Alpha Bank: Μετά τις μεγάλες προσαρμογές απαιτείται η έγκαιρη έξοδος της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση
•Έχει ήδη συντελεστεί η μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή σε παγκόσμιο επίπεδο έως σήμερα, με την μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος
•Δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για πλήρη απεξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από το σκληρό ναρκωτικό του αυξανόμενου δανεισμού από το εξωτερικό
•Η μόνη πραγματική ελπίδα της χώρας για ανάπτυξη στην σημερινή συγκυρία είναι οι ιδιωτικοποιήσεις
•Κατακόρυφη πτώση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων
•Εντυπωσιακή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων της χώρας
Το Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, περιέχει μια εξαιρετικά ρεαλιστική αποτίμηση των εξελίξεων αλλά και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας με αναλυτική αποτύπωση των βασικών μεγεθών της που θα καθορίσουν την πορεία της.
Η κυβέρνηση έχει αρχίσει να ανακτά την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Αυτό κατέστη δυνατό με:
α) την πλήρη εξειδίκευση των μέτρων περικοπής δαπανών ύψους € 11,5 δις που είχαν θεωρηθεί (από την Τρόικα) αναγκαία για την εκτέλεση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Προσαρμογής 2012-2014, ώστε να εξασφαλισθεί πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 4,5%. του ΑΕΠ,
β) καλύτερη του προβλεπομένου εκτέλεση του Π2012 στο 7μηνο.’12
γ) μεγάλη πρόοδο στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και στη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και
δ) σαφή προσανατολισμό και αποφασιστικότητα για επιτάχυνση της διαδικασίας ολοκλήρωσης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και εκτέλεσης του διευρυμένου προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Ειδικότερα, η κυβέρνηση λαμβάνει ήδη όλα τα αναγκαία μέτρα για την ομαλή υλοποίηση του Π2012, του οποίου η εκτέλεση είναι ήδη πολύ καλύτερη του προβλεπομένου στο 7μηνο του 2012, παρά το ότι η είσπραξη μεγάλου μέρους των κρατικών εσόδων θα πραγματοποιηθεί κυρίως στο τελευταίο 5μηνο του έτους.
Σχετικά σημειώνεται ότι από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων έχει ανακοινωθεί η πραγματοποίηση 9 αποστολών εκκαθαριστικών σημειωμάτων για 4,96 εκατ. δηλώσεις φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων (ΦΕΦΠ) από τις οποίες προκύπτει φορολογητέο εισόδημα € 86,86 δις και υποχρέωση πληρωμής πρόσθετου φόρου ύψους € 6,26 δις.
Συγκριτικά, από 13 αποστολές εκκαθαριστικών το 2011 για 5,45 εκατ. δηλώσεις, το φορολογητέο εισόδημα ανήλθε στα € 99,8 δις και η υποχρέωση πληρωμής πρόσθετου φόρου είχε προσδιοριστεί στα € 1,12 δις.
Από τα στοιχεία αυτά γίνεται φανερό ότι τα έσοδα από τον ΦΕΦΠ αναμένεται να είναι σημαντικά αυξημένα στο τελευταίο 5μηνο.’12, σε σύγκριση με το τελευταίο 5μηνο.’11.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η υστέρηση των καθαρών εσόδων του Τακτικού Προϋπολογισμού κατά € 2,24 δις που σημειώθηκε στο 7μηνο.’12, μπορεί να καλυφθεί πλήρως στο τελευταίο 5μηνο.’12, πολύ περισσότερο διότι προωθείται ήδη και η πληρωμή του ειδικού φόρου επί των ακινήτων μέσω της ΔΕΗ για το έτος 2012, αλλά και η αύξηση του φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης από τον Οκτ.’12.
Με αυτά τα δεδομένα, διαφαίνεται ήδη ότι η υλοποίηση του Π2012 θα είναι πράγματι καλύτερη από ότι έχει σχεδιαστεί και, αν εισπραχθούν και τα έσοδα του ΠΔΕ όπως έχει προγραμματιστεί, τότε είναι πράγματι εφικτή η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 0,5% του ΑΕΠ ήδη από το 2012.
Με το αποτέλεσμα αυτό, θα έχει ήδη συντελεστεί η μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή σε παγκόσμιο επίπεδο έως σήμερα, με την μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος κατά 10,7 π.μ. του ΑΕΠ από το 2009 μέχρι σήμερα, παρά την δραματική πτώση του ΑΕΠ της χώρας κατά -6,9% το 2011 και κατά -6,0% το 2012.
H Ελλάδα εκπληρώνει πλήρως όλες τις υποχρεώσεις της που προκύπτουν από το 1ο και το 2ο Μνημόνιο Οικονομικής Πολιτικής
Επιπλέον των ανωτέρω, η Ελλάδα έχει βελτιώσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της.
Έχει επιτύχει σημαντική πραγματική εσωτερική υποτίμηση με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, η οποία (σύμφωνα και με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) θα ανέλθει στο 23% στο τέλος του 2012, και στο 26% στο τέλος του 2013, έναντι του 4ου 3μήνου του 2009.
Η κατακόρυφη πτώση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων της χώρας, έχουν συμβάλλει στη μείωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας εκτός καυσίμων και πλοίων κατά -19,1% το 2010, κατά -20,0% το 2011 και κατά -29,5% στο 1ο 6μηνο του 2012.
Με βάση τις έως σήμερα εξελίξεις το έλλειμμα αυτό αναμένεται να διαμορφωθεί στα € 9,6 δις το 2012, έναντι € 19,81 δις το 2009 και έναντι € 27,2 δις το 2008.
Συμβολή στη μείωση αυτού του ελλείμματος είχε η εκτιμώμενη αύξηση των εξαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία στα € 14,2 δις το 2012, από € 13,3 δις το 2011 και € 11,33 δις το 2010.
Ωστόσο, πιο σημαντική ήταν η εκτιμώμενη πτώση των εισαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία στα € 23,7 δις το 2012, από € 31,3 δις το 2009 και 41,16 δις το 2008.
Επιπλέον, σημαντική είναι και η εκτιμώμενη αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών στα € 15,6 δις το 2012, από τα € 12,64 δις το 2009.
Συνολικά, αναμένεται πτώση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας στο 5,2% του ΑΕΠ το 2012, έναντι 8,55% του ΑΕΠ το 2011 και 10,28% του ΑΕΠ το 2009.
Η πτώση του ελλείμματος αυτού στο 1ο 6μηνο.’2012 ανέρχεται στο -52,3% σε ετήσια βάση.
Έτσι, λοιπόν, η Ελλάδα εκπληρώνει πλήρως όλες τις υποχρεώσεις της που προκύπτουν από το 1ο και το 2ο Μνημόνιο Οικονομικής Πολιτικής (1ο και 2ο ΜΟΠ).
Η Ελλάδα μέσα σε 2,5 έτη κατάφερε να μειώσει δραστικά τις μακροοικονομικές της ανισορροπίες, τόσο στο δημόσιο τομέα όσο και στο ισοζύγιο πληρωμών, και να αυξήσει ουσιαστικά την διεθνή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της.
Δημιουργήθηκαν έτσι οι συνθήκες για πλήρη απεξάρτηση της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα του ελληνικού δημοσίου από το σκληρό ναρκωτικό του συνεχώς αυξανόμενου δανεισμού από το εξωτερικό.
Ο δανεισμός από το εξωτερικό υπήρξε στην Ελλάδα η «εύκολη» (πολιτικά ανώδυνη) πηγή χρημάτων για τη χρηματοδότηση ανεξέλεγκτων παροχών στους πάντες, αντιοικονομικών και αντικοινωνικών καταστάσεων σπατάλης και διαφθοράς στο δημόσιο τομέα και αυξανόμενης φοροδιαφυγής στον ιδιωτικό τομέα.
Αυτή η πραγματικότητα οδηγεί σταδιακά σε σημαντική βελτίωση της θέσης της Ελλάδος διεθνώς.
Πόσες φορές και έως πότε ;
Το μεγάλο πλήθος των διεθνών εμπειρογνωμόνων ενημερώνεται τώρα σταδιακά για τις πραγματικές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Ως εκ τούτου, έπαψαν ξαφνικά να βρίσκουν εύκολα επιχειρήματα για διατύπωση αρνητικών σχολίων για τη χώρα μας.
Πόσες φορές, για παράδειγμα, μπορεί κανείς να επαναλαμβάνει την άποψη ότι μια χώρα μέλος της Ζώνης του Ευρώ δεν μπορεί να υποτιμήσει την πραγματική ισοτιμία του νομίσματός της, όταν η Ελλάδα έχει ήδη προβεί σε εσωτερική υποτίμηση κατά 23% μέσα σε 3-έτη.
Έως πότε μπορεί το οποιοδήποτε διεθνές μέσο ενημέρωσης να διατυμπανίζει καθημερινά ότι η Ελλάδα δεν έχει πραγματοποιήσει καμιά πρόοδο στον τομέα της δημοσιονομικής προσαρμογής, όταν η Ελλάδα έχει εξαλείψει ήδη το πρωτογενές έλλειμμα της ΓΚ.
Τελευταίως, υποστηρίζεται πλέον ότι «η Ελλάδα θα μείνει τελικά στο ευρώ, αλλά για πολιτικούς λόγους», καθώς πολλοί αναλυτές βρίσκονται σε αδυναμία να συγκεράσουν το καλό κλίμα που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται για την Ελλάδα με τις βαθειά ριζωμένες αλλά λανθασμένες απόψεις τους για την έλλειψη προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας.
Χαρακτηριστική, εν προκειμένω, είναι και η αναφορά του επικεφαλής του Eurogroup Jean-Claude Juncker στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, ότι οι Έλληνες έχουν κάνει μεγάλες θυσίες, κάτι που δεν γίνεται αντιληπτό από πολλούς ευρωπαίους πολιτικούς, οι οποίοι θα πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτικοί όταν ομιλούν για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να εγκαταλείψει το Ευρώ, καθώς τέτοιες απόψεις υπονομεύουν την προσπάθεια προσαρμογής.
Βέβαια, τα ανωτέρω επιτεύχθηκαν, σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτα, με βαρύ κόστος για την οικονομία και την κοινωνία, όπως προκύπτει από την μεγάλη πτώση του ΑΕΠ κατά -6,9% το 2011 και κατά -6,4% στο 1ο 6μηνο του 2012 και από τη διόγκωση της εγγεγραμμένης ανεργίας (στοιχεία ΟΑΕΔ) στις 794,9 χιλ. τον Ιούλ.’12, έναντι 699,7 χιλ. τον Ιούλ.’11 και 569,7 χιλ. τον Ιούλ.΄10.
Η μεγάλη πτώση της εγχώριας ζήτησης ήταν αναπόφευκτη, λόγω της αναγκαίας δραστικής μείωσης του δανεισμού της χώρας από το εξωτερικό μετά την μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Επιπλέον, η εγχώρια ζήτηση μειώνεται από την πτώση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας και του ΑΕΠ και λόγω του καταποντισμού της οικονομικής εμπιστοσύνης των εγχώριων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Η τελευταία, ωστόσο, προκλήθηκε όχι μόνο από τον δραστικό περιορισμό των εισοδημάτων και από την μεγάλη αύξηση της ανεργίας, αλλά και από λανθασμένες πολιτικές, αλλοπρόσαλλη διαχείριση προσδοκιών και υποτίμηση των προοπτικών της χώρας για έγκαιρη έξοδο από την κρίση, και, γενικά, από άλλους ανεξέλεγκτους παράγοντες που επιβάρυναν δυσανάλογα την Ελλάδα τα τελευταία έτη και διόγκωσαν σημαντικά το κόστος της δημοσιονομικής προσαρμογής και των απολύτως αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η πρόκληση της έγκαιρης ανάκαμψης της οικονομίας
Στο ανωτέρω νέο οικονομικό περιβάλλον, η ελληνική κυβέρνηση έχει πλέον να αντιμετωπίσει την πρόκληση της εξάλειψης των παραγόντων που έως σήμερα συμβάλλουν στη διατήρηση της βαθιάς ύφεσης στην Ελληνική οικονομία.
Μετά τις μεγάλες προσαρμογές που έχουν πραγματοποιηθεί έως σήμερα, εκείνο που απαιτείται τώρα είναι η έγκαιρη (από το 2013) έξοδος της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση.
Αυτό θα πρέπει να είναι η κύρια επιδίωξη της οικονομικής πολιτικής που θα πρέπει να εφαρμοστεί σε συνεννόηση της ελληνικής κυβέρνησης με την Τρόικα.
Ο περιορισμός του κόστους από τη λήψη επώδυνων μέτρων για την δημιουργία των απολύτως αναγκαίων πρωτογενών πλεονασμάτων μπορεί να γίνει με την πιο έγκαιρη ανάκαμψη της οικονομίας.
Η επιμήκυνση της περιόδου προσαρμογής θα έχει αρνητική επίπτωση στην ελληνική οικονομία, χωρίς την λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για περιορισμό της ύφεσης στην οικονομία στο 2ο 6μηνο.’12 και για πλήρη αποτροπή μιας νέας πτώσης του ΑΕΠ το 2013.
Όταν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού έρχεται αντιμέτωπο με μια παρατεταμένη περίοδο λιτότητας χωρίς σαφή προοπτική ανάκαμψης σε ένα όλο και πιο επιδεινούμενο οικονομικό περιβάλλον, όταν οι προοπτικές απασχόλησης για τους νέους είναι μηδαμινές, όταν οι μισθοί μειώνονται και η ανασφάλιστη εργασία γίνεται θεσμός, όταν ένας στους τέσσερεις είναι άνεργος, όταν οι μακροχρόνια άνεργοι χάνουν την ιατροφαρμακευτική τους κάλυψη, όταν οι συντάξεις περικόπτονται, και, όταν, εν γένει, αποσυντίθεται το πλαίσιο κοινωνικής οργάνωσης, αρχίζουν να εμφανίζονται μια σειρά από αποκλίνουσες συμπεριφορές, όπως η αθέτηση υποχρεώσεων πληρωμών (εφορία, τράπεζες, ΔΕΗ κτλ) και, βεβαίως, η έξαρση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς.
Ήδη, η φοροδιαφυγή έχει αρχίσει να εντείνεται επικίνδυνα και να αποκτά διαρθρωτικό χαρακτήρα και έντονα αντικοινωνική διάσταση.
Όταν οι φορολογούμενοι συνειδητοποιούν ότι οι προοπτικές μείωσης των ελλειμμάτων μέσω μείωσης των δαπανών δεν μπορούν να συνεχισθούν επί μακρόν και να αποκτήσουν μονιμότερο χαρακτήρα (υπάρχει κάποιο φυσικό όριο στην μείωση των συντάξεων, για παράδειγμα) και, συνεπώς, το κράτος θα στραφεί αργά ή γρήγορα σε μέτρα αύξησης του φορολογικού βάρους, αρχίζουν να φοροδιαφεύγουν όλο και περισσότερο σε μια προσπάθεια εξεύρεσης πόρων για την αντιμετώπιση των μελλοντικών αυξημένων τους υποχρεώσεων.
Προκύπτει, λοιπόν, επιτακτικά, η ανάγκη να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη.
Η ανάκαμψη της οικονομίας δεν μπορεί να προέλθει ούτε από την επιμήκυνση της περιόδου προσαρμογής ούτε από την χαλάρωση της προσπάθειας για την μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Η «εξασφάλιση» ευρωπαϊκών πόρων και εγγυήσεων για την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ή των μεγάλων έργων υποδομής ή του ΕΣΠΑ μπορεί να δράσει επιβοηθητικά.
Η μόνη πραγματική ελπίδα, όμως, της χώρας για ανάπτυξη στην σημερινή συγκυρία είναι οι ιδιωτικοποιήσεις.
Η έγκαιρη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει, βεβαίως, ότι το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας θα προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις και θα είναι επαρκώς εμπλουτισμένο με επενδυτικά χαρτοφυλάκια ικανά να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια σημαντικού ύψους.
Η κυβέρνηση πρέπει να πείσει ότι δεν τίθεται θέμα εξόδου της χώρας από το Ευρώ.
Και αυτό θα γίνει μόνο με την εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η κυβέρνηση πρέπει, επίσης, να πείσει ότι υπάρχει προοπτική ανάπτυξης.
Μόνον έτσι θα αρχίσει να αντιστρέφεται η δεινή κατάσταση στην οποία έχει εγκλωβιστεί ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που πλήττεται από την ανεργία και την μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Διαφορετικά, η οικονομία οδηγείται σε απρόβλεπτες ατραπούς.