Σε υψηλό 200 ετών τα επίπεδα χρέους – Η συνταγή της λιτότητας ανεπαρκής

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξακολουθούν να υποτιμούν το βάθος και τη διάρκεια της ύφεσης

 

Οκτώ χρόνια χρειάζονται κατά μέσο όρο για την ανάκτηση του εισοδήματος που χάνεται σε μία τραπεζική κρίση, σύμφωνα με την ιστορική μελέτη 100 τραπεζικών κρίσεων για περισσότερο από δύο αιώνες, την οποία εκπόνησαν οι καθηγητές του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ Κένεθ Ρογκόφ και Κάρμεν Ράινχαρτ και οικονομολόγοι του ΔΝΤ.

 

Η μελέτη αυτή, σημεία της οποίας μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg και αναμένεται να παρουσιασθεί την Παρασκευή στο συνέδριο της Αμερικανικής Οικονομικής Ένωσης (American Economic Association) στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, διαπιστώνει ότι από τις 12 χώρες που εξετάστηκαν στην περίοδο μετά την κρίση του 2008, μόνο οι ΗΠΑ και η Γερμανία έχουν ήδη ανακτήσει το εισόδημα που είχαν πριν από αυτή.

 

Από τις 12 χώρες, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας, της Ολλανδίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας συνέχισε να υποχωρεί το 2013, σύμφωνα με τη μελέτη, ενώ των υπόλοιπων χωρών -πλην των ΗΠΑ και της Γερμανίας- είτε ήταν στάσιμο είτε δεν αυξανόταν αρκετά για να επανέλθει στο προηγούμενο υψηλό επίπεδο.

 

Στο 43% των κρίσεων που εξετάσθηκαν, οι οικονομίες έπεσαν για δεύτερη φορά σε ύφεση.

 

«Η επιτάχυνση της ανάκαμψης μπορεί να απαιτήσει από τις κυβερνήσεις των αναπτυγμένων οικονομιών να υιοθετήσουν ορισμένες από τις προσεγγίσεις που είχαν υπαγορευθεί στις αναδυόμενες αγορές τις τελευταίες δεκαετίες», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.

 

Οι πολιτικές αυτές περιλαμβάνουν την αναδιάρθρωση του χρέους, ταχύτερο πληθωρισμό και εισαγωγή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων.

 

«Η καθυστέρηση στην αποδοχή ότι χρειάζονται μέτρα απελπισίας σε εποχές απελπισίας αυξάνει τις πιθανότητες ότι αυτή η κρίση μπορεί τελικά να ξεπεράσει σε δριμύτητα τη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του ’30 σε ένα μεγάλο αριθμό χωρών», αναφέρουν οι οικονομολόγοι.

 

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξακολουθούν να υποτιμούν το βάθος και τη διάρκεια της ύφεσης

Η δημοσιονομική λιτότητα μπορεί να μην είναι αρκετή για την αντιμετώπιση της κρίσης, αναφέρει νέα έκθεση – μελέτη του ΔΝΤ που προειδοποιεί πως πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες ενδέχεται να χρειαστεί να προχωρήσουν σε χρηματοοικονομική καταστολή, μαζικές αναδιαρθρώσεις χρέους, υψηλό πληθωρισμό και σειρά ελέγχων στις κινήσεις κεφαλαίων.

 

Ειδικότερα, όπως επισημαίνουν στη μελέτη τους οι καθηγητές του Harvard και οικονομολόγοι του ΔΝΤ Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff, το τεράστιο μέγεθος του σημερινού χρέους που έχουν συσσωρεύσει οι χώρες του δυτικού κόσμου καθιστά την συνταγή της λιτότητας ανεπαρκή για την επίλυση του προβλήματος, καθώς όπως υπογραμμίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξακολουθούν να υποτιμούν το βάθος και τη διάρκεια της ύφεσης.

 

Κάνουν δε λόγο για «συλλογική αμνησία» του ανεπτυγμένου κόσμου που ξεχνά το κύμα των χρεοκοπιών από το Κράχ του 1930 γεγονός που, όπως υποστηρίζουν, οδήγησε στις σημερινές πολιτικές που σε ορισμένες περιπτώσεις ενέχουν τον κίνδυνο επιδείνωσης των συνεπειών της κρίσης.

 

«Είναι σαφές πως οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι προσεκτικές στις προβλέψεις τους πως η ανάπτυξη μπορεί από μόνη της να τερματίσει οριστικά την κρίση», σημειώνουν οι αξιωματούχοι του Ταμείου, όπως μεταδίδει το CNBC. Οι ίδιοι παροτρύνουν τον ανεπτυγμένο κόσμο να υιοθετήσει πρακτικές που στο παρελθόν εφήρμοσαν οι αναδυόμενες οικονομίες.

 

Σε υψηλό 200 ετών τα επίπεδα χρέους

Τα ποσοστά χρέους των κεντρικών κυβερνήσεων ως ποσοστό επί του ΑΕΠ αναμένεται φέτος να αγγίξει το 95,3% στη ζώνη του ευρώ και το 109,2% στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ τον περασμένο Απρίλιο.

 

Η αναλογία για τις ανεπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να διαμορφωθεί στο 109,5% ενώ για τις αναδυόμενες το αντίστοιχο ποσοστό εκτιμάται ότι θα αγγίξει μόλις το 33,6%.

 

Όπως επαναλαμβάνουν οι συντάκτες της έκθεσης, οι αναδυόμενες αγορές επί της ουσίας έκαναν απομόχλευση τη δεκαετία που προηγήθηκε της οικονομικής κρίσης, ενώ οι ανεπτυγμένες οικονομίες άγγιξαν υψηλά που είχαν να σημειωθούν από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως εκτιμούν οι συντάκτες, το τρέχον επίπεδο του δημόσιου χρέους της κεντρικής κυβέρνησης στις ανεπτυγμένες οικονομίες καταγράφει υψηλό 200ετίας.

 

Οι δύο οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι υπάρχουν πέντε διαφορετικές εκδοχές αναφορικά με την αντιμετώπιση αυτού του χρέους και επισημαίνουν μια πρωτότυπη περίοδο ανάκαμψης, στην οποία είχαν αναφερθεί σε προηγούμενη έρευνά τους.

 

Η οικονομική ανάπτυξη, προεξοφλείται και από τους δύο οικονομολόγους, ως ιδιαίτερα σπάνιο φαινόμενο, ενώ η πολιτική λιτότητας (όπως απαντάται στην Ευρώπη από το 2008 που ξέσπασε η κρίση), χαρακτηρίζεται ως αναποτελεσματική.

 

Αντιθέτως, το μέγεθος του προβλήματος υποδηλώνει ότι θα χρειαστούν αναδιαρθρώσεις χρέους ειδικά στην περιφέρεια της Ευρώπης, συμπληρώνουν. Η λύση που προτείνουν, με βάση μια σειρά ιστορικών γεγονότων, περιλαμβάνει συνδυασμό ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων, χρηματοπιστωτικών μέτρων όπως ο φόρος επί των καταθέσεων, ο πληθωρισμός και η διαγραφή χρέους.

 

Όπως σημειώνουν «Υπό τη σκιά των ιστορικά υψηλών επιπέδων δημόσιο και ιδιωτικού χρέους είναι δύσκολο να οραματιστεί κανείς μια λύση για την τρέχουσα 5ετή κρίση που να μην περιλαμβάνει έναν μεγαλύτερο ρόλο για την ρητή αναδιάρθρωση». Πηγές: ΑΠΕ, capital.gr

Σχετικά Άρθρα