IΟΒΕ: Έντονη επιδείνωση των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας

Την επιδείνωση των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες, την υποχώρηση του ποσοστού των νοικοκυριών που είναι αβέβαια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους και την έντονη επιδείνωση στις προβλέψεις για την ανεργία καταγράφει το σημερινό  Μηνιαίο Δελτίο Ερευνών Οικονομικής Συγκυρίας «Ιούλιος 2021» του ΙΟΒΕ. Αναλυτικά:

 
Υποχώρηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, κυρίως λόγω επιδείνωσης των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας

Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε ήπια τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις –32,9 (από –25,6) μονάδες, επίπεδο ήπια υψηλότερο εκείνου πριν ένα χρόνο (-34,7 μονάδες)1. Όπως συμβαίνει από το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2020, η τάση του δείκτη τον Ιούλιο θεωρείται πως σχετίζεται κυρίως με τις εξελίξεις στο θέμα της πανδημίας. Συγκεκριμένα, η έντονη εξάπλωση της νέας μετάλλαξης του ιού, με σημαντικό αντίκτυπο στα επιδημιολογικά δεδομένα, ο οποίος όμως είναι ηπιότερος σε κάποιους σχετικούς δείκτες έναντι παλαιότερων εξάρσεων, αποτέλεσε την κύρια αιτία επιδείνωσης των προσδοκιών των νοικοκυριών. Τα πρώτα, έστω πρόσκαιρα, περιοριστικά μέτρα τοπικού χαρακτήρα εντός της νέας έξαρσης τον Ιούλιο, σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο παρόμοιων ή και ισχυρότερων παρεμβάσεων σε άλλες περιοχές, την πιο καθοριστική περίοδο για τον τουρισμό, ενίσχυσαν την ανησυχία για τις επιπτώσεις της νέας μετάλλαξης. Συνεπώς, η δυναμική της πανδημίας την τρέχουσα περίοδο και τους επόμενους μήνες είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την πορεία της οικονομίας συνολικά το 2021 και ακολούθως για τις προσδοκίες των νοικοκυριών. Ευρύτερα, προκύπτει πως η διαδικασία εξόδου από την υγειονομική κρίση δεν είναι προδιαγεγραμμένη, παρά την κλιμάκωση των μέτρων προστασίας, ιδίως του εμβολιασμού, και απαιτείται συνεχής εγρήγορση. Μετά από την υποχώρηση του δείκτη τον Ιούλιο, οι Έλληνες καταναλωτές διατηρούνται στην πρώτη θέση στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην ΕΕ, με τη Κύπρο (-22,8) να έπεται. Ακολουθούν η Σλοβενία και η Σλοβακία, με –19,1 και -17,7 μονάδες αντίστοιχα, ενώ στην πέμπτη θέση βρίσκονται οι καταναλωτές της Βουλγαρίας με –17,6 μονάδες. Στις χαμηλότερες θέσεις αυτής της κατάταξης βρέθηκαν εκ νέου η Σουηδία (+7,9) και η Δανία (+6,2), με τις θετικές τιμές των δεικτών τους να συνεπάγονται μικρή αισιοδοξία από τους καταναλωτές των συγκεκριμένων χωρών. Για τέταρτο συνεχόμενο μήνα και σε άλλες χώρες ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ήταν θετικός. Συγκεκριμένα, στην Μάλτα (+3,8), στη Φιλανδία (+3,3), στο Λουξεμβούργο (2,8), στο Βέλγιο (1,9) και στην Ιρλανδία (+1,9). Ευρύτερα, ανοδική τάση εμφάνισαν τον Ιούλιο 6 χώρες. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -5,6 μονάδες στην ΕΕ και στις -4,4 μονάδες στην Ευρωζώνη. Αναλυτικά:

 
Επιδείνωση των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες

Οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες επιδεινώθηκαν τον Ιούλιο, με το σχετικό ισοζύγιο να διαμορφώνεται στις -32,6 (από -28,2) μονάδες. Το 44% των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 3% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -6,9 και -7,9 μονάδες αντίστοιχα.

 
Σημαντική επιδείνωση προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους προσεχείς 12 μήνες εξασθένησαν σημαντικά τον Ιούλιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -23,1 (από -16,3) μονάδες. Το 35% (από 30%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 8% (από 10%) προβλέπει μικρή βελτίωση. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +0,1 και +0,9 μονάδες αντίστοιχα.

 
Έντονη επιδείνωση των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας

Ο δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε ισχυρή επιδείνωση τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις -44,2 (από -28,1) μονάδες. Το 59% των καταναλωτών (από 50%) προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 18% το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -5,6 και +0,6 μονάδες αντίστοιχα.

 
Ήπια υποχώρηση της πρόθεσης για μείζονες αγορές

Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) υποχώρησε ελαφρά, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -31,8 (από -29,6) μονάδες. Το 39% των καταναλωτών (από 37%) προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 5% (απο 8%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -10,2 μονάδες στην ΕΕ και στις -11,3 μονάδες στην Ευρωζώνη.

 
Οριακή εξασθένιση της πρόθεσης για αποταμίευση

Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε ελαφρώς τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις –58,4 μονάδες (από -57,6). Το 80% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 18% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις +7,8 μονάδες στην ΕΕ και στις +7,0 μονάδες στην Ευρωζώνη

 
Έντονη επιδείνωση στις προβλέψεις για την ανεργία

Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκε αισθητά τον Ιούλιο, στις +42,3 μονάδες, από +29,0 τον Ιούνιο. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας ενισχύθηκε στο 63% (από 51%) με το 15% (από 23%)των ερωτηθέντων να αναμένει ελαφρά μείωσή της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +14,7 και +14,1 μονάδες.

 
Υποχώρηση των αρνητικών προβλέψεων για τις τιμές

Ο αρνητικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες παρουσίασε εξασθένιση τον Ιούλιο, στις -3,4 μονάδες, έναντι -6,5 μονάδων τον Ιούλιο. Το 35% των νοικοκυριών προβλέπει άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 49% αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +31,4 και +30,0 μονάδες αντίστοιχα.

 
Οριακή ενίσχυση του ποσοστού που «μόλις τα βγάζει πέρα»

Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» ενισχύθηκε οριακά, στο 63% (από 62%), ενώ στο 6% διατηρήθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 23% (από 26%) του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» ήταν 7%.

 
Υποχώρηση του ποσοστού των νοικοκυριών που είναι αβέβαια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους

Στην έρευνα έχει εισαχθεί πλέον μία νέα ερώτηση η οποία προσπαθεί να αξιολογήσει το βαθμό αβεβαιότητας που επικρατεί στα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, ζητά από τα νοικοκυριά να αξιολογήσουν κατά πόσο η μελλοντική οικονομική κατάστασή τους μπορεί να προβλεφθεί εύκολα ή δύσκολα. Τον Ιούλιο, το 44,0% έκρινε η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα που βρισκόταν στο 47,0%.

Τον Ιούλιο, στην έρευνα καταναλωτών εξετάζονται τρία πρόσθετα ζητήματα σε τριμηνιαία βάση, τα οποία εξειδικεύουν περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Αναλυτικά:

Αμετάβλητη παρέμεινε τον Ιούλιο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -89,3 (από -89,4 τον Απρίλιο) μονάδες. Αυτή η επίδοση παραμένει αισθητά δυσμενέστερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώθηκαν στις -62,7 (από -65,8) και στις -65,1 (από -68,3) μονάδες, στην ΕΕ και την Ευρωζώνη αντίστοιχα. Το 94,4% (από 95,1%) των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο εντός του προσεχούς 12μήνου.

 Μικρή επιδείνωση σημειώθηκε τον Ιούλιο σε σχέση με τον Απρίλιο στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -95,8 (από -93,9) μονάδες, ισοζύγιο επίσης χειρότερο από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώθηκαν στην ΕΕ στις -76,8 (από – 77,4) και στην Ευρωζώνη στις -78,7 (από -78,9) μονάδες. Μόλις το 1,8% (από 2,7%) των νοικοκυριών εγχωρίως δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο.

 Επιδείνωση καταγράφηκε στο δείκτη της πρόθεσης πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση/ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, ο οποίος διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στις -77,2 (από -69,6) μονάδες. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες έφτασαν τις -42,5 (από –43,4) στην ΕΕ και τις -44,8 (από -45,2) μονάδες στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα που δηλώνει ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσει σημαντικές δαπάνες αυτού του είδους εντός ενός χρόνου περιορίστηκε στο 10,4% (από 12,0%).

 
Σημαντική άνοδος του δείκτη οικονομικού κλίματος, σε επίπεδα προ πανδημίας

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στις 111,2 μονάδες έναντι 108,7 μονάδων τον προηγούμενο μήνα, επίδοση που κινείται σε προ πανδημίας επίπεδα, όπως συμβαίνει, άλλωστε, συνολικά στην Ευρώπη. Επιπλέον, ο δείκτης λαμβάνει τη δεύτερη υψηλότερη τιμή από τον Οκτώβριο του 2007. Η νέα άνοδος είναι αποτέλεσμα βελτίωσης των προσδοκιών σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς, ενώ η καταναλωτική εμπιστοσύνη επιδεινώθηκε εκ νέου, κατόπιν της ισχυρής βελτίωσής της την άνοιξη. Η εξέλιξη της πανδημίας εξακολουθεί να είναι, βέβαια, κυρίαρχος παράγοντας στη διαμόρφωση των προσδοκιών. Στην τρέχουσα συγκυρία, αφενός γίνεται σαφές πως το επιδημιολογικό πρόβλημα δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τον κύκλο του και πως νέες προκλήσεις κάθε άλλο παρά μπορούν να αποκλεισθούν. Αφετέρου, κυριαρχεί η εκτίμηση πως κατά τα επόμενα στάδια, το πρόβλημα θα είναι λιγότερο οξύ από ό,τι προηγουμένως και πως η αντιμετώπιση του θα γίνει με μέτρα που θα έχουν συγκριτικά μικρότερη επίπτωση στην οικονομία. Σχετικά, η εξέλιξη της πανδημίας τον Ιούλιο, με την άνοδο των κρουσμάτων λόγω της νέας μετάλλαξης του ιού και της αυξημένης κινητικότητας του πληθυσμού, όπως και η επαναφορά ορισμένων περιοριστικών μέτρων σε τοπικό επίπεδο και το ενδεχόμενο επέκτασής τους, φαίνεται πως επηρέασαν περισσότερο τα νοικοκυριά από ό,τι τις επιχειρήσεις, οι οποίες βασίζονται περισσότερο σε μεσοπρόθεσμα δεδομένα. Σημαντικές επιπτώσεις στον τουρισμό δεν έχουν εκδηλωθεί από τις εξελίξεις, τουλάχιστον προς το παρόν, και η κίνηση στη σχετική αγορά κυμαίνεται στα γενικά επίπεδα που είχαν προβλεφθεί. Συνολικά, προεξοφλείται από τις επιχειρήσεις ένα βελτιωμένο περιβάλλον, όπου η ανάκαμψη της οικονομίας θα συνοδεύεται από την εκκίνηση του δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και την ενίσχυση άλλων δυνατοτήτων χρηματοδότησης. Η εξέλιξη των προσδοκιών όπως και της πραγματικής οικονομίας κατά τους επόμενους μήνες θα εξαρτηθεί από τις επιλογές της οικονομικής πολιτικής, καθώς και από παράγοντες στο εξωτερικό περιβάλλον.

Αναλυτικότερα:

 στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση υποχώρησε, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν αισθητά και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες.

 στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή αμβλύνθηκαν αισθητά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για την απασχόληση ενισχύθηκαν σημαντικά.

 στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις παρέμειναν αμετάβλητες, με το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται αισθητά, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα.

 στις Υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων μεταβάλλονται ήπια, εκείνες για τη ζήτηση ενισχύονται έντονα, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της ζήτησης υποχωρούν ήπια.

 στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας υποχωρούν σημαντικά, όπως και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ παράλληλα επιδεινώνονται οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές και υποχωρεί η πρόθεση για αποταμίευση.

Σχετικά Άρθρα