Alpha Bank: «Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιτελέσει τιτάνιο έργο τα τελευταία χρόνια για να περισώσουν ότι ήταν δυνατόν από την λαίλαπα της ύφεσης που είναι άμεσο αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να κάνει την διάκριση μεταξύ διακυβέρνησης και κυβέρνησης»
• «Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι το πρώτο στάδιο σε μια εξελικτική διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία»
• «Οιαδήποτε παρεμβατική ανάμειξη στις πιστοδοτικές εργασίες των τραπεζών δημιουργεί συνθήκες διατάραξης της μακροχρόνιας σχέσης με τον πελάτη, με επιζήμιο αποτέλεσμα για τον πελάτη και την τράπεζα»
• «Το εύρος των καθηκόντων του επιτρόπου στην ελληνική περίπτωση είναι πρωτοφανές για χώρα-μέλος»
• «Οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιούνται όχι επειδή έχασαν τα κεφάλαια τους επενδύοντας, με σαθρούς κανόνες σε επισφαλή προϊόντα, αλλά επειδή έκαναν ακριβώς το αντίθετο, εμπιστεύθηκαν δηλαδή τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου»
• «Οι λεγόμενοι «τραπεζίτες» στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι χιλιάδες μικρομέτοχοι που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους από ανεξέλεγκτες κρατικές παρεμβάσεις, πράξεις και παραλείψεις της κρατικής εξουσίας και όχι των διοικήσεων των τραπεζών»
• «Είναι αδιανόητο οι τράπεζες να θεωρούνται τα υποζύγια των αδυναμιών του κράτους να λειτουργήσει με την δέουσα αποτελεσματικότητα»
• «Παντελώς εσφαλμένη η άποψη ότι η ανάκαμψη εμποδίζεται από τους τραπεζίτες και ότι εάν περιέλθουν οι τράπεζες σε κρατικά χέρια θα ανοίξουν οι κρουνοί της χρηματοδότησης (πράγματι, με τι λεφτά;)»
«Τίποτα δεν κερδίζεται από τυχόν εφαρμογή απονενοημένων εγχειρημάτων, ενώ χάνονται ουσιαστικά τα πάντα, όσον αφορά την προοπτική εξόδου της χώρας από την κρίση»
«Αναμφισβήτητη συμβολή στην προσπάθεια της Ελλάδος για έξοδο από τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική κρίση της ιστορίας της, αποτελεί η απόφαση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 για την συνέχιση της χρηματοδοτικής βοήθειας προς την Ελλάδα και για την ανάληψη πρωτοβουλιών για την σημαντική μείωση των πληρωμών τόκων και του ύψους του δημοσίου χρέους της χώρας μας.
Η απόφαση αυτή επιτεύχθηκε ως αποτέλεσμα των εξαιρετικά επώδυνων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχει ήδη λάβει και εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση με αξιοσημείωτη επιτυχία (είναι πολύ πιθανή η δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος στη ΓΚ ήδη από το 2012).
Η προσαρμογή υλοποιείται χωρίς την αποσύνθεση της οικονομίας και της κοινωνίας της χώρας και την πραγματική πτώχευση του κύριου μέρους του πληθυσμού της, που θα ήταν το βέβαιο αποτέλεσμα μιας τυχόν εγκατάλειψης από την Ελλάδα του προγράμματος προσαρμογής και της συνεπαγόμενης εξόδου της από τη Ζώνη του Ευρώ.
Με την συνδρομή της κοινοτικής αλληλεγγύης, η έξοδος από την κρίση ενισχύεται σημαντικά, χωρίς να υποστεί η χώρα μας την αιώνια ρετσινιά του «μπαταχτσή», ο οποίος επιζητεί και δέχεται ευχαρίστως τα δάνεια όταν του τα δίνουν και, μετά – όταν του τα ζητάνε πίσω- τα ανακηρύσσει (με δημοκρατικές διαδικασίες) απεχθές, επαχθές και παράνομο χρέος και τα διαγράφει «με πρωτοβουλία του οφειλέτη».
Γενικά, οι αποφάσεις του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 αποτελούν σταθμό για την Ελλάδα, ανεξαρτήτως των δυσκολιών που μπορεί να προκληθούν από τη γενικότερη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής.
Ειδικότερα, οι αποφάσεις αυτές τερματίζουν οριστικά κάθε συζήτηση, ή «ευσεβή πόθο», για «άτακτη χρεοκοπία» της Ελλάδος και για μη εφαρμογή ή αντιστροφή του προγράμματος προσαρμογής με αποτέλεσμα την έξοδο της χώρας από το Ευρώ.
Δεδομένου ότι οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του ελληνικού δημοσίου χρέους μειώνονται κατακόρυφα στα επόμενα 10-έτη, είναι πλέον προφανές ότι τίποτα δεν κερδίζεται από τυχόν εφαρμογή απονενοημένων εγχειρημάτων, ενώ χάνονται ουσιαστικά τα πάντα, όσον αφορά την προοπτική εξόδου της χώρας από την κρίση.
«Υπάρχουν τώρα οι προοπτικές για σταδιακή αποκατάσταση της ρευστότητας στην οικονομία με τις καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες να σημειώνουν νέα αύξηση τον Οκτώβριο για 4ο συνεχόμενο μήνα»
Η Ελλάδα θα βγει ενισχυμένη από την κρίση, με υψηλή αξιοπιστία, ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη, και έχοντας διατηρήσει την αξιοπρέπειά της και κερδίσει τον σεβασμό σε παγκόσμιο επίπεδο.
Υπάρχουν τώρα οι προοπτικές για σταδιακή αποκατάσταση της ρευστότητας στην οικονομία με τις καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες να σημειώνουν νέα αύξηση τον Οκτώβριο για 4ο συνεχόμενο μήνα.
Η εισροή των καταθέσεων θα επιταχυνθεί ασφαλώς σημαντικά με την ολοκλήρωση της επικείμενης αποκατάστασης της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.
Επιπλέον, επιταχύνονται οι επενδύσεις που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ταυτόχρονα οι αποκρατικοποιήσεις και η αξιοποίηση της κρατικής ακίνητης περιουσίας.
Έχει αρχίσει η διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών, ενώ οι εξαγωγές διατηρούν τον εντυπωσιακό δυναμισμό τους παρά τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν και παρά την κατακόρυφη πτώση των εισαγωγών.
Ακόμη και οι εισπράξεις από τον τουρισμό σημείωσαν αύξηση τον Σεπτέμβριο, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος από τη συνεχιζόμενη δυσφήμηση και υποτιμητική θεώρηση της χώρας στο εξωτερικό.
Ειδικότερα, στο Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 αποφασίστηκε η άμεση έγκριση από τα Κοινοβούλια των χωρών μελών της Ζώνης του Ευρώ και η καταβολή από το EFSF της δόσης των €34,4 δισ. από το 2ο ΠΧΕ, που θα χρησιμοποιηθεί κατά €23,8 δισ. για την ολοκλήρωση της αναπλήρωσης της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών μετά τις ζημιές που υπέστησαν από το PSI Plus και κατά €10,6 δισ. για τη χρηματοδότηση αναγκών του δημοσίου, συμπεριλαμβανομένης και της εξόφλησης ενός μέρους από τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς τις επιχειρήσεις.
Το υπόλοιπο ποσό που προκύπτει από τις δόσεις του 2012, ύψους €9,0 δισ., θα καταβληθεί στο 1ο 3μηνο του 2013, υπό την προϋπόθεση της υλοποίησης των συμφωνιών που συμπεριλαμβάνονται στο 3ο Μνημόνιο Οικονομικής Πολιτικής (3ο ΜΟΠ) του Νοεμβρίου 2012, με ιδιαίτερη έμφαση και στην ψήφιση του νέου φορολογικού νομοσχεδίου που συμπεριλαμβάνει τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα της χώρας.
Επίσης, το Eurogroup δέχθηκε την ανάγκη για επιμήκυνση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής, σύμφωνα με την οποία το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) θα ανέλθει στο 4,5% του ΑΕΠ το 2016 αντί του 2014.
Αυτό, σε συνδυασμό με τις υποθέσεις εξαιρετικά βραδείας ανάκαμψης οδηγούν, μετά την λήψη των νέων μέτρων της 27ης Νοεμβρίου 2012, στην διαμόρφωση του λόγου δημοσίου χρέους/ΑΕΠ στο 124% το 2020, έναντι 144% χωρίς την λήψη μέτρων.
Τα νέα μέτρα που αποφασίστηκαν με στόχο την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους
Για τη σημαντική μείωση αυτού του λόγου κατά 20 π.μ. του ΑΕΠ, με στόχο την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, τα νέα μέτρα που αποφασίστηκαν είναι τα ακόλουθα:
Πρώτον, μείωση κατά 100 bps (κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα) του επιτοκίου στα διμερή δάνεια από τις χώρες της Ζώνης του Ευρώ (του 1ου ΠΧΕ), τα οποία έως τώρα ανέρχονται στα €52,9 δισ. και θα παραμείνουν σε αυτό το ποσό αφού από εδώ και πέρα η όποια χρηματοδοτική ενίσχυση στην Ελλάδα παρέχεται μέσω του EFSF, ή θα παρέχεται μέσω του ESM από 1ης Ιανουαρίου 2013.
Το μέτρο αυτό θα μειώσει τις πληρωμές τόκων του δημοσίου χρέους κατά €529 εκατ. ετησίως, ή κατά €4,2 δισ. στην περίοδο 2013-2020 (€5,3 δισ. στην περίοδο 2013-2022).
Επίσης, δίδεται παράταση 15 ετών για την αποπληρωμή των χρεολυσίων σε αυτό το χρέος.
Δεύτερον, μείωση των δαπανών προμηθειών της Ελλάδος για την χρηματοδότησή της από το EFSF κατά 10 bps, δεδομένου ότι τα συνολικά δάνεια από το EFSF που ανέρχονται έως σήμερα στα €74 δισ., θα ανέλθουν στα €108,4 δισ. στο τέλος του 2012 και, στη συνέχεια, στα €134,4 δισ. στο τέλος του 2013 και στα €149,3 δισ. στο τέλος του 2014 εάν το 2ο ΠΧΕ στην Ελλάδα εκτελεστεί κανονικά.
Αυτό σημαίνει ότι με τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης της χώρας από το EFSF κατά 10 bps, οι πληρωμές τόκων από την Ελλάδα θα μειωθούν κατά €110 εκατ. το 2013, κατά €135 εκατ. το 2014 και κατά €150 εκατ. ετησίως μετά το 2015.
Η συνολική ωφέλεια από αυτήν την πηγή θα είναι €1,14 δισ. έως το 2020 και €1,44 δισ. έως το 2022.
Τρίτον, αναβολή των πληρωμών τόκων στα δάνεια από το EFSF για δέκα (10) έτη, πράγμα που συνεπάγεται μείωση των πληρωμών τόκων και των δανειακών αναγκών της χώρας κατά περίπου €3,1 δισ. ετησίως έως το 2022.
Ωστόσο, οι αναλογούντες τόκοι προφανώς θα κεφαλαιοποιούνται και θα προστίθενται στο δημόσιο χρέος.
Επίσης, παρέχεται περίοδος χάριτος 15 ετών για την έναρξη της αποπληρωμής των δανείων από το EFSF.
Τέταρτον, υπόσχεση των χωρών μελών της Ζώνης του Ευρώ (εξαιρουμένων εκείνων που ήδη λειτουργούν με χρηματοδότηση από τον χρηματοδοτικό μηχανισμό της ΖτΕ και του ΔΝΤ) να επιστρέψουν στην Ελλάδα ένα ποσό που να αντιστοιχεί στα κέρδη που αποκομίζουν οι κεντρικές τους τράπεζες από το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου που κατέχουν στα πλαίσια του Προγράμματος Αγοράς Κρατικών Ομολόγων (Securities Market Program ή SMP) από την ΕΚΤ.
Τα ποσά αυτά, που εκτιμώνται στα €10,0 δισ. περίπου, θα μεταφερθούν στο λογαριασμό για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, συμβάλλοντας στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας στη δεκαετία του 2020.
Πέμπτον, σημαντική εξοικονόμηση πόρων θα προκύψει επίσης και από το ΠΔΕ στην περίοδο 2013-2022.
Φαίνεται ότι έχει ήδη αποφασισθεί ότι η Κοινοτική συγχρηματοδότηση των έργων που εντάσσονται στο ΕΣΠΑ θα συνεχίσει να ανέρχεται στο 95% και στα επόμενα έτη.
Επίσης, οι καθαρές εισπράξεις της χώρας από τον Προϋπολογισμό της ΕΕ-27 για το 2014-2020, που είχαν εκτιμηθεί σε €11,5 δισ. κατά τους υπολογισμούς για την βιωσιμότητα του χρέους, ενδέχεται τώρα να υπερβούν τα € 14 δις.
Γενικά, ο Υπ. Οικονομικών εκτιμά ότι η εξοικονόμηση πόρων από αυτή την πηγή μπορεί να οδηγήσει σε πρόσθετη μείωση του λόγου δημοσίου χρέους/ΑΕΠ κατά 2,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2020 και κατά 5,2 ποσοστιαίες μονάδες το 2022.
Τέλος, το Eurogroup αποφάσισε επίσης να συμπεριλάβει και σχέδιο μείωσης του ελληνικού χρέους μέσω της επαναγοράς ομολόγων του ελληνικού δημοσίου από τον ιδιωτικό τομέα σε τιμές όχι ανώτερες από εκείνες που διαμορφώθηκαν στην αγορά την 23η Νοεμβρίου 2012.
Με το εγχείρημα αυτό, το οποίο θα πρέπει να λάβει χώρα έως την 13η Δεκεμβρίου 2012, επιδιώκεται η μείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Μια μείωση του χρέους κατά περίπου €20 δισ. μπορεί πράγματι να επιτευχθεί εάν γίνει επαναγορά ομολόγων, σε τιμή ισοδύναμη με το 30% της ονομαστικής αξίας, ύψους περίπου €32 δισ. με την προσφορά ομολόγων EFSF αξίας €9,5 δισ. περίπου.
«Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι το πρώτο στάδιο σε μια εξελικτική διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία»
Η επιτυχής ολοκλήρωση της συναλλαγής για να παραχθεί η επιδιωκόμενη μείωση του χρέους είναι ουσιαστικό προαπαιτούμενο για την ομαλή και έγκαιρη εκταμίευση της χρηματοδοτικής βοήθειας.
Η εκταμίευση της χρηματοδοτικής βοήθειας ως ανωτέρω, επιταχύνει την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, χωρίς όμως, όπως έχει τονισθεί επανειλημμένως, να συνιστά per se πράξη τόνωσης της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, παρά μόνον εμμέσως.
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι το πρώτο στάδιο σε μια εξελικτική διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.
Αυτό είναι προϋπόθεση για την επανάκαμψη των καταθέσεων ύψους άνω των €80 δισ. που έχουν φύγει από το τραπεζικό σύστημα.
΄Ηδη, μετά τον Ιούνιο του 2012, έχει παρατηρηθεί μια εισροή καταθέσεων €5 δισ. περίπου, ενώ αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω τα υπόλοιπα καταθέσεων όπως ενισχύονται οι προοπτικές επαναφοράς του προγράμματος προσαρμογής σε πλήρη συμμόρφωση προς τα συμφωνηθέντα με την Τρόϊκα.
Έτσι η συνεπαγόμενη εκταμίευση της πρώτης δόσης της χρηματοδοτικής βοήθειας ύψους €34,4 δισ. εντός του Δεκεμβρίου θα συμβάλλει άμεσα στην τόνωση της ρευστότητας μόνο στο βαθμό που τα €10 δισ. που απομένουν αδιάθετα, μετά την ενίσχυση του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητος με €23,8 δισ. προς τον σκοπό ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, θα χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή μέρους των ληξιπροθέσμων οφειλών του δημοσίου προς επιχειρήσεις ύψους άνω των €8 δισ. και για την εξόφληση μέρους των εντόκων γραμματίων του δημοσίου (€7 δισ. λήγουν εντός του Δεκεμβρίου) στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών ύψους άνω των €18 δισ. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των τίτλων αυτών δεν είναι δεκτό για αναχρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα.
Αυτό σημαίνει ότι η εξόφλησή τους από το δημόσιο προς τις τράπεζες θα απελευθέρωνε άλλα ενέχυρα που χρησιμοποιούνται ως εγγυήσεις από τις τράπεζες για αναχρηματοδότηση έτσι ώστε οι πόροι αυτοί να στραφούν προς την χρηματοδότηση της τραπεζικής πελατείας.
Τέλος, πρέπει να τονισθεί για πολλοστή φορά ότι τα κεφάλαια των τραπεζών δεν προορίζονται για νέα δάνεια αλλά για την δημιουργία αποθεμάτων για την απορρόφηση τυχόν ζημιών στο μέλλον.
Τα δάνεια θα αυξάνονται μόνον στο βαθμό που θα επιστρέφουν οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα, που είναι και η έμπρακτη απόδειξη ότι ενισχύεται η ρευστότητα όπως αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη στην οικονομία.
«Οιαδήποτε παρεμβατική ανάμειξη στις πιστοδοτικές εργασίες των τραπεζών δημιουργεί συνθήκες διατάραξης της μακροχρόνιας σχέσης με τον πελάτη, με επιζήμιο αποτέλεσμα για τον πελάτη και την τράπεζα»
Η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εσωτερική διακυβέρνηση των τραπεζών καθώς αλλάζουν οι μετοχικές συνθέσεις.
Είτε οι τράπεζες κρατικοποιηθούν είτε όχι, το Μνημόνιο επιβάλλει τον διορισμό επιτρόπων, υπό την μορφή διεθνών ελεγκτικών ή συμβουλευτικών εταιριών, που θα επιφορτισθούν in situ με το έργο της επίβλεψης όσον αφορά την υλοποίηση των προγραμμάτων εξυγίανσης των τραπεζών με εφαρμογή των αρχών της χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης, και την διασφάλιση της χρήσης αποκλειστικά και μόνο ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στις επιχειρηματικές αποφάσεις των τραπεζών.
Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται η παρουσία των επιτρόπων ως παρατηρητών στην Εκτελεστική Επιτροπή και στις Επιτροπές Διαχείρισης Κινδύνων και Εσωτερικού Ελέγχου.
Ταυτόχρονα, το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητος καλείται να διατυπώσει ένα πλαίσιο συνεννόησης με τις τράπεζες ώστε να διασφαλισθεί ότι οι τράπεζες θα λειτουργούν ως επιχειρήσεις χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις.
Είναι γεγονός ότι οι τράπεζες λαμβάνουν πάντοτε υπόψη την μακροχρόνια σχέση με την χειμαζόμενη από την ύφεση πελατεία και επιλέγουν να διευκολύνουν τους δανειολήπτες, εκεί όπου υπάρχουν προοπτικές ανάκαμψης, με ρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις χρέους έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η μακροχρόνια βιωσιμότητα της πελατείας.
Έτσι, οιαδήποτε παρεμβατική ανάμειξη στις πιστοδοτικές εργασίες των τραπεζών δημιουργεί συνθήκες διατάραξης της σχέσης με τον πελάτη, με επιζήμιο αποτέλεσμα και για τον πελάτη και την τράπεζα.
«Το εύρος των καθηκόντων του επιτρόπου στην ελληνική περίπτωση είναι πρωτοφανές για χώρα-μέλος»
Αν και ο καθορισμός επιτρόπου είναι σύνηθες φαινόμενο που επιβάλλεται στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας για την μη νόθευση του ανταγωνισμού σε περιπτώσεις κρατικής στήριξης για την αναδιάρθρωση τραπεζικών ιδρυμάτων, το εύρος των καθηκόντων του επιτρόπου στην ελληνική περίπτωση είναι πρωτοφανές για χώρα-μέλος, όταν σε αντίστοιχες περιπτώσεις ισπανικών τραπεζών με τεράστια θέματα εταιρικής διακυβέρνησης στο παθητικό τους, το μόνο που απαιτείται είναι ο επίτροπος να έχει πρόσβαση στα οικονομικά στοιχεία και τα διευθυντικά στελέχη των τραπεζών.
Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς, λοιπόν, την αυστηρότητα των ρυθμίσεων αυτών, και ιδιαίτερα την αναγκαιότητα εφαρμογής τους σε ιδιωτικούς επιχειρηματικούς ομίλους.
Σημειώνεται, ειδικότερα, ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στάθηκε πάντοτε στο ύψος των περιστάσεων και δεν ενέδωσε στον εύκολο προσπορισμό κέρδους στα χρόνια των τοξικών ομολόγων, όπως συνέβη σε άλλες τράπεζες του εξωτερικού, οι οποίες κρατικοποιήθηκαν ακριβώς ως αποτέλεσμα της άφρονος συμπεριφοράς τους.
«Οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιούνται όχι επειδή έχασαν τα κεφάλαια τους επενδύοντας, με σαθρούς κανόνες σε επισφαλή προϊόντα, αλλά επειδή έκαναν ακριβώς το αντίθετο, εμπιστεύθηκαν δηλαδή τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου»
Κάτι που δεν συνέβη στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών που ανακεφαλαιοποιούνται όχι επειδή έχασαν τα κεφάλαια τους επενδύοντας, με σαθρούς κανόνες σε επισφαλή προϊόντα, αλλά επειδή έκαναν ακριβώς το αντίθετο, εμπιστεύθηκαν δηλαδή τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που, μέχρι πρόσφατα, ήταν κατά τεκμήριο μια ασφαλής επένδυση.
Και, όμως, ο εποπτικός κλοιός στον οποίο υποβάλλονται οι ελληνικές τράπεζες είναι αντιστρόφως ανάλογος της υψηλής ποιότητας εταιρικής διακυβέρνησης που έχουν επιδείξει στο παρελθόν και που συνεχίζουν να επιδεικνύουν σε ένα εξαιρετικά δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, σε σχέση με άλλες τράπεζες του εξωτερικού.
Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που όταν μιλούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αισθάνονται την ανάγκη να τονίσουν ότι δεν πρόκειται για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζιτών.
«Οι λεγόμενοι «τραπεζίτες» στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι χιλιάδες μικρομέτοχοι που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους από ανεξέλεγκτες κρατικές παρεμβάσεις, πράξεις και παραλείψεις της κρατικής εξουσίας και όχι των διοικήσεων των τραπεζών»
Οι λεγόμενοι «τραπεζίτες» στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι χιλιάδες μικρομέτοχοι που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους από πράξεις και παραλείψεις της κρατικής εξουσίας και όχι των διοικήσεων των τραπεζών.
Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η απαξίωση των κεφαλαίων προέκυψε κατά κύριο λόγο από το «κούρεμα» κατά 70% του ελληνικού δημοσίου χρέους που είχαν στην κατοχή τους και από άλλες ανεξέλεγκτες κρατικές παρεμβάσεις.
Σημειώνεται ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών (μεταξύ των οποίων εγχώρια και ξένα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και απλοί ιδιώτες) έχουν ήδη χάσει άνω του 90% της αξίας των κεφαλαίων που κατέβαλαν για την αγορά αυτών των μετοχών.
Έχουν ήδη καταστραφεί και οι αποταμιεύσεις χιλιάδων μικροομολογιούχων με το PSI.
Οι «τραπεζίτες» μικρομέτοχοι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να πεισθούν να συμβάλουν και πάλι στην αποκατάσταση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών, εάν δεν καταστεί εφικτή η μερική ανάκτηση των αποταμιεύσεών τους.
«Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιτελέσει τιτάνιο έργο τα τελευταία χρόνια για να περισώσουν ότι ήταν δυνατόν από την λαίλαπα της ύφεσης που είναι άμεσο αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να κάνει την διάκριση μεταξύ διακυβέρνησης και κυβέρνησης»
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιτελέσει τιτάνιο έργο τα τελευταία χρόνια για να περισώσουν ότι ήταν δυνατόν από την λαίλαπα της ύφεσης που είναι άμεσο αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να κάνει την διάκριση μεταξύ διακυβέρνησης και κυβέρνησης.
«Είναι αδιανόητο οι τράπεζες να θεωρούνται τα υποζύγια των αδυναμιών του κράτους να λειτουργήσει με την δέουσα αποτελεσματικότητα»
Υφιστάμεθα σήμερα τις συνέπειες της αδυναμίας της κρατικής εξουσίας να διαχειρισθεί την κρίση επιμένοντας στην αδιέξοδη πολιτική της περικοπής μισθών και συντάξεων, που είτε καθυστερεί είτε εμποδίζει την λήψη μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα, καθώς και συνεχούς υπερφορολόγησης των συνεπών φορολογουμένων, έτσι ώστε να χρηματοδοτείται η σπατάλη πόρων στον δημόσιο τομέα και τα προνόμια (περιλαμβανομένης της φοροδιαφυγής) των συντεχνιών στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Εν προκειμένω, είναι αδιανόητο οι τράπεζες να θεωρούνται τα υποζύγια των αδυναμιών του κράτους να λειτουργήσει με την δέουσα αποτελεσματικότητα.
Οι τράπεζες επιβαρύνονται σήμερα με δραστηριότητες τεράστιου κόστους, με το κράτος να αναζητά από τις τράπεζες τεκμήρια για τον μαζικό προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των πελατών, απλώς και μόνο επειδή δεν λειτουργεί με ευνομία ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός.
Οι ελληνικές τράπεζες διαχειρίσθηκαν με σύνεση τα τελευταία χρόνια τις σχέσεις τους με τους δανειολήπτες, κάνοντας χιλιάδες ρυθμίσεις και διευκολύνσεις, στηριζόμενες σε πόρους του Ευρωσυστήματος.
Έχοντας ήδη απολέσει το 1/3 των καταθέσεων τους, χωρίς να ευθύνονται οι ίδιες στο παραμικρό για την εξέλιξη αυτή, δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουν να λειτουργούν σε ένα περιβάλλον με το 1/3 των χορηγήσεών τους σε καθυστέρηση, και με την τάση να είναι αυξητική.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η κυβερνητική πολιτική πρέπει να επικεντρωθεί στην ανάκαμψη.
«Παντελώς εσφαλμένη η άποψη ότι η ανάκαμψη εμποδίζεται από τους τραπεζίτες και ότι εάν περιέλθουν οι τράπεζες σε κρατικά χέρια θα ανοίξουν οι κρουνοί της χρηματοδότησης (πράγματι, με τι λεφτά;)»
Είναι παντελώς εσφαλμένη η άποψη ότι η ανάκαμψη εμποδίζεται από τους τραπεζίτες και ότι εάν περιέλθουν οι τράπεζες σε κρατικά χέρια θα ανοίξουν οι κρουνοί της χρηματοδότησης (πράγματι, με τι λεφτά;).
Πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι η οικονομία κρέμεται από μια κλωστή και ότι εάν δεν αποκατασταθούν γρήγορα ομαλές συνθήκες άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας, η κρίση θα συνεχίσει να βαθαίνει με ανυπολόγιστες συνέπειες για όλους, και ιδίως τους οικονομικά πιο αδύναμους.»
Πηγή: Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.
www.mywaypress.gr