Παρέμβαση από το Τμήμα Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας και Επιστήμης Τροφίμων του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου. Πέντε πεδία δράσης και στρατηγικής για βελτίωση της αποδοτικότητας και αύξηση της οικονομικής και κοινωνικής συνεισφοράς του ευρύτερου γεωργικού τομέα
• Διασφάλιση γης για φυτική και ζωική παραγωγή και μεγιστοποίηση της ανταποδοτικότητας χρήσης του νερού από τη βροχόπτωση και το βιολογικό καθαρισμό
• Διαφύλαξη και αξιοποίηση γηγενούς γενετικού υλικού (φυτικού και ζωικού)
• Εμπορία αγροτικών προϊόντων και προτάσεις για συγκεκριμένες γεωργικές δραστηριότητες/τομείς
« Σε περιόδους οικονομικής κρίσης, παρατηρείται στροφή προς τους τομείς πρωτογενούς παραγωγής και ιδιαίτερα προς τον γεωργικό τομέα, καθότι, μέσω της παραγωγής τροφίμων διασφαλίζεται πρωτίστως η επιβίωση των ανθρώπων αλλά και η παραγωγή εισοδήματος.
Ιδιαίτερα για την Κύπρο, ο αγροτικός τομέας και ο τομέας μεταποίησης τροφίμων έχουν μεγάλη σημασία για τους παρακάτω λόγους:
• Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων συμβάλλουν ουσιαστικά στον περιορισμό του ελλειμματικού εμπορικού ισοζυγίου, αφού τα ακατέργαστα και μεταποιημένα τρόφιμα με αξία περίπου 170 εκατομμύρια ευρώ κατέχουν την πρώτη θέση, ενώ ακολουθούν τα φάρμακα με 130 εκατομμύρια ευρώ, και
• συνεισφέρουν κατά περίπου 7% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και εν δυνάμει μπορούν να συνεισφέρουν περισσότερο.
Τον τελευταίο καιρό εκφράστηκαν και καταγράφηκαν διάφορες απόψεις και έγιναν σχετικές εισηγήσεις για τη δυνητική συμβολή της κυπριακής γεωργίας στην προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεων από την οικονομική κρίση.
Το Τμήμα Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας και Επιστήμης Τροφίμων (ΓΕΒΕΤ) του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου εκτιμά ότι η παρούσα δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο τόπος μας, δίνει την αφορμή και παράλληλα καθιστά αναγκαία, την εκπόνηση εθνικής αγροτικής στρατηγικής, η οποία όμως, και αυτό είναι το ζητούμενο, θα έχει ευρύτερο χρονικό ορίζοντα. Με τον τρόπο αυτό, θα αποφευχθούν βεβιασμένες ενέργειες οι οποίες συνήθως, έχουν και αρνητικές συνέπειες.
Η εκπόνηση εθνικής αγροτικής πολιτικής με άμεση και μεσοπρόθεσμη εφαρμογή, πιστεύουμε πως αποτελεί συλλογική ευθύνη όλων των αρμοδίων φορέων και θα πρέπει να γίνει χωρίς χρονοτριβή. Το Τμήμα ΓΕΒΕΤ, διαθέτει εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό και συνεπώς, μπορεί να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Από ένα μακρύ κατάλογο, το Τμήμα αναφέρει ενδεικτικά τα ακόλουθα θέματα τα οποία προτείνει να αποτελέσουν αντικείμενα διαβούλευσης και οι όποιες αποφάσεις να περιληφθούν στο ευρύτερο πλαίσιο μιας εθνικής στρατηγικής :
1. Διασφάλιση γης για φυτική και ζωική παραγωγή
Με γνώμονα το συμφέρον της χώρας, θα πρέπει να εξευρεθεί η άριστη ισορροπία μεταξύ των διαφόρων τομέων της οικονομίας που ανταγωνίζονται και διεκδικούν, ο καθένας για δική του χρήση, τον περιορισμένο αυτό φυσικό πόρο. Οι σχετικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα δεν στηρίχτηκαν στο ορθολογισμό, αλλά σε άλλα κριτήρια.
Δεν μπορεί το όραμα μας να είναι η οικοπεδοποίηση ολόκληρης της Κύπρου.
Είναι λοιπόν, απόλυτα αναγκαίο να διασφαλιστεί γη για χρήση από τις επόμενες γενιές, για:
• φυτική και ζωική παραγωγή
• διατήρηση δασών, ειδικών βιότοπων και γενικά, της βιοποικιλότητας
• οικιστική και τουριστική ανάπτυξη
• βιομηχανικούς σκοπούς
• άλλες χρήσεις
Η γη για γεωργική χρήση θα πρέπει να είναι η πλέον γόνιμη όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες (π.χ. στο Ισραήλ όπου η οικιστική ανάπτυξη γίνεται σε άγονες και ακατάλληλες για γεωργική χρήση περιοχές).
2. Μεγιστοποίηση της ανταποδοτικότητας χρήσης του νερού από τη βροχόπτωση και το βιολογικό καθαρισμό
Αξιοποίηση της βροχόπτωσης με καλλιέργεια χειμερινών φυτικών ειδών τα οποία στο παρελθόν αποτελούσαν εξαγώγιμα προϊόντα ενώ τώρα εισάγονται (π.χ. κρεμμύδια, καρότα). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και πολλά χειμερινά λαχανικά τα οποία προσφέρονται και για βιολογική καλλιέργεια.
Αξιοποίηση καλλιεργειών υψηλής προστιθέμενης αξίας που αποδίδουν με περιορισμένη άρδευση όπως π.χ. τα επιτραπέζια σταφύλια. Εισαγωγή και εφαρμογή μεθόδων ελέγχου της ποσότητας νερού από αρδευτικά συστήματα και διάθεση του ανάλογα με τις υδατικές ανάγκες των καλλιεργούμενων ειδών.
Επέκταση της καλλιέργειας αρδευόμενων κτηνοτροφικών ειδών για παραγωγή καλής ποιότητας σανού και ενσιρωμάτων για μερική αντικατάσταση εισαγόμενων ζωοτροφών από τις οποίες η κτηνοτροφία είναι σχεδόν πλήρως εξαρτημένη και με ψηλό τίμημα. Το ανακυκλωμένο νερό προσφέρεται γι’ αυτό το σκοπό και θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες αξιοποίησης όλης της διαθέσιμης ποσότητας, αλλά και καθολική ει δυνατόν εφαρμογή συστημάτων επεξεργασίας λυμάτων που θα αυξήσει την ποσότητα ανακυκλωμένου νερού.
3. Διαφύλαξη και αξιοποίηση γηγενούς γενετικού υλικού (φυτικού και ζωικού)
Ο μεγάλος πλούτος των αυτοφυών φυτών στα οποία περιλαμβάνονται και τα ενδημικά είδη, θα πρέπει να προστατευτεί, να κατοχυρωθεί και να αξιοποιηθεί. Οι προοπτικές για αξιοποίηση κάποιων αρωματικών/φαρμακευτικών και ανθοκομικών ειδών, είναι πολύ καλές.
Είναι γεγονός ότι κατά καιρούς έχει γίνει συλλογή και εκμετάλλευση αυτόχθονου γενετικού υλικού από ξένους με σκοπό την χρήση σε βελτιωτικά προγράμματα και εμπορία αυτού του υλικού.
Επίσης, υπάρχουν μόνο τρεις κυπριακές φυλές αγροτικών ζώων, μια από κάθε είδος (αγελάδα, πρόβατο, αίγα), οι οποίες κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Θα πρέπει να ληφθούν δραστικά μέτρα για διατήρηση, αξιοποίηση και προβολή τους.
Στο θέμα της αξιοποίησης, υπάρχουν δυνατότητες σχετιζόμενες με περιβαλλοντική διαχείριση δασικών και άλλων βοσκότοπων, καθώς και διασύνδεση της φυλής με συγκεκριμένα πιστοποιημένα προϊόντα (π.χ. κρέας εριφίου ή χαλούμι αίγας Μαχαιρά).
4. Εμπορία αγροτικών προϊόντων
Με την ενεργό εμπλοκή και των παραγωγών, αναδιοργάνωση του τομέα της εμπορίας αγροτικών προϊόντων που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση αλλά ιδιαίτερα, των εξαγώγιμων προϊόντων.
Θα πρέπει να γίνει απ’ όλους κατανοητό, ότι τα άριστης ποιότητας αγροτικά προϊόντα μόνο μέσω της καλής οργάνωσης της εμπορίας τους θα αποδώσουν το ανάλογο οικονομικό όφελος.
Σε αυτό μπορεί να συμβάλει η πιστοποίηση Κυπριακών προϊόντων φυτικής και ζωικής προέλευσης με ειδική σήμανση αναφορικά με τον τόπο και χρόνο παραγωγής καθώς και η ιχνηλασιμότητα τους. Παράλληλα με την πιστοποίηση, η κατάλληλη διαφήμιση και προώθηση τους θα συμβάλει στην καθιέρωση τους στη συνείδηση του καταναλωτή.
5. Προτάσεις για συγκεκριμένες γεωργικές δραστηριότητες/τομείς
Είναι αναγκαίο να δοθεί έμφαση σε ορισμένους τομείς και σε αγροτικά προϊόντα των οποίων οι προοπτικές διάθεσης στην εγχώρια αγορά καθώς και εξαγωγής σε αμειπτικές για τους παραγωγούς τιμές, παρουσιάζονται ευοίωνες. Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα:
√ Αμπελουργία. Επαναφορά σε τροχιά ανάπτυξης του τομέα της παραγωγής επιτραπέζιων σταφυλιών με αξιοποίηση πρώιμων και όψιμων ποικιλιών σε 2 ζώνες (παραλιακή, ορεινή).
Είναι απογοητευτικό το φαινόμενο της εισαγωγής σταφυλιών (ακόμα και σουλτανίνας τον Οκτώβριο-Νοέμβριο ενώ θα μπορούσαμε να την παράγουμε αυτούς τους μήνες στα ορεινά) τη στιγμή που οι δυνατότητες εγχώριας παραγωγής και εξαγωγών είναι εξαιρετικές.
Για τα οινοποιήσιμα σταφύλια, επιβάλλεται η ενίσχυση της έρευνας με τις αυτόχθονες ποικιλίες και η διεξαγωγή συγκριτικών μελετών στα δύο διακριτά περιβάλλοντα (κρασοχώρια/ασβεστολιθικά εδάφη – ψηλότερα ορεινά/ ηφαιστειογενή εδάφη).
Και για τις δυο κατηγορίες σταφυλιών (επιτραπέζια, οινοποιήσιμα), θα πρέπει να εκπονηθεί και να υλοποιηθεί από ομάδα ειδικών ένα πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης και παραγωγής υγιούς πολλαπλασιαστικού υλικού (κλωνική επιλογή, δημιουργία νέων ποικιλιών).
Η ίδρυση ενός «Κυπριακού Κέντρου Αμπέλου», με τη συμμετοχή και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην προσπάθεια βελτίωσης της πιο σημαντικής ξηρικής καλλιέργειας της χώρας.
√ Ανθοκομία. Οι εδαφοκλιματικές συνθήκες, με εξαίρεση τη θερινή περίοδο στα πεδινά, ευνοούν την παραγωγή ανθοκομικών ειδών, είτε για δρεπτά άνθη είτε για φυτά γλάστρας, καθώς και την παραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού (σπόρων, βολβών κλπ). Με σωστή οργάνωση, και συντονισμό της παραγωγής με την εμπορία, η Κύπρος έχει τη δυνατότητα να εξάγει αντί, όπως γίνεται σήμερα, να εισάγει ανθοκομικά είδη. Η αξιοποίηση ενδημικών ειδών ως ανθοκομικών/καλλωπιστικών διανοίγει πρόσθετες προοπτικές.
√ Σπαράγγι. Για το είδος αυτό, που η καλλιέργεια του χαρακτηρίζεται από ένταση εργασίας (δυνατότητες απασχόλησης) και έχει ψηλή οικονομική αποδοτικότητα, θα πρέπει να προηγηθεί μελέτη σκοπιμότητας προτού ενθαρρυνθεί η επέκταση της καλλιέργειας με χρησιμοποίηση ποικιλιών που δίνουν πρώιμη παραγωγή λευκού ή πράσινου σπαραγγιού για εξαγωγή (με προϋπόθεση την καλή οργάνωση της εμπορίας). Είναι δυνατό να καλλιεργηθεί και σε προβληματικά εδάφη (αλατούχα), αποδίδει για 10-12 χρόνια μετά την έναρξη της παραγωγής (3ος χρόνος από τη φύτευση) και το προϊόν έχει ιδιαίτερη διαιτητική αξία.
√ Αρωματικά/φαρμακευτικά φυτά. Υπάρχει πληθώρα ντόπιων ειδών και κάποιων που εισήχθησαν, και δίνουν άριστης ποιότητας προϊόντα σε χλωρή ή αποξηραμένη μορφή καθώς και εκχυλίσματα αιθέριων ελαίων.
Οι φαρμακευτικές ιδιότητες πολλών ειδών αυτής της κατηγορίας δεν έχουν αρκούντως μελετηθεί και αξιοποιηθεί. Σχεδόν όλα τα είδη προσφέρονται και για βιολογική καλλιέργεια. Οι προοπτικές είναι πολύ καλές εφ’ όσον οργανωθεί η εμπορία.
Στο Τμήμα μας, υπάρχει ερευνητική ομάδα η οποία ασχολείται συστηματικά με τις ιδιότητες και τις μεθόδους κατεργασίας για την αξιοποίηση των Κυπριακών αρωματικών φυτών.
Πάνω στη βάση της ιδιαιτερότητας που προκύπτει λόγω των ξηροθερμικών περιβαλλοντικών συνθηκών, αποβλέπουμε μεταξύ άλλων, και σε μια μελέτη πιστοποίησης των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων με στόχο την προστασία του Κύπριου παραγωγού έναντι εισαγομένων απομιμήσεων.
√ Υδροπονικές καλλιέργειες. Ανάπτυξη και εδραίωση των υδροπονικών συστημάτων σε λαχανοκομικές και ανθοκομικές καλλιέργειες καθώς και στην παραγωγή ορισμένων αρωματικών φυτών. Η υδροπονία, ως τεχνική ανάπτυξης φυτών περιλαμβάνει την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων και των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων με απώτερο στόχο τη σημαντική αύξηση της παραγωγής, την προστασία του περιβάλλοντος και την εξασφάλιση υγιεινών προϊόντων.
√ Ζωικά προϊόντα. Παρά το γεγονός ότι ο η συνεισφορά του τομέα της κτηνοτροφίας στο σύνολο του εθνικού αγροτικού προϊόντος υπερβαίνει το 50%, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είναι υποβαθμισμένος σε στελέχωση τόσο σε επιτελικό όσο και επιστημονικό επίπεδο με όλες τις αρνητικές επιπτώσεις που αυτή η κατάσταση συνεπάγεται. Συνεπώς, η ουσιαστική αναβάθμιση και ενίσχυση του είναι αναγκαία.
Ιδιαίτερη στήριξη χρειάζεται ο πολύ σημαντικός από κοινωνική και οικονομική σκοπιά τομέας της εκτροφής προβάτων και αιγών ο οποίος πλήγηκε σε μεγάλο βαθμό από τις αρνητικές οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο και διεθνώς.
Επισημαίνεται ότι τα προϊόντα από πρόβατα και αίγες χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ποιοτικά.
Παράλληλα με τις όποιες προσπάθειες κατοχύρωσης κυπριακών αγροτικών προϊόντων (όχι μόνο ζωικών) μέσω των ευρωπαϊκών προτύπων σήμανσης, θα πρέπει ίσως να εξεταστεί και η εισαγωγή τοπικού σήματος ποιότητας για προώθηση της εμπορίας.
Για να υπάρξουν καλύτερες προοπτικές για τον τομέα της αιγοπροβατοτροφίας, οι εκτροφείς προβάτων και αιγών θα πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να προβούν σε ενέργειες ούτως ώστε οι ίδιοι να αναλάβουν μέρος τουλάχιστον της εμπορίας των προϊόντων τους περιλαμβανομένων των εξαγωγών.
Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρξει αλλαγή της πολιτικής που απαγορεύει τη βόσκηση σε δασικές περιοχές και να επιτραπεί αυστηρά ελεγχόμενη βόσκηση ως μέσον διαχείρισης και βελτίωσης των δασών και μείωσης των κινδύνων πυρκαγιάς, όπως συμβαίνει σε πλείστες χώρες με συνθήκες παρόμοιες με τις δικές μας.
Για το θέμα της βόσκησης γενικότερα, επιβάλλεται να γίνουν μελέτες για την επίδραση που έχει η πρόσληψη διαφόρων αυτοφυών ειδών στην υγεία και αποδοτικότητα των προβάτων και αιγών και στην ποιότητα των προϊόντων (γαλακτοκομικά, κρέας). Από το πλήθος των αυτοφυών ειδών, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ορισμένα από αυτά, να είναι κατάλληλα να καλλιεργηθούν για κτηνοτροφικούς σκοπούς (νομευτικά, χορτοδοτικά).
Επιβάλλεται επίσης η κατάργηση του θεσμού των κτηνοτροφικών περιοχών, ο οποίος είχε τη χρησιμότητα του ως μέτρο άμεσης ανάγκης μετά την τουρκική εισβολή, αλλά σήμερα δημιουργεί πολλαπλάσια προβλήματα (περιβαλλοντικά και ζωοτεχνικά) από όσα αποπειράται να επιλύσει.
√ Άλλα είδη. Διερεύνηση των δυνατοτήτων διαφοροποίησης ή και επέκτασης συγκεκριμένων καλλιεργειών όπως π.χ. η επέκταση της καλλιέργειας πρώιμης εαρινής πατάτας σε περιοχές με ήπιο κλίμα και στις οποίες δεν παρατηρούνται παγετοί, η δημιουργία συστηματικών φυτειών ροδιάς εφ’ όσον διασφαλιστεί η εμπορία και η μεταποίηση του προϊόντος κλπ.
Ειδικά για τη ροδιά, το φυτό αυτό έχει πολύ καλή προσαρμοστικότητα σε ένα μεγάλο εύρος εδαφοκλιματικών συνθηκών με χαρακτηριστική αντοχή σε αλατούχα νερά και εδάφη και χαρακτηρίζεται από τις ψηλές αποδόσεις (2 ως 3 τόνους/δεκάριο).
√ Σποροπαραγωγή. Δραστηριότητα υψηλού κόστους και με ειδικές απαιτήσεις σε τεχνογνωσία αλλά και μεγάλο ανταποδοτικό οικονομικό όφελος. Ειδικά για είδη των οποίων η καλλιέργεια δεν καλύπτει μεγάλες εκτάσεις και είναι σταυρεπικονιαζόμενα, η Κύπρος αποτελεί ιδανική περίπτωση.
Το σύνολο των πιο πάνω εισηγήσεων εκτιμούμε ότι συνιστά μια θετική παρέμβαση επικεντρωμένη σε επιλεγμένους τομείς της αγροτικής παραγωγής, στο πλαίσιο μιας γενικότερης προσπάθειας που πρέπει να καταβληθεί από όλους τους αρμόδιους φορείς για βελτίωση της αποδοτικότητας και αύξησης της οικονομικής και κοινωνικής συνεισφοράς του ευρύτερου γεωργικού τομέα.
Επισημαίνεται επίσης, ότι δεν υπάρχει η πολυτέλεια κατακερματισμού δυνάμεων σε μια μικρή οικονομία, ιδιαίτερα κάτω από τις σημερινές συνθήκες.
Θα πρέπει τέλος, η πολιτεία μακριά από οποιεσδήποτε σκοπιμότητες να βρει τους τρόπους να διασφαλίσει την αποτελεσματικότερη λειτουργία του τρίπτυχου έρευνα-εκπαίδευση-εφαρμογές στον αγροτικό τομέα για το καλό του τόπου.
Το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου εκφράζει την προθυμία και ετοιμότητα του να συνεργαστεί με το αρμόδιο Υπουργείο και όλους τους συναρμόδιους φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για προώθηση όποιων στόχων προκριθούν μέσα από κοινή διαβούλευση.»
www.mywaypress.gr