
Alpha Bank: Το ποσοστό των νοικοκυριών στο κατώτερο εισοδηματικό κλιμάκιο αυξήθηκε σημαντικά
Το Διαθέσιμο Εισόδημα και την Διάρθρωση Δαπανών Νοικοκυριών αναλύει το Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.
Την περίοδο 2009-2015 το πραγματικό ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, μειώθηκε κατά 34% ως αποτέλεσμα της μείωσης των μισθών και των εισοδημάτων αλλά και της ραγδαίας ανόδου της ανεργίας. Το 2016, ωστόσο, παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο όπως φαίνεται στο Γράφημα 4. Από την ανάλυση των επιμέρους συνιστωσών που προσδιορίζουν την μεταβολή του, προκύπτει ότι η θετική συμβολή του εισοδήματος εξαρτημένης εργασίας το 2016, λόγω της αύξησης της απασχόλησης κατά 2% σε ετήσια βάση, σχεδόν αντιστάθμισε την αρνητική συνεισφορά του εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων, του εισοδήματος από την ακίνητη περιουσία, των καθαρών μεταβιβάσεων και των φόρων στο εισόδημα και την περιουσία.
Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών τα τελευταία έτη όπως είναι αναμενόμενο, επέφερε αλλαγές στην κατανομή των νοικοκυριών με βάση το μηνιαίο εισόδημά τους (Γράφημα 5). Το ποσοστό των νοικοκυριών στο κατώτερο εισοδηματικό κλιμάκιο αυξήθηκε σημαντικά, ενώ επίσης το ποσοστό εκείνων που ανήκουν στην ανώτερη κατηγορία μηνιαίου συνολικού εισοδήματος μειώθηκε εμφανώς.
Ειδικότερα, το ποσοστό των νοικοκυριών με συνολικό μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των €750 ανήλθε στο 15% το 2016, έναντι 11% το 2012 και 9% το 2009. Επίσης, το ποσοστό των νοικοκυριών με συνολικό μηνιαίο εισόδημα από €751-€1.000 ανήλθε σε 18% από 15% το 2009. Αντιθέτως, το ποσοστό των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα άνω των €2.800 μειώθηκε από 27% το 2009, σε 20% το 2012 και μόλις 13% το 2016.
Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών οδήγησε επίσης σε αλλαγή της διάρθρωσης των δαπανών τους το 2016 σε σχέση με το 2009. Όπως παρατηρείται στο Γράφημα 6, την περίοδο της οικονομικής κρίσεως τα νοικοκυριά προσάρμοσαν τις καταναλωτικές τους ανάγκες και δαπάνησαν το μεγαλύτερο μέρος των μέσων μηνιαίων δαπανών τους σε είδη διατροφής, που αποτέλεσε το 20% των δαπανών το 2016, έναντι 17% το 2009. Ακολουθούν σε ποσοστό οι δαπάνες για στέγαση, που παρουσιάζουν αύξηση σε σχέση με το 2009. Αξιόλογη μεταβολή παρουσίασαν επίσης οι δαπάνες για διαρκή αγαθά, οι οποίες μειώθηκαν το 2016 σε σχέση με το 2009, γεγονός που υποδεικνύει ότι οι καταναλωτές έστρεψαν τις προτιμήσεις τους σε είδη βασικής ανάγκης (όπως διατροφή). Τέλος, σημειώνεται η μικρή αύξηση της ποσοστιαίας συμμετοχής των δαπανών των νοικοκυριών για «ποτά-καπνό» από 3% σε 4%, από το 2009 στο 2016.