
Χρ. Πισσαρίδης: Απαιτείται πολιτική βούληση για ένα καλύτερο μέλλον της Ευρώπης
Ευρωζώνη και οικονομική κατάσταση- Διάλεξη στην Ομογένεια του Λονδίνου
Ο Νομπελίστας Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κύπρου και Regius Professor στο London School of Economics, Sir Χριστόφορος Πισσαρίδης έδωσε διάλεξη στην κατάμεστη αίθουσα τελετών της Ελληνικής Κυπριακής Αδελφότητας, ενώπιον των “φοιτητών” του Ελεύθερου Πανεπιστημίου για την Ομογένεια του Λονδίνου, αναλύοντας την Οικονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη.
Η απλή γλώσσα, τα πολλά παραδείγματα, οι διευκρινίσεις με τη βοήθεια των φωτεινών διαφανειών, μετέτρεψαν τη διάλεξη του Sir Χριστόφορου Πισσαρίδη με θέμα “Monetary and Fiscal Policy in the Eurozone”, σε μια από τις πιο ενημερωτικές και πολύ ενδιαφέρουσες διαλέξεις του 12ου κύκλου διαλέξεων του Ελεύθερου Πανεπιστημίου για την Ομογένεια του Λονδίνου.
Ο Αντιπρόεδρος της Αδελφότητας Νίνος Κουμέττου, αφού καλωσόρισε τον Αν. ‘Υπατο Αρμοστή Χαράλαμπο Καυκαρίδη, τον Επίσκοπο Τροπαίου Αθανάσιο, τον Πρόεδρο της ΠΟΜΑΚ Ανδρέα Παπαευριπίδη, τον Πρόξενο της Ελλάδας Σωτήριο Δεμέστιχα, τον Πρόεδρο του ΔΗΚΟ Αγγλίας Μιχάλη Έλληνα, τον Αντιπρόεδρο του ΔΗ.ΣΥ Η.Β. Γιαννάκη Κούβαρο, τον πρώην Αντιπρόεδρο της Αδελφότητας Ανδρέα Λοιζίδη, την Προϊστάμενη της ΚΕΑ Μαρία Παπαλουκά, τους προέδρους σωματείων και οργανώσεων και τους “φοιτητές” του Ελεύθερου Πανεπιστημίου για την Ομογένεια του Λονδίνου, τόνισε ότι «η Αδελφότητα θεωρεί μεγάλη τιμή το γεγονός ότι ο διακεκριμένος συμπατριώτης μας Νομπελίστας Χριστόφορος Πισσαρίδης δέχτηκε την πρόσκλησή της και του Πανεπιστημίου Κύπρου να παραστεί και να δώσει διάλεξη για τους Ομογενείς».
Στην ομιλία του ο κ. Πισσαρίδης (photo άνω) τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι η κρίση στην Ευρωζώνη μάς έδειξε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν παρέχει ό,τι υποσχέθηκε με το ενιαίο νόμισμα. «Μήπως το σφάλμα βρίσκεται στη δομή των αγορών εργασίας ή στις νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν μετά την ύφεση; Η μετά τη μεγάλη ύφεση, η ευρωπαϊκή κρίση ξεκίνησε ως κρίση του χρέους και οι πολιτικές για τη μείωση του δημόσιου χρέους, έχουν αποκαλύψει τις αδυναμίες των ευρωπαϊκών αγορών εργασίας. Γι’ αυτό το λόγο, η κρίση παρουσιάζεται συχνά ως μια κρίση της ανταγωνιστικότητας και της ευελιξίας, αλλά δεν είναι: είναι μια κρίση της διαχείρισης μιας κοινής νομισματικής ζώνης, όταν τα κριτήρια για βέλτιστα αποτελέσματα έχουν αποτύχει. Οι ευρωπαϊκές αγορές εργασίας έχουν γίνει άκαμπτες. Πολλές όμως έχουν μεταρρυθμιστεί όπως το Ηνωμένο Βασίλειο στη δεκαετία του 1980, η Ολλανδία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Γερμανία κατά την περίοδο 2002-2005. Οι μεταρρυθμίσεις και στις άλλες χώρες της Ευρώπης είναι απαραίτητες για την ανταγωνιστικότητα και την προσαρμογή στις νέες τεχνολογίες Η διαχείριση του χρέους και οι άκαμπτες αγορές εργασίας συγχύστηκαν με τα πολύ άσχημα αποτελέσματα της κάθε μιας χώρας», σημείωσε.
Οι Ευρωπαίοι, τόνισε ο κ. Πισσαρίδης, περνούν πολύ καλά και προτιμούν να ζουν ήσυχοι και αμέριμνοι στη χώρα καταγωγής τους και οι μεταναστευτικές ροές είναι μικρές. Οι χώρες υποδοχής δεν αρέσκονται σε αυτές. Όταν πραγματοποιούνται επηρεάζουν τις λανθασμένες επαγγελματικές ομάδες: άτομα με υψηλά προσόντα που απαιτούνται στις χώρες με ύφεση μεταναστεύουν, ενώ άνεργοι οι οποίοι εξαρτώνται από τις κοινωνικές παροχές, παραμένουν. Πιο πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι το κεφάλαιο δεν κινείται από πλούσιες χώρες σε φτωχές Τα ποσοστά απόδοσης (π.χ.) στη Γερμανία είναι υψηλότερα από ό, τι στην Ελλάδα, διότι υπάρχει μεγαλύτερη βιομηχανία για να εγγυηθεί την ασφάλεια των νέων επενδύσεων, η παραγωγικότητα είναι υψηλότερη και υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση. Κύριες παροχές στην “περιφέρεια” γίνονται από τα θεσμικά όργανα, όπως είναι η Ευρωπαϊκής Τράπεζα Επενδύσεων – αξιέπαινη και πολύ χρήσιμη για την ανάκαμψη, αλλά προσφέρει πολύ λίγα για να αποκατασταθεί η ισορροπία», συμπλήρωσε.
Ο κ. Πισσαρίδης πρόσθεσε, επίσης, ότι με την εσωτερική υποτίμηση όπως ξέρουμε η ανεργία θα αυξάνεται σημαντικά για να προκαλέσει την εσωτερική υποτίμηση και αυτό έγινε καθιστώντας την ύφεση χειρότερη . Τα συνδυασμένα προγράμματα μείωσης του χρέους και της οικονομικής αναδιάρθρωσης απέτυχαν και η μαζική δημοσιονομική λιτότητα ενισχύθηκε από τις μειώσεις των πραγματικών μισθών και των συντάξεων που συνοδεύτηκαν από μείωση των κρατικών δαπανών και αυξήσεις φόρων και οι απαιτήσεις της Τρόικα για περισσότερες περικοπές δαπανών για τη μείωση του χρέους. Δυστυχώς στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη βλέπουμε ένα φαύλο κύκλο που οδηγεί σε περισσότερο χρέος και ανεργία.
Η βέλτιστη πολιτική απάντηση είναι να βρούμε πολιτικές ανάπτυξης αλλού για να αντισταθμίσουν τις δύο αποπληθωριστικές διαταραχές, συνέχισε ο Καθηγητής Πισσαρίδης. «Η προφανής εναλλακτική λύση είναι επεκτατική νομισματική πολιτική. Η ΕΚΤ πρέπει να δημιουργήσει περισσότερο πληθωρισμό που θα υποτιμηθεί το ευρώ και να μειώσει το πραγματικό βάρος του χρέους. Η Τράπεζα της Αγγλίας ακολούθησε αυτή την πολιτική και επέβαλε μείωση του χρέους. Η ΕΚΤ απέτυχε όμως να δράσει για μεγάλο χρονικό διάστημα και μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 η πολιτική της ήταν να πράξει ό,τι είναι καλό για τη Γερμανία, που όμως δεν είναι καλό για τον ευρωπαϊκό Νότο. Χρειαζόμαστε περισσότερες επενδύσεις για να σπάσει το αδιέξοδο, προσωρινή αναστολή της «δημοσιονομικής λιτότητας, “μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους γιατί η αποπληρωμή του χρέους σε ύφεση είναι ένα μεγάλο βάρος. Οι πρόσφατες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά παίρνουν χρόνο για να έχουν θετικό αντίκτυπο και χρειάζονται τη συνεργασία όλων των κοινωνικών εταίρων», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Ολοκληρώνοντας τη διάλεξή του ο κ. Πισσαρίδης τόνισε ότι ο καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών με το ενιαίο νόμισμα και την κοινή νομισματική πολιτική απαιτεί στενότερη πολιτική συνεργασία, αν όχι πλήρη ένωση. «Οι μηχανισμοί της αγοράς σε έναν ανοικτό κόσμο σπάζει όταν οι χώρες υπόκεινται σε διαφορετικούς κραδασμούς. Απαιτείται πολιτική βούληση για να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο για ένα καλύτερο μέλλον της Ευρώπης, και των χωρών της Ευρωζώνης να συνεργαστούν όλοι για αποκατάσταση της ισορροπίας για μια καλύτερη οικονομική απόδοση και ανάπτυξη. Αν δεν το πράξουμε, το μέλλον της Ευρωζώνης και της Ε.Ε . θα είναι ζοφερό», κατέληξε.
Μετά τη διάλεξη ακολούθησαν πολλές ερωτήσεις προς τον ομιλητή και έγινε μια πολύ ευχάριστη και εποικοδομητική συζήτηση, η οποία συνεχίστηκε στη δεξίωση που ακολούθησε.