγάρι, την ώρα που τα κουπόνια σίτισης περικόπτονται. Η μαθηματική εξίσωση μοιάζει παράλογη: οι πλουσιότεροι και γηραιότεροι φαίνεται να «φορτώνουν» τα βάρη στις πιστωτικές κάρτες των νεότερων και φτωχότερων συμπολιτών τους.
Το αποτέλεσμα είναι μια ανησυχητική διόγκωση του δημόσιου χρέους, με τους τόκους εξυπηρέτησής του να αποτελούν πλέον το ταχύτερα αυξανόμενο κονδύλι του προϋπολογισμού. Εκτιμάται ότι την επόμενη δεκαετία, οι πληρωμές τόκων θα αγγίξουν τα 13,8 τρισεκατομμύρια δολάρια. Σε μια εξέλιξη που θα έπρεπε να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, το οικονομικό έτος 2024, οι δαπάνες για τόκους (878 δισ. δολάρια) ξεπέρασαν τις αμυντικές δαπάνες (877 δισ. δολάρια). Όπως επισημαίνει ο ιστορικός Niall Ferguson, τα έθνη συνήθως δεν κατακτώνται, αλλά χρεοκοπούν, και η υπέρβαση των αμυντικών δαπανών από την εξυπηρέτηση του χρέους είναι ένα καμπανάκι κινδύνου.
Στο επίκεντρο αυτής της δημοσιονομικής πολιτικής βρίσκεται η συζήτηση γύρω από τον φόρο περιουσίας, ή όπως τον αποκαλούν υποτιμητικά οι πολέμιοί του, «φόρο θανάτου». Πρόκειται για μια έξυπνη επικοινωνιακή στρατηγική που κατάφερε να στρέψει την κοινή γνώμη εναντίον ενός φόρου που στην πραγματικότητα αφορά ένα ελάχιστο ποσοστό των πλουσιότερων νοικοκυριών (λιγότερο από 1 στα 1.000). Η ειρωνεία είναι ότι οι πολίτες συχνά υποστηρίζουν περικοπές σε προγράμματα που οι ίδιοι ή οι συμπολίτες τους έχουν άμεση ανάγκη, ενώ ανησυχούν για έναν φόρο που δεν θα κληθούν ποτέ να πληρώσουν.
Τα επιχειρήματα περί «διπλής φορολογίας» συχνά παραβλέπουν ότι ένα σημαντικό μέρος της αξίας των μεγάλων περιουσιών (55%) προέρχεται από μη πραγματοποιηθέντα κεφαλαιακά κέρδη, τα οποία ουσιαστικά διαφεύγουν της φορολογίας. Επίσης, ο μύθος ότι ο φόρος πλήττει μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις καταρρίπτεται από τα στοιχεία, καθώς ελάχιστες τέτοιες επιχειρήσεις (λιγότερες από 100 ετησίως) καταλήγουν να πληρώνουν τον φόρο. Το 2023, ο φόρος αυτός απέφερε 24 δισεκατομμύρια δολάρια. Η κατάργησή του, όπως προτείνεται, θα στερήσει από το κράτος έσοδα άνω των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων την επόμενη δεκαετία – πόροι που θα μπορούσαν να καλύψουν μεγάλο μέρος των περικοπών σε προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας. Αντιθέτως, μια πρόταση για μείωση της αφορολόγητης βάσης στο 1 εκατομμύριο δολάρια και φορολόγηση με 40% των ποσών που υπερβαίνουν αυτό το όριο, θα μπορούσε να αποφέρει πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε βάθος δεκαετίας, καλύπτοντας τις περικοπές σε Medicaid και SNAP.
Η συζήτηση αυτή λαμβάνει χώρα εν μέσω της μεγαλύτερης διαγενεακής μεταβίβασης πλούτου στην ιστορία, ύψους 124 τρισεκατομμυρίων δολαρίων έως το 2048. Ωστόσο, ο πλούτος αυτός θα συγκεντρωθεί στα χέρια ελαχίστων, καθώς το πλουσιότερο 2% των νοικοκυριών αναμένεται να κληρονομήσει το ήμισυ αυτού του αστρονομικού ποσού, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία (4 στα 5 νοικοκυριά) δεν θα λάβει καμία κληρονομιά.
Ο αρθρογράφος, αντλώντας και από την προσωπική του πορεία – μεγαλώνοντας με περιορισμένους πόρους και ωφελούμενος από κρατικές υποτροφίες όπως οι Pell Grants – υπογραμμίζει την ηθική διάσταση του ζητήματος. Οι προτεινόμενες περικοπές στις Pell Grants κατά 67 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2034 θα στερήσουν από πολλούς νέους με χαμηλά εισοδήματα την ευκαιρία για ανώτερη εκπαίδευση. Το δίλημμα, όπως το θέτει, είναι σαφές: «Τα παιδιά μου να κληρονομήσουν μερικά εκατομμύρια λιγότερα ώστε να μπορούμε να προσφέρουμε σε εκατομμύρια άλλους ευρύτερες διαδρομές προς την εκπαίδευση, την εργασία, τον πλούτο και περισσότερα φορολογικά έσοδα, είναι μια αυτονόητη ανταλλαγή».
Το κείμενο κλείνει με μια ισχυρή επίκληση στην κοινωνική ευθύνη, παραπέμποντας στην ελληνική σοφία: «Μια κοινωνία μεγαλουργεί όταν οι γέροι φυτεύουν δέντρα στη σκιά των οποίων ξέρουν ότι δεν θα καθίσουν ποτέ». Η σημερινή γενιά, όμως, κατηγορείται ότι ακολουθεί την αντίθετη πορεία, «αποψιλώνοντας» τις ευκαιρίες για το μέλλον. Η προειδοποίηση είναι σαφής: η διαιώνιση πολιτικών που ευνοούν τα «πλουσιόπαιδα» εις βάρος της κοινωνικής συνοχής και της δημοσιονομικής υγείας δεν είναι βιώσιμη.
Για τον Έλληνα αναγνώστη, το κείμενο μπορεί να προσφέρει τα εξής:
- Κατανόηση των δημοσιονομικών προκλήσεων στις ΗΠΑ: Παρέχει μια εικόνα των συζητήσεων γύρω από το χρέος, το έλλειμμα και τη φορολογική πολιτική σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.
- Συσχετισμός με παρόμοιες προκλήσεις: Αν και το πλαίσιο είναι αμερικανικό, οι θεματικές της κοινωνικής ανισότητας, της φοροδιαφυγής των πλουσίων, της υποχρηματοδότησης κοινωνικών προγραμμάτων και της διαγενεακής δικαιοσύνης έχουν παγκόσμια απήχηση και μπορεί να αντηχούν με αντίστοιχους προβληματισμούς στην Ελλάδα.
- Εισαγωγή σε συγκεκριμένες πολιτικές: Εξηγεί έννοιες όπως ο φόρος περιουσίας (estate tax), τα προγράμματα Medicaid και SNAP, και οι υποτροφίες Pell Grants, που αποτελούν σημαντικά στοιχεία του αμερικανικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος.
- Κριτική σκέψη για τη φορολογία: Προκαλεί τον αναγνώστη να σκεφτεί κριτικά για το ποιος ωφελείται και ποιος επιβαρύνεται από τις διάφορες φορολογικές πολιτικές και πώς αυτές επηρεάζουν την κοινωνική συνοχή και την οικονομική ανάπτυξη.
mywaypress.gr – Για προσεκτικούς αναγνώστες