Alpha Bank : «Είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να αφεθεί η Ελληνική οικονομία να λειτουργήσει και πάλι υπό φυσιολογικές συνθήκες»
•Το έλλειμμα αξιοπιστίας δεν διορθώνεται από την μία μέρα στην άλλη. Χρειάζεται επίπονη και επίμονη προσπάθεια
•Η Ελληνική οικονομία πρέπει να λειτουργήσει, χωρίς τις αλλεπάλληλες ανεξέλεγκτες επεμβάσεις των δανειστών και χωρίς τις μικρόψυχες τοποθετήσεις πολιτικών παραγόντων της χώρας
•Οι περίεργες εκτιμήσεις, οι καταθλιπτικές υποθέσεις και οι σημαντικές ασυνέπειες στις προβλέψεις της Τρόικα
•Η συνέχιση της αύξησης της παραγωγικότητας με σχετικά υψηλούς ρυθμούς στα επόμενα έτη είναι αναπόφευκτη και ανεξάρτητη από τους χειρισμούς της Τρόικα, όπως αποδείχτηκε ήδη το 2012
•Το αβίαστο συμπέρασμα του Charles Dallara
Oι αναλυτές της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, με την σημερινή ανάλυσή τους επιβεβαιώνουν συγκροτημένα και παραγωγικά, επί τη βάση σεναρίων της αγοράς -δηλαδή της πραγματικής ζωής- απτές αλήθειες, και αποστέλλουν με τον δικό τους θεμελιώδη ανθρωποκεντρικό τρόπο, μηνύματα σε πολλαπλά επίπεδα.
«Η Ελλάδα για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, εμφανίζεται να έχει τηρήσει τα συμφωνηθέντα που απορρέουν από το Μνημόνιο για το 2012.
Αυτό μάλιστα συμβαίνει παρόλο που η ύφεση ήταν μεγαλύτερη της προβλεπόμενης (σημειώνεται η μεγάλη πτώση του ΑΕΠ κατά -6,7% και στο 9μηνο Ιαν.- Σεπτ.’2012) και, παρά το γεγονός ότι δεν έλαβε έγκαιρα τα χρήματα των δόσεων της χρηματοδοτικής βοήθειας της Τρόικα (συνολικά € 44 δισ. περίπου).
Είναι η πρώτη φορά που η ελληνική πλευρά προηγείται των εξελίξεων καθώς περιμένει το ΔΝΤ και την Ευρωζώνη να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις τους για εκταμίευση των δόσεων, έχοντας ήδη φέρει σε πέρας τις δικές της υποχρεώσεις.
Βεβαίως, το έλλειμμα αξιοπιστίας δεν διορθώνεται από την μία μέρα στην άλλη.
Χρειάζεται επίπονη και επίμονη προσπάθεια (κυρίως μέσα από την υλοποίηση των μέτρων των €13,5 δις) ώστε να καταδειχθεί με αδιαμφισβήτητο τρόπο η αλλαγή πορείας της οικονομικής πολιτικής, και της χώρας γενικότερα.
Ωστόσο, η αξιοπιστία της ελληνικής πλευράς έχει αρχίσει να βελτιώνεται αισθητά.
Η Ελλάδα φαίνεται, λοιπόν, ότι έχει υλοποιήσει καλύτερα του αναμενομένου τον Π2012 και έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενώ, επιπλέον, έχει λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προσαρμογής που θα τη βοηθήσουν να βγει οριστικά από την κρίση.
Ωστόσο, η καταβολή της δόσης των € 31,5 δισ. της χρηματοδοτικής βοήθειας από τη ΖτΕ και από το ΔΝΤ, η οποία έπρεπε να είχε καταβληθεί από τον Ιούνιο του 2012, εξακολουθεί να καθυστερεί.
Είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να αφεθεί η Ελληνική οικονομία να λειτουργήσει και πάλι υπό φυσιολογικές συνθήκες
Διότι, οι ατέρμονες διεργασίες για την Ελλάδα που συνεχίζονται από τον Σεπτέμβριο του 2011 έως σήμερα, δεν είναι ουδέτερες όσον αφορά την επίπτωσή τους στην ελληνική αλλά και τη συνολική ευρωπαϊκή οικονομία.
Έχουν συμβάλλει ουσιαστικά στην εμβάθυνση της ύφεσης στην Ελλάδα και έχουν οδηγήσει στην ύφεση ολόκληρη τη Ζώνη του Ευρώ και όχι μόνο.
Ειδικότερα, η Ελληνική οικονομία πρέπει να λειτουργήσει στα επόμενα έτη, χωρίς τις αλλεπάλληλες ανεξέλεγκτες επεμβάσεις των δανειστών (αφού από το 2012 λειτουργεί ήδη με πρωτογενή πλεονάσματα) και επίσης χωρίς τις μικρόψυχες τοποθετήσεις πολιτικών παραγόντων της χώρας.
Διότι οι παρεμβολές αυτές το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να φθείρουν το οικονομικό κλίμα στη χώρα, το οποίο ήδη βρίσκεται σε καταθλιπτικά χαμηλά επίπεδα, και έτσι να αποτρέπουν την εισροή στην Ελλάδα ξένων επενδύσεων και κεφαλαίων και την επιστροφή των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες και, κατά συνέπεια, να συντηρούν την ύφεση και την αυξητική πορεία της ανεργίας.
Η προκλητική υποεκτίμηση των αποτελεσμάτων των δραστικών μέτρων μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων που ήδη επιβάλλονται στην Ελλάδα.
Από την πλευρά των δανειστών μας το νέο ζήτημα που τίθεται τώρα είναι η βιωσιμότητα του Ελληνικού δημοσίου χρέους.
Το πρόβλημα αυτό στηρίζεται σε δύο βασικές παραδοχές.
Πρώτον, ότι τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής που λαμβάνονται στην Ελλάδα έχουν ελάχιστη επίπτωση όσον αφορά την αναγκαία μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων ή τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων και δεύτερον, ότι τα μέτρα αυτά έχουν δυσανάλογα μεγάλη επίπτωση, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, στην εμβάθυνση και χρονική επέκταση της ύφεσης στην ελληνική οικονομία.
Ειδικότερα, όσον αφορά στην δημοσιονομική προσαρμογή το EUROGRΟUP της 12ης Νοεμβρίου ενέκρινε το αίτημα της Ελλάδος για επέκταση της περιόδου προσαρμογής των δημοσίων οικονομικών της χώρας κατά δύο έτη.
Ωστόσο, η επιμήκυνση αυτή της προσαρμογής συνοδεύεται από μία προκλητική υποεκτίμηση των αποτελεσμάτων των δραστικών μέτρων μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων που ήδη επιβάλλονται στην Ελλάδα.
Ενώ δηλαδή επιβάλλονται μέτρα ύψους € 10,6 δισ. το 2013 και επιπλέον μέτρα ύψους € 2,9 δισ. το 2014, καθώς και μέτρα δραστικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που ακολουθούν μέτρα ύψους άνω των € 18 δισ. που επιβλήθηκαν το 2012 και εφαρμόζονται με ικανοποιητικό τρόπο, η Τρόικα εκτιμά ότι το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης θα έχει ένα εξαιρετικά μικρό πλεόνασμα το 2013 και το 2014 και ότι το αναγκαίο πλεόνασμα ύψους 4,5% του ΑΕΠ θα επιτευχθεί μετά το 2015.
Και με βάση την επιμήκυνση και τον καταποντισμό των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας εκτιμάται από τους δανειστές μας χρηματοδοτικό άνοιγμα ύψους € 32 δισ. για το 2014-2016.
Όλα αυτά θα ήσαν απλές ασκήσεις επί χάρτου αν δεν είχαν εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις συμβάλλοντας στη συνεχιζόμενη καταστροφή του οικονομικού κλίματος στην οικονομία, στην εμβάθυνση της ύφεσης και στην υπονόμευση αυτής της ίδιας της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των όσων προαναφέρθηκαν αποτελεί ο Προϋπολογισμός του 2012 (Π2012).
Όπως φαίνεται ( Πίνακας 1 ) ο κρατικός προϋπολογισμός εκτελείται στο 10μηνο Ιαν.-Οκτ.’2012 πολύ καλύτερα του αναμενομένου με βάση τον επικαιροποιημένο προϋπολογισμό του 2012 που συντάχθηκε τον Φεβρουάριο του 2012.
Συγκεκριμένα, σε αυτό το 10μηνο ο κρατικός προϋπολογισμός καταγράφει πρωτογενές έλλειμμα ύψους € 0,81 δισ., έναντι € 5,86 δισ. στο αντίστοιχο 10μηνο του 2011 και έναντι ελλείμματος ύψους € 4,01 δισ. που προβλέπουν η Τρόικα και η κυβέρνηση ότι θα προκύψει στον κρατικό προϋπολογισμό το 2012 ως σύνολο.
Για να επιτευχθεί η πρόβλεψη της Τρόικα για πρωτογενές έλλειμμα ύψους € 4,01 δισ. το 2012, στο τελευταίο δίμηνο του έτους θα πρέπει να συμβούν τα ακόλουθα:
α) να σημειωθεί πτώση των καθαρών εσόδων του Τ.Π. κατά -20,8%, όταν στο 10μηνο η πτώση ήταν μόνο -0,5% και όταν υπάρχουν ακόμη σημαντικά βεβαιωμένα έσοδα να εισπραχθούν στο τελευταίο 2μηνο (από τον ΦΕΦΠ, το ΕΕΤΗΔΕ, τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης που θα προκύψει κυρίως τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, κ.ά.).
Είναι τώρα προφανές ότι τα έσοδα αυτά δεν πρόκειται να σημειώσουν πτώση και μάλιστα κατά -20,8% στο τελευταίο 2μηνο του έτους.
Αντίθετα, είναι πολύ πιθανό να σημειώσουν μικρή αύξηση από τα σχετικά υψηλά επίπεδα εσόδων στο τελευταίο 2μηνο του 2011.
Εάν η αύξηση αυτή διαμορφωθεί στο 1,0% σε αυτό το 2μηνο, τότε τα καθαρά έσοδα του Τ.Π. το 2012 θα διαμορφωθούν σε επίπεδα κατά € 2,3 δισ. υψηλότερα από τα προβλεπόμενα στον Π2013.
β) να σημειωθεί πτώση των συνολικών πρωτογενών δαπανών του Τ.Π. (συμπεριλαμβανομένων και των δαπανών για εξοπλιστικά προγράμματα, για καταπτώσεις εγγυήσεων και για πληρωμή χρεών νοσοκομείων) κατά -2,6%, όταν στο 10μηνο Ιαν.- Οκτ.’2012 η πτώση ήταν -9,2%.
Παρά το ότι ορισμένες σημαντικά αυξημένες πληρωμές επιχορηγήσεων σε ασφαλιστικά ταμεία και στον ΕΟΠΥΥ ενδέχεται να πληρωθούν στο τελευταίο 2μηνο του έτους (και να είναι υψηλότερες από τις αντίστοιχες πληρωμές κατά το τελευταίο 2μηνο του 2011), σημειώνεται ότι αυτό μπορεί να αντισταθμιστεί εν μέρει από το γεγονός ότι από τον Αύγουστο του 2012 εφαρμόζεται και η περικοπή των μισθών των αμειβομένων με ειδικά μισθολόγια.
Υποθέτουμε, σε κάθε περίπτωση, ότι οι δαπάνες αυτές θα διαμορφωθούν το 2012 όπως προβλέπεται στον Π2013, σημειώνοντας πτώση κατά -7,9%, έναντι πτώσης τους κατά -9,2% στο 10μηνο.’12.
Με βάση τα ανωτέρω, είναι πολύ πιθανό ότι το πρωτογενές έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης το 2012 δεν θα υπερβεί τελικά τα € 1,8 δισ., έναντι € 4,01 δισ. που προβλέπει η Τρόικα.
Το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης το 2012 θα είναι πιθανότατα πλεονασματικό κατά περίπου € 1,0 δισ. (0,5% του ΑΕΠ), αντί ελλείμματος ύψους € 2,4 δισ. (1,2% του ΑΕΠ)
Με αυτό το δεδομένο, λαμβάνοντας υπόψη και το πλεόνασμα ύψους € 2,93 δισ. που εκτιμάται να έχουν οι εθνικολογιστικές προσαρμογές στον Π2012, προκύπτει ότι το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης το 2012 θα είναι πιθανότατα πλεονασματικό κατά περίπου € 1,0 δισ. (0,5% του ΑΕΠ), αντί ελλείμματος ύψους € 2,4 δισ. (1,2% του ΑΕΠ) που προβλέπεται ως εκτιμήσεις πραγματοποιήσεων για το 2012 στον Π2013.
Αυτό εάν συμβεί θα έχει μεγάλη σημασία για την εκτέλεση του Π2013, αφού αυτή θα πραγματοποιηθεί με αβάντα τουλάχιστον € 3,0 δισ. σε σχέση με τα αρχικά δεδομένα που ελήφθησαν υπόψη όταν σχεδιάστηκε ο Π2013.
Με εκκίνηση από πρωτογενές πλεόνασμα 0,5% του ΑΕΠ το 2012, με πρόσθετα μέτρα μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων ύψους € 10,6 δισ. το 2013 και με πτώση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά πολύ χαμηλότερη από το καταθλιπτικό -5,6% που προβλέπει η Τρόικα, εκτιμάται τώρα ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της ΓΚ θα υπερβεί το 2,0% του ΑΕΠ στο επόμενο έτος, έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος 0,4% του ΑΕΠ που προβλέπει ο Π2013.
Οι περίεργες εκτιμήσεις, οι καταθλιπτικές υποθέσεις και οι σημαντικές ασυνέπειες στις προβλέψεις της Τρόικα
Όσον αφορά στις ασθενείς προοπτικές ανάκαμψης το 2013 και στα επόμενα έτη, και την συνακόλουθη επιδείνωση της βιωσιμότητας του χρέους, σημειώνονται τα ακόλουθα:
Το ελληνικό δημόσιο χρέος διαμορφώνεται σε επίπεδα άνω του 180% του ΑΕΠ το 2013 επειδή έως τότε θα έχει ενσωματωθεί το κύριο μέρος της χρηματοοικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα (€ 120 δισ. το 2012 και, επιπλέον, € 24 δισ. το 2013) από τη ΖτΕ και από το ΔΝΤ.
Εάν, παρά την τακτική καταβολή αυτής της βοήθειας, επαληθευτούν οι προβλέψεις του ΔΝΤ για πτώση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά -5,6% το 2013, με ταυτόχρονη διατήρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου της ΓΚ σε έλλειμμα 1,2% του ΑΕΠ το 2012 και σε μικρό πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ το 2013 (εκτιμήσεις που διαψεύδονται από τα στοιχεία εκτέλεσης του Π2012 στο 10μηνο του 2012, όπως αναλύθηκε προηγουμένως), τότε το χρέος μπορεί να φτάσει το 189,2% του ΑΕΠ το 2013.
Από εκεί και πέρα, με υποθέσεις για ουσιαστική αδυναμία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στην περίοδο 2014-2020 ( Πίνακας 3α ) είναι εύκολο να καταδείξει κανείς ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδος θα εξακολουθήσει να διαμορφώνεται περί το 140% του ΑΕΠ το 2020 και να κρίνεται «μη βιώσιμο».
Ωστόσο, η υπόθεση για αδυναμία έγκαιρης ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από το 2013 και για αυτοδύναμη ανάπτυξή της από το 2014 έρχεται, εκτός των άλλων, αντιμέτωπη και με σημαντικές ασυνέπειες στις προβλέψεις της Τρόικα, όσον αφορά την αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας της εργασίας που συγκροτούν την αύξηση του δυνητικού ΑΕΠ.
Σημειώνεται ότι η μεταβολή του ΑΕΠ συνίσταται από την μεταβολή της απασχόλησης συν την μεταβολή του ΑΕΠ ανά απασχολούμενο (της παραγωγικότητας δηλαδή).
Η πιο περίεργη εκτίμηση, ασφαλώς, είναι αυτή που αναφέρεται στην πορεία αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας (δηλαδή στην πορεία αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ ανά απασχολούμενο).
Όπως φαίνεται στον Πίνακα, η παραγωγικότητα της εργασίας σημείωσε αύξηση κατά 2,0% το 2012, μετά από 3-έτη αρνητική πορεία.
Μετά από αυτό, η πιο φυσιολογική εκτίμηση θα ήταν ότι η ωρίμανση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η σημαντικά αυξημένη δυνατότητα αποτελεσματικής διαχείρισης του εργατικού δυναμικού της χώρας από το 2013, με σημαντική μείωση της απασχόλησης και εξάλειψη του πλεονάζοντος προσωπικού, θα οδηγούσε σε σταθερή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, στα επίπεδα του 2012 ή/και υψηλότερα.
Αντ’ αυτού η Τρόικα (προφανώς για να αποφύγει τον σκόπελο της περαιτέρω εκρηκτικής αύξησης της ανεργίας), υποθέτει ότι η παραγωγικότητα της εργασίας θα σημειώσει νέα μεγάλη πτώση το 2013 και το 2014 και στη συνέχεια θα αυξάνεται ελάχιστα κατά 0,5% ετησίως.
Η υπόθεση αυτή επιτρέπει την υπόθεση των καταθλιπτικών ρυθμών πτώσης του ΑΕΠ το 2013 και το 2014 μια μικρή περαιτέρω μείωση της απασχόλησης στην οικονομία κατά -2,1% το 2013 και στη συνέχεια, με αύξηση της απασχόλησης κατά 1,4% το 2014, κατά 2,0% το 2015 και κατά 3,0% το 2016.
Με αυτά τα δεδομένα η Τρόικα ευελπιστεί σε συγκράτηση του ποσοστού ανεργίας στο 22,8% του εργατικού δυναμικού το 2013, από 22,4% το 2012, και σε μείωσή του στο 21,4% το 2014 και στο 17,1% το 2016 (Στοιχεία Εθνικών Λογαριασμών), παρά τη νέα μεγάλη πτώση του ΑΕΠ το 2013 και το 2014.
Με αυτό το Σενάριο, όλα πάνε καλά στην Ελληνική Οικονομία, εκτός από το Δημόσιο Χρέος.
Το τελευταίο, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αυξάνεται σημαντικά και παραμένει αναπόφευκτα σε επίπεδα του 140% του ΑΕΠ το 2020.
Η συνέχιση της αύξησης της παραγωγικότητας με σχετικά υψηλούς ρυθμούς στα επόμενα έτη είναι αναπόφευκτη και ανεξάρτητη από τους χειρισμούς της Τρόικα, όπως αποδείχτηκε ήδη το 2012
Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις το ΔΝΤ ασκεί πίεση στους Ευρωπαίους και για το περίφημο OSΙ, την μείωση δηλαδή του χρέους προς τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης και διεθνείς οργανισμούς.
Ωστόσο, αντίθετα με τις εκτιμήσεις της Τρόικα, η συνέχιση της αύξησης της παραγωγικότητας με σχετικά υψηλούς ρυθμούς στα επόμενα έτη είναι μάλλον αναπόφευκτη και ανεξάρτητη από τους χειρισμούς της Τρόικα, όπως αποδείχτηκε ήδη το 2012.
Η πλήρης ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα, ως αποτέλεσμα εφαρμογής του Μνημονίου, συνεπάγεται αφενός μεγάλη πτώση της απασχόλησης, όπως συνέβη το 2011 και το 2012, και αφετέρου σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, αφού η εξάλειψη της υπερβάλλουσας απασχόλησης διευκολύνει την εντατικοποίηση της εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας των απασχολουμένων που συνεχίζουν να έχουν θέση απασχόλησης στη νέα οικονομία.
Αυτό συμβάλλει ώστε η πτώση του πραγματικού ΑΕΠ να είναι μικρότερη από την πτώση της απασχόλησης και επομένως στην αύξηση της παραγωγικότητας.
Η ελαστικότητα της αγοράς εργασίας και η ελευθερία απολύσεων και προσλήψεων θα είναι μεγαλύτερη από το 2013 και μετά, από ότι ήταν το 2011-2012.
Επομένως, εάν υιοθετηθεί η εκτίμηση της Τρόικα σύμφωνα με την οποία η ύφεση στην Ελλάδα θα επεκταθεί στο 2013 με πτώση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά -5,6% και το 2014 με πτώση του κατά -0,3% και για σχετικά χαμηλή αύξηση του ΑΕΠ μετά το 2014, αυτό θα συμβεί παρά τη συνέχιση του υψηλού ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας στην περίοδο 2013-2020.
Σε αυτή την περίπτωση, αν επαληθευτούν οι προβλέψεις της Τρόικα για την εξέλιξη του ΑΕΠ στην περίοδο 2013-2014, τότε το ποσοστό ανεργίας στη χώρα (με βάση τις έρευνες εργατικού δυναμικού) θα ανέλθει στο 29,0% το 2014, από 23,8% το 2012 και θα διαμορφώνεται ακόμη στο 24% του εργατικού δυναμικού το 2020.
Η υπόθεση της δραστικής μείωσης της ανεργίας χωρίς ουσιαστική επιστροφή της χώρας σε πορεία διατηρήσιμης ανάπτυξης, δηλαδή ανάπτυξης που θα στηρίζεται στην αύξηση των επενδύσεων, της παραγωγικότητας της εργασίας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, είναι ουσιαστικά αδύνατη.
Το αβίαστο συμπέρασμα του Charles Dallara
Σε αυτό το σενάριο της παρατεταμένης ύφεσης και της ασθενούς στη συνέχεια ανάκαμψης της οικονομίας το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι ασφαλώς μη βιώσιμο όπως προαναφέρθηκε.
Αλλά στην περίπτωση αυτή το πρόβλημα της Ελλάδος δεν θα είναι το δημόσιο χρέος, αλλά η ολέθρια ανεργία, η καταστροφή βιώσιμων παραγωγικών μονάδων και του θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου λειτουργίας της οικονομίας και η αδυναμία διατηρήσιμης ανάπτυξης για πολλά έτη.
Εξάγεται, επομένως, αβίαστα το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε και ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεθνούς Χρηματοδότησης (IIF) Charles Dallara σε ομιλία του στην Αθήνα ότι:
α) η έγκαιρη επιστροφή στην ανάπτυξη είναι η μόνη λύση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος του χρέους της Ελλάδος και ότι
β) το πρόγραμμα προσαρμογής θα πρέπει να σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να συνεπάγεται μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ δημοσιονομικής προσαρμογής και ανάκαμψης της οικονομίας.
Για το σκοπό αυτό ο Charles Dallara παρότρυνε τόσο τους Ευρωπαίους δανειστές όσο και το ΔΝΤ να παράσχουν στην Ελλάδα οποιαδήποτε επιπλέον, πολιτικά εφικτή, δανειακή διευκόλυνση αποφασίσουν (π.χ. σημαντική μείωση επιτοκίων δανεισμού από τη ΖτΕ και από το ΔΝΤ και επιστροφή στην Ελλάδα των όποιων κερδών έχουν αποκομίσει), έτσι ώστε η ανάκαμψη να συμβάλλει στη δημοσιονομική προσαρμογή και να καταστήσει το ελληνικό χρέος βιώσιμο.
Άλλωστε, η διαφαινόμενη ικανοποιητική αύξηση της παραγωγικότητας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας με δυναμική προώθηση των αποκρατικοποιήσεων και των επενδύσεων (με αποφασιστικότερη συμβολή και της χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων) μπορεί να συμβάλλουν στην έγκαιρη ανάκαμψη της οικονομίας από το 2ο 6μηνο του 2013 και στην επίτευξη σχετικά υψηλού και διατηρήσιμου ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας μετά το 2014, με πραγματική αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας.
Τα ανωτέρω μπορεί να στηριχθούν και στην απρόσκοπτη καταβολή της χρηματοδοτικής βοήθειας από τη ΖτΕ και το ΔΝΤ και θα συμβάλλουν και στην εισροή των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες και στη σταδιακή προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό.
Έτσι, η έγκαιρη ανάκαμψη της οικονομίας μπορεί να συμβάλλει στη συγκράτηση της ανεργίας σε επίπεδα κάτω του 26% το 2014 και στη συνέχεια στην αύξηση της απασχόλησης και στη σταδιακή μείωση της ανεργίας από το 2015, με διαμόρφωσή της σε επίπεδα κάτω του 18% το 2020.
Επίσης, το δημόσιο χρέος καθίσταται ταχέως βιώσιμο και η Ελλάδα, καταγράφοντας σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα στη ΓΚ ήδη από το 2012, θα έχει τη δυνατότητα να δανείζεται αυτοδύναμα από τις αγορές ήδη από το 2015, ή το 2016.
Ενέργειες-κλειδιά είναι η έγκαιρη καταβολή των δόσεων της χρηματοδοτικής βοήθειας και η χρησιμοποίηση αυτής της βοήθειας για την επανεκκίνηση και ανάκαμψη της οικονομίας.»
Πηγή: Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.