Πως μπορεί να γίνει το χρέος βιώσιμο τώρα, και όχι το 2020 ή ένα άλλο μελλοντικό χρονοδιάγραμμα
• «Η πρόταση ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων, δηλαδή, της Τρόικας, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, του Ελληνικού λαού, και των επενδυτών, με ένα κοινό σκοπό:
√ να βοηθήσουν όσο περισσότερο μπορούν την Ελλάδα να επιτύχει υψηλούς, σταθερούς, και βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης
• « Τα ελληνικά προγράμματα μέχρι σήμερα έχουν αποτύχει επειδή βασίζονται σε δογματικές και μη ρεαλιστικές απόψεις και θεωρίες που αγνοούν το πώς πραγματικά λειτουργούν οι χρηματαγορές»
• « Τέσσερα θεμελιώδη λάθη οικονομικής πολιτικής θέτουν σε κίνδυνο τις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας»
• « Η προηγούμενη αποτυχία της Ελλάδας πρέπει να θεωρηθεί όπως πραγματικά είναι:
√ αδυναμία να ακολουθήσει ρεαλιστικούς στόχους, οι οποίοι θα βασίζονται σε ένα ευρύτερο φάσμα κρίσιμων στόχων που θα περιλαμβάνει τη προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων ώστε να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάπτυξη»
«Το νέο έτος έφερε ανάμεικτα συναισθήματα στους Έλληνες πολίτες.
Η ικανοποίηση και η ανακούφιση κυριάρχησε αμέσως μετά την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup τον προηγούμενο Δεκέμβριο σχετικά με την αποδέσμευση του συνολικού ποσού των €49,1 δισ. έως το τέλος Μαρτίου 2013 (καθώς και επιπλέον ποσού €3,4 δισ. από το ΔΝΤ).
Ένα πράγματι μεγάλο ποσό που οφείλεται κυρίως στις προηγούμενες τρεις καθυστερούμενες δόσεις του συμφωνηθέντος προγράμματος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας τον Μάρτιο του 2012, καθώς και τα αναγκαία συμπληρωματικά κεφάλαια για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων.
Αναμφίβολα, σήμερα διακρίνεται μια συγκρατημένη αισιοδοξία στους πολίτες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, αλλά ταυτόχρονα διακατέχονται από συναισθήματα αγανάκτησης και θυμού για τα αίτια αποτυχίας των ελληνικών προγραμμάτων.
Γιατί όμως μετά από τρία χρόνια επίμονων και αιματηρών προσπαθειών από την πλευρά των Ελλήνων πολιτών, μια αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους με «κούρεμα» περίπου 53,4% (σε ονομαστική αξία) ιδιωτών κατόχων ομολόγων και επαναγορά €31,9 δις (ονομαστικής αξίας) νέων ομολόγων με μέση σταθμισμένη τιμή33,8 σεντς στο ευρώ, αναρωτιόμαστε ακόμα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και την επιτυχία του χρηματοδοτικού προγράμματος;
Μέχρι πρότινος λίγοι ήταν εκείνοι που είχαν εξετάσει το ενδεχόμενο ότι η αιτία αποτυχίας των ελληνικών προγραμμάτων θα μπορούσε να οφειλόταν και στα ίδια τα προγράμματα και ότι δεν ευθύνεται αποκλειστικά η ελληνική βραδύτητα αφομοίωσης των προτεινόμενων «συνταγών» της Τρόικας.
Τα ελληνικά προγράμματα μέχρι σήμερα έχουν αποτύχει επειδή βασίζονται σε δογματικές και μη ρεαλιστικές απόψεις και θεωρίες που αγνοούν το πώς πραγματικά λειτουργούν οι χρηματαγορές.
Δυστυχώς, η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση είναι μια κρίση φερεγγυότητας και όχι απλώς μια κρίση ρευστότητας.
Αν δεν εξασφαλιστεί πλήρως και άμεσα η βιωσιμότητα του χρέους των κρατών και η αποκατάσταση των οικονομικών προβλημάτων των τραπεζών τους, η κρίση θα συνεχίσει να επιδεινώνεται στην Ευρώπη.
Στο επίκεντρο της αποτυχίας βρίσκεται, επίσης, η περιορισμένη εμπειρία που διαθέτει η Ευρώπη στην αντιμετώπιση σοβαρών οικονομικών κρίσεων.
Τα ελληνικά οικονομικά και χρηματοδοτικά προγράμματα έχουν επανειλημμένα αποτύχει επειδή προσπάθησαν να καταστήσουν το χρέος βιώσιμο –ή σταθερό ως ποσοστό του ΑΕΠ– σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα και όχι άμεσα όπως οι επενδυτές επιθυμούν.
Με το να μην διασφαλίζεται άμεσα η φερεγγυότητα και η βιωσιμότητα του χρέους, τέσσερα θεμελιώδη λάθη οικονομικής πολιτικής θέτουν σε κίνδυνο τις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και πρέπει να αναθεωρηθούν για να δώσουν στην Ελλάδα την ευκαιρία να ορθοποδήσει.
1. Το πρόγραμμα δεν έκανε το ελληνικό χρέος βιώσιμο άμεσα από την αρχή, με αποτέλεσμα το τελευταίο «κούρεμα» (PSI+) να μην πείθει ότι το υπάρχον χρέος μπορεί να εξυπηρετηθεί από την ελληνική οικονομία.
2. Η χρηματοοικονομική στήριξη που χρειαζόταν για να επιλυθεί η ελληνική κρίση χορηγήθηκε πριν –και όχι όπως θα έπρεπε μετά– τον καταμερισμό των ζημιών και την αναδιάρθρωση του χρέους.
Με αυτόν τον τρόπο το «επίσημο» μέρος του δημόσιου χρέους έγινε μέρος του προβλήματος.
Ως εκ τούτου, η αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους που η Ελλάδα πραγματοποίησε το προηγούμενο έτος είχε σαν αποτέλεσμα ένα «κούρεμα» ιδιωτών κατόχων ομολόγων κατά περίπου 74% (καθαρής παρούσας αξίας), αλλά το οποίο αφορούσε μόνο στο ένα τρίτο περίπου του συνόλου των ιδιωτικών και δημόσιων ομολόγων.
Ενώ ένα κούρεμα 74% θα ήταν αρκετό για να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα πριν από τρία χρόνια, αυτό δεν κατέστη εφικτό πέρυσι που η Ελλάδα ήταν μια πολύ μικρότερη οικονομία με μεγαλύτερο χρέος.
Ακόμα και η πρόσφατη επαναγορά€31,9 δις νέων ομολόγων δεν διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα χρειάζεται είτε νέο «κούρεμα» του επίσημου χρέους, ή μεγαλύτερο ποσό χρηματοδότησης από τον «επίσημο» τομέα.
3. Μη δίνοντας πλήρη εμπροσθοβαρή χρηματοδότηση, αλλά αντιθέτως μια τύπου «σταγόνας-σταγόνας» χρηματοδότηση, η Ελλάδα δεν είχε πραγματική δυνατότητα να ακολουθήσει μία επιτυχημένη στρατηγική για την επίλυση της τωρινής κρίσης.
Μια επαρκής εμπροσθοβαρής χρηματοδότηση θα επανέφερε σε εύλογο χρόνο την εμπιστοσύνη ότι η Ελλάδα δύναται να πληρώσει το υπόλοιπο του χρέους της και ότι πλέον δεν κινδυνεύουν οι δανειστές της.
Το κλειδί είναι ότι οποιαδήποτε χρηματοδότηση χορηγείται, θα πρέπει να δοθεί εξ ολοκλήρου και προκαταβολικά.
4. Η Ελλάδα χρειάζονταν μια στρατηγική επίλυσης της κρίσης χρέους και ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα που να είχαν μεν ευρωπαϊκή προσέγγιση αλλά να ήταν ελληνικής προέλευσης.
Πως μπορεί να γίνει το χρέος βιώσιμο τώρα, και όχι το 2020 ή ένα άλλο μελλοντικό χρονοδιάγραμμα
Ωστόσο, όσο περνάει ο χρόνος, ένα «κούρεμα» του ελληνικού δημόσιου χρέους στον «επίσημο» τομέα (OSI) παραμένει όλο και λιγότερο ταμπού και συζητιέται όλο και περισσότερο ανοιχτά.
Οι επίσημοι δανειστές μας αναμένεται να δείχνουν σθεναρή αντίσταση σε ένα ελληνικό OSI, αλλά πιθανόν να βρεθούν χωρίς άλλη επιλογή.
Δυστυχώς, στις ιδέες που κυκλοφορούν για το OSI, ακούγονται ακόμη στόχοι του τύπου Χρέος προς ΑΕΠ της τάξης του 100% ή 120% το 2020, όχι σήμερα, όπως έχουμε ήδη προτείνει (Financial Times Deutschland 25/06/2012) για να έχει απτά αποτελέσματα και να βοηθήσει να επιστρέψει η χώρα σύντομα στις αγορές.
Προτείνεται να γίνει το χρέος βιώσιμο το τρέχον έτος, και όχι το 2020 ή ένα άλλο μελλοντικό χρονοδιάγραμμα.
Η πρότασή μας για το OSI συμπεριλαμβάνει δύο βασικά στοιχεία:
α) Κούρεμα του υπάρχοντος χρέους, και
β) Τίτλους ΑΕΠ (GDP-linked warrants) που θα δίνουν τη δυνατότητα στους επενδυτές να ανακτήσουν περισσότερο από το κούρεμα του παλιού χρέους.
Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι για να γίνει το ελληνικό δημόσιο χρέος βιώσιμο σήμερα απαιτείται ένα 40% κούρεμα του χρέους στον επίσημο τομέα.
Εάν προσθέσουμε έναν τίτλο ΑΕΠ που, κάτω από συντηρητικές υποθέσεις, θα επιτρέπει μια επανάκτηση (recovery) της τάξεως του 45% με 50% μέσα σε 30 χρόνια, οι επενδυτές θα βρεθούν με 110% της ονομαστικής αξίας, ή με 10% κέρδος επί της ονομαστικής αξίας του παλιού χρέους.
Η πρόταση αυτή ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων, δηλαδή, της Τρόικας, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, του Ελληνικού λαού, και των επενδυτών, με ένα κοινό σκοπό:
να βοηθήσουν όσο περισσότερο μπορούν την Ελλάδα να επιτύχει υψηλούς, σταθερούς, και βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.
Σε περιόδους χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης, προστατεύει τη βιωσιμότητα και εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους, αφού οι απαιτούμενες πληρωμές κουπονιών των τίτλων ΑΕΠ θα είναι χαμηλές έως μηδενικές.
Σε περιόδους υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, η Ελλάδα θα έχει τους πόρους να πληρώνει τα υψηλότερα κουπόνια των τίτλων ΑΕΠ.
Φυσικά χρειάζεται η διαδικασία να είναι αυστηρά ελεγχόμενη για να αποφευχθούν παιχνίδια εις βάρος των επενδυτών που τελικά θα πλήξουν ακόμη περισσότερο την ελληνική αξιοπιστία.
Η EUROSTAT θα πρέπει να συμμετέχει, μαζί με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, στη συλλογή δεδομένων, την προετοιμασία, και τον υπολογισμό των ελληνικών οικονομικών στοιχείων, και κυρίως του ΑΕΠ και του πληθωρισμού.
Οι τίτλοι ΑΕΠ που θα ήταν οι πιο κατάλληλοι για ένα OSI θα μπορούσαν να έχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με τους αντίστοιχους τίτλους ΑΕΠ που χρησιμοποίησε η Αργεντινή στην αναδιάρθρωση του δικού της χρέους το 2005.
Οι Αργεντίνικοι τίτλοι ΑΕΠ επιτρέπουν μια θεωρητική ανάκτηση ύψους 48% και παραπάνω.
Σε αντιπαράθεση, ένας συντηρητικός υπολογισμός δείχνει ότι οι ελληνικοί τίτλοι ΑΕΠ που χρησιμοποιήθηκαν στο πρόσφατο PSI επιτρέπουν μια ανάκτηση της τάξεως του 6%, και είναι ανακλητοί από το 2020 και μετά.
Τα χαρακτηριστικά αυτά αντιτίθενται στον σκοπό των τίτλων να ενεργήσουν σαν ισχυρό κίνητρο προς τους επενδυτές, αφαιρώντας τη δυνατότητα για μεγάλο κέρδος σε περίπτωση που η χώρα επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, και θα τύχαιναν επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Οι υπομονετικοί επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα θα μπορέσουν σχεδόν σίγουρα να πολλαπλασιάσουν το κεφάλαιό τους, όπως έγινε με τους τίτλους ΑΕΠ της Αργεντινής, και θα είναι επομένως ικανοποιημένοι και θα ανακτήσουν την εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα στο μέλλον.
Για όσους έχουν αμφιβολίες και προκαταλήψεις για το αν επίσημοι επενδυτές όπως το ΔΝΤ και η EKT μπορούν να έχουν, ή θα πρέπει να δεχθούν τίτλους ΑΕΠ στα χαρτοφυλάκιά τους, αναφέρεται ότι κατά την κρίση του 2007-2009 η Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα και το Αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών αγόρασαν μέχρι και μετοχές των τραπεζών και άλλων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και εταιρειών που τότε είχαν διασώσει, όπως η Citigroup, η AIG, η General Motors, και άλλες.
Τώρα που πέρασε εκείνη η κρίση, πουλάνε ξανά τις μετοχές αυτές στην αγορά με αρκετά μεγάλο κέρδος, γιατί στο μεταξύ οι τιμές αυτών των μετοχών έχουν ανακτήσει μεγάλο μέρος από την αξία τους.
Στη βάση αυτή, η προηγούμενη αποτυχία της Ελλάδας πρέπει να θεωρηθεί όπως πραγματικά είναι:
αδυναμία να ακολουθήσει ρεαλιστικούς στόχους, οι οποίοι θα βασίζονται σε ένα ευρύτερο φάσμα κρίσιμων στόχων που θα περιλαμβάνει τη προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων ώστε να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάπτυξη.
Αναμφίβολα, η Ελλάδα οφείλει συνάμα να επιτύχει άμεσα πρωτογενές πλεόνασμα στον Προϋπολογισμό της το παρόν έτος, να βελτιώσει τη φοροεισπρακτική της ικανότητα, να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και τη γραφειοκρατία και συγχρόνως να υλοποιήσει όλες εκείνες τις διαρθρωτικές αλλαγές που είναι αναγκαίες για να εκμεταλλευτεί ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν παγκοσμίως.
Βέβαια, οι επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία έχουν επίσης τη δική τους βαρύτητα στην επίτευξη άμεσης λύσης στο θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.»
Πηγή:
Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), έκδοση Φεβρουαρίου «Οικονομικές Εξελίξεις», άρθρο υπό τον τίτλο : « Οι προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και την επιτυχία του χρηματοδοτικού προγράμματος» των κ. κ. :
Nικόλαου Γεωργικόπουλου, Ερευνητής, Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Εμμανουήλ Χατζάκη, Στέλεχος της UBS (NY).
Guillermo Nielsen, Πρώην Γενικός Γραμματέας Οικονομικών της Αργεντινής.
Josι Barrionuevo, Στέλεχος της Storm Harbour Investment Bank (NY).
Οι γνώμες και κρίσεις που διατυπώνονται στα άρθρα είναι των συγγραφέων και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαία γνώμες ή κρίσεις του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
www.mywaypress.gr-ΑΠΟΨΕΙΣ ΚΥΡΟΥΣ