ΣΕΒ: Eπιχειρηματικότητα στα χρόνια της κρίσης

Η διαπραγματευτική δύναμη όσων επιχειρηματιών αναζητούν αναδιαρθρώσεις και συνεργασίες για να διασώσουν την επιχείρηση τους εξαρτάται, περισσότερο από ποτέ, από το στοίχημα προοπτικής ανάπτυξης της χώρας που να στηρίζεται σε ισχυρές βάσεις, την διαμόρφωση ενός πλαισίου που να επιτρέπει τους εταιρικούς μετασχηματισμούς με απλό, γρήγορο, φορολογικά σαφή και φτηνό τρόπο καθώς και διοικήσεις στις τράπεζες με τη διάθεση και την ικανότητα να αντιμετωπίσουν ρεαλιστικά και αποτελεσματικά την μεγάλη αυτή πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελληνική επιχειρηματικότητα, επισημαίνει ανάλυση του ΣΕΒ στο σημερινό Eβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις. Αναλυτικά:

 
Την περίοδο 2008-2014 τα μεγέθη κύκλου εργασιών και κερδοφορίας των επιχειρήσεων που δημοσιεύουν ισολογισμό αποτυπώνουν μια εικόνα υποχώρησης, με ορόσημο την καταστροφική διετία 2011-2012, και σταδιακής σταθεροποίησης στη συνέχεια. Αποτυπώνουν επίσης την τάση μετασχηματισμού και συγκέντρωσης γύρω από κερδοφόρες δραστηριότητες, που έχουν επιτρέψει τη σταθεροποίηση της αγοράς, αν και συνολικά η αγορά συνέχιζε το 2014 να αιμορραγεί, όπως αποτυπώνει και η υποχώρηση του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων. Το στοίχημα συνεπώς παραμένει, περισσότερο από ποτέ, η προωθούμενη επιτάχυνση της διαχείρισης των «κόκκινων δανείων» να υποστηριχθεί από μια εδραίωση ουσιαστικής ανάκαμψης της οικονομίας, ώστε να ενισχυθεί η διαπραγματευτική θέση όσων επιχειρηματιών αναζητούν συνεργασίες και νέα κεφάλαια στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης και διάσωσης των επιχειρήσεων τους. Μια τέτοια προσπάθεια πρέπει να υποστηριχθεί από το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο καθώς και διοικήσεις τραπεζών που έχουν την ικανότητα και τη θέληση να στηρίξουν την Ελληνική επιχειρηματικότητα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία.

Η ανάλυση των στοιχείων όλων των δημοσιευμένων ισολογισμών (εκτός χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, δηλαδή κυρίως τραπεζών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων) για τα έτη 2007-2014 μας επιτρέπει την παρακολούθηση της επίπτωσης της κρίσης σε ένα σημαντικό μέρος της αγοράς. Σημειώνεται πως υπάρχει και το μέρος της αγοράς που δε δημοσιεύει ισολογισμούς (προσωπικές και ατομικές επιχειρήσεις αλλά και ένας άγνωστος, αλλά όχι ασήμαντος, αριθμός επιχειρήσεων), το οποίο μάλιστα φαίνεται να αυξάνει διαχρονικά. Αυτό συμβαίνει, μεταξύ άλλων, διότι τα οικονομικά μεγέθη πολλών επιχειρήσεων δεν δικαιολογούν πλέον τα αυξημένα διοικητικά, λογιστικά και φορολογικά κόστη που συνεπάγεται μια κεφαλαιουχική επιχείρηση, ειδικά στο βαθμό που το πλεονέκτημα της περιορισμένης ευθύνης που παραδοσιακά προσέφεραν έχει διαβρωθεί σημαντικά μέσω των διατάξεων για την «αλληλέγγυα ευθύνη» ενώ το κόστος της φορολογικής και εργασιακής νομιμότητας μιας κεφαλαιουχικής εταιρείας που ελέγχεται πιο αυστηρά αυξάνει.

Τα στοιχεία που συλλέγει η ICAP, και που επεξεργαζόμαστε εδώ, αποτελούν όμως την καλύτερη και πληρέστερη πηγή για να παρακολουθήσει κανείς τις εξελίξεις στο μέρος της αγοράς που δημοσιεύει τα οικονομικά του στοιχεία μέσω ισολογισμών. Παρατηρούμε καταρχήν ότι ενώ στα πρώτα χρόνια της κρίσης (2008-2011) η μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων που δημοσιεύουν ισολογισμό αφορούσε κυρίως τις επιχειρήσεις που δημοσιεύουν με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (ΕΛΠ) και που κατά τεκμήριο είναι μικρότερες επιχειρήσεις, το 2012 μειώθηκε σημαντικά και ο αριθμός επιχειρήσεων που δημοσιεύουν ισολογισμό με Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ). Από το 2013 αρχίζει σταδιακά η αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων, κάτι που αντανακλάται και στον αριθμό των κερδοφόρων επιχειρήσεων που αυξάνει από το 2012 (Διάγραμμα 17). Την ίδια περίοδο οι συνολικές πωλήσεις που καταγράφονται υποχώρησαν από τα €216 δις το 2008, σε €151 δις το 2014, ή κατά 30% (Διάγραμμα 18), και οι πωλήσεις κερδοφόρων επιχειρήσεων υποχώρησαν την ίδια περίοδο κατά 40%, περιοριζόμενες σε €98 δις το 2014 από €166 δις το 2008 (Διάγραμμα 19).

%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-17-19-%cf%83%ce%b5%ce%b2-22-9-2016

Ενδιαφέρον έχει ότι την ώρα που ο συνολικός κύκλος εργασιών συνεχίζει να υποχωρεί, έστω και ελαφρά, την περίοδο 2013-14, οι κερδοφόρες επιχειρήσεις κατάφεραν να σταθεροποιήσουν με μια έστω οριακή αύξηση τον κύκλο εργασιών. Σε αυτό συνέβαλαν κυρίως το 2013 οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις που δημοσιεύουν ισολογισμό με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, και το 2013 οι επιχειρήσεις που δημοσιεύουν με ΕΛΠ, με αποτέλεσμα το μερίδιο των κερδοφόρων επιχειρήσεων επί του συνόλου του κύκλου εργασιών να ανακάμψει ελαφρά (Διάγραμμα 20).

Η εξέλιξη αυτή είναι συμβατή με τη σταδιακή συγκράτηση των καθαρών ζημιών των επιχειρήσεων αυτών, καθώς εφάρμοζαν σχέδια αναδιάρθρωσης και η οικονομία ανέκαμπτε σταδιακά, αλλά και μια δυνητική στροφή της αγοράς σε μικρότερες ή ανερχόμενες επιχειρήσεις που δημοσιεύουν ισολογισμό σύμφωνα με τα ΕΛΠ. Παράλληλα, η σταδιακή συγκράτηση ζημιών, σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων, είναι συμβατή και με τη λειτουργία ενός μηχανισμού εξόδου από την αγορά πολλών επιχειρήσεων (διαδικασία που αφορά και μεγαλύτερες επιχειρήσεις) ή εταιρικού μετασχηματισμού τους στα πλαίσια αναδιαρθρώσεων των υφιστάμενων επιχειρήσεων, ολοκληρώνοντας την εικόνα μιας αγοράς που αλλάζει στα χρόνια της κρίσης. Πάντως, οι εξελίξεις αυτές δεν είχαν καταφέρει να επαναφέρουν την αγορά σε καθαρή κερδοφορία έως το 2014 (Διάγραμμα 21) και όπως δείχνει και η συνέχιση της υποχώρησης του μετοχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων (Διάγραμμα 22). Την ίδια ώρα τα κέρδη των κερδοφόρων επιχειρήσεων (δηλαδή, τα φορολογητέα κέρδη που έχουν συνεπώς μεγάλη σημασία για τα άμεσα έσοδα από φόρο εισοδήματος του κράτους, Διάγραμμα 23) μετά την υποχώρηση τους κατά 58% την περίοδο 2007-2012 από €15,6 δις σε €6,2 δις ανέκαμψαν σταδιακά σε €7,5 δις το 2014 (αύξηση 21% σε σχέση με το 2012), περιορίζοντας την υποχώρηση για την περίοδο αναφοράς 2008-2014 στο 41,5%.

%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-20-23-%cf%83%ce%b5%ce%b2-22-9-2016

Στο βαθμό που οι τάσεις αυτές δεν έχουν ανατραπεί την περίοδο 2015-2016, η σταθεροποίηση των κερδών των κερδοφόρων επιχειρήσεων την ώρα που συνολικά το επενδυμένο μετοχικό κεφάλαιο της αγοράς συνεχίζει να υποχωρεί σημαίνει ότι η ανάγκη της αγοράς για «ένεση κεφαλαίων» αυξάνεται, την ώρα που επίκειται η πιο αποφασιστική αντιμετώπιση των «κόκκινων δανείων». Σημαίνει επίσης ότι η διαπραγματευτική δύναμη όσων επιχειρηματιών αναζητούν αναδιαρθρώσεις και συνεργασίες για να διασώσουν την επιχείρηση τους εξαρτάται, περισσότερο από ποτέ, από το στοίχημα προοπτικής ανάπτυξης της χώρας που να στηρίζεται σε ισχυρές βάσεις, την διαμόρφωση ενός πλαισίου που να επιτρέπει τους εταιρικούς μετασχηματισμούς με απλό, γρήγορο, φορολογικά σαφή και φτηνό τρόπο καθώς και διοικήσεις στις τράπεζες με τη διάθεση και την ικανότητα να αντιμετωπίσουν ρεαλιστικά και αποτελεσματικά την μεγάλη αυτή πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελληνική επιχειρηματικότητα.

Ορθή επανάληψη

Σχετικά Άρθρα