ΣΕΒ: Εξέλιξη μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα στα χρόνια της κρίσης και μαθήματα για το μέλλον

Η σημαντική υποχώρηση της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα από την έναρξη της κρίσης αποτυπώνεται από την επιταχυνόμενη μείωση της μισθωτής απασχόλησης σε επιχειρήσεις (εκτός εργοταξίων) που είναι ασφαλισμένη στο ΙΚΑ για το διάστημα αρχές 2010 – μέσα 2012. Το δεύτερο εξάμηνο του 2012 άρχισε η πρακτική εφαρμογή του μειωμένου κατώτατου μισθού και της δυνατότητας απαγκίστρωσης από τις έως τότε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις, και ο ρυθμός μείωσης της απασχόλησης άρχισε να εξασθενεί. Μάλιστα, στο τέλος του 2013 επικουρούμενη από την αυστηροποίηση των ελέγχων για την αδήλωτη εργασία που ακολούθησαν την αύξηση του σχετικού προστίμου, η απασχόληση άρχισε να αυξάνει και πάλι. Σημειώνεται ότι η βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας, αρχικά μέσω πιο ήπιας μείωσης και μετά μέσω αύξησης, ταυτίζεται χρονικά με την έναρξη υποχώρησης των μισθών, καθώς πλέον το νέο πλαίσιο καθιστούσε εφικτές τις μειώσεις αυτές δίνοντας τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε μειώσεις μισθών αντί απολύσεων προκειμένου να μειώσουν το κόστος της μισθοδοσίας τους.

Ενδιαφέρον έχει και η αξιολόγηση της εξέλιξης της πλήρους απασχόλησης ανά μισθολογικό κλιμάκιο και μέγεθος επιχείρησης στο διάστημα αυτό. Βλέπουμε έτσι πως για τις μικρές επιχειρήσεις με έως 24 ασφαλισμένους στο ΙΚΑ, η περίοδος 2010-2012 χαρακτηρίζεται κυρίως από τη μείωση της πλήρους απασχόλησης με μικτές μηνιαίες αποδοχές άνω των €1.000 (Διάγραμμα 12), που το διάστημα αυτό υποχώρησε στις μικρές επιχειρήσεις κατά το ήμισυ (140.000 άτομα δηλαδή). Από την άλλη, η εδραίωση του νέου κατώτατου μισθού οδήγησε από το 2013 σε σημαντική ανάκαμψη της πλήρους απασχόλησης, αλλά πλέον σε μικτές (με εισφορές εργαζομένου) αποδοχές €500-800 το μήνα. Έτσι, τον Ιούνιο 2015 η πλήρης μισθωτή απασχόληση στις μικρές αυτές επιχειρήσεις είχε φτάσει τις 500.000 άτομα, από το εποχικά χαμηλό των 370.000 το Δεκέμβριο 2012 και 605.000 εργαζόμενους τον Ιούνιο 2010. Όμως η μισθολογική διάρθρωση ήταν πολύ διαφορετική, με την πλειοψηφία τώρα να έχει μηνιαίες αποδοχές κάτω των €1.000 ενώ πριν περίπου οι μισοί είχαν αποδοχές άνω των €1.000. Σε ότι αφορά τις μεσαίες επιχειρήσεις, με 25-249 μισθωτούς που είναι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ, παρατηρείται μια αντίστοιχη εξέλιξη αλλά με μικρότερες εντάσεις τόσο σε ότι αφορά τον αριθμό των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης (τον Ιούνιο 2015 ήταν 462.000, αντί 465.000 τον Ιούνιο 2010) όσο και τις αποδοχές (ενώ υπάρχει μείωση όσων έχουν μικτές αποδοχές άνω των €1.000 κατά 30% στο διάστημα αυτό και αντίστοιχα υποκατάσταση τους με χαμηλόμισθούς, η μείωση των αμειβόμενων με άνω των €1.000 για τις μικρές επιχειρήσεις ήταν άνω του 60%, Διάγραμμα 13).

Σε ότι αφορά τέλος τις μεγάλες επιχειρήσεις, με άνω των 250 μισθωτών, καταγράφεται και εκεί έως το 2012 μια υποχώρηση των μισθωτών με μικτές αποδοχές άνω των €1.000, και στη συνέχεια αυτή η υποχώρηση αποκαθίσταται κατά ένα μέρος και συμπληρώνεται από προσλήψεις σε χαμηλούς μισθούς (Διάγραμμα 14).

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ 12-13-14-ΣΕΒ-23.6.2016
Αλλά αυτές οι εξελίξεις έχουν πολύ μικρότερη ένταση, με τη μείωση των απασχολούμενων άνω των €1.000 να κινείται στο 10% στο διάστημα που εξετάζουμε. Συνολικά, η συνολική απασχόληση τον Ιούνιο 2015 ανέρχεται σε 470.000, ξεπερνώντας μάλιστα ελαφρά τους μισθωτούς πλήρους απασχόλησης του Ιουνίου 2010 (453.000).

Η εικόνα αυτή, με την εργασία πλήρους απασχόλησης να έχει επανέλθει τον Ιούνιο 2015 στα επίπεδα Ιουνίου 2010 για μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά όχι για τις μικρές επιχειρήσεις, συμπληρώνεται με τη ραγδαία αύξηση της μερικής απασχόλησης ειδικά από τα τέλη του 2012. Η αύξηση αυτή αφορά τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς το μερίδιο των μεγάλων επιχειρήσεων στη μερική απασχόληση είναι πλέον κάτω του 20%. Η αύξηση της μερικής απασχόλησης κατά 253.000 άτομα την περίοδο Δεκέμβριος 2012-Ιούνιος 2015, στις 575.000, κατανέμεται κατά 98.000 στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (έως 9 ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ) και 125.000 στις μεσαίες επιχειρήσεις (10-249 ασφαλισμένοι). Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι η αύξηση της μερικής απασχόλησης στις μικρότερες επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα αισθητή την περίοδο που συμπίπτει χρονικά με την εντατικοποίηση των ελέγχων για αδήλωτη εργασία προς το τέλος του 2013. Σε κάθε περίπτωση, η μεγάλη αύξηση της μερικής απασχόλησης είχε ως αποτέλεσμα τον Ιούνιο 2015 η μισθωτή απασχόληση, ασφαλισμένη στο ΙΚΑ, να ξεπερνάει κατά 138.000 εργαζόμενους το αντίστοιχο μέγεθος του Ιουνίου 2010.

Συνολικά, παρατηρούμε ότι η σταθεροποίηση της κατάστασης της χώρας με τη μείωση του πολιτικού ρίσκου και την επιστροφή, έστω και με τα τότε δεδομένα, της προσδοκίας ομαλοποίησης της χώρας οδήγησε στην αξιοποίηση της μισθολογικής ευελιξίας για την σταθεροποίηση κα ανάκαμψη της απασχόλησης. Στη συνέχεια, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η εντατικοποίηση των ελέγχων ενίσχυσαν την τάση αύξησης της απασχόλησης ειδικά σε μικρότερες επιχειρήσεις, αν και η αύξηση αυτή επικεντρώθηκε σε χαμηλούς μισθούς και, σε μεγάλο μέρος, στη μερική απασχόληση. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να εξηγηθεί και από την ενίσχυση σε όλο αυτό το διάστημα της προοδευτικότητας της φορολογίας εισοδήματος, με μεταβολές στη κλίμακα φόρου εισοδήματος και την εξέλιξη της έκτακτης εισφοράς. Φαίνεται έτσι πως παρά την ανθεκτικότητα των χαρακτηριστικών απασχόλησης και αποδοχών στις μεγάλες επιχειρήσεις, όπου επιχειρήσεις και εργαζόμενοι ουσιαστικά αντιμετωπίζουν τις εξελίξεις αυτές καταβάλλοντας τους αυξημένους φόρους οι οποίοι υπερ-αντιστάθμισαν τη μείωση των εισφορών για όσους έχουν καλύτερες αποδοχές, η υπερφορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων συμπίπτει χρονικά με την εκτεταμένη αποφυγή της καταβολής καλύτερων αποδοχών ειδικά στις μικρότερες και μεσαίες επιχειρήσεις. Στις επιχειρήσεις αυτές η μείωση των εισφορών και εν μέσω πιο εντατικών ελέγχων η στροφή σε χαμηλότερους μισθούς που φορολογούται λιγότερο και τη μερική απασχόληση, οδήγησαν σε αύξηση της απασχόλησης. Το γεγονός όμως ότι η αύξηση της απασχόλησης έγινε σε πιο χαμηλά επίπεδα αποδοχών, που αποφεύγουν την υπερφορολόγηση και καρπώθηκαν τη μείωση εισφορών χωρίς αυτή να εξανεμιστεί από αυξήσεις φόρων, και όχι σε υψηλότερα κλιμάκια σημαίνει ότι η σταθεροποίηση της αγοράς εργασίας δεν έφερε έσοδα στο κράτος, παρά μόνο ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι η υπερφορολόγηση δεν αποδίδει. Η παραδοσιακή συγκέντρωση της πλειοψηφίας των εισοδημάτων στα κλιμάκια που έχουν μηδενική ή πιο χαμηλή φορολογική επιβάρυνση, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μια μείωση της προοδευτικότητας της επιβάρυνσης με εισφορές και φόρους καθώς και μια μείωση των συντελεστών στην μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα να ενθαρρύνει την εξέλιξη των εισοδημάτων στην αντίθετη κατεύθυνση με αυτή των προηγούμενων ετών, και με τελικό επακόλουθο αποτέλεσμα την αύξηση των κρατικών εσόδων. Από την άλλη, τα πρόσφατα μέτρα σε ένα πλαίσιο υποχώρησης του ακραίου κινδύνου χώρας, σύμφωνα με την εμπειρία των τελευταίων ετών, αναμένεται να αυξήσουν την πίεση για μείωση αποδοχών και αύξηση της μερικής απασχόλησης ειδικά στις μικρότερες επιχειρήσεις, ώστε να μην αυξηθεί η καταβολή φόρων και εισφορών στο κράτος, ενώ στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα συνεχίσει η αργή, αλλά σταθερή, υποκατάσταση εργαζόμενων με υψηλές (και αποδοτικές για τα έσοδα του κράτους) αποδοχές με νέους εργαζόμενους με χαμηλότερες αποδοχές.

Πηγή: Eβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική Oικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις του ΣΕΒ

Σχετικά Άρθρα