Οι έλληνες εφοπλιστές καλύπτουν το 16,1% των παγκόσμιων θαλασσίων μεταφορών

• Ο υπό ελληνική διαχείριση στόλος  βρίσκεται συνεχώς στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε μεταφορική ικανότητα

 
• Το 2015 κατέκτησε την πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης σε αριθμό πλοίων, περιορίζοντας την Ιαπωνία στην δεύτερη θέση

 
• Διακινεί το 50% περίπου των θαλασσίων μεταφορών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

 
• Οι έλληνες εφοπλιστές έχουν στην ιδιοκτησία τους το 30% περίπου του παγκόσμιου στόλου στα δεξαμενόπλοια

 
• Η προστιθέμενη αξία του ναυτιλιακού κλάδου αναλογούσε το 2014  στο 3,6% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της οικονομίας, έναντι 3,1% το 2010

 
• Το ασταθές φορολογικό περιβάλλον  και η έλλειψη εθνικής ναυτικής στρατηγικής δεν επιτρέπουν την μεγιστοποίηση της συμβολής της στην ελληνική οικονομία

 
Σύμφωνα με την έκθεση της Review of Maritime Transport (2015), η ελληνόκτητος εμπορική ναυτιλία αναπτύσσεται με αλματώδη ρυθμό, σύμφωνα με σχετική μελέτη του  Εβδομαδιαίου Δελτίου Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

Συγκεκριμένα, ο υπό ελληνική διαχείριση στόλος (με πλοία μεγαλύτερα των 1.000 τόνων) βρίσκεται συνεχώς στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε μεταφορική ικανότητα, ενώ το 2015 κατέκτησε την πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης σε αριθμό πλοίων, περιορίζοντας την Ιαπωνία στην δεύτερη θέση.

Παράλληλα, οι έλληνες εφοπλιστές αύξησαν σημαντικά το 2015 το ποσοστό ελέγχου των παγκοσμίων θαλασσίων μεταφορών, καθώς το 2015 κάλυψαν το 16,1% (2014: 15,4%) των παγκόσμιων θαλασσίων μεταφορών, ακολουθούμενοι από την Ιαπωνία (13,3%), την Κίνα (9,1%) και τη Γερμανία (7,0%), και παράλληλα διακινούν πλέον το 50% περίπου των θαλασσίων μεταφορών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Συγκεκριμένα, από τις αρχές του 2015 η εμπορική ναυτιλία όχι μόνο κατόρθωσε να αυξήσει την μεταφορική της ικανότητα, αλλά επέτυχε, ως προελέχθη, για πρώτη φορά να υπερκεράσει την Ιαπωνία σε αριθμό πλοίων. Ειδικότερα, η μεταφορική ικανότητα της ελληνοκτήτου ναυτιλίας ανήλθε στις αρχές του 2015 στους 279,5 εκατ τόνους, έναντι 258,5 εκατ. των αρχών του 2014. Επισημαίνεται ότι η εντυπωσιακή σωρευτική αύξηση της μεταφορικής ικανότητας κατά 80,1% μεταξύ του 2005 (155,1 εκατ.) και 2015 (279,5 εκατ.).

Επιπρόσθετα, ο αριθμός των ελληνικών συμφερόντων πλοίων αυξήθηκε σημαντικά κατά 191 μονάδες το 2015 (2014: +131 σκάφη), με αποτέλεσμα ο ελληνόκτητος στόλος να αριθμεί σε 4.017 πλοία το 2015 (Ιαπωνία:3.986), έναντι 3.826 το 2014, έναντι των 2.984  σκάφη το 2005. Αυξήθηκε επομένως σημαντικά η μέση χωρητικότητα των πλοίων σε 69.560 τόνους το 2015 από 67.559 το 2014, έναντι 51.991 χιλ. τόνους το 2005.

Ωστόσο, ο υπό ελληνική σημαία στόλος κατέγραψε μικρότερη αύξηση την τελευταία δεκαετία, με αποτέλεσμα μόνο το 25,2% του ελληνόκτητου στόλου να βρίσκεται κατά το 2015 υπό ελληνική σημαία, έναντι 32,9% το 2005. (βλ. Γράφημα). Σημειώνεται ότι τα αντίστοιχα ποσοστά χρήσεως της εγχώριας σημαία είναι 8,5% για την Ιαπωνία, 46,9% την Κίνα και 10,3% την Γερμανία. Για τον ελληνόκτητο στόλο οι πιο δημοφιλείς σημαίες νηολογίου είναι του Παναμά, της Λιβερίας και της Μάλτας.

Η αύξηση του αριθμού των πλοίων και της μεταφορικής ικανότητας υποδηλώνει ότι προστίθενται στον ελληνόκτητο στόλο μεγαλύτερα και νεώτερα πλοία και αποσύρονται τα μικρότερα και παλαιότερα. Επισημαίνεται ότι τόσο η αύξηση του μέσου μεγέθους των ελληνικών πλοίων, όσο και η μεταφορική τους ικανότητα παραμένει αμείωτη από το 2001.

ΠΙΝΑΚΑΣ

Είναι ενδεικτικό ότι τα μεγαλύτερα πλοία (άνω των 20.000 τόνων) αυξήθηκαν σημαντικά σε 3.307 το 2014 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία: Petrofin Research ) από 3.122 το 2013, έναντι 2.338 το 2005, παρουσιάζοντας μάλιστα διαρκή άνοδο στην ανωτέρω χρονική περίοδο.

Σημαντική είναι και η μείωση της μέσης ηλικίας των ελληνικών πλοίων υπό ελληνική και ξένη σημαία (άνω των 20 χιλ. τόνων) στα 9,1 έτη το 2014, από 9,8 έτη το 2013, 10,7 έτη το 2012, έναντι 19 έτη το 2005.

Η μέση ηλικία των ελληνικών πλοίων, στην κατηγορία αυτή είναι πολύ χαμηλότερη, τόσο της αντίστοιχης του παγκόσμιου στόλου (2014: 15 έτη), όσο και των πλοίων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως(2014: 13 έτη). Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, η μέση ηλικία του ελληνόκτητου στόλου, σε όλες της κατηγορίες σκαφών άνω των 1.000 τόνων, υπολογίζεται σε 10 έτη το 2015, έναντι 12,5 έτη του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Σημειώνεται ότι οι έλληνες εφοπλιστές έχουν στην ιδιοκτησία τους το 30% περίπου του παγκόσμιου στόλου στα δεξαμενόπλοια και κατά λίγο υπολείπονται στα φορτηγά ξηρού φορτίου με ποσοστό 24,0% στη διεθνή κατάταξη, μετά την Ιαπωνία (23,0%). Αντίθετα, υστερεί η συμμετοχή στα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου αερίου (10%) και εμπορευματοκιβωτίων  (9,0%).

Επιχειρηματικές ευκαιρίες αναμένεται να προκύψουν το 2016 από την άνοδο του διεθνούς και κυρίως του δια θαλάσσης εμπορίου. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το διεθνές εμπόριο εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 3,2% το 2015 (θαλάσσιο εμπόριο +4,5%) και υπολογίζεται ότι θα επιταχυνθεί κατά 4,1% το 2016 και εκτιμάται να αυξηθεί κατά 4,1% το 2016.

Σημειώνεται ότι ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας, που καταρτίζεται από τον Οίκο Moore Stephens (και εκτείνεται από το 1 ως χαμηλό μέχρι το 10)  ανέκαμψε σημαντικά τον Αύγουστο του 2015 στις 5,9 μονάδες από το χαμηλό των 5,3 μονάδων του Μαΐου  2015.

Παράλληλα έχουν διαμορφωθεί προσδοκίες για υψηλότερους ναύλους σε όλους τους κλάδους της εμπορικής ναυτιλίας στο προσεχές χρονικό διάστημα, που προέρχονται από την εκτίμηση  ανάκαμψης της διεθνούς οικονομίας και τη συγκράτηση της ανοδικού ρυθμού του παγκόσμιου (πλην ελληνόκτητου) στόλου.

Οι ναύλοι ξηρού φορτίου, παρουσίασαν το 2014 μεταπτώσεις. Εντούτοις, ήδη από τις αρχές του 2015 ο δείκτης εμφανίζει ανοδική τάση, αν και τον Οκτώβριο σημειώθηκε μικρή κάμψη . Η αύξηση του θαλασσίου εμπορίου επέφερε αύξηση των ελληνικών εισπράξεων από θαλάσσιες μεταφορές κατά 7,3% το 2014, (€11,4 δισ. ή 6,4% του ΑΕΠ), έναντι πτώσης κατά 9,3% το 2013 €10,7 δισ. ή 5,8% του ΑΕΠ.

Επισημαίνεται ότι οι εισροές εισοδημάτων από τις ελληνικές θαλάσσιες μεταφορές μειώθηκαν σημαντικά στην πενταετία 2009-2013 στο 5,9% του ΑΕΠ, από 6,9% του ΑΕΠ που ανήρχοντο κατά την προηγούμενη πενταετία.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η προστιθέμενη αξία του ναυτιλιακού κλάδου αναλογούσε το 2014 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) στο 3,6% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της οικονομίας, έναντι 3,1% το 2010.

Η μικρή συμβολή της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας στην ελληνική οικονομία εν σχέσει με το μέγεθος του ελληνόκτητου στόλου οφείλεται στην περιορισμένη συγκέντρωση των ναυτιλιακών εταιριών και των συμπληρωματικών προς την ναυτιλία υπηρεσιών εντός της χώρας, εξαιτίας του ασταθούς φορολογικού περιβάλλοντος και της έλλειψης εθνικής ναυτικής στρατηγικής.

Επισημαίνεται ότι η  προσέλκυση ναυτιλιακών ελληνικών συμφερόντων εταιρειών και η ενίσχυση της ναυτιλιακής συστάδας της χώρας δύναται να συντελέσουν στην αποφασιστική επέκταση της συμβολής της εμπορικής ναυτιλίας στην ελληνική οικονομία αλλά και στη διεθνή οικονομία.

Σχετικά Άρθρα