
Eurobank: Δομικά χαρακτηριστικά του τομέα της Μεταποίησης, Ελλάδα vs Ευρωζώνη
Η ελληνική μεταποίηση παρουσιάζει υστέρηση σε κεφαλαιουχικά αγαθά με ενσωματωμένη υψηλή τεχνολογική πρόοδο υπογραμμίζει ανάλυση της Eurobank
Σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής κινήθηκε ανοδικά σε ετήσια βάση για 17ο συνεχή μήνα τον Αύγουστο 2017. Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια μεταβολή του εν λόγω δείκτη διαμορφώθηκε στο 5,7%, ενισχυμένη σε σύγκριση με τον Ιούλιο 2017 κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ). Σε όρους μηνιαίας μεταβολής, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής κατέγραψε αύξηση 3,1% τον Αύγουστο 2017 από 0,0% τον προηγούμενο μήνα. Επιπρόσθετα, για το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2017, η μέση ετήσια μεταβολή ήταν θετική στο 5,6% από 2,4% το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι.
Βάσει αυτών των στοιχείων, το τρέχον έτος, ήτοι 2017, αναμένεται να αποτελέσει το 3ο στη σειρά με θετικό και ταυτόχρονα ενισχυμένο ρυθμό μεταβολής για τον δείκτη βιομηχανικής παραγωγής. Ο αντίστοιχος ρυθμός το 2016 ήταν 2,5% και το 2015 1,0%. Είχαν προηγηθεί 7 συναπτά έτη, ήτοι 2008-2014 καθοδικής πορείας (μέση ετήσια μεταβολή -4,5%).
Στους 4 βασικούς τομείς που συνθέτουν το σύνολο του βιομηχανικού κλάδου, οι ετήσιες και οι μηνιαίες μεταβολές των αντιστοίχων δεικτών παραγωγής είχαν ως εξής τον Αύγουστο 2017: στον τομέα του ηλεκτρισμού καταγράφηκε η υψηλότερη ετήσια (15,0%) και μηνιαία αύξηση (7,8%) και ακολούθησαν οι τομείς των ορυχείων – λατομείων (6,6 YoY% και 4,0 MoM%) και των μεταποιητικών βιομηχανιών (3,1 YoY% και 1,5 MoM%). Στον τομέα παροχής νερού σημειώθηκε ετήσια συρρίκνωση -4,2% και μηνιαία αύξηση 0,7%. Ως γνωστόν, οι επί μέρους τομείς του κλάδου της βιομηχανίας δεν έχουν τον ίδιο συντελεστή στάθμισης (βαρύτητα) στις μεταβολές του συγκεντρωτικού δείκτη. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας ο τομέας των μεταποιητικών βιομηχανιών έχει τη μερίδα του λέοντος επί του συνόλου της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του βιομηχανικού κλάδου με 71,3% (στοιχεία 2015, τρέχουσες τιμές). Το αντίστοιχο μέγεθος για την οικονομία της Ευρωζώνης είναι 83,5% (στοιχεία 2014). Ακολουθούν οι τομείς του ηλεκτρισμού, της παροχής νερού και των ορυχείων και λατομείων με συνεισφορά της τάξης του 14,1% (9,6% για την Ευρωζώνη), 10,7% (4,8%) και 4,0% (2,2%) αντίστοιχα.
Σε ποιες κατηγορίες προϊόντων επικεντρώνεται η παραγωγή (ακαθάριστη προστιθέμενη αξία) του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα; Σε ποιους υποτομείς παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις σε σύγκριση με το σύνολο της Ευρωζώνης;
Για να απαντήσουμε στα προαναφερθέντα ερωτήματα παρουσιάζουμε τα σχετικά στοιχεία στον Πίνακα 1. Σημειώνουμε ότι τα στοιχεία για την ελληνική οικονομία αναφέρονται στο έτος 2015 και για την Ευρωζώνη στο έτος 2014. Επιπρόσθετα, τα σχετικά στοιχεία παρατίθενται σε ονομαστικούς (Ν, nominal) και σε πραγματικούς (R, real) όρους. Παρατηρούμε τα εξής:
1ον στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, έξι κατηγορίες προϊόντων – επί συνόλου δεκαεννέα – συγκεντρώνουν το 73,5% του συνόλου της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του μεταποιητικού τομέα (στατιστική ταξινόμηση οικονομικών δραστηριοτήτων Nace Rev.2). Ο υποτομέας των τροφίμων, ποτών και καπνού έχει το υψηλότερο μερίδιο με 36,0% και ακολουθούν τα βασικά μέταλλα (11,3%), η κατασκευή μεταλλικών προϊόντων (8,9%), τα χημικά προϊόντα (7,0%) και η επισκευή και εγκατάσταση μηχανημάτων και εξοπλισμού (5,2%).
2ον οι αντίστοιχες έξι κατηγορίες με τα χαμηλότερα μερίδια είναι: ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ηλεκτρονικά και οπτικά προϊόντα (1,8%), εκτυπώσεις και αναπαραγωγή προεγγεγραμμένων μέσων (1,3%), χαρτί και προϊόντα από χαρτί (1,2%), λοιπός εξοπλισμός μεταφορών (0,9%), ξύλο και φελλός (0,5%) και μηχανοκίνητα οχήματα, ρυμουλκούμενα και ημιρυμουλκούμενα (0,5%).
3ον κατά τη διάρκεια των 20 τελευταίων ετών (1995-2015) τα μερίδια πολλών κατηγοριών προϊόντων του τομέα της ελληνικής μεταποίησης παρουσίασαν σημαντικές μεταβολές (μεγέθυνση ή συρρίκνωση). Για παράδειγμα το μερίδιο του υποτομέα των τροφίμων, ποτών και καπνού ενισχύθηκε από το 21,4% το 2006 στο 36,0% το 2015. Το μερίδιο των κλωστοϋφαντουργικών υλών, ειδών ένδυσης και δερμάτων – ειδών υπόδησης συρρικνώθηκε από το 15,2% το 1999 στο 3,6% το 2015. Το μερίδιο των εκτυπώσεων και αναπαραγωγής προεγγεγραμμένων μέσων μειώθηκε από το 6,9% το 2007 στο 1,3% το 2015. Η συνεισφορά της κατηγορίας των παραγώγων πετρελαίου και άνθρακα παρουσίασε απότομη πτώση από το 11,9% το 2011 στο 1,8% το 2015 (2,4% το 2003). Στα χημικά προϊόντα καταγράφηκε ενίσχυση από το 3,4% το 2009 στο 7,0% το 2015. Το μερίδιο της κατηγορίας των βασικών μετάλλων αυξήθηκε από το 5,3% το 2010 στο 11,3% το 2015. Τέλος, στον υποτομέα της επισκευής και εγκατάστασης μηχανημάτων και εξοπλισμού καταγράφηκε αύξηση από το 2,1% το 2009 στο 7,3% το 2012. Στη συνέχεια συρρικνώθηκε στο 5,2% το 2015.
4ον δύναται να υποστηριχτεί ότι οι πιθανοί ερμηνευτικοί παράγοντες των προαναφερθέντων μεταβολών είναι οι εξής:1 η ενίσχυση του ανταγωνισμού από χώρες της Ασίας (βλέπε τομέα κλωστοϋφαντουργικών υλών, ειδών ένδυσης και δερμάτων – ειδών υπόδησης), ο βαθμός εξωστρέφειας των επί μέρους υποτομέων της ελληνικής μεταποίησης κυρίως κατά τη διάρκεια της μεγάλης ύφεσης (2007-2013) και οι εξελίξεις σε τεχνολογικό επίπεδο κ.α. Επιπρόσθετα, κάποιες από τις παραπάνω μεταβολές εξηγούνται από την ενεργοποίηση συγκεκριμένων κίνητρων που προκάλεσε η ελληνική κρίση στα εγχώρια νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Εν παραδείγματι, η αύξηση του μεριδίου των επισκευών και εγκατάστασης μηχανημάτων και εξοπλισμού είναι πολύ πιθανόν να οφείλεται στην επιλογή πολλών επιχειρήσεων και νοικοκυριών στο να επισκευάζουν και όχι να αντικαθιστούν με νέες επενδύσεις (έλλειψη χρηματοδότησης, υψηλό χρέος, υψηλό κόστος κεφαλαίου και αβεβαιότητα) τον κεφαλαιουχικό τους εξοπλισμό.
5ον οι μεγαλύτερες αποκλίσεις ανάμεσα στην ελληνική οικονομία και την Ευρωζώνη παρουσιάζονται στις κατηγορίες προϊόντων που ακολουθούν: τρόφιμα, ποτά και καπνός (Ελλάδα 36,0% – Ευρωζώνη 13,0%), βασικά μέταλλα (Ελλάδα 11,3% – Ευρωζώνη 3,7%), μηχανήματα και είδη εξοπλισμού (Ελλάδα 3,4% – Ευρωζώνη 12,3%), ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ηλεκτρονικά και οπτικά προϊόντα (Ελλάδα 1,8% – Ευρωζώνη 5,0%) και μηχανοκίνητα οχήματα, ρυμουλκούμενα και ημιρυμουλκούμενα (Ελλάδα 0,5% – Ευρωζώνη 11,0%). Εξάγεται το συμπέρασμα ότι η ελληνική μεταποίηση παρουσιάζει υστέρηση σε σύγκριση με την Ευρωζώνη σε κατηγορίες κεφαλαιουχικών αγαθών με ενσωματωμένη υψηλή τεχνολογική πρόοδο.