
Τα εκκρεμή ζητήματα του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης των τραπεζών που θα κριθούν κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας
ΕΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ: Του Β. Ζάρκου, Οικονομικός Αναλυτής Eurobank
«Ένα από τα θέματα που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελληνική Προεδρία είναι η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά τη σύσταση του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (ΕΜΕ) και του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης (ΕΤΕ) των ευρωπαϊκών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Οι εταίροι καλούνται να ολοκληρώσουν τις διαπραγματεύσεις ως τις αρχές Μαρτίου ώστε η παρούσα σύνθεση της Ευρωβουλής να επικυρώσει την συμφωνία και ο ΕΜΕ να τεθεί σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2015, λίγο μετά τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας των τραπεζών.
Τον Δεκέμβριο του 2013 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε ένα σχέδιο για μια κοινή διαδικασία αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης των τραπεζών σε κεντρικό επίπεδο.
Αυτό θα αποτελέσει το δεύτερο πυλώνα της τραπεζικής ενοποίησης, ύστερα από την θεσμοθέτηση ενός κοινού πλαισίου τραπεζικής εποπτείας στα τέλη του 2013.
Ωστόσο, το Κοινοβούλιο και η ΕΕ διαφωνούν με την πρόταση του ΕΣ σε κομβικά σημεία που αφορούν:
- τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων εξυγίανσης,
- το νομική βάση του θεσμού
- τη σύσταση του κοινού ταμείου εξυγίανσης.
Σύμφωνα με την πρόταση του ΕΣ, η ΕΚΤ ή το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (ΕΣΕ) των τραπεζών έχουν τη δικαιοδοσία να αποφασίζουν πως ένα πιστωτικό ίδρυμα χρειάζεται αναδιάρθρωση.
Τότε, εντός σαράντα οχτώ ωρών το ΕΣΕ καλείται να καθορίσει τις λεπτομέρειες της αναδιάρθρωσης, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης του Κοινού Ταμείου Εξυγίανσης, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Το ΕΣΕ αποτελείται από τον εκτελεστικό διευθυντή, τέσσερις εκπροσώπους που διορίζονται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ και τα μέλη που διορίζονται από τις αρχές εξυγίανσης των κρατών που αφορά η εξυγίανση.
Τα διαθέσιμα εργαλεία αναδιάρθρωσης περιλαμβάνουν την πώληση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, την δημιουργία μεταβατικού ιδρύματος, το διαχωρισμό στοιχείων του ενεργητικού και τη διάσωση με ίδια μέσα.
Αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαφωνεί με την προταθείσα λύση τότε αναλαμβάνει το συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) να προτείνει διορθώσεις στο πλάνο της αναδιάρθρωσης.
Αν το ΕΣΕ έχει αντιρρήσεις σχετικά με τις τροποποιήσεις του συμβουλίου των υπουργών, έχει το δικαίωμα να ζητήσει αλλαγές από το ECOFIN.
Αν το ECOFIN δεν επανέλθει με νέες τροποποιήσεις εντός προκαθορισμένου χρονοδιαγράμματος, τότε η εξυγίανση του ιδρύματος ακολουθεί τις αρχικές προτάσεις του συμβουλίου των υπουργών.
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές ότι η προταθείσα διαδικασία δίνει στο συμβούλιο των υπουργών οικονομικών τον τελικό λόγο στην αναδιάρθρωση των τραπεζών, παρέχοντας σημαντικό περιθώριο πολιτικής παρέμβασης στην διαδικασία λήψης της απόφασης για την εξυγίανση μιας τράπεζας.
Επιπλέον, εγείρει εύλογες ανησυχίες για την ταχύτητα λήψης της απόφασης αναδιάρθρωσης, δεδομένου ότι εμπλέκει τρία όργανα, το ΕΣΕ, το ΕCOFIN και την Επιτροπή, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να διατυπώνουν πολλαπλώς ενστάσεις σχετικά με το προτεινόμενο σχέδιο εξυγίανσης.
Μάλιστα, η διαδικασία λήψης απόφασης για την εξυγίανση καθίσταται ακόμη πιο περίπλοκη στην περίπτωση που χρειάζονται αρκετοί πόροι από το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (ΕΤΕ), καθώς τότε απαιτείται η ολομέλεια του ΕΣΕ, η οποία περιλαμβάνει αντιπροσώπους των αρχών εξυγίανσης όλων των κρατών (και όχι μόνο αυτών που αφορά άμεσα η εξυγίανση).
Σε σχετικό άρθρο, η εφημερίδα Financial Times ( βλέπε INFO 1) αναφέρει ότι οι συμμετέχοντες στη λήψη απόφασης μπορούν να φτάσουν τους 143.
Λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι σημαντική συνδρομή του Ταμείου πιθανόν να συνδέεται με σημαντικό πρόβλημα άρα και αυξημένη πιθανότητα μετάδοσης της αναταραχής στον τραπεζικό τομέα, η λήψη απόφασης εξυγίανσης της τράπεζας περιπλέκεται ακριβώς όταν απαιτείται μια γρήγορη διαδικασία.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Κοινοβούλιο πιέζουν για μια πιο κεντροποιημένη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία προβλέπει ότι η Επιτροπή θα έχει κεντρικό ρόλο, ενώ παρακάμπτει το ΕCOFIN, περιορίζοντας τις δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης.
Η νομική βάση για τη θεσμοθέτηση του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης αποτελεί ένα ακόμα σημείο τριβής μεταξύ Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το τελευταίο κατέληξε στην ίδρυση του ΕΤΕ στη βάση μιας διακρατικής συμφωνίας.
Υιοθετεί με τη στάση αυτή τις ανησυχίες της γερμανικής κυβέρνησης ότι, σε διαφορετική περίπτωση, θα απαιτείτο αλλαγή του νομικού και θεσμικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα ήταν και χρονοβόρα αλλά και αβέβαιου αποτελέσματος.
Ωστόσο, η πρόταση για διακρατική συμφωνία παρακάμπτει το Κοινοβούλιο από τη νομοθετική διαδικασία, το οποίο, ως εκ τούτου, εκφράζει σθεναρή αντίθεση, υποστηρίζοντας ότι η λύση αυτή θέτει την ίδρυση του ΕΤΕ σε σαθρά νομικά θεμέλια.
Σημειώνουμε πως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας όπως επίσης και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο (Fiscal Compact) το οποίο δεσμεύει τα κράτη στη διατήρηση ισορροπημένου δομικού δημοσιονομικού ισοζυγίου έχουν θεσμοθετηθεί με διακρατικές συμφωνίες.
Υπό διαπραγμάτευση είναι ακόμη ο χρονικός ορίζοντας δημιουργίας του ΕΤΕ.
Σύμφωνα με τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το ΕΤΕ θα προκύψει από τη σταδιακή ένωση των εθνικών ταμείων εξυγίανσης, των οποίων οι πόροι προέρχονται από εισφορές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Η συγκέντρωση των πόρων προβλέπεται να ολοκληρωθεί σε δέκα χρόνια, αρχής γενομένης το 2015, οπότε και τα εθνικά ταμεία θα έχουν ενοποιηθεί πλήρως ( INFO 2).
Ο δεκαετής ορίζοντας ενοποίησης ικανοποιεί το αίτημα ορισμένων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, να περιοριστεί η χρήση κοινών πόρων για την αντιμετώπιση τραπεζικών προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από αστοχίες των εθνικών κυβερνήσεων και οργανισμών.
Ωστόσο, η αργοπορία στη δημιουργία του ΕΤΕ ενέχει δυο σημαντικούς κινδύνους.
Πρώτον, απειλεί την ομαλή λειτουργία της τραπεζικής ένωσης καθώς είναι πιθανόν να προκαλέσει την αντίδραση των κρατών στην περίπτωση που κληθούν να καλύψουν με ίδιους πόρους το κόστος μελλοντικών αναδιαρθρώσεων, ενώ έχουν ήδη παραδώσει στην ΕΚΤ την εποπτεία των τραπεζών.
Δεύτερον, συντηρεί τον επικίνδυνο δεσμό μεταξύ αδυναμιών των τραπεζών και κρατικού χρέους. Η ΕΚΤ, όπως και μέλη του Κοινοβουλίου, έχει ήδη ταχθεί υπέρ της επίσπευσης της δημιουργίας του ΕΤΕ (πιθανόν σε πέντε αντί για δέκα χρόνια), ενώ και η Γερμανία φέρεται να εξετάζει υποχώρηση στο θέμα αυτό.
Τέλος, αντικείμενο διαπραγμάτευσης είναι η υποστήριξη του ΕΤΕ με ένα εφεδρικό δίχτυ ασφαλείας στην περίπτωση που οι πόροι του ΕΤΕ αποδειχθούν ανεπαρκείς.
Το ΕΣ και το Κοινοβούλιο συμφωνούν ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αυτό το σκοπό κατά τη μεταβατική περίοδο των δέκα ετών. Ωστόσο, παραμένει ασαφές αν και υπό ποιους όρους ο ΕΜΣ ή κάποια άλλη πιστωτική γραμμή θα είναι διαθέσιμος για εφεδρικούς λόγους μετά την πάροδο των δέκα ετών.»
INFO 1: Βλέπε και http://blogs.ft.com/brusselsblog/2013/12/how-to-shutter-a-bank-in-europe/ ή / και: http://www.bruegel.org/nc/blog/detail/article/1228-european-bank-resolution-dont-try-this-at-home/
INFO 2: Οι συνολικοί πόροι του ΕΤΕ αναμένεται να ανέλθουν περίπου στα 55δις ευρώ. Κάθε χρόνο και για τα επόμενα δέκα χρόνια, τα κράτη που συμμετέχουν στον μηχανισμό θα διαθέτουν προς αλληλέγγυα χρήση πόρους ίσους με 10% του συνολικού αυτού ποσού, προερχόμενοι από τα εθνικά ταμεία εξυγίανσης.