
Alpha Bank: Η Αργεντινή στη δίνη της διόρθωσης των τιμών των περιουσιακών στοιχείων
Οι οικονομικές εξελίξεις και η πολιτική αβεβαιότητα ανησυχούν τη διεθνή επενδυτική κοινότητα
Η Αργεντινή αποτελεί μια «ειδική περίπτωση» μέσα στο φαινόμενο του παγκόσμιου αποπληθωρισμού των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, η οικονομική της διαχείριση εξελίσσεται σε ένα εξωτερικό περιβάλλον που ανά πάσα στιγμή μπορεί να επιδεινώσει την ήδη βεβαρημένη οικονομική της κατάσταση, επισημαίνει ανάλυση του Εβδομαδιαίου Δελτίου Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank. Αναλυτικά:
Το αποτέλεσμα των προκριματικών εκλογών της 11ης Αυγούστου στην Αργεντινή, ανέδειξε με έντονο τρόπο τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής. Αιτία η απροσδόκητη ήττα του κεντροδεξιού προέδρου Mauricio Macri από το συνασπισμό του κεντροαριστερού Alberto Fernández και της πρώην προέδρου Cristina Kirchner. Η νίκη της αντιπολίτευσης αποδίδεται στις αποτυχημένες οικονομικές πολιτικές του σημερινού προέδρου, οι οποίες έχουν οδηγήσει την οικονομία σε ύφεση και έχουν προκαλέσει τη σημαντική άνοδο του πληθωρισμού.
Η θητεία του προέδρου Mauricio Macri η οποία ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2015 δεν κατόρθωσε να αλλάξει το αρνητικό οικονομικό περιβάλλον που κληρονόμησε από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Το 2018 ο πρόεδρος Mauricio Macri υπέγραψε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για δάνειο διάσωσης ύψους $57 δισ.-το μεγαλύτερο πρόγραμμα διάσωσης στην ιστορία του ταμείου. Η κύρια στρατηγική του προγράμματος ήταν η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών μέσω μιας αυστηρότερης δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Ωστόσο, τα μέτρα που υιοθετήθηκαν επιβράδυναν την οικονομία και υπονόμευσαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2018, οι επιδόσεις της οικονομίας ήταν πολύ υποδεέστερες των προσδοκώμενων και ως εκ τούτου κυβέρνηση και ΔΝΤ υιοθέτησαν νέα περιοριστικά μέτρα σε δημοσιονομικό και νομισματικό πεδίο. Η αρνητική οικονομική εικόνα αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα εξής μεγέθη: Το βασικό επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας (7-Day Leliq Rate) έχει ανέλθει στο 75% (Αύγουστος 2019) από 32% που ήταν τον Ιανουάριο του 2016. Ο πληθωρισμός έχει εκτοξευθεί στο 54% (Ιούλιος 2019) από 18% (Ιανουάριος 2016) ενώ το δημόσιο χρέος διαμορφώνεται στο 86,2% του ΑΕΠ (2018) από 52,6% του ΑΕΠ που ήταν το 2015. Το εύρος της νίκης (15 ποσοστιαίες μονάδες) του Alberto Fernández ερμηνεύθηκε από τις αγορές, ως εξασφάλιση του προεδρικού αξιώματος στις εκλογές της 27ης Οκτωβρίου. Σε συνδυασμό μάλιστα με το γεγονός ότι η υποψήφια για την αντιπροεδρία της χώρας Cristina Kirchner αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό την παρουσία του ΔΝΤ στη χώρα, εγείρει ανησυχίες για πιθανό τέλος εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και των πολιτικών λιτότητας που ορίζονται στο πρόγραμμα διάσωσης του ΔΝΤ.
Το εκλογικό αποτέλεσμα, είχε ως συνέπεια το εθνικό νόμισμα (πέσο) να δεχθεί έντονες πιέσεις (σε μια εβδομάδα διολίσθησε 20% έναντι του δολαρίου ΗΠΑ), οι τιμές των κρατικών ομολόγων υποχώρησαν αισθητά ενώ η χρηματιστηριακή αγορά υπέστη τη δεύτερη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση στην ιστορία των αγορών από το 1950. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι ο χρηματιστηριακός δείκτης S&P Merval Index σε μια μέρα απώλεσε το 38% της αξίας του. Ο πρόεδρος της χώρας, προκειμένου να αντιστρέψει το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα για αυτόν, ανακοίνωσε μια σειρά μέτρων όπως την αύξηση του κατώτατου μισθού, την καταβολή πριμ παραγωγικότητας, τη μείωση των φόρων και το πάγωμα των τιμών των καυσίμων, προκειμένου να ενισχυθούν τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και η μεσαία τάξη.
Υποβάθμιση της πιστοληπτικής διαβάθμισης του αξιόχρεου της Αργεντινής και δυσοίωνες προβλέψεις για το ΑΕΠ
Το εκλογικό αποτέλεσμα της 11ης Αυγούστου, ανάγκασε τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s και Fitch Ratings να προβούν στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής διαβάθμισης του αξιόχρεου της Αργεντινής επικαλούμενοι την πιθανότητα κήρυξης στάσης πληρωμών ή αναδιάρθρωσης του χρέους.
Συγκεκριμένα, ο οίκος Fitch Ratings υποβάθμισε την πιστοληπτική διαβάθμιση της Αργεντινής στο CCC από Β ενώ ο οίκος Standard & Poor’s στο Β- από Β, με αρνητικές προοπτικές, γεγονός που ερμηνεύεται ως αυξημένη πιθανότητα νέας υποβάθμισης του αξιόχρεου εντός των επομένων 12-18 μηνών, εφόσον συνεχισθούν οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές πιέσεις.
Επιπροσθέτως, ο οίκοι αξιολόγησης αναθεώρησαν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για την πορεία του ΑΕΠ. Αμφότεροι εκτιμούν ότι η οικονομία της Αργεντινής θα παραμείνει στην οικονομική ύφεση στην οποία εισήλθε από το β’ εξάμηνο του 2018. Ειδικότερα, ο οίκος Fitch Ratings εκτιμά ότι το ΑΕΠ της Αργεντινής θα συρρικνωθεί κατά -2,5% το 2019 από -1,7% που προέβλεπε αρχικώς ενώ το κρατικό χρέος θα ανέλθει στο 95% του ΑΕΠ το 2019. Ο οίκος Standard & Poor’s με τη σειρά του αναμένει συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας κατά -2,3% το 2019 από -1,6% που ήταν η προηγούμενή του εκτίμηση.
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες μπορούν να προκαλέσουν νέες πιέσεις στο πέσο και άνοδο των επιτοκίων
Παρά τις σημαντικές εκταμιεύσεις που έχουν υπάρξει στο πλαίσιο του προγράμματος του ΔΝΤ δεν αποκλείεται στη διάρκεια του έτους, να προκύψει ένα χρηματοοικονομικό κενό στην περίπτωση που η Αργεντινή δεν μπορέσει να προχωρήσει σε αναχρηµατοδότηση του κρατικού χρέους. Σημειώνεται ότι το 50% εξ αυτών είναι αποτιμημένο σε δολάρια ΗΠΑ και τα τρία τέταρτα λήγουν μέχρι το τέλος του 2019. Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, το δημόσιο και θυγατρικές εταιρίες του, έχουν να καταβάλλουν εντός του 2019 σε πληρωμές χρεών $15,9 δισ. σε δολάρια και ευρώ ενώ υπάρχουν ακόμα $18,6 δισ. σε ομόλογα, δάνεια και πληρωμές τόκων σε τοπικό νόμισμα, Οι πιέσεις χρηματοδότησης θα μπορούσαν να ενταθούν το 2020, όταν η Αργεντινή θα κληθεί να στραφεί στις αγορές για να χρηματοδοτήσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα, καθώς θα έχουν ολοκληρωθεί οι εκταμιεύσεις του ΔΝΤ.
Τόσο η αναχρηµατοδότηση, όσο και η νέα χρηματοδότηση θα μπορούσαν να καταστούν μια δύσκολη υπόθεση, εφόσον οι εξωτερικές συνθήκες δανεισμού δε βελτιωθούν σημαντικά από τα τρέχοντα επίπεδα, μετά την αύξηση των ασφαλίστρων κινδύνου έναντι χρεοκοπίας (CDS) για πέντε χρόνια που μετά τις εκλογές διαμορφώνονται στις 2.990 μονάδες βάσης (19 Αυγούστου-HIS Markit).
Το φαινόμενο του αποπληθωρισμού των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων
Οι χρηματιστηριακές αγορές των ΗΠΑ και άλλων αναδυόμενων οικονομιών βρίσκονται σε φάση συρρίκνωσης από τις αρχές Αυγούστου. Η πτώση κατά 20%-30% των χρηματιστηριακών δεικτών τον περασμένο Νοέμβριο-Δεκέμβριο του 2018 στις ΗΠΑ, ενδεχομένως να επαναλαμβάνεται. Η συρρίκνωση της χρηματιστηριακής αγοράς των ΗΠΑ διακόπηκε όταν η ομοσπονδιακή τράπεζα (Fed) ανακοίνωσε ότι παύει την άνοδο των βασικών της επιτοκίων (Ιανουάριος 2019). Με την παύση της ανόδου των επιτοκίων της Fed, οι χρηματοπιστωτικές αγορές τόσο των ΗΠΑ, όσο και των αναδυόμενων οικονομιών, κατόρθωσαν να ανακτήσουν στο πρώτο τρίμηνο του 2019, τις απώλειες που είχαν καταγράψει στο τέλος του 2018. Στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, θετικά επέδρασε και η αυξημένη πιθανότητα υπογραφής μιας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών επανελήφθησαν το Φεβρουάριο του 2019.
Ωστόσο, δύο γεγονότα που συνέβησαν στα τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου του 2019, ήταν αρκετά ώστε οι χρηματοπιστωτικές αγορές να επαναλάβουν την πτωτική πορεία του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου του 2018.
Πρώτον. Η Fed μείωσε τα επιτόκια στις 28 Ιουλίου μόνο κατά 0,25% ενώ οι αγορές προσδοκούσαν μια μείωση της τάξης του 0,50%.
Δεύτερον.O πρόεδρος των ΗΠΑ απομάκρυνε την προοπτική μιας εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα, καθώς αύξησε εκ νέου κατά 10% τους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα.
Στα παραπάνω γεγονότα, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την ανάληψη της πρωθυπουργίας του Ηνωμένου Βασιλείου από τον ευρωσκεπτικιστή Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος δεν αποκλείει την αποχώρηση από την ΕΕ χωρίς συμφωνία.
Οι κεντρικές τράπεζες. εν μέσω αυτού του οικονομικού κλίματος, ξεκίνησαν να μειώνουν τα βασικά τους επιτόκια, προκειμένου να καταστήσουν ανταγωνιστικά τα εθνικά τους νομίσματα και εμμέσως να ενισχύσουν την εξαγωγική δραστηριότητα, καθώς το παγκόσμιο εμπόριο εμφανίζει σημεία στασιμότητας.
Οι επενδυτές πωλούν τα χρηματοοικονομικά τους περιουσιακά στοιχεία και διοχετεύουν τη ρευστότητά τους στις αποκαλούμενες «ασφαλείς επενδύσεις». Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στο χείλος ενός δυνητικού αποπληθωρισμού των τιμών των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων. Οι τιμές των μετοχών έχουν μειωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο σε λίγες μόνο εβδομάδες. Τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων υποχωρούν ραγδαία στις προηγμένες οικονομίες, ήδη περισσότερα από $15 τρισ. σε ομόλογα παγκοσμίως, έχουν αρνητικές αποδόσεις. Πολλά νομίσματα εξασθενούν έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, οι τιμές των ακινήτων σταδιακά μειώνονται ενώ η τιμή του πετρελαίου υποχωρεί κατά 20% από τα $75 δολάρια/βαρέλι. Το γεγονός, ότι οι επενδυτές προτιμούν τη διακράτηση μετρητών, ενδεχομένως να αποτελεί ένδειξη εκδήλωσης μιας πιθανής οικονομικής ύφεσης. Άνοδος των τιμών καταγράφεται στο χρυσό, στο γιεν, στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, στα ακίνητα υψηλού επενδυτικού ενδιαφέροντος, στα έργα τέχνης και στα κρυπτονομίσματα.
Η Αργεντινή αποτελεί μια «ειδική περίπτωση» μέσα στο φαινόμενο του παγκόσμιου αποπληθωρισμού των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, η οικονομική της διαχείριση εξελίσσεται σε ένα εξωτερικό περιβάλλον που ανά πάσα στιγμή μπορεί να επιδεινώσει την ήδη βεβαρημένη οικονομική της κατάσταση.