CEP: η Ελλάδα συνεχίζει να μην διαθέτει πιστοληπτική ικανότητα

• Πέτερ Αλτμάγερ: η Ελλάδα θα παραμείνει υπό την επιτήρηση των δανειστών

• Να επεκτείνουν τη διενέργεια πλειστηριασμών σε όλη την Ελλάδα καλεί τις ελληνικές αρχές ο Μάριο Ντράγκι

 
•Eurostat: €313,5 δισ. το δημόσιο χρέος το γ’ τρίμηνο του 2017

 
Ως έμμεση απάντηση σε έρευνα που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα από το γερμανικό think tank CEP και την οποία παρουσίασε κατ’ αποκλειστικότητα η εφημερίδα Welt, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα συνεχίζει να μην διαθέτει πιστοληπτική ικανότητα, θεωρεί σε δημοσίευμα της η Deutsche Welle | τις δηλώσεις του υπηρεσιακού -προς το παρόν- υπουργού Πέτερ Άλτμαγερ ότι στην παρούσα φάση δεν βλέπει ένα τέταρτο πρόγραμμα.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης η Ελλάδα συνεχίζει να μην διαθέτει πιστοληπτική ικανότητα και «ως προς αυτό τα τρία πακέτα διάσωσης από το 2010 δεν επέφεραν καμία αλλαγή. Ως εκ τούτου η Ελλάδα δεν θα τα βγάλει πέρα χωρίς ένα τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης», εκτιμούν οι ειδικοί του CEP.

Το κεντρικό επιχείρημά τους στηρίζεται στον λεγόμενο δείκτη cepDefault, ο οποίος καταγράφει σε ετήσια βάση την εξέλιξη της πιστοληπτικής ικανότητας μιας οικονομίας συνολικά, δηλαδή του δημοσίου, των επιχειρήσεων αλλά και των καταναλωτών. Για το πρώτο εξάμηνο του 2017 το βαρόμετρο καταγράφει μια μείωση της τάξης του 6%, που συνιστά σημαντική επιδείνωση σε σχέση με το 2016. Ο δείκτης βρίσκεται μάλιστα στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2012.

Όπως εξηγεί η Welt, η κατακόρυφη αυτή πτώση του δείκτη για την Ελλάδα δεν οφείλεται σε μη υγιή δημοσιονομικά μεγέθη, αλλά στη σημαντική επιδείνωση της κατάστασης στην ιδιωτική οικονομία που αποδίδεται περισσότερο στην έλλειψη επενδύσεων.

 
Στην παρούσα φάση δεν βλέπω ένα τέταρτο πρόγραμμα
Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα διάσωσης μετά τη λήξη του τρέχοντος τρίτου μνημονίου εκτίμησε ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Πέτερ Άλτμαγερ. «Στην παρούσα φάση δεν βλέπω ένα τέταρτο πρόγραμμα. Εξάλλου αυτό δεν συζητείται και πουθενά», δήλωσε ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός χθες στις Βρυξέλλες.

Ο υπηρεσιακός γερμανός υπουργός Οικονομικών εκτίμησε παράλληλα, ότι πιθανότατα η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί το σύνολο των 86 δισεκατομμυρίων ευρώ που προβλέπει το τρίτο πρόγραμμα στήριξης. «Πιστεύω ότι έχουμε καλές πιθανότητες να ολοκληρώσουμε το πρόγραμμα χωρίς να πρέπει να εκταμιεύσουμε όλα τα κεφάλαια». Και αυτό είναι μια επιτυχία, επισήμανε ο Π. Άλτμαγερ, παραπέμποντας στη θετική οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας μετά από πολλά χρόνια επώδυνων μεταρρυθμίσεων που επέφεραν μάλιστα προσφάτως και μείωση του χρέους. Με 180% επί του ΑΕΠ το χρέος παραμένει βέβαια σε πολύ υψηλά επίπεδα.

 
Θα διαδεχθεί τον Β. Σόιμπλε;
Σύμφωνα με τον Πέτερ Αλτμάγερ, η Ελλάδα θα παραμείνει υπό την επιτήρηση των δανειστών και μετά την προβλεπόμενη για το ερχόμενο καλοκαίρι λήξη του τρέχοντος προγράμματος. Είναι «και προς το δικό μας συμφέρον […], να διασφαλιστεί στην Ελλάδα η δημοσιονομική πειθαρχία και μετά τη λήξη του προγράμματος, να συνεχίσουν να υλοποιούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να μην διακυβευθούν όσα θετικά έχουν επιτευχθεί». Σημειώνεται βέβαια ότι και άλλες χώρες που επλήγησαν από την κρίση, όπως η Κύπρος και η Πορτογαλία, υπήχθησαν σε καθεστώς επιτήρησης.

Ο 60χρονος πολιτικός, ο οποίος στην τελευταία συγκυβέρνηση των δυο μεγάλων κομμάτων διετέλεσε επικεφαλής της καγκελαρίας, θεωρείται ένας από τους στενότερους και πιο έμπιστους συνεργάτες της Άγκελα Μέρκελ. Οι χθεσινές του δηλώσεις από τις Βρυξέλλες απηχούν αναμφίβολα απολύτως τις απόψεις και θέσεις της καγκελαρίου για την Ελλάδα. Ο Πέτερ Άλτμαγερ αναμένεται να αναλάβει σημαντικό πόστο και στη νέα κυβέρνηση της Αγκελα Μέρκελ, σε περίπτωση βεβαίως που ευδοκιμήσουν οι διαπραγματεύσεις με τους Σοσιαλδημοκράτες. Αν μάλιστα η CDU κρατήσει το υπουργείο Οικονομικών και δεν το παραδώσει στο SPD -παρότι οι τελευταίοι το έχουν αξιώσει ήδη- δεν αποκλείεται ο Π. Άλτμάγερ να διαδεχθεί και επίσημα τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

 
Να επεκτείνουν τη διενέργεια πλειστηριασμών σε όλη την Ελλάδα καλεί τις ελληνικές αρχές ο Μάριο Ντράγκι

Να επεκτείνουν τη διενέργεια πλειστηριασμών σε όλη την Ελλάδα καλεί τις ελληνικές αρχές ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι σε απαντητική επιστολή του προς τον ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας Νίκο Χουντή.

Αν και ο κεντρικός τραπεζίτης χαρακτηρίζει ευπρόσδεκτη την πρόοδο που έχει σημειωθεί από τις ελληνικές Αρχές τις τελευταίες εβδομάδες για τη θέσπιση ενός νέου συστήματος ηλεκτρονικών πλειστηριασμών εντούτοις σημειώνει ότι χρειάζονται «περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης γεωγραφική κάλυψη της Ελλάδας».

Παράλληλα, τονίζει ότι η διενέργεια πλειστηριασμών αναμένεται να δημιουργήσει τα κατάλληλα κίνητρα για τους δανειολήπτες και τους δανειστές, προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία αναδιάρθρωσης δανείων.

Ο Ντράγκι σημειώνει ότι ένα αποτελεσματικό σύστημα πλειστηριασμών αποτελεί σημαντικό μέρος του έργου για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών, «παρόλο που σύμφωνα με τις προβολές των τραπεζών η ανάκτηση κυριότητας ή η ρευστοποίηση εξασφαλίσεων δεν αποτελούν βασικό παράγοντα μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων».

Ολόκληρη η απαντητική επιστολή του Μάριο Ντράγκι στον Νίκο Χουντή

«Αξιότιμο μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κύριε Χουντή,

Σας ευχαριστώ για την επιστολή σας, την οποία μου διαβίβασε ο κ. Roberto Gualtieri, Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, μαζί με συνοδευτική επιστολή στις 27 Νοεμβρίου 2017.

Με την πάροδο του χρόνου, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο προς τη βελτίωση της διακυβέρνησης των τραπεζών της. Εν προκειμένω, η εφαρμογή του νόμου περί ιδρύσεως Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στη συγκρότηση των συμβουλίων των τραπεζών συμβάλλει με καθοριστικό τρόπο στην επίτευξη των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και στην εφαρμογή συνετών κριτηρίων χορήγησης δανείων.

Ωστόσο, παρά τις βελτιώσεις που σημειώθηκαν στον ελληνικό τραπεζικό τομέα το τελευταίο έτος, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να παρουσιάζουν ένα πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία ανέρχονταν σε περίπου 45% των συνολικών τους ανοιγμάτων τον Ιούνιο του 2017. Πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα επίπεδα σε όλες τις χώρες της τραπεζικής ένωσης. Όπως έχει επισημάνει επανειλημμένως η ΕΚΤ, έχει καίρια σημασία για την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας και τη μελλοντική κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών να σημειωθεί ταχεία πρόοδος προς τη διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, σύμφωνα με τους στόχους που γνωστοποιήθηκαν από τις τράπεζες στην Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ.

Οι ελληνικές τράπεζες ανέπτυξαν στρατηγικές με σκοπό τη μείωση των επιπέδων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους έως τα τέλη του 2019, με βάση διάφορα διαθέσιμα εργαλεία, όπως μεταξύ άλλων η αναδιάρθρωση χρέους, οι πωλήσεις δανείων, οι διαγραφές και οι ρευστοποιήσεις. Ένα αποτελεσματικό σύστημα πλειστηριασμών αποτελεί σημαντικό κομμάτι των εργασιών προς τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, παρόλο που σύμφωνα με τις προβολές των τραπεζών η ανάκτηση κυριότητας ή η ρευστοποίηση εξασφαλίσεων δεν αποτελούν βασικό παράγοντα μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Η διενέργεια πλειστηριασμών αναμένεται να δημιουργήσει τα κατάλληλα κίνητρα για τους δανειολήπτες και τους δανειστές προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία αναδιάρθρωσης δανείων. Καθώς τα τελευταία χρόνια σημειώνονταν συχνά διακοπές ή ακυρώσεις πλειστηριασμών, οι ελληνικές αρχές έλαβαν μέτρα προκειμένου να θεσπίσουν ένα νέο σύστημα ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και να διασφαλίσουν την απρόσκοπτη διενέργεια τόσο των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών όσο και των παραδοσιακών πλειστηριασμών στα δικαστήρια. Η πρόοδος που έχουν σημειώσει οι αρχές τις τελευταίες εβδομάδες είναι ευπρόσδεκτη. Απαιτούνται ωστόσο περαιτέρω προσπάθειες προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης γεωγραφική κάλυψη της Ελλάδας.

Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της κοινωνικής προστασίας, θα ήθελα να αναφέρω ότι το επίπεδο προστασίας των ιδιωτών δανειοληπτών που εφαρμόζεται στην Ελλάδα σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο και ιδίως τον νόμο περί αφερεγγυότητας των νοικοκυριών (Ν.3869/2010) αποβλέπει στο να καθησυχάσει τις ανησυχίες για την προστασία των ευάλωτων ελληνικών οικογενειών που αδυνατούν να αποπληρώσουν τα ενυπόθηκα δάνειά τους.

Ταυτόχρονα, η εφαρμογή του νόμου περί αφερεγγυότητας των νοικοκυριών έχει προκαλέσει σημαντικές ανεπάρκειες στην πράξη. Αυτό αντιβαίνει στον στόχο της ταχείας διευθέτησης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, για παράδειγμα, με τη μη επαρκή αποτροπή των στρατηγικών κακοπληρωτών από την υποβολή αίτησης υπαγωγής τους σε προστασία ή με τον προγραμματισμό ακροαματικών διαδικασιών στο απώτερο μέλλον εξαιτίας του μεγάλου αριθμού αιτήσεων που έχουν κατακλύσει το ελληνικό δικαστικό σύστημα.

Οι ελληνικές αρχές ανέλαβαν επομένως τη δέσμευση να αντιμετωπίσουν αυτές τις ανεπάρκειες στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας».

 
Eurostat: €313,5 δισ. το δημόσιο χρέος το γ’ τρίμηνο του 2017

Στο 177,4% του ΑΕΠ ανήλθε το δημόσιο χρέος της Ελλάδας το τρίτο τρίμηνο του 2017, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε σήμερα η Eurostat.

Σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2017, το ελληνικό χρέος αυξήθηκε κατά 1,3%, ενώ σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2016, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,5%.

Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι επί του 177,4% του ΑΕΠ, το 143,5% είναι δάνεια.

Σε απόλυτους αριθμούς, το ελληνικό χρέος αυξήθηκε στα 313,5 δισ. ευρώ, από 309,1 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2017 και από 311,3 το τρίτο τρίμηνο του 2016.

Συνολικά για την Ευρωζώνη, στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2017, ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 88,1%, έναντι 89,0% στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2017. Στην ΕΕ των 28, το χρέος μειώθηκε από 83,3% σε 82,5%. Σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2016, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε, επίσης, τόσο στην Ευρωζώνη (από 89,7% σε 88,1%) όσο και στην ΕΕ των 28 (από 82,9% σε 82,5%).

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το τρίτο τρίμηνο του 2017 η Ελλάδα είχε το υψηλότερο χρέος στην ΕΕ και ακολούθησαν η Ιταλία με 134,1% του ΑΕΠ και η Πορτογαλία με 130,8%, ενώ το χαμηλότερο χρέος είχαν η Εσθονία με 8,9%, το Λουξεμβούργο με 23,4% και η Βουλγαρία με 25,6%. Η μεγαλύτερη αύξηση στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2017 παρατηρήθηκε στην Ελλάδα (+1,3%) και στο Βέλγιο (+0,9%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στην Τσεχία (-4,3%) και στην Κύπρο (-2,9%).

Σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2016, η μεγαλύτερη αύξηση στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ σημειώθηκε στην Ιταλία (+2%), στο Λουξεμβούργο (+1,7%) και στη Γαλλία (+1%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στην Κύπρο (-7,4%), στην Ολλανδία (-4,5%), στη Μάλτα (-4,4%) και στη Γερμανία (-4,1%).

Τελευταία ενημέρωση 15:51

Σχετικά Άρθρα