
Ψηφιακή επιχειρηματικότητα -Ανάγκη σχεδίου στρατηγικής και πολιτικής
• Η Ελλάδα δεν έχει αξιοποιήσει τις τεράστιες δυνατότητες και ευκαιρίες που προσφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες
• Το 41% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων χαρακτηρίζεται ως μη ψηφιακές
• Στρατηγικές πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο
• Η θέση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί ως προς το δείκτη της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας
Στο πλαίσιο μιας νέας ή ψηφιακής οικονομίας, η ταχύτατη ανάπτυξη και διείσδυση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) σχεδόν σε όλους τους τομείς δραστηριότητας έχει αλλάξει καταλυτικά τον τρόπο που τα άτομα επικοινωνούν, συναλλάσσονται, εργάζονται, ψυχαγωγούνται.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του παραγωγικού/επιχειρηματικού μοντέλου έχει σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο, με την ψηφιακή επιχειρηματικότητα να έχει αναδειχθεί σε βασικό μοχλό παραγωγικότητας, απασχόλησης, καινοτομίας, ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης.
Η Ευρώπη, αναγνωρίζοντας τις τεράστιες δυνατότητες, ευκαιρίες, οφέλη καθώς και προκλήσεις που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση, έχει τοποθετήσει τις νέες ΤΠΕ στο επίκεντρο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την επίτευξη «ευφυούς» και βιώσιμης ανάπτυξης. Με την Ψηφιακή Ατζέντα για την Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί τη δημιουργία εκείνων των συνθηκών στα κράτη-μέλη, οι οποίες θα καταστήσουν δυνατή την αειφόρο οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ενιαίας ευρωπαϊκής ψηφιακής αγοράς, σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο και ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Η ευρωπαϊκή στρατηγική για την ενθάρρυνση της ψηφιακής επιχειρηματικότητας οριοθετεί το πλαίσιο παρεμβάσεων και πολιτικών γύρω από πέντε περιοχές προτεραιότητας που αναφέρονται στις προϋποθέσεις και τις υποδομές για τη δημιουργία και διάχυση της γνώσης και της τεχνολογίας, την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, τις ψηφιακές δεξιότητες και την επιχειρηματική κουλτούρα. Όσον αφορά την Ελλάδα, σε μια πολύ δύσκολη οικονομική συγκυρία όπου έχει απολεσθεί μεγάλο ποσοστό του εθνικού προϊόντος (πάνω από 25% την τελευταία εξαετία) και η ανεργία έχει ανέλθει σε πολύ υψηλά επίπεδα (περίπου 27%), η εισαγωγή και υιοθέτηση ΤΠΕ προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη προκειμένου η οικονομία να μεταβεί σε μια τροχιά ανάκαμψης και να εδραιωθεί ένα βιώσιμο πρότυπο ανάπτυξης. Δυστυχώς, διεθνείς αξιολογήσεις και αναλύσεις δείχνουν ότι η χώρα δεν έχει αξιοποιήσει προς αυτή την κατεύθυνση τις τεράστιες δυνατότητες και ευκαιρίες που προσφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες. Στην ευρωπαϊκή κατάταξη σύμφωνα με την Ψηφιακή Ατζέντα 2015, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις βάσει του συνολικού δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας και των επιμέρους διαστάσεών του. Η χώρα εμφανίζει από τα μικρότερα ποσοστά χρηστών του διαδικτύου στην ΕΕ28 και παρουσιάζει υψηλό χάσμα ψηφιακών δεξιοτήτων, με πολύ χαμηλά ποσοστά στην κατοχή βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων και εξειδικευμένων γνώσεων σε ΤΠΕ. Η υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις είναι επίσης περιορισμένη, με την Ελλάδα να υστερεί σημαντικά στο ηλεκτρονικό επιχειρείν και να εμφανίζει το μικρότερο ποσοστό διαδικτυακών πωλήσεων ως προς τον κύκλο εργασιών στην ΕΕ28. Δεδομένων των χαμηλών της ψηφιακών επιδόσεων, η Ελλάδα καλείται να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις σχετικά με την αποτελεσματική αξιοποίηση των ΤΠΕ, οι οποίες καθίστανται ακόμα μεγαλύτερες λόγω της οικονομικής ασφυξίας και της κρίσης ρευστότητας που πλήττουν την οικονομία. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση των εν λόγω προκλήσεων κρίνεται αναγκαία, ώστε να δοθεί ώθηση στην ελληνική οικονομία και να γίνουν αποφασιστικά βήματα προς την έξοδο από την κρίση. Αναγνωρίζοντας λοιπόν την τεράστια δυναμική του τομέα της ψηφιακής οικονομίας με τα ευεργετικά του αποτελέσματα στην παραγωγικότητα, απασχόληση, καινοτομία, ανταγωνιστικότητα, είναι απαραίτητο να σχεδιαστούν κατάλληλες πολιτικές και να οριστεί ένα ανάλογο θεσμικό πλαίσιο που να διασφαλίζει την επιτυχή υλοποίηση ψηφιακών δράσεων και έργων. Δυστυχώς οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί έως τώρα δεν έχουν αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Επομένως, η χώρα έχει ανάγκη από ένα σχέδιο στρατηγικής και πολιτικής που να λαμβάνει υπόψη τα σφάλματα του παρελθόντος και να δίνει έμφαση στη διαμόρφωση ενός ευέλικτου ρυθμιστικού πλαισίου, στη μείωση της γραφειοκρατίας και στη σωστή κατεύθυνση των ευρωπαϊκών πόρων και των κατάλληλων χρηματοδοτικών εργαλείων. Σε αυτό το πλαίσιο, η Εθνική Στρατηγική για την Ψηφιακή Ανάπτυξη θα μπορούσε να αποτελέσει έναν χρήσιμο οδηγό στην προσπάθεια μετασχηματισμού της Ελλάδας σε μια παραγωγική ψηφιακή οικονομία αιχμής, με σημαντική θέση στον ψηφιακό χάρτη της Ευρώπης.
Το 41% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων χαρακτηρίζεται ως μη ψηφιακές
Ο όρος ψηφιακή επιχειρηματικότητα αναφέρεται ακριβώς σε όλα τα νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα και το μετασχηματισμό υφιστάμενων επιχειρήσεων που δημιουργούν οικονομική και/ή κοινωνική αξία, αναπτύσσοντας και χρησιμοποιώντας νέες ψηφιακές τεχνολογίες. Οι ψηφιακές επιχειρήσεις αξιοποιούν σε μεγάλο βαθμό τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες (κυρίως λύσεις που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα δεδομένα μεγάλου όγκου, η κινητή επικοινωνία και οι υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους), προκειμένου να βελτιώσουν επιχειρηματικές λειτουργίες, να δημιουργήσουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα, να αναλάβουν ευφυείς επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και να συναλλάσσονται αποτελεσματικά με πελάτες και προμηθευτές. Ωστόσο, η Ευρώπη καλείται να αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις όσον αφορά την αξιοποίηση των πολλαπλών ευκαιριών που προσφέρει η εισαγωγή των νέων ΤΠΕ, δεδομένου ότι το 41% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων χαρακτηρίζεται ως μη ψηφιακές και μόνο το 2% χρησιμοποιεί ολόκληρο το φάσμα των βασικών ψηφιακών τεχνολογιών. Αναγνωρίζοντας τα μεγάλα περιθώρια εκμετάλλευσης των ψηφιακών ευκαιριών και τα συνακόλουθα οφέλη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει τοποθετήσει την ψηφιοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και κοινωνίας σε πρωταρχική θέση εντός του πλαισίου της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για την επίτευξη ευφυούς και βιώσιμης ανάπτυξης.
Στρατηγικές πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο
Είναι γεγονός ότι, παρά τις αποδεδειγμένες θετικές επιδράσεις των ΤΠΕ σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, φαίνεται ότι στην Ευρώπη έχει αξιοποιηθεί ένα σχετικά μικρό ποσοστό της δυναμικής της νέας οικονομίας και της ψηφιακής επιχειρηματικότητας (European Commission, 2015). Αυτό οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων που ενδεχομένως συνδέονται με τη χρηματοοικονομική κρίση, τα αποσπασματικά ρυθμιστικά πλαίσια, την έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, τις μειωμένες επενδύσεις σε υποδομές ΤΠΕ, καθώς και σε περιορισμούς συνυφασμένους με την εκάστοτε επιχειρηματική κουλτούρα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναγνωρίζοντας τον κομβικό ρόλο των ψηφιακών τεχνολογιών για την οικονομία και ειδικότερα για τον επιχειρηματικό κόσμο, καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες προ- κειμένου να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις παραπάνω προκλήσεις. Σε αυτή τη λογική, μια σειρά από πρωτοβουλίες, δράσεις και εργαλεία έχουν σχεδιαστεί και τεθεί σε εφαρμογή με στόχο τη δημιουργία στέρεων θεμελίων για την πραγμάτωση μιας ψηφιακής ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, όπου η ψηφιακή επιχειρηματικότητα θα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει συνοπτικά κάποιες βασικές σχετικές πρωτοβουλίες. Επίσης, έχει αναπτυχθεί ένα συγκεκριμένο πλαίσιο πολιτικής για την ενίσχυση της ψηφιακής επιχειρηματικότητας διαρθρωμένο γύρω από πέντε πυλώνες, στο οποίο τίθενται οι περιοχές προτεραιότητας για πολιτικές παρεμβάσεις, όπως περιγράφονται συνοπτικά στο Διάγραμμα 4. Η Ελλάδα ως κράτος-μέλος της ΕΕ28 συμμετέχει ενεργά στις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες και, μέσω ενός συνόλου από οργανισμούς και φορείς δημοσίου και ιδιωτικού χαρακτήρα, προωθεί τη διείσδυση και χρησιμοποίηση των ΤΠΕ σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Επίσης, ένας μεγάλος αριθμός σχετικών πρωτοβουλιών έχουν ενταχθεί στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ), όπως για παράδειγμα το επιχειρησιακό πρόγραμμα “Ψηφιακή Σύγκλιση”8 με μια σειρά από οριζόντιες τεχνολογικές παρεμβάσεις, ενώ σημαντικές επιμέρους δράσεις πληροφορικής αφορούν τη δημιουργία του Εθνικού Ληξιαρχείου, συστήματα για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, το Εθνικό Σύστημα Δημόσιων Ηλεκτρονικών Προμηθειών, την ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, το Ψηφιακό Σχολείο κ.ά. Ενόψει της νέας προγραμματικής περιόδου 2014-2020, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία» (ΕΠΑνΕΚ)9 αναδεικνύει τον τομέα ΤΠΕ ως έναν από τους εννέα στρατηγικούς τομείς στη χώρα με κεντρικό ρόλο στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων, τη μετάβαση στην ποιοτική καινοτόμο επιχειρηματικότητα και την αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας.
Αδυναμίες και παθογένειες στις δομές, στους θεσμούς και στο ρυθμιστικό πλαίσιο
Ωστόσο, μια σειρά από αδυναμίες και παθογένειες στις δομές, στους θεσμούς και στο ρυθμιστικό πλαίσιο δρουν ανασταλτικά οδηγώντας συχνά σε αναποτελεσματική διαχείριση των πόρων, προβληματική διοίκηση των έργων, περιορισμένη απορροφητικότητα κονδυλίων και γραφειοκρατικά εμπόδια, με αποτέλεσμα να καθυστερεί σημαντικά η υλοποίηση των έργων και το παραγόμενο αποτέλεσμα να απέχει από το προσδοκώμενο σε όρους ποσότητας ή ποιότητας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα μαθήματα από την εμπειρία στο παρελθόν, καθώς και τις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής οικονομίας η οποία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, η Εθνική Στρατηγική για την Ψηφιακή Ανάπτυξη στην Ελλάδα την περίοδο 2014-2020 σχεδιάστηκε φιλοδοξώντας να θέσει τους στρατηγικούς στόχους που εξυπηρετούν ένα κοινό όραμα για την ψηφιακή ανάπτυξη στη χώρα και να προσδιορίσει το περιβάλλον, τις προϋποθέσεις, τους τρόπους και τα μέσα επίτευξης αυτών των στόχων. Το πλαίσιο πολιτικής και στρατηγικής που προτείνεται στοχεύει στο να αναδείξει τον τομέα της Ψηφιακής Οικονομίας σε βασικό αναπτυξιακό πυλώνα, ο οποίος θα συνεισφέρει στην ανάπτυξη της χώρας, ενισχύοντας την καινοτομία, την εξωστρέφεια της εγχώριας ψηφιακής παραγωγής και την εισροή ξένων επενδυτικών κεφαλαίων στην Ελλάδα, ενώ αναμένεται να αντιμετωπίσει και να καλύψει τις ανάγκες και προκλήσεις του τομέα ΤΠΕ.
Η θέση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί ως προς το δείκτη ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας
Η Ελλάδα σημείωσε σημαντική πρόοδο στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών της, ανεβαίνοντας έξι θέσεις (από την 27η στην 21η θέση) στην ευρωπαϊκή κατάταξη σε σχέση με την αντίστοιχη του προηγούμενου έτους. Σε αυτή την πρόοδο συνέβαλε ο μεγαλύτερος αριθμός χρηστών διαδικτύου που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (e-government), ο οποίος αυξήθηκε από 32% σε 38%, αν και συνεχίζει να απέχει από τον αντίστοιχο στόχο για την Ευρώπη, σύμφωνα με τον οποίο ο μισός πληθυσμός θα πρέπει ως το 2015 να κάνει χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Η θέση της Ελλάδας, επίσης, βελτιώθηκε αναφορικά με το δείκτη της συνδεσιμότητας (από την 28η στην 26η θέση), αν και διατηρούνται τα σχετικά μικρά ποσοστά συνδρομητών σταθερού διαδικτύου (63%) και κινητού δια- δικτύου (41%). Στον αντίποδα, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε σχέση με τον πίνακα ψηφιακών επιδόσεων του 2014, η θέση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί ως προς το δείκτη της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας (από την 20η στην 23η θέση), φανερώνοντας αδυναμίες των ελληνικών επιχειρήσεων όσον αφορά την υιοθέτηση και αξιοποίηση τεχνολογιών που συνδέονται με το ηλεκτρονικό επιχειρείν (e-business) και το ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce). Συγκεκριμένα, το Διάγραμμα 3 που ακολουθεί καταδεικνύει τη χαμηλή επίδοση της Ελλάδας ως προς σχεδόν όλες τις πτυχές της ψηφιακής επιχειρηματικότητας, όπως αυτές εκφράζονται από μια σειρά μέτρων που αφορούν το ηλεκτρονικό επιχειρείν και το ηλεκτρονικό εμπόριο. Τα σχετικά δυνατά σημεία που έχει να επιδείξει η Ελλάδα στο ηλεκτρονικό επιχειρείν συνίστανται στη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Facebook, LinkedIn κτλ.) και στην εφαρμογή συστημάτων σχεδιασμού επιχειρησιακών πόρων (Enterprise Resource Planning-ERP), με τα αντίστοιχα ποσοστά των ελληνικών επιχειρήσεων (34% και 40%) να υπερβαίνουν τους ευρωπαϊκούς μέσους (30% και 31%, αντίστοιχα). Εντούτοις, οι υπόλοιποι δείκτες ψηφιοποίησης φανερώνουν σημαντικές υστερήσεις των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές. Μόνο 62% των ελληνικών επιχειρήσεων διαθέτουν ιστοσελίδα και 78% διαθέτουν μια σταθερή σύνδεση ευρυζωνικότητας, με τα αντίστοιχα ποσοστά στην ΕΕ28 να είναι 74% και 90%. Σχετικά περιορισμένη είναι επίσης η χρήση υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους, με το ποσοστό ελληνικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τέτοιες υπηρεσίες (9%) να υπολείπεται κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του μέσου όρου της ΕΕ28. Όσον αφορά τη χρήση ΤΠΕ από απασχολούμενους, οι ελληνικές επιχειρήσεις υστερούν σημαντικά σε σχέση με τη μέση ευρωπαϊκή επιχείρηση, με μόνο το 41% να παρέχει σε κάποιους εργαζόμενους φορητές συσκευές (π.χ. laptops, tablets, smartphones) και το 37% των εργαζόμενων να χρησιμοποιούν στην εργασία τους υπολογιστές με σύνδεση στο διαδίκτυο. Μάλλον αποθαρρυντική είναι η εικόνα που παρουσιάζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις αναφορικά και με το ηλεκτρονικό εμπόριο. Όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 3, ένα πολύ μικρό μέρος του κύκλου εργασιών τους οφείλεται στις διαδικτυακές πωλήσεις (2%), ενώ μικρά είναι και τα ποσοστά των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν ένα δίκτυο υπολογιστών για την πραγματοποίηση πωλήσεων ή αγορών (9% και 6%, αντίστοιχα)
Η διείσδυση των ΤΠΕ στο επιχειρείν, και κυρίως στο εμπόριο, είναι πολύ περιορισμένη
Από την παραπάνω ανάλυση γίνεται φανερό ότι η οικονομία και ο επιχειρηματικός κόσμος στην Ελλάδα δεν έχει αξιοποιήσει πολλές από τις δυνατότητες που προσφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες, υστερώντας σημαντικά στη διαδικασία ψηφιοποίησης σε σχέση με την πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών. Η διείσδυση των ΤΠΕ στο επιχειρείν, και κυρίως στο εμπόριο, είναι πολύ περιορισμένη στερώντας από τις ελληνικές επιχειρήσεις σημαντικά δυνητικά οφέλη σε όρους αποτελεσματικότητας, παραγωγικότητας, ανταγωνιστικότητας και μεγέθυνσης. Είναι λοιπόν αναγκαίο να αναληφθούν μια σειρά από στρατηγικές πρωτοβουλίες με στόχο την υλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας ψηφιοποίησης στην Ελλάδα, που μπορούν να αποφέρουν τεράστια οφέλη για την ελληνική οικονομία και επιχειρηματικότητα.
Πηγή: Μηνιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων του ΚΕΠΕ