Σε κρίσιμη συγκυρία η παγκόσμια οικονομία

Ο Μάρτιος κατά τις πρώτες του ημέρες επανέφερε το χαμόγελο στους επενδυτές, που υπέστησαν ένα δίμηνο σημαντικών απωλειών. Ωστόσο, μελετώντας προσεκτικά τα θεμελιώδη μεγέθη των βασικών οικονομιών διαπιστώνεται, ότι δεν έχουν υπάρξει σημαντικές μεταβολές. Αντιθέτως πολλοί διεθνείς οργανισμοί έχουν προβεί σε επί τα χείρω αναθεωρήσεις των προβλέψεων τους, εστιάζοντας στο γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια κρίσιμη συγκυρία, όπου η έντονη μεταβλητότητα των αγορών και η πτώση των τιμών των βασικών εμπορευμάτων αποτελούν κινδύνους ικανούς να ανατρέψουν την αναπτυξιακή της πορεία.

Γενικότερα, οι κίνδυνοι έχουν αυξηθεί, λόγω των ευμετάβλητων κεφαλαιακών ροών, της μεγάλης υποχώρησης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, της κλιμάκωσης των γεωπολιτικών εντάσεων και του μεταναστευτικού προβλήματος.

Ενδείξεις, επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης στο σύνολο της ζώνης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) τον Ιανουάριο επισήμανε άλλωστε και ο διεθνής Οργανισμός στην μηναία του έκθεση για την πορεία των πρόδρομων οικονομικών δεικτών (CLIs). Η έκθεση εστιάζει στην επιβράδυνση της ανάπτυξης που καταγράφηκε τον Ιανουάριο στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στην Ιαπωνία, ενώ παρόμοιες ενδείξεις επισημαίνονται και στη Γερμανία.

Η νομισματική πολιτική όπως, διαπιστώνεται, από μόνη της, αδυνατεί να αποτελέσει την λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία. Η ενδεδειγμένη συνταγή για τη δημιουργία μιας βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης θα πρέπει να στηριχθεί σε ένα συνδυασμό νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα ενδυναμώσουν μεσοπρόθεσμα την ανάπτυξη.

Εντός του τρέχοντος μηνός, το επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος συγκεντρώνεται στην συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης (ΕΚΤ) στις 10 Μαρτίου και της Ομοσπονδιακής Τραπέζης (Fed) των ΗΠΑ στις 15-16 Μαρτίου.

Η πλειονότητα των αναλυτών αναμένει η ΕΚΤ να λάβει περαιτέρω μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας αποσκοπώντας στην τόνωση της πραγματικής οικονομίας, μέσω της μείωσης του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων και της αύξησης του ορίου των μηναίων αγορών περιουσιακών στοιχείων από το τρέχον επίπεδο των € 60 δισ.

Η περεταίρω μείωση των ήδη αρνητικών επιτοκίων θα μπορούσε να έχει αρνητικές παρενέργειες οδηγώντας σε μείωση της κερδοφορίας του τραπεζικού τομέα και πυροδοτώντας πιθανώς ένα νέο κύκλο μείωσης του λειτουργικού κόστους των πιστωτικών ιδρυμάτων και υιοθέτησης μιας αυστηρότερης πολιτικής χορηγήσεων τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τα νοικοκυριά.

Οι προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρωζώνη δεν διαγράφονται ιδιαιτέρως ευοίωνες, καθώς διατηρείται το μεταναστευτικό ζήτημα, τα προβλήματα της τρομοκρατίας δεν έχουν εξαλειφθεί και εκκρεμεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου για την παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ. Παράλληλα, προβληματισμό προκαλεί στους επενδυτές, η πτώση τον Φεβρουάριο του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτού στο -0,2% αλλά και η υποχώρηση του δομικού πληθωρισμού στο 0,7% στην Ευρωζώνη (χαμηλό επίπεδο τελευταίων δέκα μηνών).

Σε αυτό το μη ευνοϊκό οικονομικό κλίμα για την Ευρωζώνη, το ευρώ αντιδρά αντίθετα με τα θεμελιώδη της οικονομίας της Ευρωζώνης. Ήδη, από τις 21 Ιανουαρίου που ο επικεφαλής της ΕΚΤ εξέφρασε την πρόθεση του να κινηθεί με οποίον τρόπο απαιτηθεί προκειμένου να διασφαλισθεί η ανάπτυξη, το ευρώ δεν έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι από το επίπεδο των $1,0800 που ήταν στις 22 Ιανουαρίου διαπραγματεύεται στις 9 Μαρτίου στα $1,0960.

Στις ΗΠΑ, η Fed εκτιμάται ότι θα διατηρήσει στάση αναμονής και θα προσπαθήσει να μεταφέρει χρονικά την άνοδο των επιτοκίων για αργότερα εντός του έτους, προσπαθώντας παράλληλα να περάσει στους επενδυτές το μήνυμα ότι η οικονομία των ΗΠΑ δεν έχει απολέσει τη δυναμική της.

Η Fed προσπαθεί να αποφύγει μια βιαστική αύξηση των βασικών της επιτοκίων, προκειμένου να δοθεί στην οικονομία η δυνατότητα να αναπτυχθεί εν μέσω μιας πιθανολογούμενης επιβράδυνσης του ανοδικού ρυθμού της παγκόσμιας οικονομίας. Υπό τις επικρατούσες συνθήκες, οι επενδυτές εκτιμούν ότι η Fed έχει πιθανότητα 19,2% να αυξήσει τα επιτόκια τον Απρίλιο και 43,4% τον Ιούνιο.

Άλλωστε η Fed εστιάζει την αλλαγή της νομισματικής της πολιτικής στην πορεία του πληθωρισμού ο οποίος, ενώ κατέγραψε άνοδο τον Ιανουάριο, υπολείπεται του μεσοπρόθεσμου στόχου σταθερότητας των τιμών περί του 2% για 18 κατά σειρά μήνες. Η Fed, εξήλθε από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), προκειμένου να αποφύγει τις συνέπειες της εξάρτησης από τη μη συμβατικές νομισματικές πολιτικές. Ωστόσο, είναι κοινό μυστικό ότι η αναπτυξιακή προοπτική των ΗΠΑ είναι αρρήκτως συνδεόμενη με την συμπεριφορά της παγκόσμιας οικονομίας.

Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

Σχετικά Άρθρα