
Τα €2,55 τρις άγγιξε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – Ούτε 1 ευρώ στην Ελλάδα
Θα κινηθούν υψηλότερα τα επιτόκια στην Ευρωζώνη;
Το τέλος του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης (EKT), όπως ήταν αναμενόμενο επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα, ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (Asset Purchase Programme – APP) θα ολοκληρωθούν το Δεκέμβριο του 2018. Παράλληλα, το ΔΣ επισήμανε ότι, σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά, από την εξόφληση των τίτλων για παρατεταμένη χρονική περίοδο και μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια. Σε κάθε περίπτωση, οι επανεπενδύσεις θα συνεχισθούν για όσο χρονικό διάστημα κριθεί αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται στις επανεπενδύσεις
Είναι σαφές ότι, με το πέρας του προγράμματος ΑΡΡ, το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται πλέον στις επανεπενδύσεις και στον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθούν.
Η επανεπένδυση έχει δύο πτυχές: η πρώτη σχετίζεται με τη νομισματική πολιτική ενώ η δεύτερη με το διαδικαστικό και σχετίζεται κυρίως με την κλείδα κατανομής (capital key ratio), η οποία προσδιορίζει το μερίδιο συμμετοχής των εθνικών κεντρικών τραπεζών στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Επισημαίνεται, ότι μέχρι σήμερα, οι αγορές του προγράμματος ΑΡΡ πραγματοποιούνται βάσει του μεριδίου συμμετοχής στο κεφάλαιο της ΕΚΤ.
Ωστόσο, εκτιμάται, ότι στο τμήμα που σχετίζεται με τη νομισματική πολιτική θα στραφεί περισσότερο το ενδιαφέρον στο προσεχές μέλλον, καθώς η χρονική διάρκεια των επανεπενδύσεων εμμέσως, θα προσδιορίσει το είδος της νομισματικής πολιτικής. Για παράδειγμα μια διάρκεια μικρότερη των δύο ετών, μπορεί να ληφθεί από τους επενδυτές, ως στροφή προς μία νομισματική πολιτική περιοριστικού χαρακτήρα. Σύμφωνα με έρευνα του πρακτορείου Bloomberg οι επανεπενδύσεις θα συνεχισθούν για διάστημα 2-3 ετών, μετά το πέρας του προγράμματος ΑΡΡ.
Τα μη συμβατικά εργαλεία νομισματικής πολιτικής
Η μη συμβατική νομισματική πολιτική που ακολούθησαν οι κεντρικές τράπεζες για τον μετριασμό του κινδύνου του αποπληθωρισμού μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007-2008 είχε σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων.
Οι κεντρικές τράπεζες δημιούργησαν ρευστότητα για τη χρηματοδότηση μεγάλης κλίμακας προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων, τα οποία είχαν ως στόχο να περιορίσουν τα μακροπρόθεσμα επιτόκια όταν τα βραχυπρόθεσμα είχαν αγγίξει το μηδέν. Σημειώνεται ότι, οι κεντρικές τράπεζες, στις προηγμένες οικονομίες από τις αρχές του ΄80 χρησιμοποιούσαν ως μέσο εξομαλύνσεως του οικονομικού κύκλου, τα βραχυχρόνια επιτόκια.
Η ΕΚΤ ξεκίνησε τις αγορές τίτλων, το αποκαλούμενο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το Μάρτιο του 2015, στο πλαίσιο των μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής, με στόχο αγορές συνολικής αξίας €1 τρισ. Ωστόσο, το πρόγραμμα πλησίασε σε διάρκεια τα τέσσερα χρόνια και οι αγορές τίτλων άγγιξαν τα €2,55 τρισ. Οι αγορές τίτλων είχαν άμεση επίδραση στον ισολογισμό της ΕΚΤ. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η συνολική αξία του ισολογισμού της ΕΚΤ από €2.208 δισ. που ήταν το Δεκέμβριο του 2014, διαμορφώθηκε στα τέλη Μαΐου του 2018, στα €4.562 δισ. (Γράφημα 7).
Η ΕΚΤ με την κίνηση τερματισμού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης έρχεται να ακολουθήσει το παράδειγμα της Fed και της Τραπέζης της Αγγλίας, οι οποίες έχουν ήδη ολοκληρώσει τα αντίστοιχα προγράμματα τους. Επισημαίνεται, ότι από την ομάδα G-4 των κεντρικών τραπεζών (Τράπεζα Αγγλίας, ΕΚΤ, Fed, Τράπεζα Ιαπωνίας), μόνο η Τράπεζα της Ιαπωνίας θα συνεχίσει να ακολουθεί πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Θα κινηθούν υψηλότερα τα επιτόκια στην Ευρωζώνη;
Οι επενδυτές ανησυχούν σε ένα βαθμό, καθώς ο τερματισμός του προγράμματος ΑΡΡ λαμβάνει χώρα εν μέσω μιας αυξημένης αβεβαιότητας για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Βασικές αιτίες της αβεβαιότητας αποτελούν:
Πρώτον, η διατήρηση του αντίκτυπου της εμπορικής διαμάχης ΗΠΑ-Κίνας.
Δεύτερον, η μη οριστικοποίηση του σχεδίου αποχωρήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ
Τρίτον, η ανοικτή αντιπαράθεση μεταξύ Ιταλίας και ΕΕ.
Η διατήρηση των επιτοκίων της ΕΚΤ στα τρέχοντα επίπεδα μέχρι το καλοκαίρι του 2019, καθώς και η επανεπένδυση των ποσών που θα προκύψουν από την εξόφληση των τίτλων για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, είναι ικανά να συμβάλουν στη διατήρηση του διευκολυντικού χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη. Η εν λόγω εξέλιξη, μπορεί να διασφαλίσει χαμηλά επίπεδα επιτοκίων, ικανά να συντηρήσουν την οικονομική ανάκαμψη. Στην προσπάθεια επηρεασμού των επιτοκίων η ΕΚΤ θα διαθέτει στο οπλοστάσιο της, τη μέση διάρκεια ή τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν ενναλακτικά εργαλεία νομισματικής πολιτικής, χωρίς να απαιτείται η προσφυγή σε νέες αγορές τίτλων.
Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank
Επεξεργασία τίτλου : mywaypress.gr