
Τα συσσωρευμένα προβλήματα στις αναδυόμενες οικονομίες ενισχύουν την ανησυχία των επενδυτών
Η εξασθένιση της τουρκικής λίρας συνεχίζεται εν μέσω ενός γενικότερου προβληματισμού των επενδυτών για:
(α) την κλιμάκωση των εμπορικών διαφορών μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας,
(β) την αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και
(γ) τις αναπτυξιακές προοπτικές των αναδυόμενων οικονομίων.
Η τουρκική λίρα δέχεται πιέσεις, καθώς οι επενδυτές εκτιμούν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής στην Τουρκία δεν ενεργούν με αποτελεσματικό τρόπο, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο πληθωρισμό λόγω της διολισθήσεως της αξίας του τουρκικού νομίσματος. Η τουρκική λίρα έχει υποτιμηθεί από την αρχή του έτους έναντι του δολαρίου ΗΠΑ κατά 76% (Bloomberg Σεπτ.5), ενώ ο πληθωρισμός αναρριχήθηκε τον Αύγουστο στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών.
Ειδικότερα, ο πληθωρισμός τον Αύγουστο κατέγραψε ετήσια αύξηση 17,9% από 15,9% που ήταν τον Ιούλιο. Υπενθυμίζεται ότι ο στόχος της Κεντρικής Τραπέζης της Τουρκίας (CBRT) είναι ο πληθωρισμός να μην υπερβεί το 5%. Η άνοδος του πληθωρισμού αποδίδεται στην υπερθέρμανση της οικονομίας και στη σημαντική υποτίμηση της τουρκικής λίρας.
Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, έχοντας να αντιμετωπίσει τις ισχυρές πιέσεις στο εθνικό της νόμισμα, προέβη τον Ιούνιο σε δύο αυξήσεις (975 μονάδες βάσεως) του βασικού της επιτοκίου, με αποτέλεσμα το τελευταίο να διαμορφωθεί από 8,00% σε 17,75%. Σημειώνεται ότι η τελευταία αλλαγή του βασικού επιτοκίου είχε σημειωθεί το Νοέμβριο του 2016, ωστόσο η άνοδος του δεν ήταν αρκετή για να προστατεύσει την τουρκική λίρα. Παρά ταύτα, η σημαντική ενίσχυση του πληθωρισμού τον Αύγουστο – όπως ήταν αναμενόμενο – προβλημάτισε τις νομισματικές αρχές της Τουρκίας, με αποτέλεσμα η CBRT να ανακοινώσει ότι θα προβεί σε αλλαγή της νομισματικής της πολιτικής, στη συνεδρίαση της 13ης Σεπτεμβρίου. Η Κεντρική Τράπεζα με τον τρόπο αυτό θέλησε να περάσει στις αγορές το μήνυμα ότι θα προβεί σε νέα άνοδο του βασικού της επιτοκίου.
Ωστόσο, οι επενδυτές εκτιμούν ότι η άνοδος θα είναι περιορισμένου μεγέθους (200 μονάδες βάσεως) αντί μιας σημαντικής αυξήσεως (700-1.000 μονάδες βάσεως) που απαιτεί η οικονομική συγκυρία, προκειμένου τα πραγματικά επιτόκια να επιστρέψουν σε θετικό έδαφος και να επανακτηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών. Ενδεχομένως, αν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση των επενδυτών για μια περιορισμένου μεγέθους αύξηση του βασικού επιτοκίου, να εκδηλωθούν εκ νέου πιέσεις στην τουρκική λίρα. Αξίζει να επισημανθεί, ότι παράλληλα με την τουρκική λίρα πιέσεις δέχονται και άλλα νομίσματα αναδυόμενων οικονομίων (ραντ Νοτίου Αφρικής, ρουπία Ινδονησίας, πέσο Αργεντινής). Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι, η ρουπία Ινδονησίας έχει υποτιμηθεί έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από την αρχή του έτους κατά 10,2%, το ραντ Νοτίου Αφρικής κατά 25,9% και το πέσο Αργεντινής κατά 109,2% (Bloomberg Σεπτ.5).
Το αρνητικό κλίμα που έχει προκαλέσει η συμπεριφορά της τουρκικής λίρας επιβαρύνεται περαιτέρω, μετά την πρόσφατη ανακοίνωση ότι ο δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών (ΡΜΙ) μεταποίησης στις ΗΠΑ, εκτινάχθηκε τον Αύγουστο στις 61,3 μονάδες (η μεγαλύτερή μέτρηση από το Μάιο του 2004), έναντι 58,1 μονάδων που ήταν τον προηγούμενο μήνα. Η άνοδος του δείκτη συνηγορεί στην περαιτέρω αύξηση των βασικών επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τραπέζης (Fed) των ΗΠΑ, γεγονός που εκτιμάται ότι θα ενισχύσει το δολάριο έναντι των νομισμάτων των αναδυόμενων οικονομιών. Επιπροσθέτως, αρνητική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι, το ΑΕΠ της Νοτίου Αφρικής συρρικνώθηκε σε τριμηνιαία βάση για δεύτερο κατά σειρά τρίμηνο (1ο τριμ. -2,6%, 2ο τριμ. -0,7%), με αποτέλεσμα να ομιλούμε για είσοδο της οικονομίας σε ύφεση. Η υποτίμηση των εθνικών νομισμάτων των αναδυόμενων οικονομιών συμβάλλει στον περιορισμό του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών τους, καθώς βελτιώνεται το εμπορικό τους ισοζύγιο, λόγω μειώσεως των εισαγωγών και αυξήσεως των εξαγωγών. Παράλληλα, λόγω του εξασθενημένου εθνικού νομίσματος συγκρατούνται οι απαιτήσεις για εξωτερική χρηματοδότηση (ιδιωτικού και δημόσιου τομέα) με θετική επίδραση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ωστόσο, οι ανάγκες αναχρηματοδοτήσεως του υφιστάμενου δανεισμού του οποίου το κόστος επιβαρύνεται, εξαιτίας της υποτιμήσεως των εθνικών νομισμάτων, μπορεί να προκαλέσει χρηματοπιστωτική ασφυξία στον ιδιωτικό τομέα, λειτουργώντας ως τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη. Υπό το πρίσμα των προσφάτων οικονομικών εξελίξεων, τα συσσωρευμένα προβλήματα στις αναδυόμενες οικονομίες ενισχύουν την ανησυχία των επενδυτών, ότι οι κίνδυνοι μεταδόσεως είναι μεγάλοι για να αγνοηθούν.
Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.