Ο θεμελιώδης μετασχηματισμός αποκτά ισχυρές βάσεις
To Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, που εκδόθηκε σήμερα, παραθέτει με κρυστάλλινη διαύγεια την αλήθεια των αριθμών και τεκμηριώνει αναλυτικά την πορεία του υγιούς δημιουργικού μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
Με την εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, και την χρηματοδότησή του από το ΔΝΤ και την Ζώνη του Ευρώ, συντελείται σήμερα ένας θεμελιώδης μετασχηματισμός της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας και του τρόπου δημιουργίας εισοδημάτων στην χώρα, στην βάση της αύξησης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της μείωσης του δανεισμού από το εξωτερικό.
Ήδη, τα εισοδήματα των συντελεστών παραγωγής στην εγχώρια οικονομία έχουν μειωθεί σημαντικά, τόσο λόγω της ταχείας μείωσης των καθαρών εισροών κεφαλαίων από το εξωτερικό όσο και λόγω της ύφεσης.
Επιπλέον, τα εισοδήματα αυτά θα μειωθούν ακόμη περισσότερο αν η συνεχιζόμενη μείωση της εισροής κεφαλαίων από το εξωτερικό δεν αντισταθμιστεί με ανάλογη αύξηση της εγχώριας- διεθνώς ανταγωνιστικής – παραγωγής, δηλαδή με αύξηση των εξαγωγών και υποκατάσταση των εισαγωγών της χώρας.
Ήδη, οι εγχώριοι παραγωγικοί συντελεστές μοιράζονται μόνο την πραγματική – διεθνώς ανταγωνιστική – αξία του προϊόντος που παράγουν καθώς τα εισοδήματά τους δεν αυξάνουν πια με δανεισμό της χώρας από το εξωτερικό, όπως συνέβαινε στην περίοδο πριν από το 2009.
Οι αλλαγές στις καθαρές εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό είναι εμφανείς στην κίνηση του Λογαριασμού Κεφαλαίων (ΛΚ) του Ισοζυγίου Εξωτερικών Πληρωμών.
Έως το 2009 η Ελλάδα απολάμβανε τις πλήρους εμπιστοσύνης των ξένων και των εγχώριων επενδυτών οι οποίοι συνέβαλαν στην καθαρή εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων στη χώρα, ύψους € 30,5 δις το 2008 και € 21,6 δις το 2009.
Τα κεφάλαια αυτά ήταν καθαρές εισροές κεφαλαίων στη χώρα, δηλαδή προκύπτουν μετά την αφαίρεση των πληρωμών χρεολυσίων ή των εκροών κεφαλαίων από ρευστοποιήσεις επενδύσεων ξένων κατοίκων στην Ελλάδα ή για επενδύσεις εγχώριων κατοίκων στο εξωτερικό.
Είναι κεφάλαια που αύξαναν την ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες και τα εισοδήματα στην εγχώρια οικονομία.
Κάλυπταν το μέρος των ελλειμμάτων του δημοσίου που δεν καλυπτόταν από δανεισμό από τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα.
Στο βαθμό που το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ήταν μεγαλύτερο από το πλεόνασμα του λογαριασμού κεφαλαίων συνεπαγόταν ότι ο εγχώριος ιδιωτικός τομέας ήταν πλεονασματικός και κάλυπτε ένα μέρος του ελλείμματος του δημόσιου τομέα.
Μετά την κρίση δημοσίου χρέους στην Ελλάδα, η κατάσταση άλλαξε ριζικά.
Οι καθαρές εισροές κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα αντιστράφηκαν απότομα και έγιναν καθαρές εκροές κεφαλαίων από την Ελλάδα, ύψους € 8,75 δις το 2010 και € 21,5 δις το 2011.
Αυτό σημαίνει ότι χωρίς το δανεισμό από το ΔΝΤ και τη Ζώνη του Ευρώ, αν η Ελλάδα προσπαθούσε να εξυπηρετήσει πλήρως τη ζήτηση για εκροές κεφαλαίων (δηλαδή τα χρέη της σε ξένους επενδυτές) το 2010 και το 2011, η εγχώρια αγοραστική δύναμη θα ήταν μειωμένη το 2011 κατά περίπου € 50 δις έναντι του 2009.
Η Ελλάδα προσέφυγε στο ΔΝΤ και στη ΖτΕ και εξασφάλισε δανεισμό από αυτές τις πηγές ύψους € 30 δις το 2010 και € 39,4 δις το 2011.
Με αυτό τον τρόπο διατήρησε πλεονασματικό το λογαριασμό κεφαλαίων του ισοζυγίου των εξωτερικών της πληρωμών, στα € 17,9 δις το 2011, έναντι € 21,2 δις το 2010, € 24,5 δις το 2009 και € 30,0 δις το 2008, και αυτό της έδωσε τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει μια σταδιακή και όχι απότομη μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης και, ταυτόχρονα, του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Παρόλα αυτά, το πλεόνασμα του λογαριασμού κεφαλαίων μειώνεται σημαντικά από έτος σε έτος (αντί της σημαντικής ετήσιας αύξησής του στην περίοδο 2001-2009) και το 2011 το πλεόνασμα αυτό (και, επομένως, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών) ήταν κατά € 12,05 δις χαμηλότερο από το 2008.
Επιπλέον, στην περίοδο 2008-2011 μειώθηκε σημαντικά και το εγχώριο ακαθάριστο προϊόν (ΑΕΠ).
Η μείωση του πλεονάσματος του λογαριασμού κεφαλαίων θα συνεχιστεί στα επόμενα έτη και, με τον τερματισμό του δανεισμού από τη ΖτΕ και από το ΔΝΤ, μετά το 2014 και τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων στη γενική κυβέρνηση ύψους 4,5% του ΑΕΠ μετά το 2013 (που θα καλύπτουν το κύριο μέρος των πληρωμών τόκων για την εξυπηρέτηση του σημαντικά μειωμένου δημοσίου χρέους), το πλεόνασμα του λογαριασμού κεφαλαίων θα ελαχιστοποιηθεί, ή/και μπορεί να μετατραπεί σε έλλειμμα (δηλαδή σε πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών).
Αυτό δεν θα είναι πρωτοφανές παγκοσμίως διότι υπάρχουν πολλές χώρες στον Κόσμο, όπως η Κίνα και οι άλλες χώρες της ΝΑ Ασίας και ακόμη και πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και η Ιαπωνία που διατηρούν συστηματικά ελλείμματα στο Λογαριασμό Κεφαλαίων τους (πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών τους) και με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των οικονομιών τους.
Το νέο πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας
Στο νέο αυτό πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας, η συνεπαγόμενη αυξημένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας θα συμβάλλει στην αύξηση της εγχώριας παραγωγής μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων (εγχώριων και ξένων) και της συνέχισης της δυναμικής αύξησης των εξαγωγών της χώρας και της υποκατάστασης των υψηλών εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Ειδικότερα, η αύξηση των επενδύσεων αναμένεται να προκύψει:
α) από την εκλογίκευση της λειτουργίας της εγχώριας αγοράς εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα και από την ενίσχυση των συνθηκών ανταγωνισμού στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, που ήταν ανύπαρκτος στην Ελλάδα λόγω των αναρίθμητων κλειστών επαγγελμάτων, και
β) από την εκλογίκευση της λειτουργίας του δημόσιου τομέα, ιδιαίτερα στους τομείς της κοινωνικής ασφάλισης, της υγείας, της παιδείας, της ενέργειας, των λιμένων και των αεροδρομίων της χώρας, της δημόσιας περιουσίας, της χωροταξίας και του περιβάλλοντος, της τοπικής αυτοδιοίκησης, κ.ά.
Ο βασικός μηχανισμός, καταλύτης προστιθέμενης αξίας
Επιπλέον, η εκλογίκευση του θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου της οικονομίας και η προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων στους τομείς που προαναφέρθηκαν και όχι μόνο σε αυτούς, αποτελεί τον βασικό μηχανισμό με τον οποίο θα διευκολυνθεί και θα ενισχυθεί η εισαγωγή νέων «καινοτομικών», τεχνολογικά προηγμένων και περισσότερο παραγωγικών μεθόδων παραγωγής, για την παραγωγή ανταγωνιστικών-υψηλότερης ποιότητας και τεχνολογικής στάθμης προϊόντων και για την ανταγωνιστική ενίσχυση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας στην παραγωγή προϊόντων στα οποία η Ελλάδα κατέχει πραγματικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Aποτέλεσμα ή αιτία;
Η ευρέως διαδεδομένη διαπίστωση περί της υποτιθέμενης αδυναμίας των ελληνικών επιχειρήσεων να προχωρήσουν σε «τεχνολογικές, καινοτομικές, παραγωγικές και ποιοτικές παρεμβάσεις στην παραγωγική τους διαδικασία», στο βαθμό που πράγματι ισχύει, είναι αποτέλεσμα και όχι αιτία της έως σήμερα μειωμένης διεθνούς ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγής για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
Οι εγχώριες και ξένες επιχειρήσεις δεν προχώρησαν στις αναγκαίες επενδύσεις στην Ελλάδα, με τις οποίες θα εισάγονταν οι νέες τεχνολογίες και καινοτομίες.
Το ισχύον κόστος και καθεστώς λειτουργίας της αγοράς εργασίας, το καθεστώς απουσίας ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και το τεράστιο κόστος λειτουργίας του δημόσιου τομέα, δεν επέτρεπαν διεθνώς ανταγωνιστική λειτουργία των σχετικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Ήταν πιο ανταγωνιστικό να πραγματοποιήσουν αυτές τις επενδύσεις σε κάποια άλλη χώρα παρά στην Ελλάδα και αυτό έκαναν.
Ισχυρές βάσεις, όχι εύθραυστη ανάπτυξη
Σε κάθε περίπτωση, για την Ελλάδα από εδώ και πέρα η ανάπτυξη της οικονομίας και η αύξηση των εισοδημάτων μπορεί να προκύψει μόνο από την αύξηση της διεθνώς ανταγωνιστικής εγχώριας παραγωγής, πράγμα που μπορεί να γίνει με υψηλότερους ρυθμούς και σε ισχυρότερες βάσεις από την εύθραυστη ανάπτυξη και πρόσκαιρη αύξηση των εισοδημάτων που επιτυγχανόταν στο παρελθόν μέσω ανεξέλεγκτου δανεισμού από το εξωτερικό.