Η ιταλική εμπειρία από την παρουσία της Ryanair

• Τα ιστορικά δεδομένα, το  σχέδιο δράσης για τον  τουρισμό και οι αντιδράσεις

 

Εξ αφορμής των ανακοινώσεων της Ryanair για δημιουργία δύο νέων βάσεων από τον Απρίλιο σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, η ιταλική εμπειρία, από τη σχεδόν εικοσαετή παρουσία της εν λόγω ιρλανδικής εταιρείας χαμηλού κόστους στην Ιταλία είναι η εξής:

 

1. Ιστορικά δεδομένα
Οι πρώτες πτήσεις από και προς Ιταλία ξεκίνησαν το 1998, ενώ η πρώτη βάση της Ryanair στην Ιταλία δημιουργήθηκε το 2003, στο αεροδρόμιο “Orio al Serio” του Bergamo (Λομβαρδία). Σήμερα λειτουργούν 22 βάσεις σε όλη την επικράτεια, οι οποίες χρησιμοποιούνται για 59 εσωτερικά δρομολόγια. Συμφώνα με τα προσωρινά στοιχεία της ιταλικής Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ENAC), ο ιρλανδικός αερομεταφορέας, αναδείχθηκε, για το 2013, πρώτος στη διακίνηση επιβατών στην Ιταλία.

 

2. Σχέδιο δράσης για τον ιταλικό τουρισμό
Το Σεπτέμβριο του 2012, η εταιρεία Ryanair ανακοίνωσε ένα σχέδιο δράσης για τη «διάσωση» του ιταλικού τουρισμού, δεδομένου ότι η επιβατική κίνηση είχε μπει σε φθίνουσα τροχιά, το οποίο επανέλαβαν και στις αρχές Ιουλίου 2013. Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο, στόχος της Ryanair θα ήταν η αύξηση της τουριστικής κίνησης, μέχρι το 2018, κατά 13 εκ. επιβάτες, η δημιουργία έως 5 νέων βάσεων και η εξασφάλιση 37.000 νέων θέσεων εργασίας σε 25 ιταλικά αεροδρόμια. Η αύξηση αυτή των τουριστών θα απέφερε στο ιταλικό Κράτος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ryanair, 6,5 δισ. ευρώ σε τουριστικές εισπράξεις κατ’ έτος. Ως «αντιστάθμισμα» ζητούσαν τόσο από την Κυβέρνηση Monti όσο και από τη σημερινή Κυβέρνηση Letta τη μείωση των φόρων αεροδρομίου και ιδιαιτέρως των δημοτικών τελών.

 

3. Αντιδράσεις
Παρά τη θετική υποδοχή της από το επιβατικό κοινό, αλλά και τους υπεύθυνους αεροδρομίων, η ιρλανδική αεροπορική εταιρεία Ryanair δέχεται, συχνά, έντονη πολεμική τόσο από την Ιταλική Ένωση Αεροπορικών Εταιρειών (Assaereo), όσο και από τις άλλες ιταλικές αεροπορικές εταιρείες. Ιδιαιτέρως δε, η ανακοίνωση το Νοέμβριου του 2013, έναρξης πτήσεων και από το αεροδρόμιο “Leonardo da Vinci – Fiumicino” της Ρώμης, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων.

 

Πιο συγκεκριμένα, η Assaereo, σε ανακοίνωσή της, κατήγγειλε ότι σε κανέναν ευρωπαϊκό κόμβο ανταποκρίσεων (hub) ή αεροδρόμιο που φιλοδοξεί να καταστεί τέτοιος δε λειτουργούν ταυτόχρονα αεροπορικές εταιρείες πλήρους εξυπηρέτησης και εταιρείες χαμηλού κόστους, καθόσον, τοιουτοτρόπως, τίθεται εν κινδύνω η θέση στην αγορά των πρώτων, λόγω αλλοίωσης των όρων ανταγωνισμού.

 

Προστίθεται, μάλιστα, ότι τα περιφερειακά αεροδρόμια, παρά τις τεράστιες ζημίες τους, συνεχίζουν να λαμβάνουν δημόσια κονδύλια χωρίς διαγωνισμό και με τρόπο ελάχιστα διαφανή.

 

Υπ’ αυτό το πρίσμα, η ιταλική αεροπορική εταιρεία Meridiana fly- Air Italy προσέφυγε, ήδη από 2012, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγγέλλοντας τη Ryanair ως λήπτρια έμμεσης κρατικής βοήθειας, υπό τη μορφή εξαίρεσης από τα δημοτικά τέλη και εκπτώσεων στα τέλη εξυπηρέτησης επιβατών και προσγείωσης.

 

Επιπλέον, και η Εισαγγελία του Bergamo έχει κινήσει διαδικασία εναντίον της Ryanair, με την κατηγορία της εισφοροδιαφυγής, καθώς 220 εργαζόμενοι εδάφους είχαν υπογράψει συμβάσεις σύμφωνα με το ιρλανδικό δίκαιο, καθ’ ην στιγμή είχαν μόνιμη κατοικία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην Ιταλία, με αποτέλεσμα οι απώλειες εσόδων και οι δαπάνες περίθαλψης για αυτούς και τις οικογένειές τους, να ανέρχονται στα 12 εκ. ευρώ.

 

Επίσης, η ιταλική Οικονομική Αστυνομία (Guardia di Finanza) είχε κατηγορήσει στο παρελθόν τη Ryanair ότι δεν είχε δηλώσει εισοδήματα ύψους 350 εκ. ευρώ για το χρονικό διάστημα 2005 – 2009, από τις πτήσεις εσωτερικού.

 

Επιπρόσθετο σημείο τριβής για τις πτήσεις εσωτερικού υπήρξε και η απόφαση της ιταλικής ΥΠΑ να επιβάλει την αποδοχή εκ μέρους της ιρλανδικής εταιρείας μιας σειράς ταξιδιωτικών εγγράφων που πρέπει να γίνονται δεκτά ως ισοδύναμα με αστυνομική ταυτότητα. Αφορμή απετέλεσε περιστατικό άρνησης από τη Ryanair σε ιταλίδα βουλευτή να ταξιδέψει, το 2009, μόνο με τη βουλευτική της ταυτότητα, συμβάν που έλαβε τέτοιες διαστάσεις ώστε η Ryanair να απειλήσει να φύγει από την Ιταλία.

 

Πηγή: Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Ελλάδος, Ρώμη

Σχετικά Άρθρα