Πώς θα ήταν μια πραγματική εμπορική στρατηγική κατά της Κίνας;

Σε  πρόσφατο άρθρο του, ο Noah Smith αναλύει την τρέχουσα εμπορική στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στην Κίνα, χαρακτηρίζοντάς την ως επιζήμια και αναποτελεσματική. Αντίθετα, προτείνει μια εναλλακτική προσέγγιση που θα μπορούσε πραγματικά να περιορίσει την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία και να ενισχύσει τη θέση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.

 

Ο Smith ξεκινά επικρίνοντας την εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, υποστηρίζοντας ότι μειώνει την αμερικανική ισχύ και τεχνολογική ικανότητα, διχάζει τις ΗΠΑ από τους συμμάχους τους και δίνει στην Κίνα το πλεονέκτημα να γίνει η κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη. Θεωρεί ότι η ασυντόνιστη και αμφιταλαντευόμενη εφαρμογή των δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ, σε συνδυασμό με την αδράνεια του Κογκρέσου, υποδηλώνουν ότι η “βλακεία” είναι ο κύριος παράγοντας πίσω από αυτή την πολιτική.

Ωστόσο, ο Smith αναγνωρίζει ότι υπάρχουν άτομα εντός της κυβέρνησης Τραμπ και του κινήματος MAGA που επιθυμούν μια εμπορική στρατηγική που να περιορίζει την κινεζική ισχύ. Αναφέρει τον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων (CEA) Στίβεν Μίραν και τον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, οι οποίοι έχουν εκφράσει την άποψη ότι η ανάσχεση της Κίνας πρέπει να είναι ο κύριος στόχος της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ. Ο Μπέσεντ, μάλιστα, πρότεινε τη δημιουργία συμμαχιών με παραδοσιακούς εταίρους των ΗΠΑ (όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, το Βιετνάμ και η Ινδία) για να ασκηθεί πίεση στην Κίνα συλλογικά.

Ο Smith συμφωνεί ότι ένας τέτοιος στόχος είναι ρεαλιστικός, παρά το γεγονός ότι η “χαοτική” εμπορική πολιτική του Τραμπ δυσχεραίνει την επίτευξή του. Πιστεύει ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αναπροσαρμόσουν ριζικά τις εμπορικές και βιομηχανικές τους πολιτικές για να δημιουργήσουν έναν συνασπισμό εθνών που θα μπορούσε να εξισορροπήσει, να ανταγωνιστεί και ακόμη και να απομονώσει οικονομικά την Κίνα.

Προτού περιγράψει την προτεινόμενη στρατηγική του, ο Smith θέτει το ερώτημα γιατί θα έπρεπε να ασκηθεί οικονομική πίεση στην Κίνα. Αναγνωρίζει τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου, αλλά τονίζει ότι η γεωπολιτική πραγματικότητα υπαγορεύει μια πιο επιθετική προσέγγιση. Επισημαίνει ότι η Κίνα έχει γίνει η κυρίαρχη κατασκευαστική δύναμη στον κόσμο και οι ηγέτες της θεωρούν τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους ως αντιπάλους ή εχθρούς, επιδιώκοντας την επέκταση της επιρροής τους και πιθανώς την κατάκτηση εδαφών. Ως εκ τούτου, είναι λογικό να επιδιώκεται η αποδυνάμωση της ικανότητας της Κίνας να πραγματοποιήσει αυτές τις φιλοδοξίες και η ενίσχυση της ικανότητας των άλλων εθνών να αντισταθούν.

Ο Smith προτείνει τρεις κύριους στόχους για μια αποτελεσματική εμπορική πολιτική απέναντι στην Κίνα:

Αποτροπή της Κίνας από την απόκτηση συντριπτικού στρατιωτικού πλεονεκτήματος έναντι άλλων εθνών.

Μείωση της ικανότητας της Κίνας να ασκεί οικονομική πίεση σε άλλα έθνη.

Μείωση της ευπάθειας των αλυσίδων εφοδιασμού σε έθνη που απειλούνται από την Κίνα, ώστε μια μελλοντική σύγκρουση να μην καταστρέψει τις οικονομίες τους.

Με αυτούς τους στόχους κατά νου, ο Smith περιγράφει μια σειρά από μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν εάν οι ΗΠΑ ήταν σοβαρές για την οικονομική ανάσχεση της Κίνας. Αυτά τα μέτρα απέχουν πολύ από τις τρέχουσες πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ:

Μηδενικοί εμπορικοί φραγμοί με όλα τα έθνη εκτός της Κίνας: Για να ανταγωνιστούν την κινεζική κλίμακα παραγωγής, οι αντίπαλοι της Κίνας πρέπει να “ενωθούν”. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ των ΗΠΑ, της Ευρώπης, της Ιαπωνίας, της Κορέας, της Ινδίας και των χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας, εξαλείφοντας όλους τους εμπορικούς φραγμούς. Αυτό θα επέτρεπε στις επιχειρήσεις αυτών των χωρών να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας και να αναπτύξουν ισχυρά δίκτυα εφοδιασμού, παρόμοια με αυτά που απολαμβάνει η Κίνα στην εγχώρια αγορά της. Ο Smith αναφέρει τις εμπορικές συμφωνίες TPP και TTIP ως βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, οι οποίες ακυρώθηκαν από τον Τραμπ.

Δασμοί στα κινεζικά ενδιάμεσα αγαθά και συλλογή δεδομένων για τις αλυσίδες εφοδιασμού: Για να αντιμετωπιστούν οι ευπάθειες των αλυσίδων εφοδιασμού εκτός Κίνας, απαιτείται στοχευμένος προστατευτισμός. Αυτό σημαίνει την ικανότητα επιβολής στοχευμένων εμπορικών φραγμών σε τομείς που η Κίνα επιδιώκει να κυριαρχήσει, για να αποτραπεί η πτώχευση των μη κινεζικών κατασκευαστών από μια ξαφνική εισροή επιδοτούμενων εξαγωγών. Επιπλέον, οι δασμοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με βάση την προστιθέμενη αξία και όχι μόνο στη χώρα τελικής συναρμολόγησης, ώστε να καλύπτουν και τα κινεζικά ενδιάμεσα αγαθά. Αυτό απαιτεί βελτιωμένη συλλογή δεδομένων για την προέλευση των εξαρτημάτων σε κάθε εισαγόμενο αγαθό.

Βιομηχανική πολιτική για στρατηγικές βιομηχανίες: Για να δημιουργηθεί ένα αυτάρκες και ισχυρό κατασκευαστικό οικοσύστημα εκτός Κίνας, απαιτείται ενεργή βιομηχανική πολιτική. Αυτό σημαίνει την επένδυση στην παραγωγή προϊόντων που σήμερα δεν παράγονται (ή παράγονται σε πολύ μικρή κλίμακα) εκτός Κίνας, όπως οι μπαταρίες και τα σπάνια μέταλλα. Η βιομηχανική πολιτική μπορεί επίσης να βοηθήσει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας, για παράδειγμα, με την ενθάρρυνση εταιρειών όπως η TSMC να μεταφέρουν μέρος της παραγωγής τους σε ασφαλέστερες τοποθεσίες. Ο Smith αναφέρει τον νόμο CHIPS και τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού του Μπάιντεν ως παραδείγματα τέτοιων πολιτικών, αλλά προτείνει την επέκτασή τους σε περισσότερους τομείς.

Έξυπνες πολιτικές υπέρ των επενδύσεων στο εσωτερικό: Η Κίνα έχει επιτύχει την κυριαρχία της στην κατασκευή μέσω πολιτικών που ευνοούν τις επενδύσεις σε εργοστάσια. Αν και οι ΗΠΑ δεν πρέπει να μιμηθούν τις ακραίες πρακτικές της Κίνας, η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και η μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων για την κατασκευή νέων εργοστασίων θα μπορούσε να ενισχύσει την αμερικανική ανταγωνιστικότητα. Επιπλέον, η αύξηση των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ, μέσω πολιτικών όπως η 100% άμεση απόσβεση και η πλήρης έκπτωση των δαπανών Ε&Α, καθώς και η παροχή κρατικών δανείων για τους κατασκευαστές, θα μπορούσαν επίσης να συμβάλουν στην αναζωογόνηση της αμερικανικής μεταποίησης.

Στο τέλος του άρθρου του, ο Smith επισημαίνει ένα σημαντικό λάθος του Στίβεν Μίραν σχετικά με την προέλευση των ενδιάμεσων αγαθών που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Κίνα. Ο Μίραν υποστήριξε ότι πάνω από το 90% των ενδιάμεσων αγαθών που εισάγονται στις ΗΠΑ προέρχονται από την Κίνα, άμεσα ή έμμεσα. Ωστόσο, ο Smith, επικαλούμενος έρευνα, δείχνει ότι το πραγματικό ποσοστό είναι πολύ χαμηλότερο, περίπου 20%. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για ακριβή δεδομένα στην ανάπτυξη αποτελεσματικών εμπορικών πολιτικών.

Συνολικά, το άρθρο του Noah Smith προσφέρει μια εμπεριστατωμένη και αναλυτική προοπτική για το πώς θα έμοιαζε μια πραγματική αντι-Κινεζική εμπορική στρατηγική. Αντί της τρέχουσας αποσπασματικής και επιζήμιας προσέγγισης, προτείνει μια συνεκτική και πολυδιάστατη στρατηγική που θα περιλάμβανε την ενίσχυση των συμμαχιών, την προστασία των στρατηγικών βιομηχανιών, την προώθηση των επενδύσεων και τη μείωση της εξάρτησης από την Κίνα. Αν και ο Smith αναγνωρίζει ότι η κυβέρνηση Τραμπ είναι απίθανο να υιοθετήσει μια τέτοια στρατηγική, το άρθρο του αποτελεί μια σημαντική συμβολή στη συζήτηση για το πώς οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους μπορούν να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη οικονομική και γεωπολιτική επιρροή της Κίνας.

mywaypress.gr

Σχετικά Άρθρα