
Σ. Θεοδωράκης: Λεφτά για την πραγματική οικονομία και όχι για τους πελάτες του κ. Τσίπρα
Ποτάμι: Η συμφωνία στο μικροσκόπιο, χωρίς συνθήματα
Οι εμπειρογνώμονες του Ποταμιού παρουσίασαν στους βουλευτές και στα μέλη του πολιτικού συμβουλίου γνωστές αλλά και άγνωστες πτυχές της συμφωνίας της κυβέρνησης με την τρόικα.
Επί τρεις ώρες, συζητήθηκαν τα μέτρα και τα αντίμετρα στους τομείς της φορολογίας, του ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού, του εργασιακού, του πρωτογενούς πλεονάσματος, της ποσοτικής χαλάρωσης, της ενέργειας, της δημόσιας διοίκησης αλλά και του ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές.
Όπως επεσήμανε ο Σταύρος Θεοδωράκης κλείνοντας τη συνάντηση, υποχρέωσή μας είναι να παρουσιάσουμε στους πολίτες την εναλλακτική λύση για την οικονομία και την ανάπτυξη. «Δε θα αρκεστούμε στους αφορισμούς, είναι γνωστές σε όλους οι ευθύνες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αλλά θα συγκρουστούμε στη Βουλή υπερασπιζόμενοι την ανάπτυξη κόντρα στο κομματικό κράτος και την υπερφορολόγηση». Ο επικεφαλής του Ποταμιού τόνισε ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνεχίζουν να έχουν ως προτεραιότητά τους την προστασία της εκλογικής τους πελατείας ενώ απέναντί τους ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αρκούνται σε διαβεβαιώσεις του τύπου «με μας θα είναι καλύτερα». Η προτεραιότητα ενός σύγχρονου κινήματος είναι, όπως είπε, να τολμά να προτείνει λύσεις και να μην αρκείται σε γενικόλογες διαπιστώσεις.
Στη συνάντηση έγινε αποτίμηση και της ζημιάς που υπέστη η χώρα από την επτάμηνη καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης.
Αναλυτικά:
Ο Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της επιτροπής διαλόγου του Ποταμιού, έκανε μια συνολική αποτίμηση ως προς το ζήτημα του πρωτογενούς πλεονάσματος και τις συνέπειες που αυτό θα έχει στην ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα είπε ότι ναι μεν η επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος ήταν θετική αλλά ο τρόπος με τον οποίο αυτό επετεύχθη δεν ήταν ο καλύτερος δυνατός καθώς περιείχε πολλούς φόρους». Ο κ. Τσακλόγλου επεσήμανε επίσης ότι ίσως το πρωτογενές πλεόνασμα μας δημιουργήσει θέμα από την πλευρά των ετέρων μας καθώς μπορεί να μας πουν ότι“αν με τέτοιες συνθήκες μπορείτε να βγάλετε 4% πρωτογενές πλεόνασμα γιατί θέλετε μείωση χρέους”. Τέλος, υπογράμμισε ότι η περίπτωση της Ελλάδας είναι διαφορετική σε σχέση με άλλες χώρες που είχαν για πολλά χρόνια πρωτογενή πλεονάσματα καθώς εκεί το κρατικό χρέος το κατείχαν οι τράπεζες των χωρών αυτών. “Κάθε φορά που μειωνόταν το δημόσιο χρέος, ήταν περισσότεροι πόροι διαθέσιμοι για επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα από τις τράπεζες. Αυτό δεν γίνεται στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα το χρέος το διακατέχουν αλλοδαποί. Κάθε φορά που θα μειώνεται το χρέος, θα έχουμε μια καθαρή μεταφορά κεφαλαίου από τη χώρα στο εξωτερικό. Αυτό μειώνει πόρους για επενδύσεις, μειώνει την ανάπτυξη και θα κάνει την όλη πορεία πιο δύσκολη».
Από την πλευρά της η Αντιγόνη Λυμπεράκη, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Ποταμιού και καθηγήτρια οικονομικών στο Πάντειο επεσήμανε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια μεγάλη στροφή και μετατράπηκε από ένα κόμμα κατά της λιτότητας σε ένα κόμμα που αγαπά τη λιτότητα επειδή του δίνει τη δυνατότητα να μαζεύει λεφτά και να τα δίνει στους δικούς του πελάτες». Μιλώντας για τα εργασιακά ζητήματα τόνισε ότι «οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όπως και οι προηγούμενοι, επιδίδονται αποκλειστικά σε διαχείριση συμβόλων. Αδιαφορούν για την πραγματική οικονομία και λένε μόνο όσα θέλουν να ακούσουν οι συνδικαλιστές τους, επιρρίπτοντας όλες τις ευθύνες στην Τρόικα. Ταυτόχρονα, υποστηρίζουν την επιστροφή στο συνονθύλευμα μέτρων και επιβάρυνσης της πραγματικής παραγωγής που επικρατούσε και προ κρίσης». Η κυρία Λυμπεράκη αναφέρθηκε και στα αντίμετρα που φιλοδοξεί να φέρει η κυβέρνηση, λέγοντας ότι «ουσιαστικά μας λένε ότι αν αποδώσει η υπερφορολόγηση, τότε θα ξοδέψουν χρήματα, χωρίς να φαίνεται αν έχουν κάνει εκτίμηση και μέτρηση αναγκών». Ενώ ως προς το ζήτημα της πρόνοιας τόνισε ότι: «κυριαρχεί περιπτωσιολογία για την επίδειξη «κοινωνικού προσώπου» της κυβέρνησης χωρίς συναίσθηση των πραγματικών κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο πληθυσμός της Ελλάδας».
Ο Πλάτων Τήνιος, οικονομολόγος, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς και υπεύθυνος του τομέα Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης του Ποταμιού αναφέρθηκε στο ζήτημα του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού χαρακτηρίζοντας τις επικείμενες αλλαγές ως «την ολοκλήρωση μιας παλαιοκομματικής μεταρρύθμισης με μια γεύση ΣΥΡΙΖΑ». Συγκεκριμένα επεσήμανε ότι: «η Τρόικα βάζει άλλη μια πινελιά Κατρούγκαλου στο σύστημα Λοβέρδου/Βρούτση: Είναι η προδιαγεγραμμένη κίνηση στην καθολική εφαρμογή της ίδιας ιδέας: Ένα ενιαίο μεγάλο σύστημα δύο επιπέδων χρηματοδοτούμενο από υψηλές εισφορές σε κάθε είδος εισόδημα. Αρχικά εφαρμόστηκε στο νέο εισόδημα (2010). Μετά στις επικουρικές (2012/4). Μετά στις νέες συνταξιοδοτήσεις (2016). Το τελευταίο βήμα – η αναδρομική εφαρμογή στους συνταξιούχους – προαναγγέλθηκε πέρυσι για να εφαρμοστεί από τους ‘άλλους’ το 2019. Έτσι, τώρα επιβεβαιώνεται αυτό που όλοι ήξεραν– η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.». Ο κ. Τήνιος υπογράμμισε ότι «το σύστημα οδηγείται σε ισοπέδωση των συντάξεων –με συνεχώς μεγαλύτερες εισφορές» ενώ όπως είπε «οι περικοπές δεν ξεκαθαρίζουν παλιούς λογαριασμούς, αλλά τρέχουν πίσω από νέους». Καταλήγοντας ανέφερε ότι «όσο το ασφαλιστικό σύστημα επιβαρύνει την παραγωγή και περιθωριοποιεί τους νέους εργαζόμενους, φοβόμαστε ότι δεν θα υπάρχει έξοδος από την κρίση».
Ο Γιάννης Παπανικολάου, οικονομολόγος και μέλος της Επιτροπής Διαλόγου του Κινήματος, τοποθετήθηκε ως προς το ζήτημα του χρέους αλλά και του ενδεχομένου ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτική χαλάρωσης. Συγκεκριμένα αναφορικά με την διευθέτηση του χρέους είπε ότι οι όποιες πιθανές ρυθμίσεις θα αφορούν την σταθεροποίηση των επιτοκίων, τη μεγάλη παράταση της λήξης κάποιων δανείων (επιμήκυνση) και τις αναβολές στη πληρωμή κάποιων τόκων (περίοδοι χάριτος). Ο κ. Παπανικολάου υπογράμμισε ότι: «οτιδήποτε δοθεί για το χρέος, δε θα δοθεί άνευ όρων. Θα υπάρχει σίγουρα μια συσχέτιση των μέτρων για το χρέος με υποχρεώσεις που θα προσδιοριστούν για τα επόμενα χρόνια, άρα θα υπάρχει πάντα μια ασφαλιστική δικλίδα στα χέρια των ξένων». Ως προς την ένταξη της Ελλάδας στο QE χαρακτήρισε υπεραισιόδοξη το χρονοδιάγραμμα που έχουν θέσει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ενώ σχολίασε ότι αποτελεί κλειδί για την «έναρξη της διαδικασίας ανάκτησης της εμπιστοσύνης των αγορών προς την ελληνική οικονομία». Κλείνοντας έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου λέγοντας ότι αν η χώρα δεν βγει κανονικά στις αγορές το 2018 «τότε οι μόνες εναλλακτικές λύσεις θα είναι η νέα χρηματοδότηση από τον ΕSM, στα πλαίσια ενός νέου μνημονίου, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο να γίνει αποδεκτό από τα κοινοβούλια των εταίρων ή η χρεοκοπία».
Στη συνέχεια της συνεδρίασης, τοποθετήθηκε ο Θανάσης Παναγόπουλος, εμπειρογνώμονας στον τομέα των οικονομικών για το ζήτημα της μείωσης του αφορολόγητου. «Είναι χαρακτηριστικό», όπως είπε, ότι «φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα πληρώνουν περίπου οι μισοί φορολογούμενοι, ενώ αν δει κανείς τις φορολογικές δηλώσεις του 2014, το 3% των φορολογουμένων με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ πληρώνει το 42% του φόρου εισοδήματος».
Συγκεκριμένα ανέφερε ότι «η μείωση του αφορολόγητου που φέρνει η κυβέρνηση δεν θα συνοδευτεί από ουσιαστική μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή που σημαίνει ότι θα επιβαρυνθεί η μεγάλη πλειοψηφία των φορολογούμενων και όχι μόνο όσοι σήμερα είναι κάτω από το αφορολόγητο. Επομένως η διεύρυνση της φορολογικής βάσης θα συνεπάγεται και αύξηση φόρων για αυτούς που ήδη πληρώνουν φόρους». Σχολίασε μάλιστα ότι: «η διεύρυνση της φορολογικής βάσης. θα ήταν καλύτερο να γίνει έχοντας ένας δημοσιονομικά ουδέτερο αποτέλεσμα. Με τα μέτρα όμως που έρχονται αυτό δεν ισχύει». Ως προς το ζήτημα των φορολογικών αντίμετρων υπογράμμισε ότι «θα τα πληρώσει με υπερφορολόγηση η πραγματική οικονομία.Επιπλέον όλα αυτά θα τα συζητάμε ενώ δεν θα ξέρουμε τίποτε για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας μετά τον Αύγουστο 2018».
Ο Νίκος Μηλαπίδης, διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ποταμιού έκανε μια αναλυτική τοποθέτηση για τα ενεργειακά ζητήματα και την κατάσταση που επικρατεί στη ΔΕΗ, υπογραμμίζοντας ότι: «το ζητούμενο της κυβέρνησης είναι πως θα καταφέρει να διαχειριστεί πολιτικά την πώληση των μονάδων της, και όχι πως η ΔΕΗ θα καταφέρει να κρατηθεί όρθια. Ακόμα και αν η κυβέρνηση, μετά από πολλά δάκρυα, προχωρήσει στην πώληση μονάδων, δεν θα αλλάξει σχεδόν τίποτα για τη ΔΕΗ που θα μικρύνει, δίχως ουσιαστικό αντίκρισμα για το ταμείο της». Όπως είπε «η μεμονωμένη πώληση μονάδων είναι μη ελκυστική για επενδυτές, οπότε θα καταλήξει σε ουσιαστική εκποίηση. Αντίθετα, η πώληση ενός παραγωγικού χαρτοφυλακίου μπορεί να προσελκύσει επενδυτές». Επιπλέον επεσήμανε ότι η πρόταση του Ποταμιού για το μέλλον της ΔΕΗ είναι η δημιουργία μιας μικρής νέα ΔΕΗ (30-40%) ή δύο μικρές νέες ΔΕΗ (<20%) για να ανοίξει η αγορά και να προσελκύσει και τη συμμετοχή νέων παικτών-επενδυτών, ενώ όπως ανέφερε «είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί το επιτυχημένο μοντέλο διοίκησης του ΟΤΕ και όχι του ΟΣΕ.». Καταλήγοντας υποστήριξε ότι «το μέλλον στην ενέργεια διαγράφεται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, αλλά δεν μπορεί να καθυστερεί άλλο στην πλήρη αξιοποίησή τους». Κλείνοντας την παρουσίαση, η Εφη Στεφοπούλου, εμπειρογνώμονας σε ζητήματα δημόσιας διοίκησης, μίλησε για τις επερχόμενες αλλαγές στο χώρο λέγοντας ότι φαίνεται να είναι «άδικες και άνισες». Οι παρεμβάσεις που αναμένεται να έρθουν, όπως είπε, «δείχνουν ότι οι δανειστές ποσώς ενδιαφέρονται για την καλή διακυβέρνηση της χώρας και αντιμετωπίζουν την ελληνική δημόσια διοίκηση μόνο ως δημοσιονομικό μέγεθος. Επίσης αποδεικνύεται πως ούτε η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για το κράτος, παρά μόνο ως «λάφυρο» προς κατάκτηση από τον κομματικό της μηχανισμό». Συγκεκριμένα αναφέρθηκε στην επικείμενη διεύρυνση του ρόλου του ΑΣΕΠ, το οποίο θα αναλάβει να ανανεώνει και τις συμβάσεις, υπογραμμίζοντας ότι το Ποτάμι από την ίδρυσή του έχει υπάρξει υπέρ της άποψης ότι το ΑΣΕΠ πρέπει όντως να ενισχυθεί και «να μετατραπεί σε μια στρατηγική δομή για το ανθρώπινο κεφάλαιο του Δημοσίου», όμως «η μεταφορά σημειακών αρμοδιοτήτων, όπως η ανανέωση συμβάσεων συσκοτίζουν το πρόβλημα αντί να παρέχουν λύση». Ως προς το ζήτημα των συμβασιούχων επεσήμανε ότι «η κυβέρνηση έπεσε στην παγίδα που η ίδια έστησε. Με την κατακόρυφη αύξηση των συμβασιούχων, την οποία ήδη κατήγγειλε το Ποτάμι ως παράθυρο ρουσφετολογικών προσλήψεων, έκανε την Τρόικα να «απαιτήσει» οριζόντια μείωσή τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο, μαζί με τα χλωρά θα καούν και τα ξερά».
Σ. Θεοδωράκης: Λεφτά για την πραγματική οικονομία και όχι για τους πελάτες του κ. Τσίπρα
«Χρειάζονται αντίμετρα για την πραγματική οικονομία- όχι όμως ψίχουλα για τους πελάτες του κ. Τσίπρα. Πρέπει τα όποια λεφτά εξασφαλίσουμε απ΄αυτή την ταλαιπωρία, η οποία θα συνεχιστεί, να πάνε στην πραγματική οικονομία και όχι απλά να μοιραστούν ως ενέσεις χριστουγεννιάτικες σε πληθυσμιακές ομάδες που νιώθει την ανάγκη να ενισχύει ο κ. Τσίπρας» δήλωσε ο Σταύρος Θεοδωράκης σε συνέντευξή του στην Ευαγγελία Τσικρίκα στο ραδιόφωνο του Alpha 9.89.
Ο επικεφαλής του Κινήματος, τόνισε ότι το Ποτάμι ως ένα σύγχρονο κόμμα διαφέρει σημαντικά από όλα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης καθώς, δεν αρκείται σε κραυγές και αφορισμούς. «Τα άλλα κόμματα» όπως είπε, «έχουν περίπου την άποψη ότι “με εμάς θα είναι καλύτερα τα πράγματα” χωρίς να διευκρινίζουν τι περιλαμβάνει αυτό. Εμείς χθες είχαμε μια πολύωρη συνάντηση με εμπειρογνώμονες στα ζητήματα που αφορούν τη συμφωνία. Συζητήσαμε διεξοδικά τα όσα ακούγονται για τα αντίμετρα αλλά θα ήταν επιπόλαιο από μέρους μας να τοποθετηθούμε χωρίς να έχουμε τη συνολική πρόταση της κυβέρνησης». Ξεκαθάρισε όμως ότι «εαν η κυβέρνηση φέρει εκβιαστικά τα αντίμετρα με ένα νόμο και ένα άρθρο, έχουμε πει εκ των προτέρων ότι δεν μπορούμε να μπούμε σε αυτή την κουβέντα», ενώ επανέλαβε ότι το Ποτάμι δεν πρόκειται να ψηφίσει τα μέτρα.
Αναφορικά με τις εξελίξεις στο χώρο του Κέντρου και την πρόσφατη έρευνα της Prorata ο Σταύρος Θεοδωράκης τόνισε ότι «ο κόσμος λέει το αυτονόητο, δηλαδή ότι δεν θέλουν συνέδρια μηχανισμών και διορισμένων, όπως προσπαθούν να κάνουν κάποιοι στη Δημοκρατική Συμπαράταξη». Και συνέχισε λέγοντας ότι: «αυτό που ο κόσμος θέλει -και είναι πάρα πολύ λογικό- είναι το καινούριο να μην ονοματίζεται απλώς καινούριο αλλά να δώσει τη δυνατότητα στον κόσμο να συμμετέχει σε αυτό». Σχολιάζοντας τις πιθανότητες δημιουργίας ενός καινούριου κινήματος πριν τις εκλογές, είπε χαρακτηριστικά ότι: «δεν θέλω να εναποθέτω τα σημαντικά πράγματα στην τύχη. Είμαι της άλλης σχολής του Καζαντζάκη που λέει ότι και εμείς πρέπει να βάλουμε το χέρι μας. Η ευθύνη του καθενός μας είναι μεγάλη. Αυτή είναι η συνεχής μας προσπάθεια. Ο κόσμος έχει κουραστεί αλλά αυτό που εργάζεται το Ποτάμι μεθοδικά όλα αυτά τα χρόνια είναι να υπάρξει ένα μεγάλο Κίνημα πολιτικών αλλαγών, εκσυγχρονισμού, έξω από τα λάθη του παρελθόντος και χωρίς βέβαια να κάνει παραχωρήσεις σε όλους αυτούς που μας κυβερνούν σήμερα».
Τέλος ερωτώμενος για τις εξελίξεις στα εθνικά μας θέματα, ο Επικεφαλής του Ποταμιού επανέλαβε την πρόταση του Κινήματος για δημιουργία ενός μόνιμου Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας. « Τα εθνικά θέματα είναι πολύ βαριά για τις πλάτες ενός ανθρώπου. Ανεξαρτήτως ποιος κυβερνά πιστεύω ότι είναι απαραίτητο η ευθύνη να μοιράζεται στη φυσική αλλά και στην πολιτική ηγεσία της χώρας».
Ποτάμι: Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει …
Είναι αλλεργικοί στις επενδύσεις. Και το δείχνουν με όλους τους τρόπους. Το Ελληνικό αποτελεί την πιο κλασική περίπτωση. Στην αρχή δεν ήθελαν την αξιοποίησή του από ιδιώτες. Όταν αναγκάστηκαν να την δεχθούν, άρχισαν να στήνουν εμπόδια κάθε είδους. Αυτή τη φορά, παρότι απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων έκρινε διατηρητέο μόνο ένα κτήριο, η Υπουργός Πολιτισμού ζητά να επανεξεταστούν οι περιπτώσεις άλλων τριών κτηρίων, αποδεχόμενη ενστάσεις της «Επιτροπής Αγώνα» για το Ελληνικό. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μάλλον ξέρουν καλύτερα από τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων…
Μια παροιμία λέει «όποιος δεν θέλει να ζυμώσει 10 μέρες κοσκινίζει». Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προτιμούν να ρημάζει ένα από τα πιο περιζήτητα μέρη της Ελλάδας, αντί να προχωρήσει η επένδυση και να πιάσουν δουλειά δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, να πληρώνονται φόροι και εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία.