Alpha Bank: «Το καλό οικονομικό κλίμα, που δύσκολα κτίζεται και εύκολα εξανεμίζεται, πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού καθώς είναι απαραίτητο συστατικό στοιχείο υπέρβασης της μιζέριας και ανάταξης της ελληνικής οικονομίας»

• «Η σημαντική βελτίωση του οικονομικού κλίματος έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη χώρα και η διατήρηση ή η περαιτέρω βελτίωσή του δεν θα πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο με την εφαρμογή αντιαναπτυξιακών – αντικοινωνικών φορολογικών πολιτικών που είναι βέβαιο ότι αποτελούν σοβαρό εμπόδιο στην ανάκαμψη της οικονομίας και σε κάθε περίπτωση δεν εξυπηρετούν την ανάγκη της χώρας για απρόσκοπτη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής και για έξοδό της από την μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της»

 

 

 

• «Η απαγορευτική φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων αποτελεί σήμερα το ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάκαμψη αυτής της αγοράς με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας γενικότερα»  

 

 

Με ανακοίνωση τους , οι αναλυτές  της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank στο σημερινό Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο,  αναφέρονται στην σημαντική βελτίωση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος καθώς και στο αλαλούμ της φορολογικής επιβάρυνσης των ακινήτων.

 

 

« Σε απόσταση αναπνοής από την Ευρωζώνη διαμορφώθηκε ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο 2012, σηματοδοτώντας για πρώτη φορά μετά από πολλούς μήνες μία εντυπωσιακή ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και των επιχειρηματικών προσδοκιών, σε ένα περιβάλλον αποδυναμωμένων, αν και βελτιούμενων, προοπτικών της ευρωπαϊκής οικονομίας.

 

Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος που καταρτίζεται για την Ελλάδα από τον ΙΟΒΕ και δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμορφώθηκε στο 84,1 τον Δεκ.’12 στην Ελλάδα (και στ 87,0 στην ΖτΕ), από το ήδη σημαντικά βελτιωμένο 79,0 τον Νοέμ.’12 και από το πολύ 75,7 τον Δεκ.’11.

 

Η βελτίωση του δείκτη αυτού, στο υψηλότερο επίπεδό του από τον Ιανουάριο του 2010 (πριν τον πλήρη αποκλεισμό της Ελλάδος από τις αγορές χρήματος και ομολόγων), που συνοδεύεται επίσης και με την σταθερή επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες (ήδη ο Νοέμ.΄12 ήταν ο τέταρτος συνεχόμενος μήνας εισροών), αποτελεί προπομπό της έναρξης της διαδικασίας ανάκαμψης της οικονομίας.

 

Το καλό οικονομικό κλίμα, που δύσκολα κτίζεται και εύκολα εξανεμίζεται, πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού καθώς είναι απαραίτητο συστατικό στοιχείο υπέρβασης της μιζέριας και ανάταξης της ελληνικής οικονομίας.

 

 

Η βελτίωση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος οφείλεται ασφαλώς στην ολοκλήρωση της συμφωνίας για απρόσκοπτη συνέχιση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης της Ελλάδος από τη Ζώνη του Ευρώ και το ΔΝΤ, με βάση τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής του Eurogroup της 20ής Νοεμβρίου 2012.

 

Έως τα μέσα Δεκ.’12 είχε ολοκληρωθεί επιτυχώς από την ελληνική κυβέρνηση και η διαδικασία της επαναγοράς ελληνικού δημοσίου χρέους ύψους € 31,8 δις, έναντι € 11,9 δισ.

 

Έχει ήδη επίσης καταβληθεί στην Ελλάδα, μετά από μεγάλη καθυστέρηση, η δόση των € 34,5 δις που έχει θέσει ήδη σε κίνηση και τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

 

Ως αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων, οι εκτενείς συζητήσεις και προβλέψεις για έξοδο της Ελλάδος από το Ευρώ παραχώρησαν την θέση τους σε εκτιμήσεις για ευνοϊκότερες προοπτικές εξόδου της Ελλάδος από την κρίση και την ύφεση, όπως καταγράφονται στην μεγάλη βελτίωση των επενδυτικών, επιχειρηματικών και καταναλωτικών προσδοκιών στη χώρα.

 

Η καλύτερη του αναμενομένου εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2012 και ο δραστικός περιορισμός του ελλείμματος του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών της χώρας, σε επίπεδα κάτω του -2,5% του ΑΕΠ ήδη από το 2012, υπήρξαν ασφαλώς η ουσιαστική βάση για την επίτευξη της συμφωνίας της 20ης Νοεμβρίου 2012 αλλά και για την εντυπωσιακή βελτίωση του οικονομικού κλίματος στη χώρα τους τελευταίους δύο μήνες του 2012.

 

Ειδικότερα, σε σχέση με την εξέλιξη των προσδοκιών στους βασικούς τομείς που συγκροτούν το Δείκτη Οικονομικού Κλίματος σημειώνονται:

 

1.Η σημαντική βελτίωση του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στο -11,7 τον Δεκ.’12, από -17,6 τον Νοέμ.’12 και από το πολύ χαμηλό -25,5 τον Ιούλ.’12.

 

2.Επίσης, στις υπηρεσίες ο σχετικός δείκτης προσδοκιών βελτιώθηκε στο -31,4 τον Δεκ.’12, από -38,4 τον Νοέμ.’12 και από -43,2 τον Ιούν.’12.

 

3.Στο λιανικό εμπόριο ο δείκτης βελτιώθηκε στο -33,5 τον Δεκ.’12, από -48,4 τον Οκτ.’12 (όταν σημειώθηκε μεγάλη πτώση του όγκου των καταγεγραμμένων από την ΕΛΣΤΑΤ λιανικών πωλήσεων κατά -16,5%), ενώ ο δείκτης καταναλωτικών προσδοκιών βελτιώθηκε στο ακόμη χαμηλό -72,1, από -77,5 τον Οκτ.’12.

 

4.Τέλος, επιδείνωση σημειώθηκε μόνο στο δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές, όπου το επίπεδο δραστηριότητας στον κλάδο κυμαίνεται ήδη σε υπέρμετρα χαμηλά επίπεδα, χωρίς να έχουν ακόμη εμφανιστεί ενδείξεις σταθεροποίησης και ανάκαμψης της δραστηριότητάς του.

 

 

 

 

Η απαγορευτική φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων αποτελεί σήμερα το ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάκαμψη αυτής της αγοράς με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας γενικότερα   

 

 

Φόροι Περιουσίας και Ανάκαμψη της Οικονομίας

 

Η ανωτέρω σημαντική βελτίωση του οικονομικού κλίματος έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη χώρα και η διατήρηση ή η περαιτέρω βελτίωσή του δεν θα πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο με την εφαρμογή αντιαναπτυξιακών – αντικοινωνικών φορολογικών πολιτικών που είναι βέβαιο ότι αποτελούν σοβαρό εμπόδιο στην ανάκαμψη της οικονομίας και σε κάθε περίπτωση δεν εξυπηρετούν την ανάγκη της χώρας για απρόσκοπτη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής και για έξοδό της από την μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας της.

 

Μια τέτοια πολιτική φαίνεται ότι προωθείται για να εφαρμοστεί στην τρέχουσα περίοδο στον τομέα της φορολογίας της ακίνητης περιουσίας όπως αναλύεται στη συνέχεια.

 

Όπως είναι γνωστό, στον μοιραίο νόμο 3832/23.4.2010 συμπεριελήφθησαν, εκτός των άλλων, και οι διατάξεις για το Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ), με αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας ακινήτων € 400 χιλ. (ή € 800 χιλ. για τον σύζυγο και τη σύζυγο) και με συντελεστές 0,1% έως και 1,0% επί της αντικειμενικής αξίας για ακίνητα αντικειμενικής αξίας έως € 5,0 εκατ., και με συντελεστή 2,0% για την αντικειμενική αξία ακινήτων που υπερέβαινε τα € 5,0 εκατ.

 

Με βάση αυτό το σύστημα ένας φορολογούμενος με ακίνητα αντικειμενικής αξίας € 600 χιλ. θα πλήρωνε το 2010 ΦΑΠ € 400, για ακίνητα αντικειμενικής αξίας € 1,0 εκατ. θα πλήρωνε φόρο € 3,9 χιλ., ενώ για ακίνητα αντικειμενικής αξίας € 6,0 εκατ. θα πλήρωνε ΦΑΠ € 63,9 χιλ. και για ακίνητα αντικειμενικής αξίας € 10 εκατ. θα πλήρωνε ΦΑΠ € 143.9 χιλ.

 

Όπως φαίνεται στον Πίνακα 1 πιο κάτω, ο φόρος αυτός ήταν προφανώς υπέρμετρα υψηλός και σε μεγάλο βαθμό εξοντωτικός για όσους θα δήλωναν ακίνητα αντικειμενικής αξίας άνω των € 5,0 εκατ., ενώ ήταν επίσης πολύ υψηλός για ιδιοκτήτες ακινήτων αντικειμενικής αξίας από € 1,0 δις, έως € 5,0 εκατ.

 

Από την άλλη πλευρά, ο φόρος αυτός ήταν εξαιρετικά χαμηλός ή ανύπαρκτος για ιδιοκτήτες ακινήτων με αντικειμενική αξία κάτω από € 1,0 εκατ.

 

Ιδιαίτερα καταστροφικό για όσους είχαν και άλλα εισοδήματα από εργασία ή κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, ήταν το γεγονός ότι με βάση τον ίδιο ανωτέρω νόμο τα ενοίκια που εισέπρατταν  από τα ακίνητά τους θα επιβαρύνονταν με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή 45%.

 

Επομένως, η απόδοση των ακινήτων τους μετά τους φόρους περιοριζόταν δραματικά.

 

Τα αποτελέσματα φαίνονται στον Πίνακα 2.

 

 

Σε κάθε περίπτωση η Κυβέρνηση που θέσπισε τον ΦΑΠ το 2010 είχε προγραμματίσει σημαντικά έσοδα από τους φόρους περιουσίας, άνω των € 850 δις το 2010 τα οποία, ωστόσο, δεν κατάφερε να εισπράξει διότι ο φόρος δεν έγινε δυνατό να εφαρμοστεί λόγω αδυναμίας κατάλληλης προσαρμογής του περιουσιολογίου επί του οποίου θα επιβαλλόταν ο ΦΑΠ και το ΕΤΑΚ.

 

Στη συνέχεια, στην προσπάθεια για ακόμη πιο αυξημένα έσοδα από τον ΦΑΠ το 2011, η Κυβέρνηση μείωσε σημαντικά το αφορολόγητο όριο αντικειμενικής αξίας των ακινήτων στα € 200 χιλ. και αύξηση κάποιους συντελεστές στα ακίνητα έως € 1,0 εκατ., ενώ μείωσε το όριο αντικειμενικής αξίας πάνω από το οποίο εφαρμόζεται ο συντελεστής ΦΑΠ 2,0%  στα € 4,2 εκατ. από € 5,0 εκατ.

 

Το αποτέλεσμα όσον αφορά στη φορολογική υποχρέωση των ιδιοκτητών ακινήτων από την επιβολή του ΦΑΠ φαίνεται στον Πίνακα 2, πιο πάνω.

 

 

Ο ΦΑΠ του 2011 και του 2012 είχε τα ίδια προβλήματα που προαναφέρθηκαν για τον ΦΑΠ του 2010 αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό.

 

Σε κάθε περίπτωση ο ΦΑΠ δεν εισπράχθηκε από την Κυβέρνηση ούτε το 2011 ούτε το 2012 για τους λόγους που προαναφέρθηκαν (Πίνακας 3).

 

Δεδομένου ότι τα έσοδα από τους φόρους περιουσίας ήταν καταποντισμένα στα € 429 εκατ. έως το 11μηνο.’11 αποφασίστηκε από την Κυβέρνηση η επιβολή ενός έκτακτου ειδικού τέλους (φόρου) σε μια πολύ ευρύτερη φορολογική βάση, στο σύνολο των ηλεκτροδοτούμενων επιφανειών – ακινήτων στη χώρα μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ (ΕΕΤΗΔΕ), στη βάση ακινήτων στην οποία επιβάλλεται και το ΤΑΠ που εισπράττεται από τη ΔΕΗ υπερ των ΟΤΑ.

 

Το ΕΕΤΗΔΕ ήταν ουσιαστικά ο πρώτος φόρος περιουσίας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα με αξιοσημείωτη επιτυχία καθώς εισπράχθηκαν από αυτόν άνω των € 740 εκατ. μέσα στο Δεκ.’2011 και άνω των € 2,75 εκατ. το 2012 και αυτό παρά το ότι άνω των 500 χιλ. φορολογουμένων δήλωσαν ότι αδυνατούν να πληρώσουν τον φόρο.

 

Στηριζόμενη στην επιτυχή εφαρμογή του ΕΕΤΗΔΕ η Κυβέρνησης προωθεί σχέδια για εφαρμογή ενός μονίμου ενιαίου φόρου στο σύνολο της ακίνητης περιουσίας στη χώρα (όχι μόνο στα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα) από τον οποίο ευελπιστεί να εισπράττει σε ετήσια βάση έσοδα ύψους € 3,0 δις περίπου που είναι το ελάχιστο που θα πρέπει να αναμένεται από τους φόρους περιουσίας στην Ελλάδα.

 

Και ενώ όλοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων στην Ελλάδα έχουν πληρώσει το ΕΕΤΗΔΕ και ετοιμάζονται να πληρώσουν και τον νέο ενιαίο φόρο όταν αυτός θεσπιστεί και εφαρμοστεί, ξαφνικά στις αρχές Ιαν.’13 περίπου 140.000 ιδιοκτήτες με ακίνητη περιουσία άνω των € 400 χιλ. ανά φορολογούμενο παραλαμβάνουν τα εκκαθαριστικά σημειώματα για τον ΦΑΠ του 2010 τον οποίο θα πρέπει να πληρώσουν σε 3-δόσεις με την 1η δόση να λήγει έως το τέλος Ιαν.’13.

 

 

Και σαν να μην έφτανε αυτό, ίδιοι και άλλοι φορολογούμενοι (συνολικά 500.000) ειδοποιούνται ότι στους επόμενους μήνες του 2013 θα λάβουν και τα εκκαθαριστικά του ΦΑΠ του 2011 και του 2012.

 

Αν οι ανωτέρω φόροι συνεπάγονταν υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση για τους ιδιοκτήτες ακινήτων με αντικειμενική αξία άνω των € 2,0 εκατ. όταν εφαρμόζονταν μία φορά σε κάθε έτος, με τις ανωτέρω πρακτικές η επιβάρυνση αυτή υπερ-τριπλασιάζεται το 2013, και καθιστά την είσπραξη των προσδοκώμενων εσόδων επισφαλή, αν όχι ουσιαστικά αδύνατη.

 

 

Αυτό μάλιστα συμβαίνει σε ένα έτος που ακολουθεί μια τεράστια πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα κατά 24% το 2012 έναντι του 2008 και μετά την μεγάλη συνεχιζόμενη πτώση των τιμών των ακινήτων σε μια αγορά χωρίς ουσιαστικά αγοραστές, ιδιαίτερα για μεγάλης αξίας ακίνητα.

 

Η επιβάρυνση αυτή, παρουσιάζεται στον Πίνακα 4.

 

Είναι προφανές ότι με αυτές τις φορολογικές επιβαρύνσεις ακόμη και αν υπήρχαν αγοραστές ακινήτων στην Ελλάδα (εγχώριοι ή ξένοι) θα φρόντιζαν να εξαφανιστούν όσο το δυνατό γρηγορότερα.

 

Με βάση τα ανωτέρω δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι η ανωτέρω απαγορευτική φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων αποτελεί σήμερα το ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάκαμψη αυτής της αγοράς με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας γενικότερα.»

 

 

Πηγή : Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.

 

www.mywaypress.gr

 

 

 

Σχετικά Άρθρα